σκαρί, το, ουσ.
[<μσν. σκαρίον <μτγν. ἐσχάριον, υποκορ. του ουσ. ἐσχάρα], το σκαρί. 1.
ο σκελετός πάνω στον οποίο στηρίζεται το πλοίο, όταν ναυπηγείται ή
επισκευάζεται και, κατ’ επέκταση, το ίδιο το καράβι: «ήταν παλιό σκαρί η βάρκα
του και δεν άντεξε τη φουρτούνα || την Κυριακή ρίχνω το καινούριο μου σκαρί στη
θάλασσα». (Λαϊκό τραγούδι: η βάρκα μου η Μαριωρή είναι το πιο μικρό σκαρί,
μα έχει όνειρα μεγάλα σαν και μένα, και φεύγουμε τα δειλινά για ξένα πόρτα
μακρινά και για χαμόγελα γλυκά κι ονειρεμένα).2. η σωματική
διάπλαση ανθρώπου, το σώμα, το κορμί: «έχει τέτοιο σκαρί αυτός ο άνθρωπος, που
σηκώνει όλα τα βάρη». (Τραγούδι: γιατ’ η καρδιά καιρούς παλεύει όσο αντέχει
το σκαρί ενώ το Σύστημα εκπαιδεύει φαβορί).3. ο
χαρακτήρας, η ιδιοσυγκρασία κάθε ανθρώπου: «είναι από κείνα τα σκαριά αυτός ο
άνθρωπος, που μισούν τις αδικίες»·
-
βρίσκεται στα σκαριά (κάτι), βλ. φρ. είναι στα σκαριά (κάτι)·
-
είναι γερό σκαρί, α. (για καράβια) είναι ναυπηγημένο με ισχυρά
υλικά και με τις σωστές προδιαγραφές. (Τραγούδι: τα νιάτα του έφαγε ο
Στρατής στα ναυπηγεία ολημερίς, φτιάχνει τα πιο γερά σκαριά, να
πάνε οι άλλοι μακριά, να ταξιδέψουνε τη γη οι τυχεροί, οι τυχεροί). β.
(για πρόσωπα) έχει δυνατή σωματική διάπλαση, έχει ισχυρό χαρακτήρα, ισχυρή
ιδιοσυγκρασία: «φόρτωσέ τον όσο θέλεις, γιατί είναι γερό σκαρί || μπορείς να
τον εμπιστεύεσαι απόλυτα, γιατί είναι γερό σκαρί»·
-
είναι στα σκαριά (κάτι), μόλις ξεκινάει, μόλις αρχίζει να
πραγματοποιείται, να κατασκευάζεται κάτι: «δεν ξέρω πώς θα πάει η δουλειά,
γιατί είναι ακόμη στα σκαριά». Συνών. είναι στα καλούπια (κάτι)·
-
έχει γερό σκαρί, βλ. φρ. είναι γερό σκαρί·
-
έχω στα σκαριά (κάτι), (γενικά) σχεδιάζω, καταστρώνω, προετοιμάζω κάτι:
«είναι καιρός τώρα που ανεβοκατεβαίνει τα υπουργεία, αλλά κανείς μας δεν ξέρει
τι έχει στα σκαριά». Συνών. έχω στα καλούπια (κάτι)·
-
έχω στα σκαριά μια δουλειά ή έχω στα σκαριά τη δουλειά, βλ. λ. δουλειά·
- το ’χει το σκαρί του, αποτελεί έμφυτο στοιχείο του
χαρακτήρα του: «το ’χει το σκαρί του να ’ναι πάντα αισιόδοξος || μην
εκπλήσσεσαι που σκορπάει τα λεφτά του στα γλέντια, γιατί το ’χει το σκαρί
του».