Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
αντίς
αντίς, πρόθ. [<μσν. ἀντίς <αρχ. ἀντί], αντί. (Λαϊκό τραγούδι: απ’ αύριο μ’ ένα-δυο στητός, στην Κως θα περπατάω κι αντίς για τις γλυκειές πενιές, ύμνους θα τραγουδάω).
αντίς, πρόθ. [<μσν. ἀντίς <αρχ. ἀντί], αντί. (Λαϊκό τραγούδι: απ’ αύριο μ’ ένα-δυο στητός, στην Κως θα περπατάω κι αντίς για τις γλυκειές πενιές, ύμνους θα τραγουδάω).