Γραμματικές διευκρινίσεις
Τα δυο όμοια σύμφωνα διαβάζονται παχιά-ουρανικά ενώ το ένα σύμφωνο προφέρεται όπως στα ελληνικά π.χ.
μισστιάρι = δώρισμα
μάσσι = μόνο
μάσσια = η μασιά
ννίκα = η μικρή
ννιράρι = χασομέρι, σαστιμάρα
πούρννι = δαμασκηνιές
λλιρτάρι = συγχώρεση
νιμπουνίλλι = κακία
όκλλιλλι = τα μάτια
μέσι = μέση
σιλιγκέσκου = λύνω, αμολώ
νίκα = ακόμη
νίτσι = ούτε
νιπότου = ανεψιός
πούρνι = δαμάσκηνα
μπιλιτζίκα = βραχιόλι
ντιστιμέλι = μαντήλι
λίμμπα = γλώσσα
Το ι σε σμίκρυνση, που προσετέθη στο τέλος των ρημάτων, είναι σχεδόν συλλαβικό, τονίζοντας περισσότερο το σύμφωνο (διπλό ή μη). π.χ.
Το ου σε σμίκρυνση, που προσετέθη στο τέλος των ρημάτων, ακούγεται κωφά, ημισυλλαβικά. Όπως προφέρεται το καταληκτικό ι «πιδούδ(ι)» στο Δρυμό, Νιγρίτα κι αλλού. π.χ.
Στο τέλος των άναρθρων θηλυκών και επιθέτων, στην ονομαστική, προσετέθη ένα μικρό α σε σμίκρυνση. Είναι συλλαβικό. Τονίζεται περισσότερο το τελευταίο σύμφωνο. Το α μπαίνει και ακούγεται στο έναρθρο θηλυκό ουσιασιαστικό ή επίθετο. π.χ.
φεάτα = κορίτσι
πεάνα = πούπουλο
μπούνα = καλή
φεάτα = το κορίτσι
πεάνα = το πούπουλο
μπούνα = η καλή
Στην έναρθρη ονομαστική πληθυντικού αρσενικών ουσιαστικών και επιθέτων, η κατάληξη ακούγεται πιο παχιά-ουρανικά- με τα δυο όμοια σύμφωνα. Ενώ στα θηλυκά ακούγεται πιο λεπτά με το ένα σύμφωνο. π.χ.
μουσσιάτσλλι = οι όμορφοι
πικουράρλλι = οι βοσκοί
φουγκάτσλλι = οι φευγάτοι
μουσσιάτιλι = οι όμορφες
ούρσιλι = οι αρκούδες
φουγκάτιλι = οι φευγάτες
Τα ενδιάμεσα μικρά γράμματα της λέξης είναι άφωνα. Μπήκαν στη θέση της αποστρόφου ή παύλας που απομονώνουν τα σύμφωνα ως ξεχωριστές συλλαβές. Γράφτηκαν για λόγους ευαναγνωσίας και για να μη φαίνεται κατακερματισμένη η λέξη. π.χ.
(β΄ρ), βίρι = κανείς
(α’μ΄νου) αμίνου = αργώ, καθυστερώ
Τα σύμφωνα νντ (nd) ή νττ (nt), μμπ(mb) ή μππ(mp) γράφονται έτσι, ούτως ώστε να γίνεται διάκριση από το ντ ή μπ. Αποφεύγω την απόστροφο ή παύλα. π.χ.
κίν-ντου = πότε
τούν-ντου = κουρεύω
αμίν-ττου = κερδίζω
αμ-μπουλισέσκου = παιδεύομαι, αγωνίζομαι
Το ι σε σμίνκρυνση, μπαίνει ανάμεσα από δυο φωνήεντα για να διαβαστεί ως ξεχωριστή συλλαβή: π.χ.
νιιουρεάτσα = η συννεφιά
σσιιάκου = μάλλινο υφαντό
Τα δυο φωνήεντα εα διαβάζονται σαν ένα : π.χ.
σεάτα = η δίψα
μπισεάρικα = η εκκλησία
Τα δυο σε σμίνκρυνση φωνήεντα αέ διαβάζονται σαν ένα, αλλά κωφά κι ακούγεται λίγο κλειστό-παχύ το φωνήεν ε: π.χ.
σουρπαέρλι = τα ριξίματα
σ’ μαρταέ = παντρεύτηκε
σ’ μακαέ = φαγώθηκε
καέπαρρι = γίδια
σσικαέι = αστεία
Υπάρχουν ουσιαστικά που καταχωρούνται ως αρσενικά στον ενικό αλλά στον πληθυντικό ως θηλυκά. (Στη γραμματική της κοινής Κουτσοβλαχικής Ν.Κατσάνη και Κ.Ντίνα σελ. 45, Θεσσαλονίκη 1990, ονομάζονται ουδέτερα) π.χ.
βάσλου = το σκεύος
χέρλου = το σίδερο
τσιτσιόρλου = το πόδι
σούλου = αντί
τσιόκλου = το σφυρί
βάσιλι = τα σκεύη
χεάριλι = τα σίδερα
τσιτσιουάριλι = τα πόδια
σούλιλι = τα αντιά
τσιόκουρλι = τα σφυριά