βραβείο,
το, ουσ.
[<μτγν. βραβεῖον <βραβεύω], το βραβείο·
- θα
πάρεις το βραβείο ή θα πάρεις το βραβείο της ανοιχτής παλάμης, έκφραση
αγανάκτησης, που απευθύνεται σε τροχονόμο, γιατί δεν ενέδωσε στα παρακάλια μας
να μη μας επιδώσει την κλήση για τροχαία παράβαση ή για παράνομο παρκάρισμα, ή
έκφραση αγανάκτησης, που απευθύνεται σε ευθυνόφοβο δημόσιο υπάλληλο, γιατί δε
μας εξυπηρέτησε παρακάμπτοντας ανώδυνα τη γραφειοκρατία, ή έκφραση αγανάκτησης
σε κάποιον που, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ενήργησε ενάντια στα συμφέροντά μας ή μας
πρόδωσε αναίτια. Πολλές φορές, της φρ. προτάσσεται το μπράβο ή το μπράβο,
τώρα. Συνών. θα πάρεις το μεγαλόσταυρο ή θα σου δώσουν το
μεγαλόσταυρο / θα πάρεις το μετάλλιο ή θα σου δώσουν το μετάλλιο / θα
πάρεις το παράσημο ή θα πάρεις το παράσημο της ανοιχτής παλάμης ή θα
σου δώσουν το παράσημο ή θα σου δώσουν το παράσημο της ανοιχτής παλάμης
/ θα πάρεις τον αργυρό σταυρό ή θα σου δώσουν τον αργυρό σταυρό·
- θα
πάρεις το βραβείο της χείρας (της χήρας) με τα πέντε ορφανά, βλ. φρ. θα
πάρεις το βραβείο. Στην προκειμένη περίπτωση γίνεται λογοπαίγνιο λόγω της
ηχητικής ομοιότητας της χείρας (= του χεριού)και της χήρας (=
της γυναίκας που πέθανε ο άντρας της), ενώ τα πέντε ορφανά υποδηλώνουν
τα δάχτυλα. Όταν η έκφραση συνοδεύεται με την επαναληπτική κίνηση του χεριού
που μιμείται τον αντρικό αυνανισμό, τότε το βραβείο ερμηνεύεται ως το
βραβείο του μαλάκα, ενώ, όταν δεν συνοδεύεται από καμιά χειρονομία, τότε ως
βραβείο θεωρείται η μούντζα·
- θα
δυο δώσουν το βραβείο ή θα σου δώσουν το βραβείο της ανοιχτής παλάμης, βλ.
φρ. θα πάρεις το βραβείο·
- πήρε
το βραβείο της ανοιχτής παλάμης, δεν πήρε απολύτως τίποτα: «του είχαν τάξει
χίλια δυο, αν θα τέλειωνε έγκαιρα τη δουλειά, κι όταν την τέλειωσε, πήρε το
βραβείο της ανοιχτής παλάμης». Συνών. πήρε το παράσημο ή πήρε το
παράσημο της ανοιχτής παλάμης·
- πήρε
το βραβείο της χείρας (χήρας) με τα πέντε ορφανά, βλ. φρ. πήρε το
βραβείο της ανοιχτής παλάμης·
- το
βραβείο της ανοιχτής παλάμης, (ειρωνικά) η μούντζα, το μούντζωμα: «η πιο
γνωστή μούντζα στην Ελλάδα είναι το βραβείο της ανοιχτής παλάμης». Συνών. το
παράσημο της ανοιχτής παλάμης·
- του
δίνω το βραβείο της ανοιχτής παλάμης, βλ. συνηθέστ. του στέλνω το
βραβείο της ανοιχτής παλάμης. Συνών. του δίνω το παράσημο της ανοιχτής
παλάμης·
- του
’δωσαν το βραβείο της ανοιχτής παλάμης, (ειρωνικά) δεν του έδωσαν απολύτως
τίποτα, τον ξεγέλασαν, τον κορόιδεψαν: «του είχαν τάξει λαγούς με πετραχήλια,
αλλά, μόλις τους τέλειωσε τη δουλειά, του ’δωσαν το βραβείο της ανοιχτής
παλάμης». Συνών. του ’δωσαν το παράσημο της ανοιχτής παλάμης·
- του
’δωσαν το βραβείο της χείρας (της χήρας) με τα πέντε ορφανά, βλ. φρ. του
’δωσαν το βραβείο της ανοιχτής παλάμης·
- του
στέλνω το βραβείο της ανοιχτής παλάμης, τον μουντζώνω από απόσταση: «όπως
με προσπερνούσε αντικανονικά με τ’ αυτοκίνητό του, του ’στειλα το βραβείο της
ανοιχτής παλάμης». Συνών. του στέλνω το παράσημο της ανοιχτής παλάμης