άμυνα,
η, ουσ.
[<αρχ. ἄμυνα], η άμυνα· (στη γλώσσα του ποδοσφαίρου) ο παίχτης ή οι παίχτες
που αποκρούουν τις επιθέσεις των αντιπάλων και ο χώρος στον οποίο γίνονται
αυτές οι αποκρούσεις: «στο φετινό πρωτάθλημα η άμυνά μας τα πήγε πολύ καλά ||
στο μεγαλύτερο διάστημα του παιχνιδιού η μπάλα παιζόταν μπροστά στην άμυνά μας»·
- άδειασε
όλη την άμυνα, (στη γλώσσα του ποδοσφαίρου) με αλλεπάλληλες τρίπλες που
έκανε ο παίχτης, πέρασε όλη την αμυντική διάταξη της αντίπαλης ομάδας: «ο
παίχτης ξεχύθηκε με την μπάλα στα πόδια προς την αντίπαλη εστία, άδειασε με
περίτεχνες τρίπλες όλη την άμυνα και πέτυχε το γκολ της ομάδας του»·
- βγάζω
άμυνα, (για βολεϊμπολίστες) αποκρούω με επιτυχία την μπαλιά που μου έστειλε
από τη μεριά του ο αντίπαλος παίχτης: «ο τάδε παίχτης είναι ειδικός στο να
βγάζει άμυνα»·
- βαστώ
άμυνα, βλ. φρ. κρατώ άμυνα·
- η
καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση, αν θέλει να πετύχει κανείς το σκοπό του,
τον πετυχαίνει καλύτερα με επιθετικό τρόπο: «αν θέλεις να πετύχεις στη ζωή σου,
θα πρέπει να ξέρεις πως η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση»·
- κρατώ
άμυνα, α. δεν υποκύπτω, ιδίως στις αντιξοότητες, στις δυσκολίες της
ζωής: «κράτα άμυνα, παλικάρι μου, μπόρα είναι και θα περάσει». β. (στη
γλώσσα του ποδοσφαίρου) αποκρούω με επιτυχία ως αμυντικός παίχτης όλες τις
επιθετικές ενέργειες της αντίπαλης ομάδας: «η ομάδα μας ήθελε να αποσπάσει την
ισοπαλία, γι’ αυτό κρατούσε άμυνα»·
- παίζω
άμυνα, (στη γλώσσα του ποδοσφαίρου ή του μπάσκετ) οργανώνομαι συστηματικά
μπροστά στην εστία μου ή στη μπασκέτα μου για να μη δεχτώ γκολ ή καλάθι: «σ’
όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού η ομάδα μου έπαιζε άμυνα»·
- παίζω
στην άμυνα, (ιδίως για ποδοσφαιριστή) είμαι αμυντικός παίχτης: «μπορεί να
παίξει σ’ όλες τις θέσεις, αλλά αποδίδει καλύτερα, όταν παίζει στην άμυνα»·
- περνώ
στην άμυνα, α. μετά από ένα διάστημα λεκτικής επίθεσης εναντίον
κάποιου, προσπαθώ να αντικρούσω τα επιχειρήματά του ή τη βίαιη κριτική που μου
εξαπολύει: «όση ώρα τον κατηγορούσε ο άλλος, ο δικός σου είχε περάσει στην
άμυνα και προσπαθούσε να μπαλώσει τα πράγματα». β. (στη γλώσσα του
ποδοσφαίρου) επιστρέφω σε αμυντικό παιχνίδι: «μετά το γκολ που πέτυχε, η ομάδα
πέρασε στην άμυνα για να κρατήσει το αποτέλεσμα».