Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν
Συγγραφέας: Μαχαιράς Λεόντιος
Ο Λεόντιος Μαχαιράς έζησε πιθανότατα μεταξύ του β΄ μισού του 14ου και του α΄ μισού του 15ου αι. Το έργο του καλύπτει μια μακρά περίοδο της κυπριακής ιστορίας, δίνεται όμως ιδιαίτερη έμφαση στην αυτοκρατορική δυναστεία των Φράγκων Λουζινιάν. Το εγκωμιασμένο κείμενό του κατέχει δύο σημαντικά πρωτεία στο ευρύτερο πλαίσιο της δημώδους γραμματείας: είναι το πρώτο πεζό και συνάμα το πρώτο γραμμένο σε ιδιωματική (κυπριακή) γλώσσα χρονικό, που ανανεώνει με αυτόν τον τρόπο τη μακραίωνη ελληνική ιστοριογραφική/χρονικογραφική παράδοση.
Κωνσταντίνος Ν. Σάθας (επιμ.), Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμος Β΄: χρονογράφοι βασιλείου Κύπρου, Τύποις του Χρόνου, Βενετία 1873, σ. 53-409.
Εισαγωγή
Ο Λεόντιος Μαχαιράς, συγγραφέας ενός πολύ σημαντικού χρονικού για τη φραγκοκρατούμενη Κύπρο, έχει απασχολήσει επανειλημμένα τη σύγχρονη έρευνα, η οποία δεν έχει καταλήξει σε οριστικά και ομόφωνα συμπεράσματα σχετικά με τα καθέκαστα της ζωής και της εν γένει δραστηριότητάς του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, τα χρονικά όρια της ζωής του εκτείνονται περίπου από το 1360 (ή, κατά μία άλλη εκδοχή, το 1380) έως το 1432, ενώ η σύνταξη του έργου του οριοθετείται ανάμεσα στα 1426 και 1431/2 (Πιερής 1991, 301-348). Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί με βεβαιότητα η μετάθεση του τελικού ορίου του βίου του ύστερα από το καλοκαίρι του 1458, αφού δεν έχει αποδειχτεί επαρκώς η προτεινόμενη πλαστότητα του τελευταίου, συνοπτικού τμήματος (για τα έτη 1432-1458) του Χρονικού του (Κεχαγιόγλου 1999, 72). Η ελληνορθόδοξη οικογένειά του φαίνεται ότι διατηρούσε στενές σχέσεις με τη δυναστεία των Λουζινιάν, τους οποίους οι Μαχαιράδες υπηρέτησαν από διάφορες θέσεις (Κεχαγιόγλου 1999, 72· Ζήρας 2007, 1366)· ανάλογες, διπλωματικές υπηρεσίες προσέφερε σποραδικά και ο ίδιος ο Λεόντιος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κατείχε κάποια υψηλή αυλική θέση που να του επιτρέπει να ελέγχει –όπως συνήθως αναφέρεται– σημαντικές (και απόρρητες) πληροφορίες, πολύτιμες για τη συγγραφή του έργου του (Κεχαγιόγλου 1999, 72). Σε κάθε περίπτωση, τα ελάχιστα γνωστά βιογραφικά στοιχεία, που προέρχονται κυρίως από το ίδιο το Χρονικόν, υποδεικνύουν ότι ο Λεόντιος ήταν κάτοχος κάποιας μόρφωσης και γλωσσομαθής, πολύ καλός γνώστης της γαλλικής, γεγονός που, όπως φαίνεται, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του έργου του.
Το τελευταίο έφτασε ώς τις μέρες αποκλειστικά μέσω μιας χειρόγραφης παράδοσης που περιλαμβάνει τρεις μεταγενέστερους κώδικες, οι οποίοι επιμερίζονται σε δύο διασκευές/παραλλαγές με αρκετές διαφορές μεταξύ τους: η πρώτη παραλλαγή εκπροσωπείται από το πληρέστερο βενετικό χειρόγραφο Marcianus gr. VII (16ος αι.), το οποίο παραδίδει τον τίτλο Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν· η δεύτερη περιέχεται στο συντομότερο, δημωδέστερο γλωσσικά, αλλά περισσότερο χασματικό, χειρόγραφο της Οξφόρδης (16ος αι.) καθώς και στο (ελάχιστα μελετημένο) απότοκό του χειρόγραφο της Ραβέννας (17ος αι.), τα οποία διασώζουν τον ελαφρώς παραλλαγμένο τίτλο Εξήγησις παλαιάς ιστορίας νήσου Κύπρου, λεγόμενη Κρόνικα. Οι σημαντικές, πρωτίστως γλωσσικές και υφολογικές, και δευτερευόντως ως προς το περιεχόμενο, αποκλίσεις των τριών μαρτύρων καθιστούν πρακτικά αδύνατο τον καταρτισμό μιας «ενιαίας γλωσσικής» κριτικής αποκατάστασης του κειμένου με σταχυολόγηση και επιλογή ανάμεσα στις διαφορετικές γραφές (Πιερής 1993, 347-348)· προτιμότερη είναι η έκδοση κατά κώδικα ή, έστω, μια παράλληλη, συνοπτική παρουσίαση και των τριών χειρογράφων, πρακτική που σε γενικές γραμμές ακολουθήθηκε από τους εκδότες του στο παρελθόν.
Η πρώτη σύγχρονη έκδοση του κειμένου έγινε από τον Κωνσταντίνο Σάθα (1874) βάσει του χειρογράφου της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης και την ακολούθησε λίγο αργότερα η δίτομη, γαλλική έκδοση του ίδιου σε συνεργασία με τον Miller (Sathas & Miller 1881-1882). Το εγχείρημα του R. Μ. Dawkins (1932) είναι μια «συνδυαστική» κριτική έκδοση, βασισμένη στα τότε δύο γνωστά χειρόγραφα, βενετικό και οξφορδιανό, αποτελούμενη επίσης από δύο τόμους, από τους οποίους ο πρώτος περιέχει το κείμενο μαζί με αγγλική μετάφραση και ο δεύτερος τα σχόλια και πλούσιο γλωσσάριο. Η τελευταία προσθήκη στην εκδοτική ιστορία του κειμένου είναι των Μιχάλη Πιερή και Άγγελ Νικολάου-Κονναρή (2003) και παρουσιάζει και τα τρία χειρόγραφα, παράλληλα, σε μια διπλωματική έκδοση. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως για τις ανάγκες της παρούσας ανθολόγησης χρησιμοποιήθηκε η πρώτη έκδοση, του Σάθα.
Ειδολογικά, το κείμενο αποτελεί ένα κράμα παραδοσιακής μεσαιωνικής χρονογραφίας και υστερομεσαιωνικού δυναστικού και τοπικού χρονικού – είδους πολύ αγαπητού στις σύγχρονες δυτικές γραμματείες, που είχε προηγουμένως δοκιμαστεί και στον δημώδη ελληνικό λόγο με το εκτενές έμμετρο (και λατινογενές όσον αφορά την ιδεολογία του) Χρονικόν του Μορέως (14ος αι.). Από την πρώτη δανείζεται την επέκταση του ορίζοντα της αναφοράς σε πολύ παλαιότερα θρησκευτικοπολιτικά γεγονότα, ενώ από το δεύτερο την περισσότερο σύγχρονη και «καθαρά τοπική στόχευση και εμβέλεια» (Κεχαγιόγλου 2001, 48). Έτσι, μπορεί η αφήγηση να ξεκινά από την επίσκεψη της Αγίας Ελένης και τη συνακόλουθη εδραίωση του χριστιανισμού στο νησί (4ος μ.Χ. αιώνας), εντούτοις στην πορεία κάνει ένα μεγάλο χρονικό άλμα και εστιάζει κυρίως στην εποχή των Σταυροφοριών και της Φραγκοκρατίας στην Κύπρο, καταλήγοντας στη βασιλεία του Ιωάννη Β΄ (τουλάχιστον ώς την άνοδό του στον θρόνο το 1432 ή ώς και τον θάνατό του το 1458, αν δεχτούμε τη γνησιότητα του τελευταίου τμήματος). Ο συμφυρμός αυτών των δύο διακριτών παραδόσεων έχει ξεσηκώσει έριδες όχι μόνο γύρω από τα ειδολογικά συμφραζόμενα αλλά και τις ιδεολογικές προϋποθέσεις του έργου, αφού κατά καιρούς το περιεχόμενό του έχει ερμηνευθεί είτε ως αντανάκλαση των φιλοδυτικών αισθημάτων του συγγραφέα υπό την ισχυρή επίδραση της φραγκικής αποικιοκρατίας είτε ως έκφραση του φιλοπατριωτισμού του και της βυζαντινής-ελληνορθόδοξης παράδοσης (βλ. Πιερής 2012). Παραμερίζοντας τα προηγούμενα διχαστικά διλήμματα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι το έργο ιδεολογικά εδράζεται σε ένα υπόβαθρο πολιτιστικής ώσμωσης (Πιερής 2012, 576), όπου αναχωνεύονται δημιουργικά οι κατακτήσεις της προγενέστερης βυζαντινής ιστοριογραφίας/χρονικογραφίας καθώς και της σύγχρονης πεζής δυτικής παραγωγής (Κεχαγιόγλου 1999, 74-75), στο παράδειγμα της οποίας ο Μαχαιράς οφείλει προφανώς πολλά για τη συστηματική χρήση της κυπριακής διαλέκτου.
Στο στοιχείο αυτό έγκειται και η μεγάλη σημασία του Χρονικού, το οποίο κατέχει την πρωτιά «στην ιστορία της ελληνόγλωσσης πεζογραφικής αφήγησης» με «τη χρήση μιας σχεδόν αμιγούς, και με λίγους αρχαϊσμούς ή ξενικά απολιθώματα, ιδιωματικής-τοπικής μορφής της υστερομεσαιωνικής ελληνικής» (Κεχαγιόγλου 1999, 75). Η επιλογή αυτή ακολουθεί βέβαια μια τοπική παράδοση χρήσης της καθομιλουμένης ή κάποιας τυποποιημένης μορφής της, που ανάγεται στον 13ο αιώνα και σε κείμενα ποικίλου χαρακτήρα (Χόλτον 2000, 246), ωστόσο τώρα, για πρώτη φορά, λειτουργεί ως όχημα της εκφοράς μιας πιο εκτεταμένης και συνθετικής αφήγησης. Το αποτέλεσμα ισοδυναμεί με ένα (λογοτεχνικό) επίτευγμα πρώτης σειράς, αν αναλογιστούμε την έλλειψη κάποιου υποδείγματος σε δημώδη γλώσσα, την οποία ο συγγραφέας προσπερνά καταφεύγοντας αβίαστα στις λύσεις που προσφέρει η καθομιλουμένη του καιρού του και της αυλής των Λουζινιάν, που νωρίτερα είχε προκρίνει το δημώδες κυπριακό ιδίωμα ως επίσημη νομοθετική γλώσσα του βασιλείου της Κύπρου, με τη μετάφραση των περίφημων Ασιζών (Vitti 2003, 44-45).
Όμως, πέρα από την αναγνωρισμένη και ιδιαίτερα προβεβλημένη αξία του γλωσσικού του υλικού «που μνημειώνει την πολιτισμική συνέχεια της κυπριακής κοινωνίας και συνδέει τα ελληνιστικά χρόνια με τον Μεσαίωνα» (Ζήρας 2007, 1366), από τους μελετητές αναγνωρίζεται και η σημασία του Χρονικού ως ιστορικού τεκμηρίου –ειδικά για τα ύστερα γεγονότα (1382-1458), στα οποία παρατηρείται και προσωπική εμπλοκή του Μαχαιρά–, όπου αξιοποιούνται ποικίλες πηγές, γραπτές (π.χ. προγενέστερα χρονογραφικά κείμενα, επίσημα κρατικά έγγραφα κ.ά.) και προφορικές (λ.χ. διηγήσεις αυτόπτων μαρτύρων), αλλά και προσωπικά βιώματα ή/και υποκειμενικές εκτιμήσεις και αντιλήψεις του συγγραφέα (Beck 1993, 254). Ένα ακόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα του κειμένου, η –επίσης αναγνωρισμένη– λογοτεχνικότητά του, απορρέει εν πολλοίς από τον προσωπικό αυτό χαρακτήρα, αφορά ωστόσο και την ιδιαίτερη, δραματικής (δηλαδή θεατρικής) υφής, παρουσίαση της αφηγούμενης ύλης, κατά τα διδάγματα της γαλλικής χρονικογραφικής παράδοσης. Η έρευνα έχει επισημάνει όχι μόνο τις αφηγηματικές αρετές αλλά και τις ποικίλες λογοτεχνικές εκφάνσεις του έργου (λ.χ. Πιερής 2015), οι οποίες στοιχειοθετούν μια συνεκτική διήγηση που γίνεται «συναρπαστική στα σημεία όπου ο Μαχαιράς αναφέρει γεγονότα που τα έζησε από κοντά, μηχανορραφίες της αυλής, συνωμοσίες και συζυγικές απιστίες» (Vitti 2003, 45)· σημεία στα οποία προφανώς αποστασιοποιείται (σε κάποιο βαθμό) από τη θεοκρατική μεσαιωνική αντίληψη, που ως δεσπόζουσα συνιστώσα της μακρόχρονης χρονικογραφικής παράδοσης, δυτικής και ανατολικής, μπολιάζεται με τη θυμοσοφία και τον διδακτισμό (Κεχαγιόγλου 1999, 76).
Η πρώιμη διάδοση και διάχυση του έργου αφορά μεταφράσεις του στα ιταλικά, που χρησίμευσαν, από τον 16ο αι. κ.ε., ως πρότυπα σε (ιταλόγλωσσα και μη) χρονικογραφικά έργα στην Κύπρο και αλλού. Μάλιστα, σε τοπικό επίπεδο οι καινοτομίες του Μαχαιρά εγκαινιάζουν μια χρονικογραφική παράδοση, που συνίσταται σε δύο διακριτούς πόλους: αφενός, στη χρήση ενός δημώδους (εδώ κυπριακού) λογοτεχνικού ιδιώματος· αφετέρου στην προσφυγή στον πεζό λόγο. Και τα δύο στοιχεία λειτουργούν αντιστικτικά σε σχέση με την πρακτική των σύγχρονων βυζαντινών ιστοριογράφων/χρονικογράφων, οι οποίοι, με την καλλιέργεια της αρχαΐζουσας γλώσσας, ρέπουν προς μια ακατάσχετη μίμηση του ύφους κλασικών συγγραφέων όπως ο Ηρόδοτος ή ο Θουκυδίδης (Πολίτης 1993, 57), γράφοντας αποκλειστικά σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους, που ούτως ή άλλως αποτελούσαν το βασικό όχημα της λογοτεχνικής έκφρασης και των δημωδών συγγραφέων του ευρύτερου ελληνόφωνου χώρου (Χόλτον 2000, 257· Vitti 2003, 43-44). Άμεσος συνεχιστής του Μαχαιρά στη συγγραφή της κυπριακής ιστορίας θεωρείται ο Γεώργιος Βουστρώνιος, του οποίου η πεζή και ιδιωματική Διήγησις Κρονίκας Κύπρου αφηγείται (περισσότερο συνοπτικά) τα γεγονότα των ετών 1458-1501, επεκτείνοντας τα όρια της τοπικής ιστοριογραφίας και στη βενετική περίοδο (1489 κ.ε.). Αλλά και έξω από τη Μεγαλόνησο, στους αμέσως επόμενους αιώνες πληθαίνουν οι συγγραφείς που γράφουν δημώδη πεζά (συντομότερα ή εκτενέστερα) χρονικά τοπικού ή/και αυτοβιογραφικού ενδιαφέροντος· αναφέρουμε το Χρονικόν του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου των Κυθήρων του μοναχού Χειλά, τη Διήγησιν του Ιεροθέου Αββατίου και το Χρονικό του Γαλαξειδιού του ιερομόναχου Ευθύμιου, ως ελάχιστα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα.
Στη νεότερη εποχή η ανακάλυψη και οι πρώτες εκδόσεις του Χρονικού του Μαχαιρά, από τα μέσα ώς το τέλος του 19ου αιώνα αντίστοιχα, πυροδότησαν, στις αρχές του 20ού, την ανεπιφύλακτα ενθουσιώδη υποδοχή, σύμφωνη με τις δημοτικιστικές προτεραιότητες της εποχής, «η οποία εξηγεί την εξέχουσα θέση που του δίνεται στις ανθολογίες της “δημοτικής πεζογραφίας”, όπως και στην ελληνοκυπριακή εκπαίδευση» (Κεχαγιόγλου 1999, 76). Εξάλλου, εγκωμιαστικά σχόλια περιλαμβάνονται σε όλες τις σύγχρονες ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας/γραμματολογίες, ενώ αυξανόμενο παρουσιάζεται και το ενδιαφέρον για τις πτυχές της ποιητικής του κειμένου, όπως αποτυπώνεται στη βαθμιαία και σταθερή πύκνωση των σχετικών μελετημάτων (βλ. Πιερής & Νικολάου-Κονναρή 1997) αλλά και τη διοργάνωση ενός ειδικού συμποσίου αποκλειστικά για τους δύο κύπριους χρονικογράφους, Μαχαιρά και Βουστρώνιο (Λευκωσία 1996). Πέρα από το πεδίο της λογοτεχνικής ιστορίας και κριτικής, το αφηγηματικό υλικό του Μαχαιρά έχει εμπνεύσει ποικίλες λογοτεχνικές και καλλιτεχνικές μεταπλάσεις (βλ. αναλυτικά Κεχαγιόγλου 1986· πρβλ. τον βιβλιογραφικό κατάλογο στο Πιερής & Νικολάου-Κονναρή 1997, 111-114), με πιο χαρακτηριστική ίσως τη μοντερνιστική σεφερική συλλογή Κύπρον, ού μ’ εθέσπισεν (1η έκδ. 1955 με αυτόν τον τίτλο· με τον τίτλο Ημερολόγιο καταστρώματος Γ΄, στη συγκεντρωτική έκδ. του 1962). Επιπρόσθετα, έναν σταθερό φορέα διάδοσής του αποτελεί στις μέρες μας η αδιάλειπτη επί 19 ολόκληρα χρόνια (από το 1998) θεατρική διασκευή του από το Θεατρικό Εργαστήρι Πανεπιστημίου Κύπρου (Θ.Ε.ΠΑ.Κ), σε κείμενα του καθηγητή Μιχάλη Πιερή, μουσική του Αντώνη Ξυλούρη-Ψαραντώνη και σύνθεση του Ευαγόρα Καραγιώργη. Δείγματα από την επίσημη ηχογράφηση της διασκευής αυτής μπορεί να ακούσει κανείς στο πολυμεσικό υλικό των ανθολογούμενων αποσπασμάτων.
Αποσπάσματα
Η Αγία Ελένη μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού κατευθύνεται στην Κύπρο
Ο συγραφέας αρχικά δηλώνει την πρόθεσή του να διηγηθεί την ιστορία της Κύπρου, ξεκινώντας από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Όπως μας πληροφορεί, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου το νησί ήταν έρημο για 36 χρόνια, λόγω της ξηρασίας που επικρατούσε εκεί. Όταν ο αυτοκράτορας ανέθεσε στη μητέρα του Ελένη να πάει στα Ιεροσόλυμα για να βρει τον Τίμιο Σταυρό, εκείνη πέρασε από το νησί και έτσι αρχίζει η αφήγηση των γεγονότων.
| [...] Ὅνταν ἐστράφην ὁ μέγας Κωνσταντῖνος ἀπὲ τὴν εἰδωλολατρείαν εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ μὲ ὅσους εἶχεν εἰς τὴν Ρώμην, τότε ἐπῆρεν ὁρισμὸν ἡ ἁγία δέσποινα Ἑλένη ἡ μητέρα του ἀπὲ τὸν υἱόν της νὰ πάγῃ νὰ γυρεύσῃ τὸν τί- |
|
| μιον σταυρὸν εἰς τὸ Ἱεροσόλυμα· καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Ἀνατολὴν, καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Κύπρον, καὶ ἐπέζευσεν πρὸς τὴν Λεμεσὸν καὶ ηὗρεν τὸ νησὶν ἔρημον, καὶ πολλὰ ἐπικράνθη θωρῶντα τὸ τό- σον ὄμορφον νησὶν καὶ ἦτον ἔρημον. Καὶ μοναῦτα ἐμίσευσεν καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, |
|
| καὶ μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα, καὶ ηὗρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους β΄. σταυροὺς τοὺς λῃσταίς, καὶ τὰ καρφία καὶ τὸν στέφανον τὸν ἀκάνθινον καὶ λϛ΄. σταλαματίαις αἷμαν, ὅπου ἐστάξεν ἀπὲ τὸ αἷμαν τοῦ Κυρίου καὶ ἔπεσεν εἰς ἕναν πανίν· τὸ ποῖον εἶναι πολλὰ μα- |
|
| κρὺν, ἂ σᾶς ξηγηθῶ τὰ πράματα καταλεπτῶς, ἀμμὲ εὑρίσκεται γραμμένον πολλὰ πλατεῖα εἰς τὸ βιβλίον τὸ ἔγραψεν ὁ ἅγιος Κυριακὸς πῶς εὑρέθη ὁ τίμιος Σταυρός, καὶ πῶς ἀγρώνισεν τοῦ Χριστοῦ ἀπὲ τοὺς λῃστάδας, καὶ ποῖος τοῦ καλοῦ λῃστοῦ καὶ ποῖος τοῦ πονηροῦ. |
|
| Ἡ ποία ἁγία δέσποινα Ἑλένη θωρῶντα, ἐθαυμάστην καὶ ἐποῖκεν καὶ κτίσαν πολλαῖς ἐκκλησίαις εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ἐπὶ ὀνόματος τοῦ θεοῦ τοῦ ζῶντος καὶ τοῦ ζωοποιοῦ σταυροῦ, ἀπὸ γῆς, καὶ ἐτελείωσέν ταις, καὶ ἄλλαις ἀφῆκεν χρυσίον καὶ ἐτε- λείωσάν ταις. |
|
| Ἤξευρε καὶ τοῦτον, ὅτι ὅσον ἐπήγαινεν εἰς τὴν Ἱερου- σαλὴμ ὥρισεν τοὺς ἄρχοντες, ὅτι ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν νὰ κτίσουν πύργους ν’ ἀποσκεπάζῃ ἕνας τὸν ἄλλον καὶ νἄχῃ ἀνθρώπους ἀποὺ πάνω νὰ θωροῦν μέραν καὶ νύκταν, καὶ νἆναι ὅτοιμοι ὅσο νὰ ’δοῦν λαμπρὸν ἢ καπνὸν εἰς |
|
| τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅτοιμα νὰ ποίσῃ πᾶσα εἷς, ὅτι τὸ νὰ βρεθῇ ὁ τίμιος σταυρὸς νὰ ὑψωθῇ νὰ γινῇ φανὸς ἀποὺ πύργον εἰς πύρ- γον, νὰ μάθῃ ὁ βασιλεὺς τὴν ἡμέραν ὁποῦ ναὔρῃ ἡ μητέρα του τὸν τίμιον σταυρόν· καὶ ἤτζου ἐγίνετον μὲ τούτην τὴν στράταν. Τὴν ὥραν ὁποῦ ἡ μακαρία Ἑλένη ηὗρεν τὸν τίμιον |
|
| σταυρόν, ἐκείνην τὴν ὥραν ἔμαθέν το ὁ υἱός της ὁ βασιλεύς. Τώρα νὰ στραφοῦμεν εἰς τὴν ἁγίαν Ἑλένην. ἔμαθεν ἀπὲ τὸ θαῦμαν τοῦ σταυροῦ, ἐπῆρεν τὸ ὑποπόδιον ὅ- που ἐκαρφῶσαν τοὺς ἁγίους πόδας, καὶ ἔσκισέν το εἰς γ΄. καὶ |
|
| ἐποῖκεν δύο σανίδια ἀποὺ τὰ ποῖα εὔγαλεν ιϛ΄. γωνίαις, ἀποὺ πᾶσαν σανίδαν δύο κομμάτια, καὶ ἔμειναν δύο σταυροί. Τὸν δὲ σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ ἀφῆκέν τον εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων μὲ πολὺν χρυσίον καὶ μαργαριτάριν, καὶ πέτραις. Τἀπίσα ἐξήλωσεν τοὺς σταυροὺς τῶν λῃστῶν καὶ ἔβαλεν τὸ μακρύσιν |
|
| τοῦ καλοῦ μὲ τὸ κοντόσιν τοῦ πονηροῦ, καὶ ἐποῖκεν ἕναν, τὸ ὁμοῖον καὶ τὸ μακρύσιν τοῦ πονηροῦ μὲ τὸ κοντῆσιν τοῦ κα- λοῦ, καὶ ἐποῖκεν τοὺς β΄. σταυρούς. Ἐπειδὴ ἐποῖκαν ἀντάμα τόσον καιρὸν χρόνους ξθ΄. δὲν ἦτον δίκαιον νὰ ρίψουν τοῦ πο- νηροῦ, ἐπῆρέν τους μετά της νὰ τοὺς ἰδῇ ὁ υἱός της τὸ μά- |
|
| κρός καὶ τὸ πλάτος, ὅτι ὅλοι ἦτον εἰς ἕναν ἀξαμόν· καὶ τοὺς β΄. σταυροὺς τοὺς μονοκόμματους καὶ τὰ ιϛ΄. σανίδια καὶ τὰ καρφία καὶ τὸν στέφανον ἔβαλέν τα εἰς τὸ σεντοῦκιν, μὲ τοὺς β΄. σταυροὺς εἰς τὸ κάτεργον, καὶ ἐνέβην ἡ ἁγία Ἑλένη καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Κύπρον, καὶ ὅνταν ἐπεσῶσαν καὶ ἐράξαν εἰς τὴν |
|
| γῆν εὔγαλεν τὸ σεντοῦκιν μὲ τοὺς δύο σταυρούς, καὶ ἔφαν εἰς τὸ Βασιλοπόταμον· καὶ ὅνταν ἀπόφαν, ἔπεσεν ἀπὸ τὸν κόπον τῆς θαλάσσου καὶ ἐκοιμήθην, καὶ εἶδεν ἕναν ὅρομαν, ὅτι ἕνας παιδίος ἄνθρωπος εἶπέν της: κυρία μου Ἑλένη, ὡς γίον ἐποῖκες εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἔκτισες πολλοὺς ναοὺς, ἤτζου ποῖσε |
|
| καὶ ὧδε, ὅτι ὁρισμὸς εἶναι εἰς τὴν αὐτὴν χώραν νὰ κατοικοῦσιν ἀνθρῶποι ἕως τῆς συντελείας, καὶ νὰ μὲν ξηλειφθῇ εἰς τοὺς αἰῶνας· καὶ ἔκτισε ναὸν εἰς τὸ ὄνομαν τοῦ τιμίου καὶ ζωο- ποιοῦ Σταυροῦ καὶ βάλε ἀπὸ τὰ τίμια ξύλα, ἀποὺ βαστᾷς. Καὶ ἐξύπνησεν καὶ ἐσηκώθην ἀπὲ τὸν ὕπνον καὶ ἐγύρεψεν τὸ |
|
| σεντοῦκιν καὶ τοὺς σταυροὺς τοὺς μεγάλους· ὢ, τοῦ θαύμα- τος! ὁ νεἷς μέγας ἐχάθην· καὶ ἔπεψεν γυρεύγοντά του, καὶ εὑρέθην εἰς τὸ βουνὶν τὸ λεγόμενον Ὀλυμπία, διὰ τὸν σταυρὸν τὸ Ὀλυμπάτο ὄνομα τοῦ καλοῦ λῃστοῦ· καὶ ἔκτισε ναὸν τοῦ τιμίου Σταυροῦ καὶ ἔβαλεν εἰς τὴν καρδίαν τοῦ Σταυροῦ μερ- |
|
| τικὸν ἀπὲ τὸ τίμιον ξύλον. Τἄπισα εἶδεν ἕναν στύλον λαμ- πρὸν ἀπὸ τὴν γῆν ὡς τὸν οὐρανὸν, καὶ ἐπῆγε νὰ τὸ ἰδῇ τὸ θαῦμα, καὶ ηὗρεν εἰς τὸ πλευρὸν τοῦ ποταμοῦ τὸν ἕναν μι- κρὸν σταυρὸν ἀπὸ τοὺς δύο καὶ φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπεν: Ἑλένη, ποῖσε νὰ κτίσῃς, ὡδὰ ἐκκλησίαν εἰς τὸν αὐτὸν |
|
| τόπον λεγόμενον Τόγνην. Καὶ ἐποῖκε ναὸν τοῦ τιμίου Σταυ- ροῦ καὶ ἕναν γυοφύριν νὰ περνοῦν οἱ ἀνθρῶποι, καὶ ἐσήμωσεν τὸν αὐτὸν σταυρὸν μετὰ ἀργύρου, χρυσίου καὶ μαργαριτάρου. Καὶ ἀπὸ τότε ὁ Κύριος ἔπεψεν τὸν ὑετόν, καὶ ἐγροικήθην εἰς πᾶσα τόπον· καὶ ἐγροίκησεν ὁ λαὸς καὶ ἐστράφησαν εἰς τὰς κα- |
|
| τοικίας τους· τὸ ποῖον μετά τους ἦλθαν καὶ πολλοί πάροικοι, καὶ ἐκατοικῆσαν εἰς τὸ νησίν. Καὶ τελειόνοντα τὰ κτίσματα, ἐνέβην εἰς τὸ κάτεργον καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν. |
|
- Λεπτομέρεια από νωπογραφία του Piero della Francesca με θέμα την εύρεση του Τίμιου Σταυρού από την Αγία Ελένη, περ. 1460. Το έργο αποτελεί τμήμα ενός κύκλου νωπογραφιών (1452-1466) με τον γενικό τίτλο Ιστορίες του Αληθινού Σταυρού, Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου, Αρέτσο, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Piero della Francesca, Η αναγνώριση του Τίμιου Σταυρού (λεπτομέρεια), τμήμα από τον κύκλο νωπογραφιών Ιστορίες του Αληθινού Σταυρού (1452-1466), Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου, Αρέτσο, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Piero della Francesca, Εξύψωση του Τίμιου Σταυρού, από τον κύκλο νωπογραφιών Ιστορίες του Αληθινού Σταυρού (1452-1466), Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου, Αρέτσο, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Giovanni Battista Tiepolo, Η εξύψωση του Σταυρού και η Αγία Ελένη, 1740-1745, λάδι σε καμβά, Πινακοθήκη της Ακαδημίας, Βενετία, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Cima da Conegliano, Η Ελένη της Κωνσταντινούπολης, 1495, Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσινγκτον, ΗΠΑ.
Πηγή: Wikimedia Commons - Στην αγιογραφία της Ορθόδοξης Εκκλησίας η Αγία Ελένη απεικονίζεται με τον Μέγα Κωνσταντίνο και ανάμεσά τους τον Τίμιο Σταυρό, όπως σε αυτό το
μωσαϊκό στον Καθεδρικό του Αγίου Ισαάκ, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- «Κι απέ τον κόπο (τραγούδι)», μελοποιημένη αφήγηση και δραματοποίηση του πρώτου αποσπάσματος, από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ερρίκος ο Β΄ και το πραξικόπημα εναντίον του
Όταν έφυγε η Αγία Ελένη από την Κύπρο, οι κάτοικοι, υπό τον φόβο των Σαρακηνών που απειλούσαν το νησί, αποφάσισαν να ζητήσουν από τον αυτοκράτορα να τους παράσχει στρατιωτική προστασία, αίτημα το οποίο έγινε δεκτό. Κάποια στιγμή η αφήγηση στρέφεται στον Γοδεφρείδο ντε Μπουγιών, αρχηγό της Α΄ Σταυροφορίας, και αφού γίνεται μια σύντομη αναφορά στην κατάληψη των Ιεροσολύμων, η αφήγηση στρέφεται στους διαδόχους του. Δίνονται, επίσης, πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο εδραιώθηκε η Εκκλησία στο νησί. Μας πληροφορεί ότι υπήρξαν δεκατέσσερις έλληνες αρχιεπίσκοποι και παραθέτει τα ονόματά τους. Καταγράφει, επιπλέον, λεπτομερώς τα λείψανα όλων των αγίων, τα οποία βρίσκονταν στο νησί.
Επόμενος βασιλιάς της Κύπρου υπήρξε ο Ούγος Α΄ των Λουζινιάν, ο οποίος βασίλεψε μέχρι τον θάνατό του και μετά ανέλαβε την εξουσία η σύζυγός του, βασίλισσα Αλίκη. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά σε όλους τους διαδόχους που ακολούθησαν, ώσπου φτάνουμε στο 1306 και στον Ερρίκο Β΄ και το πραξικόπημα που έγινε εναντίον του από τον αδερφό του, Αμορί της Τύρου.
| καὶ τὴν ἐχρονίαν ˏατϛ΄. Χρίστοῦ τῇ κϛ΄. ἀπριλλίου ὁ μισὲρ Μαρὶν Τελουζινιᾶς ὁ υἱὸς τοῦ ρὲ Οὖγκε, ὁ κύρης τῆς Τύρου καὶ κοντοσταύλης τῶν Ἱεροσολύμων ἐψηφίστην κουβερνούρης τῆς Κύπρου μὲ τὸ θέλημαν ὅλους τοὺς περί του αὐθένταις, καὶ |
|
| ψουμάτους καὶ σορδάτους, ὁποῦ εὑρίσκουνταν κατὰ τὴν ἡμέραν. Διὰ καλὸν πρόσωπον ὁποῦ τοὺς ἔδειξεν ὁ κύρης τῆς Τύρου ἐκόμπωσέν τους καὶ ἔβαλέν τους εἰς τοῦτον τὸ κακὸν θέλημαν, νὰ πᾶσιν κατὰ πρόσωπα τοῦ καλοῦ τους αὐθέντη χωρὶς καμ- μίαν ἀφορμὴν τὴν ἐποῖκεν· καὶ μεσὸν τοὺς αὐθένταις τῆς Κύ- |
|
| πρου εἶχεν δύο ὅπου δὲν ἦσαν εἰς τὴν βουλήν του, οὐδ’ ἐθέλη- σαν νὰ ἦναι ποτὲ εἰς τούτην τὴν παραβουλιὰν, τουτέστιν, ὁ μισὲρ Φίλιππε τὲ Ἠμπελὴν συνεσκάρδος τοῦ ρηγάτου τῆς Κύ- πρου, ὁ ποῖος ἦτον ἀδελφὸς τῆς ρήγαινας τῆς μάνας τοῦ ρη- γός, καὶ ὁ μισὲρ Τζουὰν Ταπιέρη ἐξάδελφος τοῦ ρήγα, ἀδελ- |
|
| φότεκνος τῆς ρήγαινας, υἱὸς τῆς ἀδελφῆς της, καὶ ἄλλοι πολ- λοὶ ψουμάτοι καὶ σορδάτοι ὁποῦ δὲν ἐκουβεντιάσαν εἰς τοῦτον τὸ κακόν. Εἶχεν ἕξη μῆνες ὅπου ἐπλημμέλαν ὁ κύρης Τύρου πῶς νὰ τελειώσῃ, καὶ ἐβάλαν του ἀφορμὴν ὅτι ἔπεφτεν ἀπὸ κακὴν ἀρρωστίαν· καὶ ὁ κύρης τῆς Τύρου καὶ ὁ ἀδελφός του |
|
| ὁ κοντοσταύλης ηὗραν τούτην ἀφορμήν, ὅτι διὰ τὴν μεγάλην πτωχίαν τὴν εἶχαν, ὅτι ἐξωδιάζαν τὸ δικόν τους ἄπρεπα, καὶ εἶδαν ὅτι ὁ ρήγας ἦτον πλούσιος, γιὰ νὰ πάρουν τὸ ἐδικόν του ἐννοιάστησαν τούτην τὴν παραβουλιάν. Καὶ γροικῶντα κἄτινες καβαλλάριδες πιστοὶ τοῦ ρηγός, εἶπαν τὸ πρᾶγμαν τοῦ ρηγός· |
|
| ὁ ρήγας ἦτο πολλὰ καλός, δὲν ἐπίστευσεν τὰ λογία τους, λα- λῶντα: δὲν θέλουν τορμήσει τ’ ἀδερφία μου ποτὲ νὰ μποῦν εἰς τούτην τὴν φαντασίαν. Θεωρῶντα οἱ καβαλλάριδες τὸ πῶς ὁ ρήγας δὲν ἐπίστευσεν, καὶ οἱ καταδίκοι του ἀναγκάζαν τὸ πρᾶγμα, ἐξ αὐτῶν τους ἐπῆγα κἄτινες κρυφὰ εἰς τὸν συνεσκάρ- |
|
| δον, ὁ ποῖος ἦτον εἰς τὸ χωργιόν του καὶ δὲν εἶχεν κανέναν μαντάτον ἀληθινόν, ὡς γιὸν τοῦτον· καὶ ἔδωκαν τοῦτο ἀλη- θινὰ νὰ τὸ μάθῃ, παραῦτα ἐξέβην καὶ ἦρτεν εἰς τὴν χώραν, καὶ ἦτον πρὶν τελειωθῇ τὸ κακὸν ἀποὺ μίαν ἡμέραν, καὶ ἐπῆ- γεν εἰς τὸν ρῆγα καὶ ἐσύντυχεν μὲ τὴν ἀδελφήν του τὴν ρή- |
|
| γαινα, καὶ μανθάνοντα ἀληθινὰ πῶς τὸ κατάστησεν ὁ ἀδελφό- τεκνός του ὁ κύρης τῆς Τύρου νὰ τὸ τελειώσῃ, ἐπάντεχε ὁ καλὸς αὐθέντης νὰ τοῦ συντύχῃ καὶ νὰ τοὺς ἀποκόψῃ, καὶ ἔβαλέν τον εἰς τὴν στράταν τῆς δικαιοσύνης καὶ ὅρκου, καὶ ἂν γενῆ θέλ’ εἶστεν μεγάλην κατηγορία εἰς τὸν κόσμον· ἀμμὲ |
|
| εἰς κουφοῦ πόρταν ἐσυντύχανεν, τίποτες οὐδὲν ἐφέλεσεν· ἐστρά- φην εἰς τὸν ρῆγα τὸν ἀδελφότεκνόν του τὸν ρὲ Χαρήν. Τὴν ἀτὴν τρίτην κϛ΄ ἀπρίλην ͵ατϛ΄. ἐτελειώθησαν ᾑ βουλαῖς, καὶ ἐπῆγεν ὁ μισὲρ Ἀμαρὴν Τελουζουνία ὁ ἀφέντης τῆς Τύρου, καὶ ὁ ἀφέντης ὁ Χαμερὴν ὁ κοντοσταύλης τῆς |
|
| Κύπρου ὁ ἀδελφός του, καὶ ὁ μισὲρ Παλίαν πρίντζης τῆς Γα- λιλαίας ὁ γαμπρός του, καὶ ὅσοι ἔσαν τῆς βρωμισμένης βουλῆς εἰς τὸ λουτρόν, καὶ ἐστράφησαν ἔσω του, καὶ ἐφάγαν γιόμαν ὅλοι ἀντάμα καὶ ἐλούθησαν εἰς τὸ λουτρὸν τοῦ σὶρ Χίου Πε- ριστερῶν, καὶ ἅνταν ἀποφάγαν, ἐπέψε καὶ ἐκράξεν τους ὅλους |
|
| τοὺς λιζίους καὶ καβαλλάρους καὶ σορδάτους ὅσοι εὑρίσκουνταν εἰς τὴν Λευκοσίαν, καὶ ἐβάλαν τους καὶ ὠμόσαν· καὶ ὠμόσαν μερτικὸν θεληματικῶς, καὶ μερτικὸν χωρὶς τὸ θέλημάν τους· καὶ ὁ ὅρκος ἔνι τοῦτος: Μόνω εἰς τὰ ἅγια τοῦ θεοῦ εὐαγγέ- λια νὰ βλεπήσω ὡς ὅσον ἦτον ἀφέντης μας, τὸν ἀφέντην τῆς |
|
| Τύρου κατὰ πρόσωπα πᾶσα ἀνθρώπου, εὐγάλλοντα τὸ κορμὶν τοῦ ἀφέντη μας τοῦ ρηγός, τοῦ ποίου εἴμεσθεν κρατούμενοι μὲ ὅρκον. Καὶ εἰς τοῦτα οὗλα ὁ συνεσκάρδος δὲν ἦτο, καὶ μανθάνοντά τον, ἐκαβαλλικεῦσεν, καὶ ἡ ἀδελφή του ἡ ρήγαινα ἡ μητέρα τοῦ ρηγὸς καὶ ἐπῆγαν ν’ ἀποτζακίσουν τὸν υἱόν της |
|
| καὶ τοὺς ἄρχοντες· καὶ ἐμπαίνοντα ηὗραν οὕλους τοὺς καβαλ- λάριδες, ψουμάτους, σορδιέριδες πουρζέζιδες, λιζίους σωρεμένους, καὶ ἡ ρήγαινα ἐπαρακάλεσέν τους, καὶ ἐκατηγορῆσέν τους νὰ στραφοῦν ἀπὸ τὴν μερίαν τοῦ ρηγός· καὶ δὲν εἶναι τιμή σας, παρὰ πάντα ἀντροπή σας, καὶ κρίμαν· καὶ πᾶτε κατὰ πρόσωπα |
|
| τοῦ θεοῦ καὶ τοῦ ἀφέντη σας, καὶ βάλλετε τὸ νησὶν τοῦτον εἰς κατάλον, καὶ ἀνοίγετε τὰ μάτια τοῦ λαοῦ καὶ νὰ ρεβε- λιάσουν· μηδὲν πᾶτε κατὰ πρόσωπα τοῦ καλοῦ σας ἀφέντη τοῦ ρηγὸς καὶ τοὺς ὅρκους σας! Τότε οὖλοι εἶπαν μὲ κακόν, νὰ πᾶμεν κατὰ πρόσωπα τοῦ ἀφέντη μας! Γροικῶντα ὁ κύρης |
|
| τῆς Τύρου ἐσύντυχεν πολλὰ λογία χοντρὰ τοῦ θείου του τοῦ συνεσκάρδου, λαλῶντα, τίς σοῦ εἶπε νἄρτῃς ἔσω μου, καὶ ξηλώ- νεις ταῖς δουλειαῖς μου! Τότες ὁ συνεσκάρδος, ἀφῆκεν τὴν ρή- γαιναν ἐκεῖ, καὶ κεῖνος ἐστράφην εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ρηγὸς, καὶ ποῖκεν συντροφίαν τοῦ ρηγός, καὶ ἐφοβήθην μηδὲν βάλλουν χέρι |
|
| ἐπάνω του, ὅτι ἐθυμώθησαν. Ἡ ρήγαινα ἐκλαῦσεν πολλὰ καὶ ἐδέρνετον, καὶ τίποτες δὲν ἐφέλεσεν. Ἀκομὶ ὁ μάστρος τοῦ Σπιταλίου φρέρε Τζάκε Τεμιλᾶ ἦτον ἔξω, καὶ τὸ νἄρτη ἐμη- νῦσέν του καὶ πῆγεν, καὶ ἐσμίκτην μετά τους· ὁ ποῖος ἐδά- νεισεν τοῦ κυροῦ τοῦς Τύρου μ΄. χιλιάδες ἄσπρα τῆς Κύπρου. |
|
| Ὁμοίως καὶ ὁ μισὲρ Τανολάνε ὁ πίσκοπος τῆς Λεμισοῦ ἐσμίκτι- την μεσόν τους· καὶ ὁ κύρης τῆς Τύρου εἶχέν τον πολλὰ ἀκριβόν. Θωρῶντα ἡ ρήγαινα ὅτι δὲν ὠφελᾷ καὶ δὲν ἠμπόρε- σεν νὰ τοὺς ἀποτζακίσῃ, παρὰ σκαντάλον ἐγενίσκετον, ἐστρά- φην πρὸς τὸν ρήγαν πολλὰ πικραμένη μὲ κακὴν καρδίαν. Τὴν |
|
| αὐτὴν ἡμέραν τὸ ’σπερὸν ὅλοι ἀντάμα ἐγράψαν εἰς χαρτὶν ταῖς ἀφορμαῖς τοῦ αὐτοῦ ρηγός, διὰ ταῖς ποίαις ἐκαβαλλικέψαν καὶ ἦρταν εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ρηγός, καὶ ἐμπῆκαν εἰς τὸ τρυπὰς κοντὰ εἰς τὸ κελλὶν τοῦ ρηγός, καὶ ἀνέβην ὁ μισὲρ Μπαντουὴν τὲ Ἠμπλὴν εἰς τὸ κελλὶν τοῦ ρηγὸς ὁποῦ κείθετον ἀστενής, |
|
| καὶ εἶπεν τοῦ ρηγός· ’δὲ τοὺς ἄρχοντας τοῦ λαοῦ σου ἦλθαν εἰς αὑτόν σου νὰ συντύχουν! ὁ ρήγας ἐγύρισεν καὶ εἶπεν του· εἶσαι καὶ σοὺ μὲ τὴν συντροφίαν τους· γιά σου! Καὶ ὅτοιμα ὁ κύρης τῆ Τύρου καὶ οὖλοι ἀντάμα ἐνέβησαν εἰς τὸ κελλὶν τοῦ ρηγὸς καὶ ηὗράν τον ἄρρωστον, καὶ ἀκάθετον εἰς τὸν θρό- |
|
| νον καὶ ἕναν ραβδὶν εἰς τὸ χέριν του καὶ ἐκούμπιζεν. Καὶ μοναῦτα ὥρισεν ὁ κύρης τοῦς Τύρου καὶ ἐδιαβάσαν τὸ χαρτὶν, καὶ ἐδόθην τοῦ σὶρ Οὗγκε τὲ Ἠμπελὴν νὰ τὸ δια- βάσῃ ὀμπρὸς τοῦ ρηγὸς καὶ ὅλου τοῦ λαοῦ· τὸ ὁποῖον χαρτὶν ἦτον πολλὰ ζητήματα κατὰ πρόσωπα τοῦ ρηγός, κατηγορῶν- |
|
| τά του καὶ μέφοντά τον· τὰ ποῖα ζητήματα εἶ πολυξήγητα νὰ γραπτοῦν, ἀμμὲ τὸ μεγαλείτερον ἐλάλεν, ὅτι ὁ ρήγας ὡς γίον κουβερνιάζει τὸ ρηγάτον ἐρκέται ζημία, καὶ ὅνταν χρεια- στῇ θέλει γυρέψειν νὰ πάρῃ ἀπὸ τοὺς λᾶς· διὰ τοῦτον ἐφάνην μας ὅλους ἀντάμα καὶ ὠρδινιάσαμεν κουβερνούρην τὸν ἀδελφὸν |
|
| τοῦ ρηγὸς τὸν κύρη τῆς Τύρου, ὡς γίον ἐκεῖνος ὁποῦ εἶναι κλη- ρονόμος, καὶ ἐμπαίνει του νὰ γυρέψῃ τὸ καλὸν τοῦ ρηγάτου. Ὁ ρήγας ἀπολογήθην καὶ εἶπέν τους: ἐγροίκησα τὸ κακὸν θέλημαν τὸ ἔχετε μετά μου, καὶ ἐγράψετε κεφάλαια ἄπρεπα· δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ πρῶτος ὁποῦ ἀρρώστησα· ὅτι ὁ ρὲ Μπατουῆν |
|
| εἶχεν μεγαλείτερην ἀστένειαν, ὁ ποῖος ἦτον ρήγας τῶν Ἱερο- σολύμων, καὶ οἱ ἀνθρῶποί του δὲν τοῦ ἐσηκῶσαν τὴν ἀφεντίαν του, ἀμμὲ εἶπαν, ὁ θεὸς ὁποῦ τοῦ ἔπεψεν τὴν ἀστένειαν δύνα- ται νὰ πέψῃ καὶ τὴν ὑγείαν. Ἀκομὶ γυρέψετε εἰς τὰς Γραφὰς καὶ ναὔρετε, ὅτι ποτὲ δὲν ἐγίνετον εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καμμία |
|
| βουλή, οὐ καμμία χρῆσις, δίχως τὸ θέλημαν τοῦ ρηγός· οὐδὲν ἐξουσίαν ἔχετε νὰ μοῦ σηκώσετε τὴν ἐξουσίαν μου διὰ καμ- μίαν ἀφορμὴν τὴν ἐγράψετε· καὶ εἴ τις τορμήσῃ καὶ πάγῃ κατὰ πρόσωπα τοῦ ὅρκου ὁποῦ μοῦ ἐποίκετε, ἔχω τὸν θεὸν κριτὴν ὁποῦ θέλει ποίσειν κρίσιν. |
|
| Καὶ ὅταν ἐδιάβασεν ὁ μισὲρ Οὗνγγε τὲ Ἠμπελῆν τὸ χαρ- τὶν, καὶ ἀπολογήθην ὁ ρήγας ἔμπροσθεν τοὺς αὐθένταις, καὶ τοῦ πόπουλου, τότες ἐξέβησαν ἀπὸ τὸ κελλὶν τοῦ ρηγός, εἰς τοὺς ἡλιακούς, καὶ ἐκάτσαν εἰς τὸ παλάτιν τοῦ ρηγός· καὶ(ὁ) κύρης τῆς Τύρου καὶ ὁ κοντοσταύλης ὁ ἀδελφός του, καὶ ὁ |
|
| μισὲρ Ἐμπαλίαν τὲ Ἠμπελῆν ὁ πρίντζης τῆς Γαλιλαίας, ἐκά- τσαν εἰς τὴν αὐτὴν αὐλὴν εἰς τὴν μεγάλην λόντζαν. Καὶ ἔ- ρισεν ὁ κουβερνούρης καὶ ἐδιαλαλῆσαν εἰς τὴν Λευκοσία τὸ πῶς εἶναι κουβερνούρης τοῦ ρηγάτου τῆς Κύπρου, καὶ μηδὲν εἶναι τινὰς ἀπότορμος νὰ σκαλευτῇ ἀπὲ τὸ σπίτιν του νὰ ποίσῃ |
|
| ταραχήν· καὶ ὥρισεν καὶ ἐβουλλῶσαν τὸ σύνγκριτον καὶ τὴν βόταν ὅπου ἦτον ὁ βίος· καὶ ὥρισεν β΄ καβαλλάριδες ψουμά- τους, τὸν σὶρ Τζουὰν Λετὸρ καὶ τὸν σὶρ Οὗγκε Τεφὰρ νὰ πά- ρουν τὸν ὅρκον τοὺς πουρζέζιδες τῆς Λευκοσίας· οἱ ποῖοι ἐ- κάτσαν εἰς τὸν ἅγιον Γεώργιον τῶν Ὀρνιθίων καὶ ἐπῆραν τὸν |
|
| ὅρκον τοὺς λᾶς τῆς Λευκοσίας διὰ τὸν αὐτὸν κύρην τῆς Τύρου. |
|
- Παλιός χάρτης της Κύπρου.
Πηγή: Wikimedia Commons - Σφραγίδα του Ερρίκου Β΄, βασιλιά της Κύπρου από το 1285 έως το 1324, περίοδο κατά την οποία μεσολάβησε ένα σύντομο διάλειμμα λόγω του πραξικοπήματος του αδελφού του Αμαλρίκ ή Αμορί της Τύρου.
Πηγή: Wikimedia Commons - Το οικόσημο της δυναστείας των Λουζινιάν, η οποία βασίλευσε στην Κύπρο για τρεις αιώνες (τέλη 12ου-τέλη 15ου αιώνα). Είναι, επίσης, το οικόσημο της πόλης Lusignan, στη Γαλλία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Μάχη με τους Σαρακηνούς και κατάληψη της Αλεξάνδρειας
Μετά την υποχώρηση του βασιλιά Ερρίκου, τη διακυβέρνηση ανέλαβε ο Αμορί, ο οποίος όμως φοβόταν τον αδερφό του και διέταξε να φρουρείται. Δεν βασίλεψε ωστόσο πολύ, καθώς δολοφονήθηκε και ανέλαβε ξανά το αξίωμα ο βασιλιάς Ερρίκος. Επόμενος βασιλιάς υπήρξε ο Ούγος Δ΄, στα χρόνια του οποίου πολλές συμφορές χτύπησαν το νησί και εξιστορούνται λεπτομερώς. Κατόπιν, βασίλεψε ο Πέτρος Α΄, που τα γεγονότα της βασιλείας του δίνονται επίσης λεπτομερώς. Μεταξύ άλλων, γίνεται αναφορά σε αποφάσεις που πήρε, σε μάχες που έδωσε με διάφορους εχθρούς της Κύπρου αλλά και στο θανατικό που έπληξε το νησί το 1363. Το επιλεγμένο απόσπασμα παρουσιάζει τη μάχη με τους Σαρακηνούς και την κατάληψη της Αλεξάνδρειας.
| Ὁ μέγας μάστρος ἁρμάτωσεν δ΄ κάτεργα καὶ ἐπέψεν ρ΄ φρέριδες καὶ ἄλογα καὶ κάτεργα· καὶ ὁ ρήγας ἔφερεν μετά του ιε΄. κάτεργα καὶ τὸ κάτεργον τὸ ἐστράφην ἀπὸ τὴν Γένουβαν ὅπου εἶναι ιϛ΄. ὁ ρήγας εἰς τὸ κάτεργόν του, ὁ λεγάτος, ὁ | |
| πρίντζης, ὁ κῦρις τοῦ καστελλίου, ὁ κῦρις τῆς κάσας, ὁ Χεττὲ Κυπριώτης, ὁ κῦρις τοῦ Ροκιαμοφόρτ ὁ μαριτζᾶς τῆς Τζαμπα- νίας, ὁ βισκούντης τοῦ Τούρου, ὁ Τουντέκ, καὶ ὁ Πρεζουὴ καὶ ἡ συντροφιά του, ὁ μισὲρ Πιὲρ Τεγριμάνη, σὶρ Τζουὰν Ταμάρ, ὁ μισὲρ Χαρρὴν Τεζηπλέτ· ὁμοῦ οἱ ἄνωθεν ιϛ΄, καὶ τοῦ Σπι- |
|
| ταλλίου δ΄, καὶ ἕτερα πολλὰ καραβία. Καὶ εὑρέθησαν ὅλα ἄρμενα ρξε΄. Ὁ ρήγας ἔπεψεν τὸ κάτεργον τοῦ σὶρ Τζουὰν Ταμὰρ εἰς τὴν Κύπρον καὶ εἶπεν τὰ μαντάτα τῆς ρήγαινας καὶ τοῦ πρίν- τζη καὶ μήνυσέν του νὰ διαφεντέψῃ νὰ μὲν πάγῃ κανέναν ξύλο |
|
| εἰς τὴν Συρίαν διὰ νὰ μηδὲν μάθουν τὸ ἄμε τοῦ ρηγός, ὅτι κρυφὰ ἐθέλε νὰ πεζεύσῃ εἰς τὴν γῆν τοῦ σουλτάνου νὰ τὸν ζημιώσῃ· καὶ νὰ ἀβιζιάσουν τοὺς Κυπριώταις νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν Συρίαν. |
|
| λεν νὰ πάγῃ ὁ ρήγας εἰς τὴν Συρίαν, καὶ πᾶσα εἷς μὲ προ- θυμίαν καὶ πίστιν νὰ συντρέξῃ νὰ πᾶσιν κατάδικα τοὺς ἐχ- θρούς τους. Γροικῶντα τὰ μαντάτα οἱ Ἀμμοχουστιανοὶ ἐπικράνθησαν πολλά, διὰ πολλὰ πράματα τὰ εἶχαν ἀγορασμένα εἰς τὴν Συ- |
|
| ρίαν καὶ δὲν ἦτον μόδος νὰ σηκωθοῦν εὔκολα. Ἤτζου εἰς ὀλίγον καιρὸν ὁ ρήγας μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ θεοῦ ἐβγῆκεν καὶ πηγαίνει ’ς τὸ Ραοῦζε καὶ ἀπεκεῖ ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἀλεξάνδραν· καὶ τῇ πέμπτῃ τῇ θ΄ ὀκτωβρίου ατξε΄ ἐπεσῶσαν εἰς τὴν Ἀλεξάνδραν· καὶ ὅνταν οἱ Σαρακηνοὶ εἶδαν |
|
| τὸ φουσάτον τοῦ ρήγα τῆς Κύπρου πολλὰ ἐτρομάξαν, καὶ ἐ- ξέβην καὶ ἔφυγεν πολὺν πλῆθος. Τἄπισα ἐκατέβησαν οἱ Σα- ρακηνοὶ κοντὰ δέκα χιλιάδες, καβαλλάριδες καὶ ἀπεζοί, νὰ διαφεντέσουν τὸν λιμιόναν, καὶ δὲν ἠμπορίσαν. Τὸ πρῶτον κά- τεργον ἀποχωρίσθην καὶ ἐπίασεν γῆν τοῦ σὶρ Τζουὰν Τεσούρ, |
|
| καὶ ἀπεκεῖ ἕναν ὀπίσω τοῦ ἄλλου, καὶ ἀπεζεῦσαν ὅλοι μὲ κα- τευόδωσιν. Οἱ Σαρακηνοὶ εἶχαν χαράν, λαλῶντα, δὲν ἔχουν ἄ- λογα εἰς τὸ φουσάτον! καὶ ἐκατέβησαν καὶ ἐσυντύχαν πολλὰ ἄπρεπα λογία καὶ σουπερπία ὅλην ἐκείνην τὴν νύκταν ἀπὸ τὸ τειχόκαστρον. Καὶ βαθεῖαν αὐγὴν ὥρισεν ὁ ρήγας καὶ ἀπεζεῦ- |
|
| σαν τ’ ἄλογα εἰς τὴν γῆν· καὶ ἅνταν εἶδαν τ’ ἄλογα οἱ Σα- ρακηνοὶ ἐπίασέν τους μέγας φόβος, καὶ φύγαν πολλοὶ Σαρακη- νοί. Καὶ πισαυρίου ὅπου ἦτον παρασκευγὴ τῇ ι΄ μηνὸς ὀκτω- βρίου, οἱ Σαρακηνοὶ ἐνέβησαν εἰς τὰ τειχόκαστρα τῆς Ἀλεξάν- δρας μὲ θάρρος νὰ τὴν διαφεντέψουν. Ἀμμὲ ὁ θεὸς ἐποῖκεν |
|
| χάριταν τοὺς Χριστιανούς, καὶ ὅσον ἐκαβαλλικεῦσαν εἰς τ’ ἄλο- γα ἦλθαν καὶ τὰ κάτεργα καὶ ἐνέβησαν εἰς τὸν παλῃὸν λι- μιόναν, καὶ τὸ φουσάτον τῆς γῆς ἐπῆγεν εἰς τὴν χώραν· καὶ ἐπαίνοντά τους εἰς τὴν πόρταν τῆς χώρας, ὅμως οἱ χριστιανοὶ ἐκάψαν ταῖς πόρταις τῆς χώρας καὶ ἐδῶκαν ἔσω, καὶ τὰ κά- |
|
| τεργα ἀπὸ τὴν πόρταν τοῦ λιμιόνος τοῦ παλαιοῦ, καὶ μὲ τὴν χάριν τοῦ θεοῦ ἐπῆραν τὴν Ἀλεξάνδραν, ὅπου εἶναι περίττου δυνατὴ παρὰ οὕλαις ταῖς ἔχουν οἱ Σαρακηνοὶ κοντὰ εἰς τὴν θάλασσαν. Τοῦτον ἐγίνετον τῇ δ΄ τῇς δ΄ ὥραις· καὶ πέρνοντά την οὗλοι οἱ χριστιανοὶ ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην, καὶ εὐχα- |
|
|
|
- Πέτρος Α΄, βασιλιάς της Κύπρου (1359-1369), τοιχογραφία του Andrea Bonaiuto στο εκκλησάκι των Ισπανών στη Santa Maria Novella, Φλωρεντία, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Μικρογραφία που απεικονίζει την κατάληψη της Αλεξάνδρειας (1365) από τον στρατό του Πέτρου Α΄ της Κύπρου, περ. 1372-1377, Εθνική Βιβλιοθήκη Γαλλίας, Παρίσι.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Η βασίλισσα Ελεονώρα και οι φήμες για εξωσυζυγική ζωή που φτάνουν στον βασιλιά
Κάποτε, ο βασιλιάς Πέτρος κατηγορήθηκε από κάποιους στον πάπα και έπρεπε να πάει να λογοδοτήσει μπροστά του. Ταξίδεψε λοιπόν για τη Νάπολη. Οι συκοφάντες, ωστόσο, πήραν πίσω όσες κατηγορίες είχαν πει εις βάρος του. Όπως αναφέρεται, η διαμάχη του με τον σουλτάνο ήταν συνεχής.
Κάποια στιγμή η αφήγηση των πολεμικών συγκρούσεων διακόπτεται και στρέφεται στη βασίλισσα Ελεονώρα, σύζυγο του βασιλιά Πέτρου, και στις φήμες για εξωσυζυγικές σχέσεις και των δύο, γεγονότα που σκιαγραφούνται στο παρακάτω απόσπασμα.
| Τὸ λοιπὸν ἀφίνομεν τὴν ἐξήγησιν τοῦ σκύλλου τοῦ σουλ- τάνου, καὶ ἀς ἔλθωμεν εἰς ἄλλην τῆς ρήγαινας, ὀνόματι Λι- νόρας, γυναίκα τοῦ ἄνωθεν ρὲ Πιέρ. Ὁ καλὸς ρήγας, ὡς γίον ἠξεύρετε καὶ ὁ δαίμων τῆς πορνίας ὅλον τὸν κόσμον πλημ- |
|
| μελᾷ τον ἐκόμπωσεν τὸν ρήγαν, καὶ ἔπεσεν εἰς ἁμαρτίαν μὲ μίαν ζιτὶλ ἀρχόντισσα ὀνόματι Τζουάνα Λαλεμὰ γυναῖκαν τοῦ σὶρ Τζουὰν Τεμουντολὴφ τοῦ κυροῦ τῆς Χούλου, καὶ ἀφῆκέν την ἀγγαστρωμένην μηνῶν η΄. Καὶ πηγαίνωντα ὁ ρήγας τὴν δεύτερην φορὰν εἰς τὴν Φρανγγίαν, ἔπεψεν καὶ ἔφερέν την εἰς |
|
| τὴν αὐλὴν ἡ ρήγαινα· καὶ τὸ νὰ ἔλθῃ ὀμπρός της, ἐτίμασέ ν την ἀντροπιασμένα λογία λαλῶντά της: κακὴ πολιτική, χωρί- ζεις με ἀπὸ τὸν ἄντρα μου! Καὶ ἡ ἀρχόντισσα ἐμούλλωσεν· καὶ ἡ ρήγαινα ὥρισεν ταῖς βάγαις της καὶ ἔρριψάν την χαμαί, καὶ ἕναν γδὶν καὶ ἐβάλον το ἀπάνω εἰς τὴν κοιλιάν της καὶ |
|
| ἐκουπανίσαν πολλὰ πράματα, διὰ νὰ ρίψῃ τὸ βρέβος· καὶ ὁ θεὸς ἐγλύτωσέν το καὶ δὲν ἔπεσεν. Θωρῶντα πῶς τὴν ἐτυράν- νιζεν ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ δὲν ἔπεσεν, ὥρισεν καὶ ἐσφαλίσαν την εἰς ἕναν σπίτιν ὡς πισαυρίου· καὶ ὅνταν ἐξημέρωσεν, ὥρι- σεν καὶ ἐφέραν την ὀμπρός της, καὶ ἐφέραν καὶ ἕναν χερομύ- |
|
| λην, καὶ ἁπλῶσάν την χαμαὶ καὶ βάλαν το εἰς τὴν κοιλίαν της καὶ ἀλέσασιν α΄ πινάκι σιτάριν ἀπάνω εἰς τὴν κοιλιάν της, καὶ ἐκρατοῦσάν την καὶ δὲν ἔπεσεν τὸ παιδίν. Καὶ ποῖκέν της πολ- λὰ κακά, καὶ μυρίσματα, τζίκναις, βρώμους, καὶ ἄλλα κακά, καὶ ὅσα ὠρδινιάζαν ᾑ γιλλοῦδες, ᾑ μαμμοῦδες· καὶ τὸ παι- |
|
| δὶν περίττου ἐδυνάμονεν εἰς τὴν κοιλιάν της. Ὥρισέν την νὰ πάγῃ ἔσω της καὶ ἐπαραγγεῖλεν τῆς ὑποταγῆς της, ὅσον γεν- νήσῃ τὸ παιδὶν νὰ τὸ φέρουν τῆς ρήγαινας· καὶ ἤτζου ἐγίνην τὸ βρέφος τὸ καθαρὸν καὶ ἄπταιστον. Καὶ μοναῦτα ὥρισεν ἡ κακὴ ρήγαινα καὶ ἐπῆραν τὴν κακότυχην τὴν λειχοῦσαν εἰς |
|
| τὴν Κερινίαν, καὶ ἐβάλαν την εἰς τὴν γούφα ἤτζου ματωμέ- νην, καὶ ἐκεῖ ἐστεντίασεν πολλὰ ἀπὸ πᾶσα πρᾶμαν στερευ- μένη ἀπὸ τὸν καπετάνον, διὰ νὰ τελειώσῃ τὸν κακὸν ὁρισμὸν τῆς ἄθεης καὶ κακῆς ρήγαινας. Καὶ διαβαίνοντα ζ΄ ἡμέραις ὁ πρίντζης ἔπεψεν καὶ ἄλλαξεν τὸν καπετάνον καὶ ἔβαλεν ἄλλον |
|
| καπετάνον τὸν σὶρ Οὗνγκε Τατιαμέ, ὁ ποῖος ἦτον συνγγενὴς τῆς ἀρχόντισσας· καὶ ὁ κουβερνούρης ὥρισέν τον κρυφὰ νὰ τὴν ἀναπαύσῃ διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ ρηγός· ὁ ποῖος σὶρ Λουκὲς ἐγέ- μωσεν τὴν γούφαν μίαν κάναν χῶμαν καὶ ἔβαλεν κάτω πε- λεκάνον καὶ ἐκάρφωσάν την μὲ τὰ σανιδία, καὶ ἔδωκέν της ροῦ- |
|
| χα καὶ ἐκοιμᾶτον· καὶ δῆγαν καλά, καὶ τὸ φᾶν της καὶ τὸ πγεῖν της. Τοῦτα οὗλα τὰ μαντάτα ἐφτάσαν εἰς τὴν Φραγ- γίαν εἰς τ’ ἀφτία τοῦ ρηγὸς τῆς Κύπρου. Ὁ ρήγας ἔγραψεν τῆς ρήγαινας πολλὰ θυμωμένα: ἔμαθα τὸ κακὸν τὸ ἐποῖκες τῆς ἠγαπημένης μας κυρᾶ Τζουάνας Λα- |
|
| λεμᾶ· διὰ τοῦτον τασσόμαι σου, ὅτι ἀνισῶς καὶ ἔλθω εἰς τὴν Κύπρον μὲ καταβγοδίον βοηθῶντος θεοῦ, θέλω σοῦ ποίσειν τό- σον κακὸν ὅπου νὰ τρομάξουν πολλοί· διὰ τοῦτον πρὶ νὰ ἔλθω ποῖσε τὸ χειρότερον τὸ νὰ μπορίσῃς. Καὶ ἅνταν ἐπεριλάβεν ἡ ρήγαινα τὰ χαρτία, ἐμήνυσεν τοῦ καπετάνου τῆς Κερινίας νὰ |
|
| ἔλθῃ εἰς τὴν Λευκοσίαν, καὶ ἐμηνῦσέν του νὰ φέρῃ καὶ τὴν γυναῖκάν του κρυφὰ νὰ τὴν ζητήσῃ τῆς ρήγαινας τὴν ἄνωθεν ταμὲ Τζουάνα νὰ τὴν ἐβγάλῃ ἀπὸ τὴν γούφαν· καὶ οὕτως ἐγίνετον, καὶ ἐβγάλαν την ἀπὸ τὴν γούφαν, καὶ εἶπάν της: ἑμεῖς ἐπήγαμεν εἰς τὴν ρήγαιναν καὶ ἐπαρακαλέσαμέν την καὶ |
|
| ἐβγάλεν σε, καὶ εὐχαρίστου της. Καὶ ἐπέψαν την εἰς τὴν χώ- ραν. Ἡ ρήγαινα ὥρισεν καὶ ἐφέραν την ὀμπρός της, καὶ ἕρισεν καὶ ἐστρέψαν της ὅ,τι τῆς ἐπῆραν ἀπ’ ἔσω της· καὶ εἶπέν της ἡ ρήγαινα· ἂν θέλῃς νὰ ἤμεστεν φίλεναις καὶ νἄχῃς τὴν ἀγά- πην μου, ἔμπα εἰς κανέναν μοναστῆριν. Ἡ πγοία κυρὰ Τζουάνα |
|
| εἶπέν της· εἰς τὸν ὁρισμόν σου, κυρά μου· ὥρισ’ με εἰς ποῖον μοναστῆριν νὰ πάγω. Καὶ ὥρισέν την νὰ πάγῃ εἰς τὴν ἁγίαν Φωτεινὴν ἢ λεγομένη Σάτα Κλέρα. Ἡ ἄνωθεν καβαλλαρία ἐ- ποῖκεν χρόνον ἕναν εἰς τὴν γούφαν τῆς Κερινίας καὶ εἰς τὸ μοναστῆριν, καὶ ἡ ὀμορφία δὲν ἐπαρακατέβην. |
|
| Ἡξεύρετε, ὅτι ὁ αὐτὸς ρὲ Πιὲρ εἶχεν ἄλλη μίαν καύχαν τὴν Τζίβαν Τεσταντιλίου, γυναῖκαν τοῦ σὶρ Γρινιὲρ Λεπεντίτ· καὶ διατὶ ἡ ἄνωθεν τάμου Τζίβα ἦτον παντρεμένη δὲν ἠμπό- ρησε νὰ τῆς ποίσῃ δισπλαζίριν· καὶ εἶπέν μού το ἡ πεθέρα τοῦ Γεωργίου ἡ Μαρία τοῦ Νούζη τοῦ Καλογήρου, τοῦ γερακάρη |
|
| τοῦ σὶρ Γχαρὴν Τεζηπλὲτ εἰς τὸ χωρίον τὴν Γαλάταν, ὅτι ἀγρωνίζε τον καὶ δουλεῦγέν του, καὶ ἔξευρέ το. τῆς ρήγαινας· ὁ ἀρχέκακος διάβολος τῆς πορνίας ἔμπηκεν εἰς τὴν καρδίαν τοῦ μισὲρ Τζουὰν Τεμόρφου τοῦ κούντη Τερου- |
|
| χᾶς, καὶ ἐπίασέν τον πολλὴ καὶ μεγάλη ἀγάπη ἀπάνω τῆς ρήγαινας, καὶ ἐποῖκεν πολλοὺς τρόπους καὶ τόσα ἔδωκεν τῶν μαυλιστρίων, ὅτι ἀρχεύτην καὶ ἐτελειώθην, καὶ εὑρέθησαν ἀν- τάμα· καὶ ἐφανερώθην τὸ πρᾶμαν εἰς ὅλην τὴν χώραν πῶς ἐγίνην τίτοια παρανομία, καὶ οὗλος ὁ λαὸς δὲν ἠξηγᾶτον ἄλ- |
|
| λον, τόσον ὅτι ἐξηγοῦντάν το καὶ τὰ κοπελλία. Τὸ λοιπὸν ἐμάθαν το τ’ ἀδελφία τοῦ ρήγα καὶ ἐπικράνθησαν πολλά, καὶ ἐννοιάζουνταν πῶς νὰ διαβῇ τὸ μέγαν κακὸν τοῦτον, διὰ νὰ μηδὲν γεννηθῇ τίποτες ἄλλον, ὡς γίον ἐγίνην. Μέσα εἰς τοῦ- τον ἦλθεν ὁ μισὲρ Τζουὰν Βισκούντης ὀμπρός του, τὸν ὥρισεν |
|
| εἰς τὸ ἔβγα του νὰ πέρνῃ σκοπὸν τὸ σπίτιν του, καὶ ἀρ- χέψαν οἱ ἀφένταις νὰ τὸν ἀρωτοῦν περὶ τῆς ἀφορμῆς τῆς κυρᾶς τῆς ρήγαινας, καὶ ἐρωτῆσάν τον ἀνισῶς καὶ εἶναι ἀλη- θεία. Καὶ ὁ καλὸς καβαλλάρης εἶπέν τους, ὄχι· καὶ εἶπεν: ἀ- φένταις, τίς ἐμπορεῖ νὰ κρατήσῃ τὰ στόματα τοὺς λᾶς, οἱ ποῖ- |
|
| γοι εἶναι ὅτοιμοι νὰ (λα)λοῦν κακὸν διὰ τὸν πασάναν, καὶ τὸ καλὸν τοὺς ἄλλους νὰ τὸ κρύψουσιν; καὶ λαλεῖ πάλε: ὁ θεὸς τὸ ξεύρει, ὅτι τὴν ὥραν ὅπου τὸ ἐγροίκησα ἐφτάσα νὰ πέσω χαμαὶ ἐλλιγωμένος, καὶ δὲν ἠξεύρω ἴντα νὰ ποίσω. Ὁ ἀφέν- της μου ὁ ρήγας ἐδῶκέν μου τὸ βάρος νὰ πέρνω σκοπὸν τὸ |
|
| τιμημένον του σπίτιν περίττου παρὰ τοὺς ἀδέλφους του. Τότε λαλοῦν του: φίλε, ὁ φανός μας εἶναι νὰ τὸ μάθῃ ἐξ αὐτόν σου παρὰ ἀπὸ ἄλλον τινάν. Ὁ καλὸς καβαλλάρης ἐπῆγεν ἔσω του καὶ ἔγραψεν τοῦ ρηγὸς ἔναν ἄτζαλον χαρτὶν τὸ ποῖον ἐ- λάλεν οὕτως. |
|
| «Τρισεντιμότατέ μου ἀφέντη, ὀπίσω εἰς τὰ ρηγάτα εἶμαι κρατούμενος εἰς τὴν ἀφεντίαν σου, νὰ ξεύρῃ ἡ ἀφεντία σου, ὅτι ἡ τρισυψηλοτάτη μας κυρὰ ἡ ρήγαινα ἡ ἁγία σου συμβία, εἶ- ναι καλὰ καὶ τ’ ἀδελφία σου, καὶ ἔχουν μεγάλην πεθυμίαν ν’ ἀξιωθοῦν νὰ σὲ δοῦσιν. Ἀποὺ τὰ μαντάτα τὰ εἶναι εἰς τὸ |
|
| νησὶν, καταραμένη νὰ ἦναι ἡ ὥρα ὅταν ἐννοιάστηκα νὰ σοῦ γράψω, καὶ τρισκατάρατη ἡ μέρα ὅπου μὲ ἀφῆκες βιγλάτορον τοῦ σπιτιοῦ σου, νὰ ζουρώσω τὴν καρδιάν σου νὰ σοῦ ξηγηθῶ τὰ μαντάτα· ὅμως θέλω νὰ τὰ μουλλώσω, καὶ φοβοῦμαι τὴν ἀφεντιάν σου μηπῶς καὶ γροικήσῃς τα ἀπ’ ἄλλον, καὶ θέλω κα- |
|
| τηγορηθῆν καὶ θέλω παιδευτῆν· διὰ τοῦτον λαλῶ σου καὶ πα- ρακαλῶ τὸν θεὸν καὶ τὴν ἀφεντιάν σου νὰ μὲν πάρῃς δεσδέ- νιον. Ἐξηγηθῆκαν εἰς τὴν χώραν, ὅτι ἐπλάνεσεν τὴν ἀρνάν σου καὶ εὑρέθην μὲ τὸν κλιάρον, καὶ λαλοῦν πῶς ὁ κούντη Τερου- χᾶς ἔναι εἰς μεγάλην ἀγάπην μὲ τὴν κυράν μας τὴν ρήγαινα, |
|
| ἀμμὲ φαίνεταί μου καὶ εἶναι ψέματα· καὶ ἂν εἶχα τὴν ἀφεντίαν ἔθελα ψηλαφήσειν ἀπόθεν καὶ ἀποὺ τίναν ἐβγῆκεν τοῦτος ὁ λόγος, καὶ ἔθελα ποίσει νὰ μηδὲν ἦναι ἀπότορμος τινὰς τί- τοιαις ἀντροπαῖς νὰ ξηγᾶται. Ταπεινὰ σὲ παρακαλῶ τὴν ἀ- φεντίαν σου, διὰ τὸν θεὸν καὶ διὰ τὴν καλὴν ζωὴν τῆς βασι- |
|
| λείας σου. Ἐγράπτη ἐν τῇ πόλει Λευκοσίᾳ ιγ΄ δικεβρίου ˏατξη΄ Χριστοῦ». ρήγας μὲ τὴν ρήγαιναν, καὶ διὰ τὴν ἀγάπην τὴν εἶχεν ἐπρου- μουτίασέν της ὅπου νὰ εὑρίσκεται νὰ πέρνῃ τὸ ἀποκαμίσον της |
|
| νὰ τὸ βάλλῃ τὴ νύκταν εἰς τὴν ἀγκάλην του νὰ κοιμᾶται, καὶ ἐποῖκεν τὸν τζαμπερλάνον του νὰ πέρνῃ πάντα μετά του τὸ ’μάτιν τῆς ρήγαινας καὶ νὰ τὸ βάλουν εἰς τὸ κρεβάτιν του. Εἰ δὲ καὶ τινὰς πῇ, ἔχοντα καὶ εἶχεν τόσην ἀγάπην πῶς εἶχεν β΄ καύχαις; τοῦτον ἐποῖκέν το ἀπὸ πολλὴν λουξουρίαν |
|
| τὴν εἶχεν, ὅτι ἦτον παιδίος ἄνθρωπος. Καὶ ἐφέραν τὸ χαρτίν, νύκταν ἐδιάβασεν τὰ σκοτανὰ μαν- τάτα ὅπου τοῦ ἐφέραν, καὶ παραῦτα ὥρισεν τὸν τζαμπερλάνον καὶ ἐσήκωσεν τὸ ’μάτιν τῆς ρήγαινας ἀπὲ τὴν ἀγκάλην του, ὁ ποῖος ἦτον ὁ Ἰωάννης τῆς Τζάμπρας, καὶ εἶπέν του, πλεῖον |
|
| μηδὲν τὸ βάλῃ. Τότε ἀναστέναξεν καὶ εἶπεν· ἀνάθεμα τὴν ὥραν καὶ τὴν ἡμέραν ὅπου μοῦ δῶκαν τὸ χαρτίν· καὶ τοῦτο ἐγίνετον, ὅτι ἡ σελήνη ἦτον εἰς τὸν αἰγόκερων ὅταν ἐγράφε- τον. Ὁ ρήγας ὡς φρένιμος, τινὸς δὲν ἔδειξεν φανόν, καὶ πολλὰ ἐσφίνγκετον νὰ δείξῃ ἀλεγρέτζαν καὶ δὲν ἠμπόρεν. Θωρῶντά |
|
| τον οἱ καβαλλάροι τὴν συντροᾶς του, πῶς τὸ πρόσωπόν του ἦ- τον πολλὰ δημένον, ἀρωτῆσάν του καὶ εἶπάν του· πέ μας τὸ κρυφόν σου, μηπῶς καὶ σασῶμέν το, ἵνα μοιραστῇ ἡ πλῆξίς σου μετά μας. Ὁ ρήγας ἀναστέναξεν καὶ εἶπεν· ἠγαπημένοι μου φίλοι, παρακαλῶ τὸν θεὸν τιτοίαν μαντατοφοργίαν νὰ μὲν δοθῇ |
|
| ποτὲ τοὺς φίλους μου, οὐδὲ τοὺς ἐχθρούς μου, ὅτι πολλὰ πι- κρὸν καὶ φαρμακερὸν εἶναι, καὶ δὲν ἠπορεῖ νὰ μοιραστῇ, ἀμμὲ γινίσκεται ὡς γίον ἕναν κόμπον εἰς τὴν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου, καὶ οὕτως εἶναι εἰς τὴν καρδιάν μου, καὶ δὲν ἠμπορεῖ τιτοῖον μαντάτον νὰ τὸ σάσῃ τινὰς ἄλλος παροὺ ὁ παντοδύναμος· καὶ |
|
| ἀγρωνίζω καθολικὰ ὅτι ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων εἶναι ἀ- γκρισμένος μετά μου, ὅτι δὲν μ’ ἐκάνεσεν τὸ ψυσικὸν τὸ μοῦ ἔδωκεν ἀπὸ τοὺς γονεῖς μου, ἀμμὲ ἐγύρεψα νὰ πάρω τὸ δὲν εἶχαν γοἱ γονεῖς μου, καὶ γιὰ τοῦτον ἐβάλεν τοὺς φίλους μου νὰ πάρουν βεντέτταν καλλίον παρὰ τοὺς ἐχθρούς μου· διατὶ |
|
| λαλεῖ, φύλαξόν με ἀπὸ κείνους ὅπου θαρρῶ, διατὶ ἐκείνους ὅπου δὲν ἀποθαρρῶ βλεπόμαι. Καὶ οἱ πτωχοὶ οἱ καβαλλάριδες ἐπέ- σαν εἰς μεγάλην πλῆξιν, καὶ ἀρωτῆσαν τοὺς δουλευτάδες του ἀνισῶς καὶ ξεύρουν τίποτες εἰς τούτην τὴν ὑπόθεσιν. Τὸ λοιπὸν θωρῶντα ὁ ρήγας πῶς δὲν εἶχεν πλεῖον δου- |
|
| λίαν εἰς τὴν μεργίαν τῆς Δύσης, καὶ ἐθάρρεν ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ σουλτάνου ἐγίνην, ἀποχαιρέτησεν τοὺς ἀφένταις τῆς Δύσης καὶ ἐνέβην εἰς τὸ κάτεργόν του καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Κύπρον. Καὶ ἐπροσδέκτησάν τον ὡς γίον ἦτον τὸ συνεῖθιν τὸ ρηγάτικον, καὶ ἐποίκασιν ἑορτὴν καὶ χαρὰν ἡμέραις ὁκτώ. |
|
| Τὸ λοιπὸν εἶναι χρῆσι νὰ ἔλθωμεν εἰς τὴν ὑπόθεσιν τοῦ κούντη τοῦ μισὲρ Τζουὰν Τεμόρφου. Ὅνταν ἦλθεν τὸ μαντά- τον εἰς τὴν Κύπρον πῶς ὁ ρήγας ἐτελείωσεν ταῖς δουλίαις του καὶ ἦτον ἕτοιμος νὰ στραφῇ εἰς τὴν Κύπρον, ὁ ἄνωθεν μισὲρ Τζουὰν Τεμόρφου ἐπίασέν τον μεγάλη ἔννοια διὰ τὸ ἔλα τοῦ |
|
| ρηγός, μηπῶς καὶ εἶπάν του τὰ μαντάτα ᾑ ἀμουροῦζαίς του διὰ τὸ πεῖσμαν τῆς ρηγαίνας, ἔπεψέν τους δύο κομματία πα- νὶν κοττένον σκαρλάτον, τὸ ἕναν τῆς τάμου Τζουάνας Λαλε- μὰν καὶ τὸ ἄλλο τῆς τάμου Τζήβας τῆς Καντελίου, ὀξὺν φί- νον, καὶ ὀνομίσματα χιλία ἄσπρα τῆς Κύπρου πᾶσα μιᾶς, καὶ |
|
| ἔπεψεν παρακαλητάδες νὰ προυμουτιάσουν νὰ μὲν ποῦν τινὸς τίποτες, οὐδὲ τοῦ ρηγός, ὅμως ἂν ἔν’ καὶ ἄλλον ν’ ἀγροικήσουν νὰ τὸν ἀβγάλουν πταίσθην. Καὶ ᾑ ἀρχόντισσαις ἐπρουμουτιά- σαν τοῦτο νὰ τὸ ποίσουν· καὶ ἤτζου ἐποίκασιν. Ὡς γίον ἔρ- χεταν ὁ ρήγας εἰς τὴν θάλασσαν, ἦρτέν του μία φουρτούνα με- |
|
| γάλη, καὶ ἐπῆρεν τάμαν, ὅντα νἄρτῃ μὲ τὸ καλὸν εἰς τὴν Κύπρον νὰ γυρέψῃ ὅλα τὰ μοναστήρια τῆς χώρας νὰ τὰ προ- σκυνήσῃ· καὶ ἐπέσωσεν μὲ τὸ καλὸν καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Λευ- κοσίαν καὶ ἐπῆγε νὰ προσκυνήσῃ τὰ μοναστήρια· πρῶτα ἐπῆ- γεν εἰς τὸ μοναστῆριν τὴν Σάτα Κλέρα, καὶ ἔδωκεν τοῦ μισὲρ |
|
| Τζούανη Μουστρὶ πολλὰ καρτζὰ καὶ ἐβάσταν μετά του· καὶ ἐπῆρεν ὁρισμὸν ἀπὸ τὴν γουμένην καὶ ἐνέβησαν εἰς τὰ κελλία τῶν καλογρῄων. Ἀφὸν ἐπροσκύνησεν καὶ ἐνέβην καὶ εἰς τὸ κελλὶν τῆς τάμου Τζουάνας Λαλεμάν, καὶ ἐκείνη ἐγονάτισεν νὰ φιλήσῃ τὸ χέριν τοῦ ρηγός, καὶ ὁ ρήγας ἐπερίλαβέν την μὲ |
|
| μεγάλην ἀγάπην, καὶ ὥρισεν καὶ ἐδῶκάν της ὀνομίσματα ˏα΄ γρόσια ἀργυρᾶ· καὶ ὥρισέν την μοναῦτα νὰ ρίψῃ τὸ μοναχικὸν σχῆμαν καὶ νὰ πάγῃ ἔσω του, γιατὶ χωρὶς τὸ θέλημάν της τὰ ἐφόρησεν διὰ τὸν ὁρισμὸν τῆς ρήγαινας· ὁ ρήγας ἐπῆγεν καὶ ἐπροσκύνησεν εἰς τὰ μοναστήρια καὶ ἔδωκεν εἰς πᾶσα ἕναν διὰ |
|
| τὴν ψυχήν του. Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν αὐλὴν ὁ ρήγας, καὶ ἔρισεν καὶ ἐφέραν ὀμπρός του ταῖς δύο ἀρχόντισσαις καὶ ἔβαλέν ταις εἰς μίαν τζάμπραν καὶ ἐκεῖ ἐξετάσεν ταις κρυφὰ διὰ τὸν λόγον ὅπου εἶπαν· καὶ ὡς γίον ἐπροείπαμεν ἦτον κ’ αἱ δύο ἀρχόντισ- σαις συμβουλεμέναις· καὶ ἐξέτασεν πᾶσα μίαν χωρία, καὶ ἐ- |
|
| δῶκαν καὶ ᾑ δύο ἕναν λόγον εἰς τὸν ρῆγα καὶ δὲν ἠμπόρησε νὰ μάθῃ τίποτες ἀπὸ ξαὐτῆς τους, ἀμμὲ εἶπάν του· ἤξευρε πῶς ἡ ρήγαινα ἐσκανταλίστην μὲ τὸν μισὲρ Τζουὰν Βισκούν- την, καὶ ἐτίμασέν τον, καὶ ἐκακώθην της, καὶ γιὰ τοῦτον ἔ- γραψεν τῆς βασιλείας σου τὸ χαρτίν. Πάλε εἶπαν· ἀφέντη, ξεύ- |
|
| ρεις, πῶς ἡμεῖς οὐδὲν εἴμεστεν εἰς τὴν γράσαν σου, ἀμμὲ ἐκεῖ ὅπου ὁ κούντη Τερουχᾶς ἔνι καλός σου δοῦλος, πῶς νὰ τὸν συκοφαντήσωμεν ἄδικα; Τὸ λοιπὸν ἔμεινεν ὁ ρήγας κονμπωμέ- νος ἀπὸ ταῖς δύο ἀρχόντισσαις, καὶ θάρρησεν πῶς τοῦ εἴπασιν ἀληθεία. Καὶ εἰς τούτην τὴν λογὴν ἐπέρασεν ἡ αὐτὴ δουλία, |
|
| ὡς γίον ἐγὼ ἔμαθα ἀπὸ τὴν κυρὰ Λόζε τὴν βυζαστρίαν τῶν κόρων τοῦ σὶρ Σιμοὺν Ταντιότζε, ἡ ποία ἦτον παροίκισσα τοῦ κούντη Τερουχᾶς, καὶ κείνη ἤξευρέν το καθολικά, ἡ μάνα τοῦ |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- «Η Ελεωνόρα βασανίζει την Τζουάνα» (4ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube«Οι Καβαλάρηδες εκβιάζουν τον Τζουάν Βισκούντη» (4ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube«Ελεωνόρα-Κούντης Τε Ρουχάς-Τζουάνα» (4ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube«Γυναίκες του λαού» (4ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube«Ο ρήγας της Ανατολής (τραγούδι). Επιστροφή του Ρήγα-ανακρήσεις για την μοιχεία» (4ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube«Πέτρος Α΄ και Τζουάνα Λ’ Αλεμάν» (4ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube«Πέτρος Α΄ και Τσίβα Ντε Σκαντελιέ» (4ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Οι σύμβουλοι συνωμοτούν εναντίον του βασιλιά Πέτρου
Μετά από το περιστατικό αυτό με τη βασίλισσα, ο βασιλιάς, παρά την αθώωσή της, τήρησε αυστηρή στάση απέναντι σε όλους, με αποτέλεσμα να αποκτήσει πολλούς εχθρούς. Από τα γεγονότα που μας αφηγείται ο Μαχαιράς, γίνεται αντιληπτό ότι οργανωνόταν συνωμοσία εναντίον του βασιλιά, η οποία παρουσιάζεται στο ανθολογούμενο εδώ απόσπασμα.
| Πάλε ἀς ἔρτωμεν εἰς τὸν ρῆγα· ὅτι δὲν ἐπιστεῦσεν τὰ λογία τῶν δύο κυράδων, ἐζητῆσεν τοὺς ἄρχοντας βουλάς του, πρῶτον τοὺς ἀδελφούς του καὶ τοὺς προδέλοιπους παρούνιδες, ψουμάτους καὶ λιζίους καὶ συμβουλατόρους, καὶ ἐκάτσεν τους |
|
| καθόρδινα. Ἐζήτησεν ὁ ρήγας εἰς τὴν αὐτὴν τάξιν: ἄρχοντες κατὰ θεὸν τιμημένοι, φίλοι καὶ ἀδελφοί, εἰς αὑτόν σας ἀγκα- λίω τὸν πόνον καὶ τὸ καμίνιν καὶ καμὸν τῆς καρδιᾶς μου· τὸ λοιπὸν νῦν δὲν εἶναι νὰ τὸ θαυμασθῇ τινὰς τοῦτον τὸ γίνην, ὅτι ἀξ αὐτόν μου ἐγίνην, καὶ δὲν καταγνώνω ἄλλον παροὺ τὸν |
|
| ἐμαυτόν μου. Ὁ θεὸς ἐποῖκέν με ρήγαν τῆς Κύπρου καὶ ἐκράξε με καὶ τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ πρὶν τὸν καιρὸν ἀνάγκαζα καὶ ἐπεθύμουν νὰ κτήσω τὸ ρηγάτον Ἱεροσολύμων, καὶ τοῦτον ἀ- νάγκαζα νὰ τὸ τελειώσω διὰ καλὸν· καὶ τιμὴν δική σας καὶ ἐδικήν μου· καὶ ὁ θεὸς ἐπαιδεῦσέν με διὰ νὰ τζακίσῃ τὴν σου- |
|
| περπίαν μου. Νἆχεν ποίσειν ὁ θεὸς νἆχά ’στεν ρήγας τῆς Κύ- πρου τιμημένος, καὶ ὄχι ρήγας ὅλου τοῦ κόσμου καὶ νἆμαι ἀντροπιασμένος! ὅτι εἰς τὸν αἰγόκερων ζωδίον ἐγεννήθηκα, καὶ εἰς τὸν πλανήτην τὸν καιρὸν ἐστέφθηκα. Τὸ λοιπόν, ἄρχοντες, ὡδᾶ σᾶς παρακαλῶ καὶ ἐσυμπιάσα σας νὰ σᾶς εἰπῶ τὸ ἀγκά- |
|
| λεμάν μου, καὶ ἔνι πολλὰ βαρὺν καὶ δυσβάστακτον, καὶ ἀν- τροπιασμένον, καὶ ἄπρεπον νὰ σᾶς τὸ ξηγηθῶ. Ἐγὼ ξεύρω πῶς ὅλοι εἶσθε σοφοί· δέτε τὴν ζητῆσίν μου, καὶ δικαιώσατέ με ὡς γίον νὰ σᾶς δώσῃ χάριν καὶ γνῶσιν τὸ ἅγιον πνεῦμα. Τότε ὅλοι ἕναν στόμαν εἶπαν εἰς αὐτόν του· ἀφέντη, ἂν ἔν’ καὶ τινὰς |
|
| εἶχεν φαντασίαν ἢ πάθος, καὶ ἐφάνην του, καὶ εἶπάν σου λόγια ἄπρεπα εἰς τὴν βασίλαν σου, ὡς φρόνιμος μηδὲν τὰ πιστεύσῃς, ὅτι πολλὰ λαλοῦν εἰς τὸν κόσμον, ὅτι δὲν εἶναι εὐαγγέλια. Καὶ ὁ ρήγας ἐγέμωσεν χολὴν καὶ λαλεῖ τους ἀκανί· ἂν ἔν’ καὶ μὲν δέν μου πιστεύγετε, νᾶτε τὸ χαρτὶν τοῦτον τὸ μοῦ ἐπέ- |
|
| ψαν εἰς τὴν Φραγγίαν, ἀπὸ ξαυτῆς του νὰ γρωνίσετε τὸ πρᾶ- μαν πῶς ἐδιάβην. Ὅμως ζητῶ σας βουλὴν ἴντα σᾶς φαίνεται νὰ ποίσω· ν’ ἀφήσω τὴν γυναῖκάν μου καὶ νὰ τὴν πέψω τοῦ κυροῦ της, νὰ σκοτώσω τὸ σκύλλον τὸν ψωριάρην ὅπου πόντι- σεν τὸ μαργαριτάριν, οὐ νὰ μηδὲν δείξω φανὸν τίποτες; Πέτε |
|
| μου τὸν φανόν σας, καὶ προυμουτιάζω σας νὰ μὲν ποίσω ἄλλον, παρὰ τὸ νὰ μὲ βουλεύσετε· μηδὲν πῆτε, πλανῶ σας μὲ λογία, ἀμμὲ καλὰ ἐμπορῶ νὰ πάρω βεντέτταν. Ἀγρωνίζετε, ὅτι δὲν ἐδόθην εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ γιὰ τοῦτον λαλῶ· πολ- λοὶ ἀνθρῶποι, πολλαῖς γνώσαις· διατὶ ἀποὺ παλαιὸν καιρὸν ἔ- |
|
| χομεν ἀθρώπους τῆς βουλῆς γερόντων πειρασμένους, καὶ ἀπὸ ξαυτῆς τους εὑρίσκεται ἡ ἀλήθεια· ἀκομὶ κακὰ ἐμποροῦν οἱ ἀνθρῶποι εὔκολα νὰ κρίνουν τὸν ἐμαυτόν τους, οὐδὲ οἱ γιατροὶ νὰ ἰατρεύσουν ταῖς γεναῖκές τους καὶ τὰ παιδιά τους, ὅτι πᾶσα πόνον κρινίσκουν τον ἄπρεπα ἀπὸ τὴν πολλὴν ἀγάπην τοὺς |
|
| ἀγαποῦσιν· ἀμμὲ ξένοι ἰατροὶ πρέπει νὰ ἰατρεύσουν τῶν ἰα- τρῶν τὰς γεναῖκας καὶ τὰ παιδιά τους, καὶ ξένοι κριτάδες νὰ κρίνουν τὰ ἀγκαλέματα τῶν ἄλλων, ὅτι λείπει τους ὁ θυμὸς καὶ ἡ λύπη, καὶ δὲν θωροῦν τὸ πρᾶμαν ὡς γίον εἶναι. Διὰ τοῦτον ἔφερα τὴν ἀφεντιάν σας, καὶ βάλλω τὸ ἀγκαλέμαν μου |
|
| ὀμπρός σας, καὶ ὡς γίον νὰ σᾶς φανῇ κρίνετέ το! Ἀποκρίθησαν τοῦ ρηγὸς καὶ λαλοῦν του· ἀφέντη μας, ἐ- γροικήσαμεν τὸ ἀγκαλέμαν σου καὶ τὴν ἐζητῆσίν σου καὶ τὴν παραπόνησίν σου, καὶ ἐλπίζομεν εἰς τὴν χάριν τοῦ θεοῦ νὰ μᾶς διδάξῃ ὡς γίον νὰ τοῦ ἀρέσῃ, καὶ ν’ ἀρέσῃ καὶ τῆς βασιλείας |
|
| σου. Τὸ λοιπόν, ἂν ὁρίσῃς, ἀπεχώρισαι ὀλίγον ἀποὺ ξαυτῆς μας νὰ συμβουλευτοῦμεν, καὶ νὰ ἐγκλέξωμεν τὸ καλλίτερον τὸ νὰ θελήσῃ ὁ θεός, καὶ νὰ σοῦ ποῦμεν τὸ μέλλει νὰ γινῇ. Γροι- κῶντα ὁ ρήγας, ὅτοιμα ἐπῆγεν. Καὶ οἱ καβαλλάριδες πολλὰ ἐκοπιάσαν εἰς τὴν μέσην τους· μερτικὸν ἐλαλοῦσαν νὰ σκοτώ- |
|
| σουν τὸν κούντην· καὶ ἐλαλοῦσαν, ἂν τὸ ποίσωμεν φανερόνεται τὸ πρᾶμαν, καὶ θέλει εἶστεν πολλὴ ἀντροπὴ εἰς αὑτόν μας. Ἄλλοι λαλοῦσαν, καλὰ εἴπετε διὰ τρεῖς ἀφορμαῖς ἔνι νὰ φύ- γωμεν, θυμοῦ, μῖσος, καὶ φάμας· ἀμμὲ ἀνισῶς καὶ ποῦμεν νὰ σκοτώσωμεν τὴν ρήγαινα, νὰ ξεύρετε πῶς εἶναι ἀποὺ μεγάλην |
|
| γενείαν τῶν Καταλάνων, καὶ εἶναι ἀνελεήμονες, καὶ θέλουν πῆν πῶς διὰ μισιτίαν τὸ ποίκαμεν, καὶ θέλουν ἁρματώσειν καὶ θέ- λουν ἔρτην καὶ θέλουν μᾶς ξυλοθρεύσειν καὶ μᾶς καὶ τὸ δικόν μας. Πάλε ἂν ἔν’ καὶ σκοτώσωμεν τὸν κούντην, ὁ λόγος φα- νερώνει τὸ γενόμενον, καὶ ἄλλοι πιστεύγουν καὶ ἄλλοι δὲν πι- |
|
| στεύγουν, καὶ τότε ὅλοι θέλουν τὸ πιστεύσειν, ὅτι διὰ τούτην τὴν ἀφορμὴν ἐσκοτῶσαν τὸν κούντην· καὶ ὁ λόγος θέλει ἐβγῆν εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην· καὶ ὁ ρήγας μας, ὁποῦ ’ναι ἕναν ὄρνεον καὶ μεῖς τὰ πτερά του, ὡς γίον ἡ ὄρνιθα δὲν φελᾷ χω- ρὶς τὰ πτερά της, ἤτζου καὶ ὁ ρήγας μοναχός του δὲν φελᾷ |
|
| χωρίς μας, οὐδ’ ἐμεῖς φελοῦμεν χῶρίς του· τὸ λοιπὸν νῦν θέλουν μᾶς κατηορήσειν, καὶ ὁ λόγος θέλει στερεωθῆν. Φαίνεταί μας ν’ ἀγροικήσωμεν καλλιώτερα καὶ νὰ χώσωμεν τὸν λόγον· ἀλη- θῶς, ὅτι ὁ ρήγας ἔδειξέν μας τὴν γραφὴν ἀποῦ τοῦ ἔπεψεν ὁ σὶρ Τζουὰν ὁ Βισκούντης εἰς τὴν Φρανγκίαν, ἀς ποῦμεν ὅλοι |
|
| πῶς εἶναι ψεματάρης, καὶ νὰ τὸν ἐβγάλωμεν ἀπὸ τὴν ἐλευθε- ρίαν τοῦ λιζάτου, καὶ ἀς τὸν ἀφήσωμεν εἰς τὴν ἐλεημοσύνην τοῦ ρηγός· ὡς ἐκεῖνος ὁποῦ ἐσυκοφάντησεν τὴν ρήγαιναν καὶ ἀγκρίστην μὲ τὴν βασιλείαν της διὰ τίποτε ταραχὴν ὁποῦ ἐ- σκανταλίστην μετά του τὸν διαβόντα καιρόν· καὶ ἂν ἔν’ καὶ |
|
| γλυτώσῃ, δόξα σοι ὁ θεός, εἰ δὲ μή, ἀς πάγῃ εἰς τὸ καλόν· παρκάτω κακὸν εἶναι ν’ ἀπεθάνῃ ἕνας καβαλλάρης, παρὰ νὰ μᾶς κρατήσουν ἐφίορκους, διατὶ δὲν ἐβλεπίσαμεν τὴν ρήγαινάν μας· εἰ δὲ καὶ οὐδὲν τὴν ἐβλεπίσαμεν, ἅνταν ἐγροικήσαμε τὰ ἄπρε- πα μαντάτα, διατὶ δὲν ἐποίκαμεν βεντέτταν τοῦ ἀφέντη μας |
|
| ἀπὸ τὸν ἐχθρόν του καὶ παράβουλον τῆς τιμῆς του. Καὶ εἰς τούτην τὴν λογὴν εἴ τις νὰ τὸ γροικήσῃ τοῦτον, θέλει ἀπο- πιστευθῆν ἀποὺ τὴν κακὴν ἀκουήν, καὶ θέλουν πῆν ὅλοι πῶς ὁ καβαλλάρης εἶπεν ψέματα, καὶ δέτε καὶ πῶς ἔδωκεν ἄδικον θάνατον, καὶ ὁ λόγος θέλει παύσειν· τοῦτον τὸν λόγον ὅλοι |
|
| θέλουν πιστεύσειν. Καὶ τἀπισὰ ἐκράξαν τὸν ρήγαν καὶ ἐποῖκάν του τὴν συν- τυχίαν· ἀφέντη, διὰ τὴ συντυχιά σου ἐγροικήσαμεν τὸ ἀγκά- λεμάν σου, καὶ τὸ χαρτὶν τὸ μᾶς ἐδῶκες, καὶ πολλὰ ἐσυντύ- χαμεν μεσόν μας, καὶ ἐγυρέψαμεν καὶ ἀπὸ μίαν μερίαν καὶ ἀπὸ |
|
| ἄλλην νὰ εὕρωμεν ὠχρὰν τίποτες ἀπ’ ὅ,τι λαλεῖ τὸ χαρτίν· τὸ λοιπὸν ἀγρώνισε, ὅτι εἴ τι λαλεῖ τὸ χαρτίν, εἶναι ψέματα, καὶ ὅτις τὸ ἔγραψεν ψέματα λαλεῖ εἰς τὸν λαιμόν του, καὶ ὅλοι μας ἀντάμα καὶ πᾶσα εἷς μας μερίᾳ εἴμεστεν ἕτοιμοι νὰ τὸ προβιάσωμεν ἀπὸ τὸ κορμίν μας εἰς τὸ δικόν του πῶς εἶ- |
|
| ναι ψεματάρης, καὶ τοῦτον ἐποῖκέν τον διατὶ ἐμάλλωσεν ἡ κυρὰ ἡ ρήγαινα μετά του, καὶ ὁ αὑτὸς καβαλλάρης ἐπεθυμῆσέ την καὶ δὲν τὸν ἐβάσταξεν, καὶ ὠργίστην του, καὶ διὰ τοῦτον σοῦ ἔπεψεν τὸ χαρτίν· ἡ δὲ ἡ κυρά μας ἡ ρήγαινα εἶναι καλή, καὶ ἁγία, καὶ εὐγενικὴ καὶ τιμημένη. Καὶ ἀθύμου τὸ μᾶς |
|
| ἐπρουμουτίασες νὰ ποίσῃς τὸ νὰ σὲ βουλεύσωμε. Καὶ εἰς τούτην τὴν λογὴν ἐβγάλαν τὸν ρήγαν δικαιω- μένον, καὶ τὸν καβαλλάρην ψεματάρην. Καὶ εἰς τοῦτον ἐστά- θην ὁ ρήγας εὐχαρισμένος, καὶ ἐζήτησεν τὸν καβαλλάρην εἰς τὸ πεγέριν του, καὶ ἔδωκέν τους καὶ τὸ χαρτὶν εἰς τὰς χεῖράς |
|
| τους, καὶ ἐγράψαν τον διὰ παράβουλον, ὡς ἐκεῖνος ὅπου ἔβγα- λεν τῆς ρήγαινας κακὴν ἀκουγήν. Καὶ ὅνταν ἐγροίκησεν τὰ λογία τους καὶ ἔθελεν ἔχειν καὶ τῶν δύο κυράδων τῶν καύχων του τὰ λογία τους, ἐπίστευσεν καὶ ἔπεψε τὸ μεσανυκτικὸν εἰς τὸ σπίτιν τοῦ καβαλλάρη καὶ ἔκραξάν τον ἀπὸ τὸν ρῆγα. Ὁ |
|
| καλὸς καβαλλάρης ἦτον εἰς τὸ κρεβάτιν του, καὶ μοναῦτα ἐν- τύθην καὶ ἐκαβαλλίκευσεν νὰ πάγῃ εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ρηγός· καὶ ἔξω ἐστέκουνταν τουρκοποῦλοι καὶ Ἁρμένιδες καὶ λαὸς πολὺς τῶν ἁρμάτων, καὶ πέρνουν τον μοναῦτα καὶ πάγει εἰς τὴν Κερινίαν, καὶ ἐβάλαν τον εἰς τὴν γούφαν τοῦ Σκουτελλᾶ. |
|
| Καὶ ἐποῖκεν κἄποσον καιρόν, καὶ τἀπίσα ἔρχεται ἕνας ἀφέντης ἀποὺ τὴν Δύσιν νὰ πάγῃ εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ νὰ προσκυνήσῃ, τὸν ποῖον ἐπαρακαλέσαν τον οἱ συνγγενάδες τοῦ σὶρ Τζὰν Βι- σκούντη νὰ τὸν ζητήσῃ ἀπὸ τὸν ρῆγαν, ὡς γίον εἶναι συνῆθιν τοὺς ἀφένταις· καὶ ἐπαρακάλεσεν τὸν ρῆγα νὰ τὸν ἐβγάλῃ |
|
| ἀπὸ τὴν γούφαν, καὶ ἐπρουμουτίασέν του ὁ ρήγας νὰ τὸν ἐβ- γάλῃ. Καὶ ὅνταν ὁ κούντης ὁ ξενικὸς ἐπῆγεν, τότες ὥρισεν ἐβγάλαν τον ἀπὸ τὴν γούφαν τῆς Κερινίας, καὶ ἔπεψέν τον εἰς τὸν Λιόνταν καὶ ἐβάλαν τον εἰς τὴν γούφαν, καὶ ἔμεινεν χω- ρὶς φᾶν ὥς που καὶ ἀπόθανεν. Ὁ αὑτὸς καβαλλάρης ἂν ἦτον |
|
| νὰ σᾶς εἰποῦν ποτάπος ἀντριωμένος ἦτον καὶ ᾑ τζοῦσταις καὶ πᾶσα ἅρματον ἦτον πολλὰ βαλέντε ἀντρωμένος· τάμε ὁ θεὸς |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- «Πέτρος Α΄ και Μεγάλη Βουλή» (5ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο βασιλιάς Πέτρος δολοφονείται
Μετά την αφήγηση του περιστατικού σχετικά με την κατηγορία περί απιστίας της βασίλισσας και την άδικη τιμωρία του αφοσιωμένου υπηρέτη του βασιλιά που του μετέφερε την πληροφορία, η αφήγηση στρέφεται ξανά στον βασιλιά, ο οποίος συνεχίζει να είναι δυσαρεστημένος με τους γύρω του.
| Πάλι νὰ στραφοῦμεν εἰς τὸν ρῆγα. Ὅνταν ἐτελείωσεν ταῖς δουλιαῖς του ἐκάτζε νὰ φᾷ νὰ δειπνήση πολλὰ πικραμέ- νος τῇ τρίτῃ τῇ ιϛ΄ ἰανουαρίου ˏατξη΄ Χριστοῦ τὴν παραμο- νὴν τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου· ὁ ρήγας ἐνήστευγεν τὴν παραμονὴν |
|
| τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου καὶ πολλοὶ καβαλλάριδες μετά του, οἱ ποῖοι θεωρῶντα τὸν ρῆγα ὁτοσαῦτα θυμωμένον ἐποῖκεν τὸν ἐμαυτόν του καὶ ἦτον ἄρρωστος, καὶ ὀπίσω εἰς πολλοὺς μίσους ἐφέραν του ἀγρελλία, καὶ ὁ βαχλιώτης του ἐζήτησεν λάδιν νὰ βάλλη εἰς τ’ ἀγρελλία, καὶ ἐλησμόνησαν ν’ ἀγοράσουν καὶ τὰ |
|
| χανουτία ἐσφαλίσαν ὅτι ἦτον ἀργά· καὶ ὁ ρήγας ἐγδέχετο νὰ τὰ φέρουν ὀμπρός του· θωρῶντα πῶς δὲν τὰ ἐφέραν, εἶπεν – εἰς τ’ ὄνομα τοῦ θεοῦ τοῦτα τ’ ἀγρελλία φέρνετέ τα! Καὶ ὁ βαχλιώτης εἶπέν του: ἀφέντη, λάδιν δὲν ἔχουν, καὶ οἱ μυροψοὶ ἐσφαλίσαν, καὶ πῶς ἐλησμονῆσαν νὰ φέρουν καὶ ἀνωρὰς ἀς ἔ- |
|
| χουν συμπαθίον. Ὁ ρήγας ἀγγρίστην, ἔχοντα καὶ ἦτον θυμω- μένος καὶ φουσκωμένος, καὶ εἶπεν: τοῦτον ἔποικέν μού το ὁ ἐμπαλῆς τῆς αὐλῆς μου διὰ πεῖσμαν! καὶ πέμπει μοναῦτα καὶ βάλλει τον εἰς τὴν φυλακήν, καὶ ἐφοβέρισέν τον ὅτι τὸ πωρνὸ νὰ κόψῃ τὴν κεφαλήν του. Τὸν ποῖον ἐβγάλαν τον ἁντὰν ἐ- |
|
| βγάλαν καὶ τοὺς ἄλλους· καὶ ἦλθαν ὅλοι ἀπὸ τὴν φυλακὴν ἔσω τοῦ πρίντζη, καὶ ἐξηγηθῆσάν του εἴ τι ἐγίνετον. Καὶ τὴν τετράδην τῇ ιζ΄ ἰανουαρίου ˏατξη΄ Χριστοῦ καλὰ ταχία ἦλθαν ὅλοι οἱ καβαλλάριδες εἰς τὴν συντροφιὰν τοῦ πρίντζη καὶ τὸν ἀδελφόν του εἰς τὸ ρηγάτικον ἀπλίκιν καὶ |
|
| ἀπεζεῦσαν εἰς τὸ περοῦνιν, καὶ ἐνέβησαν τὴν σκάλαν καὶ ἐ- πῆγαν εἰς τὴν λόντζαν μὲ ὅσους ἦσαν εἰς τὴν φυλακήν· τότες ἀκτυπᾷ ὁ πρίντζης τὴν πόρταν πιδεξία· ἡμέρα τοὺς λουχέρι- δες ἦτον τοῦ Τζιλὲτ τὲ Κορναλίε, ἄνοιξεν, καὶ ὅνταν ἐνέβησαν οἱ ἀδελφοὶ τοῦ ρηγὸς ἐνέβησαν ὅλοι ἀντάμα. Ἐγροίκησεν ὁ |
|
| ρήγας τὴν ἀναμιγὴν καὶ ἐσηκώθην ἀπὸ τὸ κρεβάτιν καὶ λαλεῖ, ποῖγοι εἶναι τοῦτοι ὅπου ἦλθαν; Ἡ τάμου Τζιβὰ τὲ Σκαντε- λίε, ἡ καύχα του ὁποῦ ἐκοιμᾶτον μετά του, εἶπέν του – τίς θέλει εἶστεν παρὰ τ’ ἀδελφία σου; Καὶ ἐσκουλλίστην ἡ ἀρχόν- τισσα τὴν κότταν της καὶ ἐξέβην ἔξω εἰς τὴν λόντζαν καὶ |
|
| ἐκατέβην εἰς τὸ σέντε· καὶ ἐκεῖ ἐκείθουνταν σέλλαις τῶν τζού- στων καὶ ἐσφαλίσαν τὴν δράππαν. Ὁ πρίντζης θωρῶντα τὴν τάμου Τζίβαν πῶς ἀβγῆκεν ἀπὸ τὸ πλευρὸν τοῦ ρηγὸς, ἐνέ- βην εἰς τὴν τζάμπραν τοῦ ρηγὸς καὶ ἐχαιρέτησεν τὸν ρήγαν· καὶ ὁ κοντοσταύλης δὲν ἐνέβην ἔσω, οὐδὲ ὁ πρίντζης ἔθελε |
|
| νὰ μπῇ, ἀμμὲ οἱ καβαλλάριδες τὸν ἐβιάσαν καὶ ἐμπῆκεν, ὅπου ἄλλαν ἐννοιάζουντα. Τότε λαλεῖ τοῦ ρηγὸς – ἀφέντη, καλη- μέρα πάνω σου. Καὶ ὁ ρήγας εἶπέν του – καλημέρα νἄχῃς, καλέ μου ἀδελφέ. Καὶ ὁ πρίντζης εἶπέν του – ἀπόψε πολλὰ ἐκοπιάσαμεν ὅλην τὴν νύκταν καὶ ἐγράψαμεν τὸν φανόν μας |
|
| καὶ ἐφέραμέν σού τον νὰ τὸν ἰδῇς. Ὁ ρήγας ἦτον γυμνὸς μὲ τὸ ἀποκάμισον καὶ ἔθελε νὰ ’ντυθῇ, καὶ ἀντράπη νὰ ἐντυθῇ ὀμπρὸς τοῦ ἀδελφοῦ του καὶ λαλεῖ του – ἀδέλφη πρίντζη, ἄμε ὀλίον ἔξω νἀντυθῶ, καὶ θέλω δεῖν τὸ γράψιμόν σας· ὁ πρίντζης ἀναχώρησεν. Τότες ἐβρούθισεν ἀφέντης τοῦ Ἀρσεφίου καὶ βά- |
|
| σταν μίαν κουρτέλλαν ὡς γίον σπαθόπουλον εἰς τὸ χέριν του, κατὰ τὰ γουζιάζαν τὸν αὐτὸν καιρόν, καὶ κοντά του ὁ σὶρ Χαρ- ρῆν τὲ Ζιπλέτ. Καὶ ὅνταν ἔβγήκεν ὁ πρίντζης, ἔβαλεν τὰ ροῦχά του νἀντυθῇ, καὶ ἔβαλεν τὦνάν του μανίκιν, καὶ γύρισεν τὸ πρόσωπόν του νὰ βάλλῃ καὶ τὸ ἄλλον, καὶ θωρεῖ τοὺς καβαλ- |
|
| λάριδες εἰς τὴν τζάμπραν του καὶ λαλεῖ τους – ἄπιστοι, πα- ράβουλοι, ἴντα θέλετε τούτην τὴν ὥραν εἰς τὴν τζάμπραν μου ἀπανωθιόν μου; Καὶ ἦτον ὁ σὶρ Φιλίππη τὲ Ἠνπελῆν ἀφέντης τοῦ Ἀρσεφίου, καὶ ὁ σὶρ Χαρρῆν τὲ Ζιπλὲτ, καὶ ὁ σὶρ Τζάκες τὲ Γαβριάλε, τοῦτοι οἱ γ΄ ἐνέβησαν μοναῦτα καὶ ἐβγάλαν τὰ |
|
| σπαθιά τους καὶ δῶκάν του τρεῖς τέσσαρης κόρπους πᾶσα εἷς, καὶ ὁ ρήγας ἔβαλεν φωναῖς – βοήθειαν! ἐλεμοσύνην! Καὶ μοναῦτα ἐβρούθησεν καὶ ἐνέβην ὁ σὶρ Τζουὰν Γκορὰπ, ὁ ἐμπα- λῆς τῆς αὐλῆς, καὶ ηὗρέν τον ἐλλιγωμένον, καὶ ἐβγάλλει τὸ μαχαῖρίν του καὶ ἔκοψεν τὴν κεφαλήν του λαλῶντα – ἐσοὺ |
|
| σήμερον ἔθελες νὰ κόψῃς τὴν κεφαλήν μου, καὶ γὼ νὰ κόψω τὴν δικήν σου, καὶ τὸ ἀναπάλημάν σου νὰ πέσῃ ἀπάνω σου! Καὶ οὕτως ἐνέβησαν οἱ καβαλλάριδες νεἷς ὀπίσω τοῦ ἄλ- λου, καὶ ὅλοι ἐβάλαν τὰ μαχαιργία τους διὰ τὸν ὅρκον, καὶ ἐκρατοῦσαν τοὺς ἀδελφοὺς τοῦ ρηγὸς κοντὰ καὶ σφικτά, διὰ |
|
| νὰ μηδὲν γενῇ τίποτες ταραχή· ἐκεῖνοι ἐφοβοῦνταν μηδὲν τοὺς |
|
- Η δολοφονία του Πέτρου Α΄ Λουζινιάν, βασιλιά της Κύπρου, μικρογραφία από τα Χρονικά του Jean Froissart, 15ος αι., Εθνική Βιβλιοθήκη Γαλλίας, Παρίσι.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- «Τελευταία ύβρις, σκηνή με αγρέλια» (6ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube«Διά τούτα έδωκες θάνατον, επίλογος» (6ο απόσπασμα), από το άλμπουμ Λεόντιος Μαχαιράς, Χρονικό της Κύπρου, MBI 2000, ΘΕΠΑΚ, στίχοι-δραματοποίηση: Μιχάλης Πιερής, μουσική: Ψαραντώνης, σύνθεση τραγουδιών: Ευαγόρας Καραγιώργης.
Πηγή: YouTube
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο βασιλιάς Ιάκωβος ανέρχεται στον θρόνο
Μετά τη δολοφονία του Πέτρου Α΄, ανέβηκε στο βασιλικό αξίωμα ο γιος του Πέτρος Β΄. Αφού γίνεται αναφορά στην ανάληψη της εξουσίας από αυτόν, η αφήγηση στρέφεται στον σουλτάνο της Αιγύπτου, ο οποίος απέρριπτε κάθε προσπάθεια επίτευξης ειρήνης μεταξύ των δύο δυνάμεων. Εντέλει, όμως, επετεύχθη η ειρήνη μεταξύ τους.
Στο εσωτερικό, πάντως, του βασιλείου επικρατούσε αστάθεια λόγω των εσωτερικών πολιτικών διαφωνιών και συγκρούσεων, ενώ την κατάσταση αυτή προσπάθησε να εκμεταλλευτεί ο Τεκέ Εμίρης, καθώς επιθυμούσε να πάρει πίσω την Αττάλεια, χωρίς όμως επιτυχία. Στη συνέχεια, ο Μαχαιράς μάς περιγράφει την τελετή ορκωμοσίας του νεαρού διαδόχου Πέτρου Β΄, η οποία έγινε όταν ο διάδοχος ήλθε σε ηλικία που μπορούσε να αναλάβει το βασιλικό αξίωμα.
Σε άλλο σημείο αναφέρεται το προξενιό που του έγινε με την κόρη του βυζαντινού αυτοκράτορα. Σύμβουλοι του βασιλιά, σκεπτόμενοι με δόλο, απάντησαν αρνητικά στην πρόταση για τον γάμο αυτό και ο βασιλιάς παντρεύτηκε τελικά την κόρη του δούκα του Μιλάνου. Ένα άλλο σημαντικό γεγονός που περιγράφεται είναι η εκδίωξη των Γενουατών από την Κύπρο και η μετέπειτα στήριξή τους από τον πάπα, ώστε να επιστρέψουν πίσω με ισχυρή στρατιωτική δύναμη και να εκδικηθούν για όσα είχαν γίνει. Τα γεγονότα της διαμάχης μεταξύ τους κράτησαν πολύ καιρό και στο τέλος επικράτησαν οι Γενουάτες, οι οποίοι προέβησαν σε λεηλασίες και άλλες βιαιότητες στο νησί. Προσπάθησαν, μάλιστα, να το κατακτήσουν ολόκληρο και για τον λόγο αυτό δίνονταν συνεχώς μάχες. Τελικά, το 1374 έφτασαν σε συμφωνία και κλείστηκε ειρήνη μεταξύ τους. Σημαντικό ρόλο στην αφήγηση παίζει η βασίλισσα Ελεονώρα, η οποία συμμετείχε δυναμικά σε όλα τα διαδραματιζόμενα γεγονότα και τις συνωμοσίες που οργανώνονταν. Κάποια στιγμή στράφηκε ενάντια και στον ίδιο της τον γιο και μόλις το πληροφορήθηκε ο ίδιος την απομάκρυνε από τη βασιλική αυλή. Το 1382 ο βασιλιάς Πέτρος πέθανε και επόμενος διάδοχός του υπήρξε ο Ιάκωβος Α΄.
Το παρακάτω απόσπασμα περιστρέφεται γύρω από την καθυστερημένη άφιξη του Ιάκωβου στην Κύπρο, λόγω της αιχμαλωσίας του στη Γένοβα, και της προβληματικής αποβίβασής του στο νησί, γιατί έγινε κίνημα εναντίον υποστηρικτών της βασίλισσας Βαλεντίνας.
| [...] Καὶ γροικῶντα τὰ μαντάτα τὸ ἔλα τοῦ ρηγός, ὁ τοποκράτωρ καὶ οὕλη ἡ βουλὴ ἐποῖκαν σύνοδος μὲ οὕλην τὴν βουλήν, καὶ εἰς πολλὰ λογία καὶ μαλώματα εἴπα- σιν – ὁ Τζάκος εἶναι ἀφέντης, καὶ ἀνὲν κουσεντιάσωμέν του |
|
| καὶ προσδεκτοῦμέν τον δι’ ἀφέντην μας, θαρροῦμεν νὰ χαρίσῃ πολλὰ ψουμία τοὺς Γενουβίσους· ἀμμὲ ἂ θελήσουν οἱ Γενου- βίσοι νὰ τὸν ἀφήσουν μοναχόν, τότες νὰ τὸν περιλάβωμεν δι’ ἀφέντην μας! Καὶ ὁ Περὸτ ὁ Μουντολὴφ μουλωτὸς λαλεῖ – διατὶ νὰ μὲν πάρῃ τὸ ρηγάτον ἡ κόρη τοῦ ρὲ Πιέρ, ἡ ἀδελφὴ |
|
| τοῦ μικροῦ ρὲ Πιὲρ, καὶ νὰ τὴν παντρέψουν μὲ κανέναν τοῦ τόπου μεγάλον ἀφέντην; καὶ θέλουν τὸν στέψειν ρῆγα! Καὶ ἐπαράστησέν τους ἀφορμάς, καὶ πῶς ἐγίνην τοῦτον καὶ ἄλλαις φοραῖς, καὶ τόσον τοὺς ἐσύντυχεν, ἔδωκέν τους ν’ ἀγροικήσουν ὅτι ἀρέσαν τους τὰ λογία τοῦ σὶρ Περότ, καὶ οὗλοι εἶπαν νὰ |
|
| πάγῃ ὁ αὐτὸς Περὸτ νὰ τοὺς ἀπολογηθῇ, καὶ ἐμόσαν του ὅ,τι ποίσει νὰ τὸ στερεώσουν. Ὁ ποῖος ἐπῆγεν καὶ εἶπέν τους – ἂν θέλετε νὰ τὸν ἀφήσετε, θέλομεν τὸν περιλάβειν, εἰ δὲ μή, ἐπάρετέ τον εἰς τὸ καλόν. Καὶ ὁ ρὲ Ζὰκ ἐπαρακάλεσεν μὲ τὴν ἐλεμοσύνην νὰ τὸν |
|
| ἀφήσουν ν’ ἀπεζεύσῃ· ἀμμὲ ὁ Περὸτ καὶ ὁ Γλημὸτ δὲν ἐθέλαν τὴν παρακάλεσίν τους, διατὶ ἐθάρρε νὰ πάρῃ τὸ ρηγάτον, καὶ διὰ νὰ τελειώσῃ τὸ θελῆμαν τῆς βουλῆς. Τότε ἡ κυρὰ ἡ Χε- λουγῆς τὲ Πρεζουγὴ πολλὰ ταπεινὰ ἐπαράλεσεν τὸν Περὸτ νὰ τοὺς ἀφήσῃ διὰ ἐλεημοσύνην εἰς τὴν Κύπρον, διὰ νὰ μηδὲν |
|
| διαβάσῃ πάλε τὰ κακὰ τῆς θαλάσσου καὶ νὰ φύγῃ καὶ ἀπὸ τὰ χεργία τοὺς Γενουβίσους. Ὁ Περὸτ ἀπολογήθην τους – παρκάτω κακὸν εἶναι νὰ κιντυνεύσῃς ἐσοὺ καὶ ὁ ἄντρας σου, παρὰ ὅλον τὸ ρηγάτον τοῦτον! Ἀληθεία καὶ ὁ Λημὸτ καὶ ὁ Περὸτ ἦσαν αἰχμάλωτοι εἰς |
|
| τὴν Γένουβαν· καὶ ὅνταν ἐζητῆσαν τὸν ρῆγα καὶ ἀνοίκτησαν ᾑ φυλακαῖς, ἐξέβησαν οἱ Γενουβίσοι, καὶ ἐξέβησαν καὶ οἱ αἰχ- μάλωτοι ἀπὸ τὴν Γένουβαν. Θωρῶντα τὴν ἀπολογίαν οἱ Γενουβίσοι, ἐστρέψαν τὸν κον- τοσταύλη καὶ τὴν γυναῖκάν του καὶ ἐπῆράν τους εἰς τὴν Γέ- |
|
| νουβαν. Θωρῶντα οἱ καβαλλάριδες τῆς βουλῆς τὸ ἄμε τοῦ συ- νεσκάρδου, ἐμετανῶσαν καὶ ἐποῖκαν βουλὴν β΄ ἡμέραις, καθο- λικὴν βουλὴν πρῶτον εἰς τὸ σπίτιν τοῦ σὶρ Τουμᾶς Παρέκ τοῦ ἐμπαλῆ τῆς αὐλῆς τοῦ ρηγός, κατὰ πρόσωπα τοῦ Ἀτταλιώτη, τὴ παρασκευὴ τὴ γ΄ ἑβδομάδος τῆς ἁγίας σαρακοστῆς, καὶ τὴ |
|
| δ΄ τῆς τετάρτης ἑβδομάδος ἔσω τοῦ Περὸτ Μουντολήφ, τοὐ- τέστιν εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ σὶρ Τζουὰν τὲ Νόρες τὸ ἐκράτεν ἀμάχιν ἀπὸ τὴν Μαργαρίταν τὲ Νόρες τὴν συμβίαν τοῦ σὶρ Παρτελεμὲ Μουντολὴφ θυγατέραν τοῦ σὶρ Τζουὰν τὲ Νόρες τοῦ τουρκοπουλιέρην, ἡ ποία ἦτον κυρὰ τῆς Στεφάνο Βατιλῆς, τὸ |
|
| εἶχεν τουέριν καὶ εἶχέν το ἀμάχιν διὰ ὑπέρπυρα ˏα΄ ἄσπρα τῆς Κύπρου. Καὶ ἐφέραν τὸν πατέραν (μου) τὸν κύρην Σταυρινὸν τοῦ Μα(χαι)ρᾶ, ὡς γίον λόγιον, καὶ νὰ καταλάβουν τὸ θέλημάν του καὶ τοῦ λαοῦ· καὶ ἐξ ἀκοῆς ἐγίνωσκεν πολλὴν θεολογίαν, καὶ |
|
| ἔδειξέν τους καὶ παράστησέν τους ἔμπροσθέν τους ὅλους τοὺς καλλίτερους, νὰ ἔχῃ ὁ τόπος ρῆγα παρὰ νὰ μὲν ἔχῃ. Καὶ οἱ ἀφένταις ἀγαποῦσάν τον, ὁμοίως καὶ οἱ πουρζέζηδες, καὶ παρὰ τὰ πάντα ὁ σὶρ Τουμᾶς Παρέκ· καὶ ὅσον ἐξηλωθῆκαν ἀπὸ τὴν βουλὴν, παραῦτα ἐκηρύξαν τ’ ὄνομαν τοῦ ρὲ Τζὰκ οἱ δέκα· |
|
| ἀμμὲ ὁ Περὸτ καὶ ὁ Γλημὸτ ἐστάθησαν μερίᾳ. Καὶ τῇ πέμπτῃ τῇ ιγ΄ μαρτίου ˏατπβ΄ Χριστοῦ ἦτον δ΄ ἑβδομάδα τῆς σαρακοστῆς, καὶ τὸ πάσχα ἦτον τῇ ϛ΄ ἀπρίλη, ἐσυνπιάσαν τοὺς ἄρχοντες τῆς βουλῆς, εἶπαν νὰ πέψουν νὰ φέ- ρουν τὸν συνεσκάρδον. Τότε ὁ σὶρ Ἐρνὰτ τὲ Μιλᾶ ἦλθεν ἀπὸ |
|
| τὴν Γένουβαν, καὶ ἐπρουμουτίασεν πασανοῦ μερίᾳ ἀπὸ τὴν με- ρίαν τοῦ συνεσκάρδου χωρία, διὰ νὰ τὸν θελήσουν· καὶ ὅλοι ἐκουντεντιάσαν, χωρὶς τοὺς δύο ἀδελφοὺς τὸν Περὸτ καὶ τὸν Γλημότ. Καὶ θωρῶντα ὁ σὶρ Ὀτὲτ τὲ Λαμπαμὲ τὸ πῶς δὲν ἀρέσκουν τὰ λογία τῆς βουλῆς εἰς τοὺς δύο ἀδελφούς, ἔμελ- |
|
| λαν νὰ τοὺς πιάσουν νὰ τοὺς ἀποκλείσουν εἰς τὴν φυλακήν, ἀμμὲ διὰ νὰ μὲν ἐμποδιστῇ τὸ ἔλα τοῦ συνεσκάρδου, ἀπομα- κρίσαν το ὡς τὸν ὀκτώβρην ˏατπβ΄ Χριστοῦ. Πάλε ἐσυναθροί- στησαν εἰς τὴν βουλήν του, καὶ ὡς γίον καλὸς ὅπου ἦτον ὁ Περὸτ ἐξήλονεν τοὺς λᾶς τῆς βουλῆς ἀπὸ τὴν ἐννοίαν τους, |
|
| διαφέντεψεν πολλὰ δυνατὰ νὰ μὲν ἦναι ἀπότορμος κανένας νὰ πάγῃ ἔξω τῆς Κύπρου νὰ γυρέψῃ τὸν συνεσκάρδον. Καὶ τὸν ὀκτώβρην μῆναν γροικῶντά το ὁ σὶρ Ὀτὲτ Λαμπὰμ ἔπληξεν καὶ εἶπεν τοῦ Περὸτ – φαίνεταί σου διὰ ταῖς ἀφορμαῖς ὅπου λαλεῖς νὰ μείνωμεν εἰς τὸν ὁρισμόν σου καὶ εἰς τὴν ἀφεντίαν |
|
| σου, τὸ ποῖον παρακαλῶ νὰ μηδὲν γενῇ, ἀλλὰ ζῇ ὁ ρὲ Τζάκ! Καὶ τὸ δεῖλις ἐπέψαν καὶ ἐμηνύσαν τους ὅλοι οἱ καβαλλάριδες οἱ ρογεμένοι μὲ ὅλον τὸν λαὸν ἐβάλαν φωνὴν μεγάλην – βίβα ρὲ Τζάκ! τοὐτέστιν ζῇ ὁ ρήγας ὁ Ἰάκωβος. Καὶ καθεζομένοι εἰς τὴν βουλήν, δὲν ἐθελῆσαν νὰ ἔρτουν οἱ δύο ἀδελφοί, καὶ |
|
| ἐπέψαν δυναστικῶς καὶ ἐφέραν τους εἰς τὸ ἀπλίκιν τοῦ σὶρ Τζουὰν τὲ Πριὲς τοῦ τουρκοπουλιέρη τῆς Κύπρου, καὶ τὸν κου- βερνούρην καὶ τὸν ἀδελφόν του ἐπιάσαν τους καὶ ἐπέψαν τους |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Η διακυβέρνηση του βασιλιά Ιάκωβου
Μετά τη σύλληψη των δύο υποκινητών του κινήματος εναντίον του Ιάκωβου, αυτός ανακηρύχθηκε και επίσημα βασιλιάς. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στον φόρο της δεκάτης που επέβαλε στον λαό αλλά και στις επιδημίες που έπληξαν την Κύπρο κατά τα χρόνια της βασιλείας του. Η αναφορά στην εξουσία του δεν είναι ιδιαίτερα εκτενής και ολοκληρώνεται με την είδηση του θανάτου του το 1398.
Επόμενος βασιλιάς ανακηρύχθηκε ο Ιανός. Το 1404 ξεκίνησε πόλεμο με τους Σαρακηνούς, ο οποίος κράτησε πολλά χρόνια. Γίνεται, για άλλη μία φορά, αναφορά σε επιδημίες που έπληξαν το νησί.
| Εἰς τοὺς ˏαυιθ΄ Χριστοῦ καὶ κ΄ μέγαν θανατικὸν εἰς τὴν Κύπρον, καὶ ἐπέθανεν ὁ κοντοσταύλης τῆς Κύπρου ὁ Λαμπαμέ. Καὶ εἰς τὰς κ΄ φευρουαρίου ᾳυκ΄ Χριστοῦ ἐγίνην μεγάλη ταραχὴ ἀνάμεσα τοὺς Γενουβίσους καὶ τοῦ ρηγός, καὶ κακὰ |
|
| ἐμουλῶσαν. Καὶ διὰ τοῦτον δὲν θωροῦμεν τὰ κακὰ ὅπου μᾶς ἔρκουνται, καὶ πολομοῦμεν πολλὰ κακά, καὶ διὰ τοῦτον μερε- τιάζει μας περίττου κακά, παρὰ ποῦ μᾶς ἔρκουνται· ὁ Κύριος εἶπεν, ἀγάπα τὸν πλησίον σου, καὶ ἐμεῖς πολομοῦμεν πᾶσα κα- κὸν κατὰ πρόσωπα τοῦ θεοῦ. Οἱ Σαρακηνοὶ ἐβαστοῦσαν πολλὰ |
|
| ἀποὺ τὰ κακὰ ἁποῦ τοὺς ἐπολομοῦσαν ἀποὺ τὴν Κύπρον, διότι ἦρταν πολλαῖς φοραῖς καὶ αἰχμαλωτεῦσάν την καὶ πῆραν καὶ ἀνθρώπους καὶ γυναῖκες, καὶ αἰχμαλωτεῦσαν ὅλα τὰ κάστρη τῆς Κύπρου, καὶ πολλαῖς φοραῖς ἐκάψαν την, καὶ μίαν φορὰν τόσον τὴν ἐκάψαν, ὅτι δὲν ἔμεινεν ἄκαγον παρὰ τὸ ὄρος τὸ |
|
| λεγόμενον Ἀκάμα, καὶ ἐλογίσθην Ἀκάμα. Καὶ διὰ ταῖς πολλαῖς φοραῖς ὅπου ἐκουρσεῦγαν τὴν Συ- ρίαν οἱ κουρσάριδες, ἐσυνεθίζαν καὶ οἱ Κυπριῶταις καὶ ἐκουρ- σεῦγάν τους πολλὰ φανερὰ καὶ ἀδιάντροπα. Οἱ Σαρακηνοὶ εἶ- χαν συνῆθιν καὶ ἐβαστοῦσαν πολλά, καὶ δὲν ἐπέρναν βεντέτ- |
|
| ταν, ἂν δὲν τοὖχαν πεῖν τοὺς ὀκτρούς τους α΄, β΄ καὶ γ΄, διὰ νὰ ἔχουν νίκην, καὶ ἀπεκεῖ κάμνουν καὶ ἀρχεύγουν νὰ πάρουν βετέττα· ἐπέψαν καὶ ἐμηνῦσάν το τοῦ ρηγός, καὶ ὁ ρὲ Τζε- νίους ἔπεψεν μαντατοφόρον εἰς τὴν Συρίαν τὸν σίρ Τουμᾶς Προβόστου, ͵αυιδ΄, τὸν ποῖον ἐδέκτην ὁ σουλτάνος μὲ μεγάλην |
|
| τιμήν, καὶ πολλὰ τὸν ἐτίμησεν, καὶ πλούσια κανισκία τοῦ ἔ- δωκεν· καὶ ἔπεψεν μοναῦτα τὸν Διετὰρ μαντατοφόρον εἰς τὴν Κύπρον μὲ τὸν αὐτὸν Προβόστουν, τὸν ποῖον ἐτίμησέν τον ὁ ρήγας καὶ ἐποῖκέν του μεγάλους ὀξόδους, καὶ ἀπλίκεψέν τον εἰς τὰ σπίτια τοῦ σὶρ Τουμᾶς Σπινόλα. |
|
| Καὶ τὴν κυριακήν, κδ΄ νοεμβρίου ἐχρονίας ᾳυιδ΄ Χριστοῦ, ἐδιαλαλήθην ἡ ἀγάπη μὲ τὴν Συρίαν μὲ μεγάλην τιμὴν καὶ χαράν· ὁ δὲ μωρὸς λαὸς καὶ πολλὰ ἀπὲ τοὺς καβαλλάριδες ἐλαλοῦσαν – εἴδετε, πῶς μᾶς ἐφοβήθησαν, καὶ ἐγυρίσαν μο- ναῦτα νὰ μᾶς κολακέψουν νὰ ποίσωμεν ἀγάπην! |
|
| Καὶ τῇ πέμπτῃ, ιε΄ γενάρη ͵αυκα΄ Χριστοῦ ἐπέθανεν ἡ κυρὰ ἡ ρήγαινά μας ἡ Τζαρλόττα, καὶ διατὶ ἦτον καὶ ρήγαινα ἀστενὴς ἐβάλαν την ἀπὸ τὴν αὐλὴν τὴν ρηγάτικην κρυφὰ πι- δεξία, μὲν τὸ νώσῃ ὁ ρήγας. Καὶ ἦτον θανατικὸν εἰς τὴν Κύ- προν. Καὶ ἅντα τὴν ἐπήρασιν εἰς τὸ Κα(βα)λλικίον, τότες ἀρ- |
|
| χέψαν οἱ παπάδες νὰ ψάλλουσιν, καὶ ἐπῆράν την εἰς τὸ μονα- στῆριν τοῦ Σὰν Τομένικου, καὶ ἐθάψαν την εἰς τὸ μέγαν βῆ- μαν εἰς τὴν ἀριστερὴν μερίαν κατὰ πρόσωπα τοῦ κιβουρίου τοῦ ρὲ Τζὰκ τοῦ πεθεροῦ της. Καὶ τῇ πέμπτῃ εἰς τὰς ιε΄ ἰανουαρίου τῆς αὐτῆς ἐχρονίας |
|
| αυκα΄, ἐπόθανεν καὶ ἡ κυρὰ ἡ ρήγαινα Χελουῆς τὲ Πρεζουηή, ἡ μητέρα τοῦ ρὲ Τζενίου, καὶ ἐθάψαν την εἰς τὸ κιβοῦριν τοῦ |
|
- Ο Ιανός της Κύπρου (βασιλεία: 1398-1432) με τη δεύτερη σύζυγό του, Καρλότα των Βουρβώνων, υαλογραφία (βιτρώ) στον καθεδρικό ναό της Σαρτ (Chartre), στη Γαλλία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Μάχη μεταξύ των Σαρακηνών και των Κυπρίων
Συγκρούσεις με τους Σαρακηνούς υπήρχαν συνεχώς. Σύμφωνα με μια μαρτυρία που παρατίθεται, εκτιμάται ότι ο σουλτάνος του Καΐρου είχε δίκιο για τις επιθέσεις, καθώς αθετήθηκαν οι συμφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών.
Ακολουθεί περιγραφή της σύγκρουσης μεταξύ Σαρακηνών και Κυπρίων. Οι Σαρακηνοί λεηλάτησαν και κατέστρεψαν πολλές περιοχές και αιχμαλώτισαν πολλούς, μέχρι που ο βασιλιάς έκανε εκεχειρία μαζί τους και έληξε η διαμάχη. Μετά τον Ιανό, στον θρόνο αναρριχήθηκε ο Ιωάννης Β΄. Τα γεγονότα που ακολούθησαν δίνονται με μεγάλη συντομία και από το 1440 γίνεται πέρασμα στο 1453 και στην πτώση της Κωνσταντινούπολης, όταν και πληθώρα ανθρώπων κατέφυγε στο νησί. Η διήγηση κλείνει με τον θάνατο του Ιωάννη Β΄.
| Καὶ μετὰ τοῦτον ἐστράφην τὸ φουσάτον τοῦ σουλτάνου μὲ νίκος μὲ τοὺς Μαμαλούκιδες, καὶ ἐξηγήθησαν τὴν ἀταξίαν τοὺς Κυπριώταις, καὶ πῶς εἶναι ἄπρακτοι τῆς ἀντρίας· καὶ τότες ὥρισεν ὁ σουλτάνος καὶ ἐποῖκαν καὶ ἄλλα κάτεργα καὶ |
|
| τζέρμαις. Καὶ εὑρέθησαν ἐκεῖ Γενουβίσοι μὲ τὸν Μπενὲτ Πα- ραβιζὴν καὶ ἐφουσκόναν τὸν σουλτάνον, λαλῶντα – τίντα δύ- ναμιν ἔχει ὁ ρήγας τῆς Κύπρου νὰ σὲ καταπροσωπίσῃ; Καὶ ἐφουσκῶσάν τον νὰ δυναμώσῃ τὴν μάχην, διὰ νὰ ξοδιάσῃ καὶ νὰ πτωχύνῃ τὸν ρῆγα, καὶ τότε νὰ μποῦν μεσόν τους νὰ τοὺς |
|
| μερώσουν, ἀπὸ τὸν φόβον τους μηδὲν ἀπηδήσῃ τίποτες τῆς Ἀμμοχούστου. Ὁμοίως καὶ ὁ Μακαραμπὰκ ἦτον εἰς τὴν Ἀ- λεξάντραν ὁ ἀφέντης τῆς Ἀλαγείας μὲ δύο κάτεργα ἐδικά του, καὶ ἔσφιξεν τὸν σουλτάνον καὶ ἀνάγκαζέν τον νὰ πέψῃ τὴν ἀρμάδαν εἰς τὴν Κύπρον. |
|
| Καὶ τὸν ἰούνιον ˏαυκϛ΄ Χριστοῦ ἔπεψεν ὁ σουλτάνος τὸν Τακριβὲρ τὸν Μεχαμὲτ μὲ ρν΄ ξύλα, τζέρμαις, καὶ κάτεργα, καὶ καραβία, μὲ φ΄ Μαμαλούκιδες καὶ ˏβ΄ χαρφούσιδες, καὶ χ΄ ἀράπιδες, καὶ ἐπεσῶσαν εἰς τὴν Κύπρον εἰς τὴν α΄ ἰουλίου εἰς τὰ Ληνιδία εἰς τὸ πραστεῖον τῆς Αὐδίμου, καὶ τὸ νὰ πεζεύ- |
|
| σουν ἐπολεμίζαν μὲ τὸ κάστρον τῆς Λεμεσοῦ τὸ ἔκτισεν ὁ ρὲ Τζενίους. Καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν τοῦ αὐτοῦ μηνὸς ἰουλίου, καὶ ἐλθόντος τὸ μαντάτον εἰς τὸν ρὲ Τζενίον τὸ πῶς ἐπέσω- σεν τὸ φουσάτον τοὺς Σαρακηνούς, ἐξέβην ἀπὸ τὴν Λευκοσίαν τῇ τρίτῃ, τῇ β΄ ἰουλίου ˏαυκϛ΄ Χριστοῦ, καὶ ἐπεσώθην εἰς τὴν |
|
| Ποταμίαν, ἐγδέχοντα βοήθειαν ἀπὸ τὴν Ρόδον, καὶ ἐκεῖ ἐγιο- μάτισεν. Καὶ ἔπεψεν ἕναν γέρον Μαμουλούκην, ὅπου ἦτον χριστια- νὸς καὶ ἀρνήθην τὸν Χριστόν, μαντατοφόρον εἰς τὸν ρῆγα, καὶ πρὶν νἄρτῃ εἶπαν τοῦ ρηγὸς πῶς ἐπῆραν τὴν Λεμεσόν. Καὶ |
|
| πάλιν οἱ καβαλλάριδες δὲν τὸν ἀφίναν νὰ μπῇ ὀμπρός του ὁ μαντατοφόρος. Καὶ ὁ ρήγας νὰ ἐμποδίσῃ τὸ ἔλα τους, νὰ μὲν ἔρτουν ἀξάφνου ἀπάνω του, ἔπεψεν τὸν Τζὰκ Δαμπελονία νὰ πάρῃ ὅλον τὸ ἀπεζικὸν καὶ νὰ πάγῃ ὀμπρός. Καὶ διότι μὲ ἔβαλεν |
|
| ὁ ρήγας εἰς τὸ κρασίν, καὶ ὥρισέ με καὶ ἐπῆγα μὲ τὴν συν- τροφίαν του εἰς τὰ κρασία, καὶ ἐπήγαμεν ὡς τὰ Πυρία, καὶ ἐκοιμήθημαν εἰς τοὺς κάμπους· καὶ ξημερονόντα τῆς παρα- σκευγῆς ἐσηκώθημαν καὶ ἐπήγαμεν εἰς τὴν Χεροκοιτίαν. Ἀλη- θινὰ ἐμπλάσαμεν τὴν πέφτην τοῦ Σφουτζᾶ, ὁ ποῖος ἐκαυχί- |
|
| στην καὶ ἐπίασεν καμπόσους Σαρακηνοὺς διὰ νὰ δώσῃ καρδίαν τοῦ λαοῦ· τἄπισα ἐμπλάσα(με)ν ἑνοῦ τζακρατόρου ἀπὸ τοὺς ἄτυχους ὅπου ἦσαν εἰς τὴν Λεμεσόν, καὶ ἐξηγήθην μας τὸ πῶς τοὺς ἐπῆραν. Καὶ ἐπέψαν ἕναν μαντατοφόρον εἰς τὸν ρῆγα, καὶ ἔφερέν τον ὁ Φιλιμποῦς ἀπὸ τὴν ἄλλην στράταν, καὶ ἀ- |
|
| πεκεῖ ἔρχετον ἕνας παιδίος μαντατοφόρος μὲ τὸν τζακράτορον τῆς Λεμεσοῦ· καὶ τὸ ν’ ἀγροικήσῃ ὁ λαὸς πῶς ἐπῆραν οἱ Σα- ρακηνοὶ τὴν Λε(με)σόν, ἐπικράνθησαν πολλά. Τὸ πωρνὸν τὴν παρασκευὴν εἰς τὰς ε΄ ἰουλίου ˏαυκϛ΄ Χρι- στοῦ ἦλθεν ὁ ρήγας μὲ ὅλον τὸ φουσάτον εἰς τὴν Χεροκοιτίαν, |
|
| καὶ ἀπλικεῦσαν εἰς τὸν πύργον τῆς Χεροκοιτίας μὲ τοὺς κα- βαλλάριδες, καὶ οἱ προδέλοιποι ἐβάλαν τένταις, ἄλλοι ἐβάλαν σκοινία· καὶ ἦσαν ὅτοσα ἀπὸ μακρά, ὅτι ὅταν ἔθελεν ὁ πα- νιέρης νὰ ποίσῃ ὁρισμόν, διότι οὐδὲν εἶχαν τρουμπέττι, ἔβγαι- νεν ἀπὸ τὸ πωρνὸν καὶ ὡς τὸ μεσομέριν δὲν τοὺς ἐγύριζεν· |
|
| καὶ ἂν ἔμελλε νὰ ὁρίσῃ ἄλλον ὁρισμὸν, ἔβγαινεν τὸ μεσομέριν καὶ δὲν τοὺς ἐγύριζεν ὡς τὴν νύκταν. Οἱ Σαρακηνοὶ ἐγράψαν χαρτὶν καὶ ἐπέψαν τοῦ ρηγός, καὶ ἐπέψαν τού το μὲ ἕναν χωργιάτην, λαλῶντα οὕτως. «Ἐνάρετε ἀφέντη, ἐμεῖς ἤλθαμεν ὡδᾶ, καὶ ἐσοὺ ὡς γίον υἱὸς τοῦ ἀφέντη |
|
| μας τοῦ σουλτάνου δὲν ἔπεψες τινὰν ἀπὸ τοὺς λᾶς σου νὰ μᾶς προσδεκτῇ τινὰς καὶ νὰ μᾶς ’ξοχνιάσῃ τίντα γυρεύγομε καὶ τίντα ζητοῦμεν· τώρα μηνοῦμέν σου νὰ βγῇς καὶ νά ’λθῃς πρὸς ἐμᾶς νὰ ποίσωμεν δῆμαν κῃνουργίον καὶ στοιχήματα τῆς ἀγά- πης, καὶ μὲ τοῦτον νὰ μὲν ἔχῃς τοὺς ἀζάπιδες καὶ ἑτέρους |
|
| κουρσάρους μηδὲν μᾶς πλημμελέψουν, οὐδὲ νὰ τοὺς φιλοξενᾷς εἰς τὸ παγισίον σου, ἀμμὲ νὰ ἔχῃς τοὺς φίλους μας διὰ φίλους σου, καὶ τοὺς ἐχθρούς μας διὰ ἐχθρούς σου, ὡς γίον καλοὶ φίλοι καὶ γειτόνοι· καὶ ὁ ἀφέντης μας ὁ σουλτάνος ἔδωκέν μας τὸ πεῦκίν του, νὰ τὸ ἁπλώσωμεν ἀπουκάτω σου διὰ νὰ κάτζῃς· |
|
| καὶ ὅνταν νἄρτῃς θέλομεν συντύχειν ἀντάμα καὶ θέλεις κρα- τηθῆν εὐχαρισμένος, καὶ μεῖς θέλομέν σε ἀφήσειν καὶ θέλομεν στραφῆν εἰς τὸν ἀφέντην μας· καὶ ἤξευρε, ἂν δὲν ἔρτῃς εἰς αὑτόν μας, θέλομεν ἔρτειν ἐμεῖς εἰς αὑτόν σου· καὶ ἀς ἦσαι θαρρούμενος, δὲν θέλει διαβῆν ἡ Κερική, καὶ θέλομεν ἐσμικτῆν |
|
| ἀντάμα». Καὶ ἅνταν ἐδιαβάζαν τὸ χαρτίν, ἀναγελοῦσάν τους, διατὶ δὲν τοὺς ἄρεσεν ὁ ὄρδινος τοῦ χαρτίου· καὶ ἄλλοι ἐκοκ- κίζαν καὶ λαλοῦσαν – κομπόνου μας, καὶ πλανοῦ μας! Καὶ ἐπίασαν τὸν μαντατοφόρον τὸν ἔπεψεν ὁ Πικένης καὶ ἐκριτη- ρεῦγάν τον, καὶ ὀτόσα τὸν ἐπλημμελέψαν ὅτι ἔδωκάν του θά- |
|
|
|
- Νόμισμα (1433) με αναπαράσταση του Ιωάννη Β΄ των Λουζινιάν, βασιλιά της Κύπρου από το 1432 ώς το 1458.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Βιβλιογραφία
- Αναξαγόρου 1996
- Νάτια Αναξαγόρου, «Το Χρονικό του Λεοντίου Μαχαιρά. Η προφορική αφήγηση ιστοριών ως βασική μορφή ψυχαγωγίας στη Μεσαιωνική Κύπρο», Νέα Εποχή 236 (1996), σ. 60-63.
- Αναξαγόρου 1998
- Νάτια Αναξαγόρου, Narrative and stylistic structures in the Chronicle of Leontios Machairas, Ίδρυμα Αν. Γ. Λεβέντη, Λευκωσία 1998.
- Beck 1993
- Hans-Georg Beck, Ιστορία της βυζαντινής δημώδους λογοτεχνίας, μτφρ. Νίκη Eideneier, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1993, σ. 254-255.
- Dawkins 1932
- R. M. Dawkins (επιμ.), Recital concerning the sweet land of Cyprus, entitled “Chronicle”, edited with a translation and notes by Dawkins R. M., 2 τόμοι, Clarendon Press, Οξφόρδη 1933.
- Ζήρας 2007
- Αλέξης Ζήρας, «Μαχαιράς, Λεόντιος (Κύπρος, β΄ μισό 14ου αι.- Μ. Ασία, α΄ μισό 15ου αι.)», Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι, Πατάκης, Αθήνα 2007, σ. 1366-1367.
- Κεχαγιόγλου 1986
- Γιώργος Κεχαγιόγλου, «Χρονικό και λογοτεχνήματα: Τύχες του Λεόντιου Μαχαιρά στη νεοελληνική λογοτεχνία», Αφιέρωμα στον Νίκο Σβορώνο, τ. 2, επιμ. Βασίλης Κρεμμυδάς & Χρύσα Μαλτέζου & Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο 1986, σ. 405-442.
- Κεχαγιόγλου 1999
- Γιώργος Κεχαγιόγλου (επιμ.), Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο. Τόμος Β΄1: 15ος αιώνας-1830, Σοκόλης, Αθήνα 1999, σ. 70-89.
- Κεχαγιόγλου 2001
- Γιώργος Κεχαγιόγλου (επιμ.), Πεζογραφική ανθολογία. Αφηγηματικός γραπτός νεοελληνικός λόγος. Βιβλίο πρώτο: Από τα τέλη του Βυζαντίου ώς τη Γαλλική Επανάσταση, ΑΠΘ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), Θεσσαλονίκη 2001, σ. 47-59.
- Πιερής & Νικολάου-Κονναρή 1997
- Μιχάλης Πιερής & Άγγελ Νικολάου-Κονναρή, Λεοντίου Μαχαιρά, Εξήγησις της γλυκείας χώρα Κύπρου η ποία λέγεται Κρόνικα τουτέστιν Χρονικόν, Βιβλιογραφικός οδηγός, ΕΚΕΕ XVII (Λευκωσία 1997), σ. 75-114.
- Πιερής & Νικολάου-Κονναρή 2003
- Μιχάλης Πιερής & Άγγελ Νικολάου-Κονναρή (επιμ.), Λεοντίου Μαχαιρά Χρονικό της Κύπρου. Παράλληλη διπλωματική έκδοση των χειρογράφων, ΚΕΕΚ, Λευκωσία 2003.
- Pieris 2005
- Michael Pieris, «The Medieval Cypriot Chronicler Leontios Makhairas. Comments on his life and work», Beiträge zur Kulturgeschichte Zyperns von der Spätantike bis zur Neuzeit. Symposium, München 12.-13. Juli 2002, Schriften des Institut für Interdisziplinäre Zypern-Studien, Band 3, Waxmann, Münster/Νέα Υόρκη/Μόναχο/Βερολίνο 2005, σ. 107-115.
- Πιερής 1991
- Μιχάλης Πιερής, Από το μερτικόν της Κύπρου (1979-1990). Κριτικά κείμενα για τους Μαχαιρά, Μιχαηλίδη, Καβάφη, Καρυωτάκη, Σεφέρη, Διαμαντή, Μόντη, Πιερίδη, Χαραλαμπίδη, Καστανιώτης 1991, σ. 243-348.
- Πιερής 1993
- Μιχάλης Πιερής, «Για μια νέα κριτική έκδοση του Χρονικού του Μαχαιρά», Αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρακτικά του Δεύτερου Διεθνούς Συνεδρίου Neograeca Medii Aevi (Βενετία, 7-10 Νοεμβρίου 1991), τ. 2, επιμ. Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης, Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών, Βενετία 1993, σ. 343-348.
- Πιερής 2006
- Μιχάλης Πιερής, «Από τη δυναστική χρονογραφία του Μαχαιρά στην ερωτική μυθιστορία του Κορνάρου», Ζητήματα ποιητικής στον Ερωτόκριτο, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο 2006, σ. 237-247 [Πρακτικά του ομότιτλου συνεδρίου, Ηράκλειο-Ρέθυμνο 13-15/11/2003].
- Πιερής 2012
- Μιχάλης Πιερής, «Η “Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου” για μας σήμερα (ζητήματα ιδεολογικής πρόσληψης του Μαχαιρά)». Πρακτικά του Δ΄ Διεθνούς Κυπρολογικού Συνεδρίου, Λευκωσία 29 Απριλίου-3 Μαΐου 2008, επιμ. Ελευθέριος Αντωνίου, Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, Λευκωσία 2012, σ. 573-586.
- Πιερής 2015
- Μιχάλης Πιερής, «Για τα “πεζά” ποιήματα του Μαχαιρά», Διά ανθύμησιν καιρού και τόπου. Λογοτεχνικές αποτυπώσεις του κόσμου της Κύπρου. Πρακτικά Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου, Λευκωσία, 6-9 Οκτωβρίου 2012, επιμ. Μιχάλης Πιερής, Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού – Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών Πανεπιστημίου Κύπρου, Λευκωσία 2015, σ. 61-82.
- Πολίτης 1993
- Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ΜΙΕΤ, Αθήνα 81993, σ. 57.
- Sathas & Miller 1881-1882
- Constantine Sathas & Emmanuel Miller (επιμ.), Λεοντίου Μαχαιρά, Χρονικόν Κύπρου. Chronique de Chypre, texte grec, 2 τόμοι, Ernest Leroux, Παρίσι 1881-1882 [προσβάσιμος διαδικτυακά ο 2ος τόμος με τη γαλλική μτφρ.].
- Σάθας 1873
- Κωνσταντίνος Ν. Σάθας (επιμ.), Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμος Β΄: χρονογράφοι βασιλείου Κύπρου, Τύποις του Χρόνου, Βενετία 1873, σ. ρκε΄-ρμα΄ (εισαγωγή) και 53-409 (κείμενο).
- Vitti 2003
- Mario Vitti, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Οδυσσέας, Αθήνα 2003, σ. 43-45.
- Χόλτον 2000
- Ντέιβιντ Χόλτον, «Μια ιστορία παραμέλησης: Η κυπριακή γραμματεία την περίοδο της Βενετοκρατίας», Μελέτες για τον Ερωτόκριτο και άλλα νεοελληνικά κείμενα, Καστανιώτης, Αθήνα 2000, σ. 253-260.
Δικτυογραφία
Νίκη Μ. Χριστοδούλου, «Φωνολογία της μεσαιωνικής ελληνικής γλώσσας της Κύπρου», 24 γράμματα: εβδομαδιαίο περιοδικό πολιτισμού.
«Πηγές του Αναλυτικού Λεξικού Κριαρά: Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου… (15ος αι.)», στην «Πύλη για την ελληνική γλώσσα και τη διδασκαλία της», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
«Χρονικόν του Μαχαιρά. Ιστορία της Κύπρου των Μέσων Χρόνων (309-1459 μ.Χ.)», στο «Ιστορία: Ρωμανία», Nektarios Mamalougos (προσωπικός ιστοχώρος).
Άννα Χριστοφόρου, «Ο ρήγας και ο "δαίμων της πορνείας"», στο «γνώμες», Το Βήμα.
* Τελευταία πρόσβαση στη δικτυογραφία: Δεκέμβριος 2017.
Ετικετες Αναζητησης
Λογοτεχνικό Είδος
Ιστοριογραφία και ΧρονικογραφίαΛογοτεχνικό Γένος
Κείμενα πεζού λόγουΕποχές - Περίοδοι
Ο αιώνας της Άλωσης (15ος αι.) Λογοτεχνία σε φραγκοκρατούμενα-βενετοκρατούμενα μέρη (15ος-17ος αι.)Θέματα
Διαμάχη Επιβουλή Οικογένεια Ξένος Αγάπη Δοκιμασία Εκδίκηση Έρωτας Μοιχεία/απιστία Απάτη Αποτροπή κακών/δεινών Συζυγική ζωή Θρησκευτική παράδοση Όνειρο, όραμα Ταξίδι Τόπος (περιγραφή) Θάνατος Κίνδυνος Ασθένεια Συμφορά Μουσουλμάνοι ΤιμωρίαΤύπος Λόγου
Αφήγηση Λόγος προσώπων - διάλογος Επιστολή Λόγος προσώπων - μονόλογος Λόγος προσώπων - ελεύθερος πλάγιος λόγος Λόγος προσώπων - μονόλογος εσωτερικόςΦύση Προσώπων
Άνθρωποι
Κατάλογος Έργων
- Αισώπου Μύθοι
- Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης
- Άνθη ευλαβείας
- Άνθος των χαρίτων
- Απόκοπος
- Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης
- Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη
- Βαρλαάμ και Ιωάσαφ
- Βασιλεύς ο Ροδολίνος
- Βίοι αγίων
- Διγενής Ακρίτης
- Διήγησις Βελισαρίου
- Διήγησις εξαίρετος Βελθάνδρου του Ρωμαίου
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη του Ιμπερίου θαυμαστού και κόρης Μαργαρώνης
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη Φλωρίου του πανευτυχούς και κόρης Πλάτζια Φλώρης
- Διήγησις Ιεροθέου Αββατίου
- Διήγησις και οπτασία ωφέλιμος ορθοδόξου τινός Δημητρίου
- Διήγησις του Αχιλλέως
- Διήγησις του Πωρικολόγου
- Διήγησις του Ρεμπελιού των Ποπολάρων
- Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν
- Ερωτικόν ενύπνιον
- Ερωτόκριτος
- Ερωτοπαίγνια
- Ερωφίλη
- Η Βοσκοπούλα
- Η Θυσία του Αβραάμ
- Η Καινή Διαθήκη
- Η Κοσμογέννησις
- Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου
- Θησαυρός
- Θρήνος εις τα Πάθη και την Σταύρωσιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
- Θρήνος της Θεοτόκου
- Θρήνος της Κρήτης
- Θρήνος της Κωνσταντινούπολης
- Ιατροσόφια
- Ιστορία και όνειρο
- Ιστορία του Ταγιαπιέρα
- Κατζούρμπος
- Κλίνη Σολομώντος
- Λαϊκές αφηγήσεις
- Λεηλασία της Παροικιάς της Πάρου
- Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν
- Λόγος παρηγορητικός περί Δυστυχίας και Ευτυχίας
- Μεγάλον θανατικόν από πανόκλα
- Ο Βίος του Αισώπου
- Ο Έπαινος των γυναικών
- Ο Κρητικός Πόλεμος
- Ο Οψαρολόγος
- Ο Χρονογράφος
- Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων
- Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
- Πανουργίαι υψηλόταται του Μπερτόλδου
- Πανώρια
- Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεόν επιστροφή
- Περί ηρώων, στρατηγών, φιλοσόφων, αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων, οπού εβγήκασιν από το νησί της Κύπρου
- Περί της ξενιτείας
- Πόλεμος της Τρωάδος
- Πτωχοπρόδρομος
- Ριμάδα κόρης και νιου
- Ρίμες αγάπης (Κυπριακά ερωτικά)
- Σιντίπας
- Σπανέας
- Σπανός
- Στάθης
- Στεφανίτης και Ιχνηλάτης
- Στίχοι γραμματικού Μιχαήλ του Γλυκά ούς έγραψε καθ΄ ον κατεσχέθη καιρόν εκ προσαγγελίας χαιρεκάκου τινός
- Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου
- Το κατά Καλλίμαχον και Χρυσορρόην ερωτικόν διήγημα
- Το Χρονικόν του Μορέως
- Φορτουνάτος
- Φυσιολόγος
- Χρονικό του Γαλαξειδιού
- Χρονικό του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου Κυθήρων
- Χρονικό των Σερρών
- Χρονικόν