χαρακτήρας, ο, ουσ. [<αρχ. χαρακτήρ + κατάλ. αιτιατ. –ῆρα], ο
χαρακτήρας. (Ακολουθούν 14 φρ.)·
-
αδύνατος χαρακτήρας, α. λέγεται για άτομο που δεν έχει τη δύναμη
να εμμένει στις αποφάσεις που έχει πάρει, που υπαναχωρεί με το παραμικρό: «παρά
την υπόσχεση που μου έχει δώσει, αποκλείω πως θα κόψει το τσιγάρο, γιατί είναι
αδύνατος χαρακτήρας». β. λέγεται για άτομο με μειωμένες ηθικές
αντιστάσεις παρά την προσπάθειά που καταβάλλει να κρατήσει χαρακτήρα ηθικό και
ακέραιο: «δεν πιστεύω πως θα ξεκόψει απ’ τις παλιοπαρέες του, γιατί είναι
αδύνατος χαρακτήρας»·
-
άνθρωπος με χαρακτήρα, βλ. λ. άνθρωπος·
-
ανοιχτός χαρακτήρας, λέγεται για εκδηλωτικό άτομο: «αυτόν τον άνθρωπο
τον θέλουμε στην παρέα μας, γιατί είναι ανοιχτός χαρακτήρας και πάντα
δημιουργεί κέφι»·
-
άστατος χαρακτήρας, που δεν είναι σταθερός στις απόψεις του, στις θέσεις
του, που υπαναχωρεί εύκολα: «μην έχεις εμπιστοσύνη σ’ αυτόν τον άνθρωπο, γιατί
είναι άστατος χαρακτήρας»·
-
ασυμφωνία χαρακτήρων, βλ. λ. ασυμφωνία·
-
βαστώ χαρακτήρα, βλ. φρ. κρατώ χαρακτήρα·
-
δείχνω χαρακτήρα, βλ. φρ. κρατώ χαρακτήρα·
-
δυνατός χαρακτήρας, α. λέγεται για άτομο που έχει τη δύναμη να
εμμένει στις αποφάσεις που έχει πάρει, να μην υπαναχωρεί, παρά τις πιέσεις που
δέχεται: «είναι δυνατός χαρακτήρας κι απ’ τη στιγμή που αποφάσισε να κόψει το
τσιγάρο, θα το κόψει, όσο κι αν τον προκαλείται με διάφορα κόλπα να καπνίσει». β.
λέγεται για άτομο με σταθερές ηθικές αντιστάσεις: «αφού μπόρεσε και ξεκόλλησε
απ’ αυτά τα κλεφτρόνια δε θα ξαναπάει μαζί τους, γιατί είναι δυνατός
χαρακτήρας»·
-
θερμός χαρακτήρας, λέγεται για άτομο που αντιδρά με ευκολία στα
ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον του: «μπορεί να μαλώσει με το
παραμικρό, γιατί είναι θερμός χαρακτήρας»· βλ. και φρ. ανοιχτός χαρακτήρας·
-
κλειστός χαρακτήρας, λέγεται για άτομο που δεν είναι εκδηλωτικό: «δεν
μπορείς να καταλάβεις τις προθέσεις του, γιατί είναι κλειστός χαρακτήρας»·
-
κρατώ χαρακτήρα, α. είμαι σταθερός στις απόψεις μου, στις θέσεις
μου, δεν υπαναχωρώ παρ’ όλα τα τυχόν ανταλλάγματα: «τον εμπιστεύομαι απόλυτα,
γιατί πάντα κρατάει χαρακτήρα». β. κρατώ σοβαρή στάση, δεν μεταβάλλω τον
ηθικό, τον ακέραιο χαρακτήρα μου: «νιώθεις περήφανος να κάνεις παρέα μ’ αυτόν
τον άνθρωπο, γιατί κρατάει χαρακτήρα σ’ όλες τις δύσκολες περιστάσεις»·
-
να χαρώ το χαρακτήρα σου! α. θαυμαστική έκφραση σε άτομο που
συμπεριφέρθηκε σωστά, ακέραια, όπως έπρεπε, σε κάποια συγκεκριμένη περίπτωση:
«να χαρώ το χαρακτήρα σου, γιατί ξηγήθηκες σπαθί!». β. παρακλητική
έκφραση σε άτομο, όταν του ζητάμε κάποια εξυπηρέτηση: «έλα, κάνε μου αυτή τη
χάρη, να χαρώ το χαρακτήρα σου!»·
-
σταθερός χαρακτήρας, λέγεται για άτομο που δείχνει αποφασιστικότητα και
εμμονή στις ιδέες του, που δεν υπαναχωρεί: «μπορείς να τον εμπιστευθείς
απόλυτα, γιατί είναι σταθερός χαρακτήρας»·
-
ψυχρός χαρακτήρας, λέγεται για άτομο που δεν αντιδρά εύκολα στα
ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον του: «πολλές φορές προσπάθησα να τον
κάνω να νευριάσει, αλλά δεν κατάφερα τίποτα, γιατί είναι ψυχρός χαρακτήρας»·
βλ. και φρ. κλειστός χαρακτήρας.