Περισσότερες επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
υγιαίνω

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΕ PDF

υγιαίνω, ρ. [<αρχ. ὑγιαίνω], υγιαίνω· στο γ΄ εν. υγίαινε! και συνήθως στο β΄ πλ. πρόσ. υγιαίνετε! ως επιφών. χαιρετισμού ή αποχαιρετισμού ή ως ευχή που ανταλλάσσουν οι πότες τη στιγμή που τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους. Αποτελούσε την αγαπημένη έκφραση του κονφερασιέ Άλκη Στέα.