Λόγος παρηγορητικός περί Δυστυχίας και Ευτυχίας
Συγγραφέας: Ανώνυμος
Ανώνυμο αφηγηματικό ποίημα του 14ου αιώνα, γραμμένο πιθανότατα στο νησί της Κρήτης. Πρόκειται για αλληγορικό και ηθικολογικό κείμενο στο οποίο συγχωνεύονται παραμυθικά και κυρίως μυθιστορ(ηματ)ικά μοτίβα. Παραδίδεται σε δύο χειρόγραφα/παραλλαγές και πραγματεύεται το αγαπητό εκείνη την εποχή θέμα της μεταστροφής της τύχης και, κατ’ επέκταση, το απρόβλεπτο της ανθρώπινης κατάστασης.
Carolina Cupane (επιμ.), Romanzi cavallereschi bizantini, Unione Tipografico-Editrice Torinese, Τορίνο 1995, σ. 647-690.
Εισαγωγή
Η υπόθεση του Λόγου Παρηγορητικού περί δυστυχίας και ευτυχίας (στο εξής Λόγος) εκτυλίσσεται σε χρονικά αόριστη εποχή και γεωγραφικά ασαφή χώρα. Ο πρωταγωνιστής του, ένας ανώνυμος νέος κυνηγημένος από τη μοίρα, παίρνει την απόφαση να αναζητήσει τη Δυστυχία για να μάθει τί τον περιμένει. Η πορεία που ακολουθεί είναι επίπονη και διαρκεί έξι μήνες. Κάποια στιγμή συναντά τον Χρόνο που, δίχως να αναπτερώσει τις ελπίδες του, τον συμβουλεύει να κατασκευάσει μια φλογέρα, ώστε να τον παρηγορεί ο γλυκός της ήχος. Ύστερα από συναντήσεις με άλλα πρόσωπα, ο ήρωας φτάνει στο κάστρο του Χρόνου. Δεν φαίνεται να αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο, ενώ ο Χρόνος τού δίνει μια συστατική επιστολή για τη Δυστυχία. Εκείνη, διαβάζοντας το γράμμα, τελικά αποφασίζει να τον διαγράψει από τον κατάλογο των δυστυχισμένων ανθρώπων, στέλνοντάς τον στο κάστρο της αδερφής της, της Ευτυχίας, της οποίας την εύνοια τελικά κερδίζει. Το ποίημα τελειώνει με συμβουλές και ηθικές παραινέσεις προς τους αναγνώστες/ακροατές.
Το ανώνυμο αυτό αφηγηματικό ποίημα σώζεται σε δύο χειρόγραφα που παραδίδουν διαφορετικές παραλλαγές, με σημαντικές γλωσσικές, υφολογικές και άλλες αποκλίσεις (βλ. αναλυτικά Πολίτη 2007, 17-22): τον κώδικα Oxoniensis Bodleianus Misc. 282 της βιβλιοθήκης της Οξφόρδης (Ο) και τον κώδικα της Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης της Λειψίας (L). Αν και είχε προταθεί η χρονική προτεραιότητα του O (Σβορώνος 1937, 117-120), σήμερα γίνεται δεκτό ότι αρχαϊκότερος είναι ο L, ο οποίος με ασφάλεια μετατέθηκε χρονικά από τον 15ο στα μέσα-τρίτο τέταρτο του 14ου αιώνα (Πολίτη 2007, 17 και 26)· αντίθετα, το χειρόγραφο της Οξφόρδης χρονολογείται στον 16ο αιώνα. Αναφορικά με την αποκατάσταση του κειμένου, θεωρείται βέβαιη η ανωτερότητα του λειψιανού κώδικα (Πολίτη 2007, 30), που παραδίδει μια δημωδέστερη μορφή του κειμένου, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα τη νεωτερικότητα της συγκεκριμένης παραλλαγής, επομένως την απομάκρυνσή της από το χαμένο σήμερα αρχέτυπο (Πολίτη 2007, 26).
Το έργο δεν είναι ιδιαίτερα προβεβλημένο, ωστόσο έχει απασχολήσει την έρευνα ήδη από τα πρώτα στάδια μελέτης της δημώδους γραμματείας στα τέλη του 19ου αιώνα. Ειδολογικά δεν είναι εύκολο να ενταχθεί αυστηρά σε μία κατηγορία· πάντως, ένας ευρύτερα αποδεκτός χαρακτηρισμός φαίνεται να είναι ο εξής: «αλληγορικό και ηθικολογικό κείμενο με έντονα παραμυθικά μοτίβα» (Δανιήλ 2007, 1268). Το τελευταίο στοιχείο αποτελεί το ένα από τα δύο βασικά γνωρίσματά του που επισημάνθηκαν από πολύ νωρίς – η αναγωγή του μύθου του στην ευρύτερη γενεαλογία των παραμυθικών διηγήσεων. Το άλλο είναι η συγγένειά του με τις (ερωτικές) μυθιστορίες του Μεσαίωνα (Κρουμπάχερ 1900, 54).
Ειδικότερα, το ποίημα φαίνεται να έλκει την απώτερη καταγωγή του κυρίως από ανατολικά και βαλκανικά –και σε μικρότερο βαθμό δυτικά– παραμύθια με θέμα την αναζήτηση της τύχης (Μέγας 1953, 3-43)· εντούτοις, το παραμυθικό πλαίσιο λειτουργεί απλώς ως η βάση της αφήγησης, που εντέλει ενδύεται τη σύγχρονή του μυθιστορ(ηματ)ική μορφή (Beck 1993, 236-237). Η εκλεκτική και, πάνω απ’ όλα, δημιουργική αφομοίωση ποικίλων αφηγηματικών και θεματικών μοτίβων του είδους (π.χ. η αναζήτηση και η περιγραφή των κάστρων) καθορίζουν την υβριδική ποιητική του κειμένου που, μολονότι δύσκολα προσγράφεται στο είδος της μυθιστορίας, συνομιλεί ανοιχτά μαζί της, όπως και με άλλα αφηγηματικά ποιήματα της ίδιας εποχής (Agapitos 2004), λ.χ. το έργο του Μελιτηνιώτη σε λόγια γλώσσα Εις την Σωφροσύνην, το οποίο αναφέρεται συχνά ως διακείμενο του Λόγου (π.χ. Κρουμπάχερ 1900, 54· Beck 1993, 237).
Γλωσσικές και υφολογικές ομοιότητες έχουν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ο Λόγος έχει επηρεάσει το σημαντικότερο ποίημα του Κρητικού Λεονάρδου (ή Λινάρδου) Ντελλαπόρτα (περ. 1330-1419/20), το ηθικοδιδακτικό και εν μέρει αυτοβιογραφικό στιχούργημα Ερωτήσεις και αποκρίσεις Ξένου και Αληθείας (Μανούσακας 1995, 68-71). Αν η πιθανή αυτή υπόθεση ευσταθεί, τότε ενισχύεται ακόμη περισσότερο η εικαζόμενη χρονολόγηση του Λόγου στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, αφού η ποιητική παραγωγή του Ντελλαπόρτα τοποθετείται μεταξύ 1403-1411, διάστημα που στην περίπτωσή μας εξυπηρετεί ως terminus ante quem για την ολοκλήρωση της συγγραφής. Παρ’ όλα αυτά, η προτεινόμενη απόδοση και του Λόγου στη γραφίδα του Ντελλαπόρτα (Πολίτη 2007, 29) παραμένει αναπόδεικτη.
Συναφές με το προηγούμενο πρόβλημα είναι και το ζήτημα του τόπου της (αρχικής) συγγραφής του έργου· η πρόταση της κρητικής προέλευσής του, με βάση τα γλωσσικά στοιχεία της παλιότερης παραλλαγής στο χειρόγραφο της Λειψίας, αντιμετωπίστηκε με επιφυλάξεις (Σβορώνος 1937, 120-122), κέρδισε ωστόσο κάποιο έδαφος στη συνέχεια, δίχως όμως να έχει γίνει καθολικά αποδεκτή. Πάντως, η τελευταία εκδότρια του κειμένου αποφαίνεται ανεπιφύλακτα ότι το ποίημα γράφτηκε στην Κρήτη, λόγω της γλώσσας αλλά και των γενικότερων ομοιοτήτων με κρητικά κείμενα της πρώιμης νεοελληνικής γραμματείας (Πολίτη 2007, 28).
Ο Λόγος έχει προκαλέσει αρκετές φορές το εκδοτικό ενδιαφέρον των μελετητών. Προηγήθηκαν οι εκδόσεις του Σπ. Λάμπρου, που κυκλοφόρησαν με διαφορά σχεδόν 30 ετών: η πρώτη το 1880, με βάση το χφ. O, και η δεύτερη το 1906, βασισμένη στο χφ. της Λειψίας. Όπως επισημαίνει ο Λάμπρος, η δεύτερη έκδοση υπαγορεύτηκε από τις μεγάλες διαφορές και κυρίως την ανωτερότητα της δεύτερης παραλλαγής. Ακολούθησαν κάποιες διορθωτικές προτάσεις από τον Σβορώνο (1937), ενώ το ποίημα εκδόθηκε ξανά από την Carolina Cupane (1995) –από όπου αντλείται και το δικό μας κείμενο– σε μια σύμμεικτη έκδοση που περιέχει, όπως δηλώνεται και στον τίτλο της (Romanzi cavallereschi bizantini), βυζαντινές « ιπποτικές » μυθιστορίες. Η έκδοση αυτή βασίζεται, κυρίως, στην παλιότερη του Λάμπρου από το χφ. της Λειψίας, όμως ενσωματώνει επιλεκτικά και διορθώσεις άλλων μελετητών· ακόμη, περιλαμβάνει ιταλική μετάφραση του κειμένου. Τέλος, η πιο πρόσφατη κριτική έκδοση είναι η αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή της Μαρίας Πολίτη (2007), που αξιοποιεί και τα δύο χειρόγραφα, δίνοντας όμως μεγαλύτερη βαρύτητα στο παλιότερο (L).
Αποσπάσματα
Πρόλογος (στ. 1-42)
Ο αφηγητής της ιστορίας καλεί τόσο τους ευτυχισμένους όσο και τους δυστυχισμένους ανθρώπους να συγκεντρωθούν για να ακούσουν αυτά που θα εξιστορήσει. Πρωταγωνιστής είναι ένας ανώνυμος νέος, ο οποίος ζει μέσα στη δυστυχία όλη του τη ζωή. Για τον λόγο αυτό, παίρνει την απόφαση να αναζητήσει τη Δυστυχία και να μάθει γιατί ταλαιπωρείται.
f. 1r
1 | Λόγος παρηγορητικὸς περὶ Δυστυχίας καὶ Εὐτυχίας
Ὅσους ἑκατεπίκρανεν ἡ Δυστυχοτυχία, ὅσους ἐκατεδάμασεν ὁ ἀσύστατος ὁ Χρόνος, ὅσους ἐποῖκεν νὰ θλιβοῦν καὶ νὰ κακοπαθήσουν, ὅσοις φαρμάκιν ἔδωκεν ἡ Τύχη νὰ ῥουφήσουν, |
|
5 | ὅσους ἐκατεχόρτασεν καὶ ἐγέμισεν ὁ Χρόνος ἐκ τὸ μιαρὸν κακόβουλον τῆς Κακοδυστυχίας πόνους, γομάρια φοβερὰ καὶ θλίψες ἀμετρήτους, καὶ πάλιν ὅσοις ἔποικε πολλὴν τιμὴν ἡ Τύχη, ὅσους ἐκατεγλύκανε ἐκ τὸ διακριτικόν της, |
|
10 | ὅσους ἐποῖκεν νὰ χαροῦν ἐκ τὸ ἀσυνείδητόν της, ὅσους ἐκατεχόρτασεν ἀμέτρητα καλά της καὶ ὅσους ἐλευθέρωσεν ἀπὸ τὴν Δυστυχίαν, ὅσοις ἔδωκε πρόσχαρον ἡμέραν νὰ τὴν ἔχουν, δεῦτε σμίχθητε σήμερον, ἐλᾶτε μετ’ ἐμένα |
|
15 | καὶ νά σας ἀφηγήσωμαι τῆς Δυστυχίας τοὺς πόνους τοὺς ἄλλος ἀφηγήσατο μυριονειδισμένος. Καὶ ἀφ’ οὗ σας ἀφηγήσωμαι τὸ τί ἔπαθεν ἐκεῖνος, οἱ μὲν εὐχαριστήσατε τὴν Εὐτυχοτυχίαν, ὅσοι καλά της εἴδατε, ἔχετε γλυκασμούς της, |
|
20 f. 1v | οἱ δὲ ἀπὸ πόνου ὑβρίσατε πάλιν τὴν Δυστυχίαν, ὅσοι κακά της ἔχετε καὶ ἐπίετε πικρασμούς της. Ἄλλος ὁκάτις δυστυχὴς ἀφ’ ὅτης ἐγεννήθη τοὺς χρόνους ὅσους ἔζησεν ποτὲ νὰ μὴ εὐτυχήσῃ ἦλθε μὲ τὰς πικρίας της τῆς ἀσυστάτου τύχης |
|
25 | νὰ ξενωθῇ ἐκ τὴν χώραν του καὶ ἐκ τὰ γονικά του. Φροντίδα τὸν εἰσέβηκε καὶ μέριμνα καὶ ὀδύνη νὰ ἔβγῃ ἀπὸ τὴν πατρίδαν του καὶ ἐκ τοὺς συγγενεῖς του, νὰ ψηλαφήσῃ ὡς δύνεται τὸ ἀφήγημαν τοῦ κόσμου, τῆς γῆς τὸ τέλος νὰ διαβῇ, νὰ μὴ ἀφήσῃ τόπον, |
|
30 | ὥς πότε ζῇ νὰ περπατῇ· πεῖσμαν ἁπλῶς ἐθέκεν γῆν νὰ μὴ ἀφήσῃ πούπετε τὸ νὰ μὴ τὴν γυρεύσῃ. Ἦλθεν εἰς τέτοιαν μέριμνα νὰ κοσμοψηλαφήσῃ μὴ νὰ ’πετύχῃ πούπετες τῆς Δυστυχίας τὸ κάστρον, νὰ τὴν εὑρῇ, νὰ τὴν ἰδῇ ποταπή ἔνε καὶ ποία |
|
35 | καὶ ἔχει τοσούτην δύναμιν νὰ θανατόνῃ ἀνθρώπους. Καὶ μίαν ἐν ὅσῳ ἐκάθετον σηκόνεται ἀπὸ λύπης, ἐβγαίνει ἀπὸ τὴν χώραν του, κινᾷ ἐκ τὰ γονικά του, καὶ νὰ ζητῇ ἐπεχείρησε τῆς Δυστυχίας τὸ κάστρον, νὰ μὴ τὴν εὕρῃ πούπετες μετὰ πολλῆς ὀδύνης. |
|
40 | Μῆναν ἐπεριπάτησεν, ἐσέβηκεν τοὺς δύο, τόπους δυσβάτους ἤρξατο νὰ ποδοπεριτρέχῃ, |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Συνάντηση του νέου με τον Χρόνο (στ. 49-118)
Ο νέος, λοιπόν, της ιστορίας μας ξεκινά αποφασισμένος για να πάει στο κάστρο της Δυστυχίας, ώστε να την συναντήσει. Περιφέρεται αρκετό καιρό σε δύσβατα μέρη, μέχρι που κάποια στιγμή συναντά έναν άγνωστο και αποφασίζει να τον πλησιάσει και να του μιλήσει. Ο άγνωστος αυτός είναι ο Χρόνος, ο οποίος εντέλει στέκεται αρωγός του, δίνοντας οδηγίες για τη συνέχεια του ταξιδιού του.
| Καὶ εἰς ἕνα τόπον δύσβατον εἰς οὐρανοὺς νὰ ἐγγίσῃ, |
|
50 | εἰς ἄγριαν στράταν καὶ κακὴν, λιθοπετροστρωμένην τὸν Χρόνον ἐσυνάντησεν τοιοῦτον, ὡς ἐφηγεῖτον· ἄνδραν μακρύν, ἀσκέπαστον, τὰ χέρια γυμνωμένα, ῥοῦχον ἐφόρει κόκκινον, μόνον ὁμπρὸς ’ς τὸ στῆθος νὰ σκέπεται τὸ σῶμάν του μέχρι καὶ τῶν γονάτων. |
|
55
f. 2v | Ἄλλης θωρίας, καλόκοπος, ἀγένειον παλληκάριν· ζωσμένος ἦτον ἄρματα καὶ εἰς τὸ ἕνα χέριν χαρτὶ εἶχε κατάστιχον γραμμένον ἐκ τὴν Τύχην τὸ ποίους νὰ ποίσῃ τὸ καλὸν καὶ ποίους νὰ δυστυχίσῃ. | Καὶ ἐκεῖνος ὥς τον ηὕρηκε οὕτως ἀρματωμένον, |
|
60 | ἐξαίφνης ὑπεσέβηκε φόβος εἰς τὴν ψυχήν του νὰ μὴ τοῦ τόπου ἡ μόνασις φύλακαν ἔχῃ ἐκείνη καὶ φονευθῇ ἐκ τὰς χεῖράς του καὶ λείψῃ ἀπὸ τὸν κόσμον, καὶ εἰς δάσος ὑπεσέβηκε νὰ κρουφθῇ ἀπ’ ἐκεῖνον. Ὅταν δὲ εἰς νοῦν του ἔβαλεν τῆς Δυστυχίας τοὺς πόνους, |
|
65 | ἀτός του εἶπεν εἰς αὑτόν· «Ἂς δράμω, ἂς τὸν λαλήσω· καὶ εἰ μὲν κακός, ἂς φονευθῶ καὶ ἂς λείψω ἀπὸ τὸν κόσμον, εἰ δὲ καλός, νὰ τὸν ἰδῶ, νὰ ὑπάγω νὰ τὸν συντύχω μὴν νὰ γνωρίζῃ πούπετες τῆς Δυστυχίας τὸ κάστρον, νὰ πέσω εἰς τὰ πόδια του καὶ νὰ μὲ τὸ ἑρμηνεύσῃ». | |
|
f. 3r 70 |
Ἐξέβην ἐκ τὸ δάσωμαν καὶ ὑπάγω πρὸς ἐκεῖνον. Ἀπὸ μακρέα στριγγίζω τον· «Πόθεν ὑπάγεις, ξένε; Πόθεν ὑπάγεις, ἄνθρωπε; Τίς εἶσαι; Πόθεν εἶσαι»; Ὁ Χρόνος, ὡς τὸν ἤκουσεν, ἠκούμπησεν εἰς δένδρον, νεύει τον μὲ τὸ χέριν του νὰ ὑπάγῃ πρὸς ἐκεῖνον. |
|
75 | Καὶ ἐκεῖνος, ὡς τὸν ἤκουσεν, ὐπάγει πρὸς τὸν Χρόνον. Καὶ τότε ὁ Χρόνος λέγει τον· «Τίς εἶσαι; Πόθεν εἶσαι»; «Ξένος ἐγὼ καὶ δυστυχής», λέγει τον, «καὶ θλιμμένος, κακομυριοκατάδαρτος ἀπὸ τὴν Δυστυχίαν». «Πόθεν ὑπάγεις, ἀδελφέ; λέγει του πάλε ὁ Χρόνος. | |
|
f. 3v 80 |
Ὁ ξένος ἀπεκρίθην τον· «Ἀφ’ ὅτου ἐγὼ ἐγεννήθην ἔχω τὴν Τύχην κατ’ ἐμοῦ πικραίνουσαν καθ’ ὥραν, ἡμέραν εὐτυχήματος ποτὲ νὰ μή με δείξῃ. Καὶ ἐξέβην ἀπὸ λύπης μου καὶ κοσμοαναγυρεύω μὴ νὰ ἐπετύχω πούπετις τῆς Δυστυχίας τὸ κάστρον, |
|
85 | νὰ τὴν εὑρῶ, νὰ τὴν ἰδῶ, νὰ τὴν παρακαλέσω νὰ μὲ λυτρώσῃ ἐκ τὰ κακὰ τὰ πάσχω καὶ παθάνω». Καὶ ὁ Χρόνος ἀνεστέναξεν καὶ λέγει πρὸς ἐκεῖνον· «Ἀϊλοὶ τὸν γράψουν ἄτυχον τῆς Δυστυχίας τὰ χέρια!» Καὶ τότε πάλιν λέγει τον· «Λέγε με πῶς ἀκούεις |
|
90 | καὶ ποῖον ἔνι τὸ κάστρον σου καὶ τίνες οἱ γονεῖς σου»; Ὁ ξένος ὀλοπρόθυμα λέγει τον τ’ ὄνομάν του καὶ πόθεν ἦν καὶ ποταπὸς καὶ ποῖ’ ἦσαν οἱ γονεῖς του. Καὶ τῷ ἀκούσειν τὸ ὄνομαν ὁ Χρόνος ἐκ τὸν ξένον, ὥσπερ ἐκράτει τὸ χαρτίν, γοργὸν τὸ ἀποτυλίσσει |
|
95 | καὶ βλέπει, ἀναψηλαφᾷ, εὑρίσκει τον ἐκεῖνον νὰ κεῖται εἰς τὸ πρόγραφον τῆς Κακοδυστυχίας. Καὶ πάλιν ἀνεστέναξεν, τοιούτως τὸν ἐλάλει· «Ἐσύ, ἀδελφέ, εἰς τὰ γράμματα κείτεσαι τῆς ὀδύνης γραμμένος ἐκ τὰ χέρια της, μάθε, τῆς Δυστυχίας |
|
100
f. 4r | καὶ ὥς πότε ζῇς, βεβαιώθησε καὶ γνώριζε ἀπ’ ἐμέναν, τῆς Τύχης τὸ κακόγνωμον οὐ θέλεις ἀποφύγειν». Ὁ ξένος ὡς τὸ ἤκουσεν στήκεται κ’ ἐρωτᾷ τον· | «Σὺ δὲ τίς εἶσαι, ἄνθρωπε; Βέβαιον τὸ ἐγνωρίζεις ὅτι ποτὲ ἐκ τὸ δύστυχον μεταλλαγὴν οὐκ ἔχω»; |
|
105 | Καὶ αὐτὸς ἀπηλογήθη τον, τοιοῦτον λόγον λέγει· «Ἐγώ εἰμαι ὁ Χρόνος, ἀδελφέ, τὸν ὑποτάσσει ἡ Τύχη». «Ἐσύ ’σαι ὁ Χρόνος, ἀδελφὲ, τὸν ὑποτάσσει ἡ Τύχη»; «Ἐγώ εἰμαι, λέγει, ἀδελφέ· μή με τὸ ἀπιστήσῃς· καὶ εἰς κόσμον με προσέταξεν τοῦ νὰ ὑπάγω ἡ Τύχη, |
|
110 | τοῦ νὰ ποιήσω ἐναλλαγὴν, γνώριζε, τῶν πραγμάτων, νὰ ἴδω τίνες εὐτυχοῦν καὶ ποῖοι ἀτυχοῦσιν, τοὺς ἀχαρίστους εὐτυχεῖς νὰ πραγματοαλλάξω καὶ ἄλλους νὰ στήσω δυστυχεῖς εἰς τὸ σκαλὶν ἐκεῖνων, ὅσους εὕρω ὅτι εὐχαριστοῦν τὴν Τύχην καὶ ἐπαινοῦσιν». |
|
115 | Ἐγὼ δέ, Χρόνε, τί λέγεις ἐναλλαγὴν οὐκ ἔχω»; «Οὐκ ἔχεις − λέγει τον αὐτός − ἐναλλαγὴν οὐδόλως, ὅτι, ἀδελφέ μου, μάθε το, δι’ ἐσὲν ἠρώτησά την |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο νέος στο κάστρο του Χρόνου (στ. 450-506)
Στους στίχους 119-449, ο περιπλανώμενος νέος συνεχίζει τη συζήτησή του με τον Χρόνο και παίρνει τις απαραίτητες πληροφορίες για να φτάσει στο κάστρο της Δυστυχίας. Ακολουθεί τη μοναχική του πορεία και κάποια στιγμή συναντά μια γριά η οποία είναι στην υπηρεσία της Δυστυχίας, γι’ αυτό συνομιλεί μαζί της. Εκείνη τον συμβουλεύει τί είναι καλό να κάνει στη συνέχεια του ταξιδιού του και τον αποχαιρετά. Κατόπιν, συναντά και τρίτο άτομο, την κόρη της Ευτυχίας και, αφού συνομιλεί και με αυτήν, συνεχίζει το ταξίδι του και βλέπει μπροστά του τον ποθητό προορισμό. Το μονοπάτι προς το κάστρο είναι γεμάτο δυσκολίες, ενώ στη διαδρομή πέφτει πάνω σε κάποιον που από ευτυχισμένος έγινε δυστυχισμένος, εξαιτίας της αλαζονείας του. Αφήνοντάς τον, συνεχίζει την πορεία του και φτάνει επιτέλους στο κάστρο του Χρόνου. Η συζήτησή του με τον τελευταίο αποτελεί το θέμα του αποσπάσματος.
450 | Ἀνέβην, ἐπροσκύνησεν ὁ δυστυχὴς τὸν Χρόνον. Εἶδεν τὸ πῶς ἐκάθητον καὶ ἀπ’ ἔδω του καὶ ἀπ’ ἔκει οἱ μῆνες τὸν παρέστεκαν οἱ δώδεκα τοῦ χρόνου· καὶ ἄλλαις γυναῖκες περισσαῖς εἱστέκασιν ὀπίσω καὶ, ὥσπερ ἔλεγεν αὐτός, ἦσαν οἱ ἑβδομάδες. |
|
455
f. 14r | Καὶ ἅμα τῷ ἀνέβειν εἷδέν τον καθήμενον εἰς θρόνον, δένει τὰς χεῖράς του σφικτά, πίπτει εἰς γῆν ὀμπρός του καὶ ἤρξατο ἀπὸ πόνου του τὰ τίτοια νά τον λέγῃ· «Χρόνε, τοῦ κάστρου βασιλεῦ καὶ συνεργὲ τῆς Τύχης, | γίνου βοηθός μου σήμερον, μυριοπαρακαλῶ σε, |
|
460 | ἕνα με ποῖσε θέλημαν· ἔλα εἰς τὴν Δυστυχίαν, δι’ ἐμέ, παρακαλῶ σέ το, κοπώθησε καὶ εἰπέ την· «Ὁκάποιος τώρα δυστυχής, χρόνους πολλοὺς θλιμμένος γέμει του ἡ τύχη πικρασμοὺς χιλίους βαρημένους καὶ ἐκ τ’ ἀγανάκτησεν πολλὰ κ’ ἐκ τὰ κακοπικράνθη |
|
465 | ξένος δι’ ἐσὲν ἐγένετο ἀπὸ τὰ γονικά του, ἦλθεν εἰς ἀναζήτησιν τοῦ ἐδικοῦ σου κάστρου νὰ εὕρῃ, νὰ σὲ ἴδῃ, νά σε εἰπῇ, νά σε παρακαλέσῃ, ν’ ἀλλάξῃς τὸ κακόγνωμον τὸ ἔχεις εἰς ἐκεῖνον». «Εἰπὲ τίς εἶσαι, ἄνθρωπε»! − λέγει τον πάλε ὁ Χρόνος». |
|
470 | «Ἄνθρωπος εἶμαι δυστυχής, τὸν ἔδειρεν ἡ Τύχη, τὸν ὁ τροχός σου ἐδάμασεν ἀφ’ ὅτου ἐγεννήθην». «Ἴχι ὅτι ἦλθες, ἀδελφέ! Νὰ ζῇς, οὐκ ἐκομπώθης· βασμίδιν εὐτυχήματος δι’ ἐσὲ καλὰ φυλάσσω τὸ ἀπ’ ἄρτι σ’ ἐχάρισεν ἡ Εὐτυχοτυχία. |
|
475 | Πλὴν ἐμποδίζει, γνώριζε, πάλιν ἡ Δυστυχία καὶ λέγει ἀχαρίστας την ὁπόταν ἐδυστύχεις». «Χρόνε μου, πέτραν μοναχὰ νὰ δέρνῃς οὐ φωνάζει, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἀπὸ πόνου της πολλάκις φλόγα πέμπει. Ἄνθρωπος δὲ νὰ αἰσθάνεται καὶ νὰ πονῇ τοσοῦτα |
|
480
f. 14v | καὶ νὰ μὴ λέγ’ εἰς τὰ πονεῖ χειροτερᾷ ἐκεῖνος». «Ἀλήθειαν λέγεις, ξένε μου, καλά εἶν’ τὰ συντυχαίνεις | πλὴν μόνος σου κοπώθησε, ἄμ’ εἰς τὴν Δυστυχίαν, στρίγγισε ἀπὸ καρδίας σου, φώναξε ἀπὸ ψυχῆς σου καὶ ἀπὸ φλόγα πικρασμοῦ τὰ δάκρυά σου ἂς κατέβουν. |
|
485 | Εἰπέ· «Ἀδικοῦμαι», φώναξε· «Κρίνε με, ὡς ἔχεις ἔθος», καὶ ἂν τύχῃ νὰ μετατεθῇ, νομίζω, εἰς ἐσέναν καὶ νἄχῃς παρηγόρημα πολλὰ ὀλίγα τάχα. Καὶ νὰ καὶ τοῦτον τὸ χαρτίν, δός τής το, ἂν ὐπάγῃς, καὶ ἔχω το κάτι ἐκ τὸ κακὸν νὰ σὲ μετακινήσῃ». |
|
490
f. 15r | Ἐκάτσεν, μὲ τὰς χεῖράς του, ὡς ἔλεγεν ὁ ξένος, τούτους τοὺς λόγους ἔγραψεν εἰς τὸ χαρτὶν ἐκεῖνον· | «Κυρά μου ἡ Δυστυχία μου, τὸν ἔθλιψες τὸν ξένον ἦλθεν, εἰς τὰ ποδάρια σου πίπτει, παρακαλεῖ σε νὰ ποίσῃς τίποτ’ εἰς αὐτὸν νὰ μὴ πονῇ τοσοῦτον· |
|
495 | καὶ πιάνει τάχατε κ’ ἐμὲ μεσίτην εἰς ἐσένα νὰ πέσω εἰς τὰ ποδάρια σου νά σε παρακαλέσω ἐκ τὸ βασμίδιν τὸ πατεῖ νὰ τὸν μετακινήσῃς. Καὶ ποῖσε τίποτα εἰς αὐτόν! Ἄνθρωπος ἔνε ξένος, χρόνον ἀκέραιον περπατεῖ, στράτας δυσκόλους ἦλθεν. |
|
500 | Νόησε τὰς κακώσεις του, μάθε τοὺς πικρασμούς του! Ὄρη τὰ οὐκ ἦτον δυνατὸς κανεὶς νὰ τὰ περάσῃ ὁ ξένος τὰ ἐπέρασεν καὶ εἰς ἑσέναν ἦλθεν. Καὶ σκόπησε τὰς θλίψες του καὶ τοὺς ἀμέτρους κόπους! Καὶ ἂς ἀνασάνῃ ἐλεύθερα· μηδὲν τὸν βασανίζης»! |
|
505 | Εἶχεν ἐπάνω ἐπιγραφὴν ἐκεῖνο τὸ πιττάκιν· |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Συνάντηση του νέου με τη Δυστυχία (στ. 586-654)
Ο νέος, αφού έχει πάρει από τον Χρόνο το σημείωμα που είναι απαραίτητο να το δώσει στη Δυστυχία, κατευθύνεται προς το παλάτι της. Ύστερα από μια σύντομη περιγραφή του κάστρου της, μαθαίνουμε ότι εισέρχεται σε αυτό και παρουσιάζεται μπροστά στη Δυστυχία. Τα καθέκαστα της συνάντησής τους σκιαγραφούνται παραστατικά, μέσα από τον συνδυασμό (πρωτοπρόσωπης και τριτοπρόσωπης) αφήγησης και διαλόγου, στο παρακάτω απόσπασμα.
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο νέος στο κάστρο της Ευτυχίας – Επίλογος (στ. 670-756)
Μετά τη συνάντησή του με τη Δυστυχία, και κρατώντας το σημείωμα που πήρε από την ίδια, ο ήρωας κατευθύνεται προς το κάστρο της Ευτυχίας. Το ακόλουθο απόσπασμα παρουσιάζει τη συνάντηση των δύο προσώπων και το αίσιο τέλος της περιπλάνησης του νεαρού πρωταγωνιστή.
670 | Καὶ ἀφ’ οὗ ὁ ξένος τὴν γραφὴν ἀνέγνωσεν τῆς πόρτας, τότε ἐμπαίνει ἀκούτευτα, τρέχει εἰς τὴν Εὐτυχίαν καὶ πίπτει εἰς τὰ ποδάρια της καὶ τίτοια τὴν ἐλάλει. τὴν ἀφηγοῦνται εὔψυχα καὶ τὴν θαυμάζει ὁ Χρόνος, |
|
675 | ἂς ἴδω εὐεργεσίαν σου, καλόν σου ἂς γνωρίσω! Γράψε εἰς τὸ κατάστιχον καὶ ἐμὲν τῆς εὐτυχίας! Χρόνους πολλοὺς με ἔθλιψεν ἡ δυστυχοαδελφή σου· κακά της ἔχω ἀμύθητα, πικρίας ἀναριθμήτους». «Χίλια καλῶς τὸν δυστυχῆ − λέγει ἡ Εὐτυχία − |
|
680
f. 22v | Ἄφες ἀπάρτι νὰ πονῇς, τίποτε μὴ λυπᾶσαι. Ὅσας πικρίας ἂν ἔπαθες τοὺς παραπίσω χρόνους, τοὺς παραμπρὸς γλυκύτητας θέλεις τοὺς ἀπολαύσει· | ὅσους ἐκακοπάθησες ἀπὸ τὴν ἀδελφήν μου ἐδὰ ἀπ’ ἐμένα νὰ χαρῇς· τίποτε μὴ λυπᾶσαι. |
|
685 | Ἔχεις γραφήν, ὁ φίλος μου, ἀπὸ τὴν ἀδελφήν μου;» Λέγει την· «Ναί», καὶ τῷ εἰπεῖν καὶ δώσειν τὸ πιττάκιν ταῦτα μαντᾶτον ἔφθασεν ἀπὸ τὴν Δυστυχίαν· «Σύντομα ἂς φθάσῃ καὶ ἂς στραφῇ· μὴ τὸν κρατήσῃς ὥρα». Ὁ ξένος ἐκ τὸ μήνυμαν εὐθὺς ὑποπατάγη. |
|
690 | «Ἑγόοι σ’ ἐμέναν − ἔλεγεν − πάλι ἐμεταμελήθη». «Τί τον θέλει;» ἐμήνυσεν πάλιν ἡ Εὐτυχία. «Καλάμιν εὐτυχήματος δίχως βουλῆς ἐπῆρεν· ἀπ’ ἔκει ὡς ὧδε τὸ ἔπαιζεν καὶ οὐκ ἤρκειν τον ἐκεῖνο, ἀμὲ ὡς τὸ κάστρον ἔφθασεν καὶ κατατζάκισέν το· |
|
695 | ἀλλὰ ἤθελεν νὰ τὸ κρατῇ καὶ, πῶς εἰπεῖν οὐκ ἔχω, ἔπεσεν ἐκ τὸν κόρφον του τῆς Τύχης τὸ καλάμιν καὶ ὁκάτις εἰς τὰ χέρια της τῆς Δυστυχίας τὸ ’δῶκεν. Καὶ ἐκείνη ἀνέβην εἰς θυμὸν καὶ λέγει· «Ἂς τὸν εὑροῦσιν καὶ ἂς τοῦ ἐπάρουν τὸ χαρτὶν καὶ πάλι ἂς ὑπαγαίνῃ». |
|
700 | «Ἂν ἔνε ὅτι νὰ θλίβεται, λέγει ἡ Εὐτυχία, ἐγὼ εἶμαι ὁποῦ ἦλθεν εἰς ἐμέν, καὶ εἰπὲ τὴν ἀδελφήν μου ὅτι· Ὁ δυστυχὴς αὐτὸς ὁποῦ ἦλθεν εἰς ἐμένα καὶ ’δῶκε με πιττάκιν σου τάχα τῆς συμπαθείας ἀντίσηκον τὸν ἔποικα πάλιν ἐλευθερίας, |
|
705 f. 23r | εἰς τὸ σκαλὶν τὸν ἔστησα τῆς εὐτυχοτυχίας». | Καὶ κάτω ἡ Τύχη ἔγραψεν καὶ ἐμηνολόγησέν τον. Βοῦλλαν τοῦ ἐκρεμάσασιν· εἷχεν σφραγίδα τέτοιαν· ἐμπρὸς ἡ Τύχη εἵστεκεν καὶ νὰ φορῇ στεφάνιν καὶ ὀπίσω νὰ ἔχῃ γράμματα. Ἄκω τί ἐλαλοῦσαν· |
|
710 | «Σφράγισμα ἔνε ἐλευθερίας δέσποινας Εὐτυχίας». Καὶ ἀφ’ ὅτου τὸ ἐβούλλωσαν, δίδουν με τὸ πιττάκιν καὶ λέγουν με ὅτι· «Κίνησε» καὶ πρόβοδον μὲ δίδουν καὶ στράταν με ὠρθώσασιν λιβαδωτὴν καὶ ὁμάλιν νἄχῃ δένδρα παράξενα καὶ βρύσες χιονᾶτες. | |
|
f. 23v 715 |
<Ἐκεῖ φωνὰς γὰρ ἤκουσα νὰ λέγουσιν τοιαῦτα·> «Τρέχε τὴν στράταν, τρέχε την, ἐσὺ εὐγνωευτυχισμένε». Αἲ καὶ τά με ἐφηγήσατο ὁ δυστυχὴς ἐκεῖνος, τὰ ἐπικροκακοπάθησεν ἀπὸ τὴν Δυστυχίαν καὶ ὡς ὕστερον εὐτύχησεν ἀπὸ τὴν Εὐτυχίαν. |
|
720
f. 24r | Λοιπὸν ὁποῦ ἔνε δυστυχὴς ποτέ του μὴ ἀπελπίζῃν, ἀλλ’ ἂς θαρρῇ, καὶ ὁκάποτε ὅσα κἂν θέλῃ πάθει, βασμίδιν εὐτυχήματος πατεῖ περὶ τὸ τέλος. | Ἀκούσετε ὁποῦ ἐπάθετε πικρίας ἀναριθμήτους, ἐμάθετε τοὺς ἔθλιψεν ὁ ἀσύστατος ὁ Χρόνος |
|
725 | πόσα κακὰ παθάνουσιν οἱ δυστυχοτυχοῦντες, πῶς ἀπὸ ταῖς πικρίαις της τῆς Δυστυχοτυχίας γίνουνται ξένοι, αἰχμάλωτοι, θλιμμένοι ἐκ τὰ ’δικά των. Πάλιν πληροφορήθητε καὶ ἐσεῖς οἱ εὐτυχοῦντες πόσα καλὰ παθάνουσιν οἱ εὐτυχοτυχοῦντες, |
|
730 | πόσας χορταίνουν ἡδονὰς καὶ γλυκασμὸν ῥουφοῦσιν, πῶς περπατοῦν ἐνήδονα, πόνους οὐ μεριμνοῦσιν. Βλέπετε, ὅταν τρέχητε τῆς Εὐτυχίας τὸ ὁμάλιν, ὅπου ἰδῆτε δυστυχεῖς νὰ τοὺς ψυχοπονῆτε, ὅσους φαρμάκιν πίνουσι τῆς Κακοδυστυχίας, |
|
735 | νὰ μὴ εἰς λιθάριν πούπετες προσκρούσετ’ ἀτυχίας καὶ πιάσετε τὸ ἀνήφορον τοῦ πόνου καὶ ἀνεβῆτε. Ὅταν τρυγᾶτε τὸ δενδρὸν τῆς Εὐτυχοτυχίας, ἐκ τὸν καρπόν του δίδετε πάλιν τοῖς δυστυχοῦσιν, νὰ τρώγουν καὶ νὰ μνήσκουνται καὶ αὐτοὶ τὴν εὐτυχίαν. |
|
740 | Φοβᾶσθε καὶ τὰ κλώσματα τοῦ Χρόνου ὁποῦ εὐτυχεῖτε, νὰ μὴ εἰς τροχὸν καὶ γυρισμὸν καὶ ἐξανάκλωσμάν του ἐμπεσῆτε καὶ ἴδητε τὸ τί αὐτοὶ παθάνουν. Οἱ δυστυχοῦντες, εὐτυχεῖς λοιπὸν νοήσατέ το, τὸ νὰ ὁμαλίζουν ἔμνοστα τῆς Εὐτυχίας τὴν στράταν |
|
745 f. 24v | καὶ σεῖς νὰ τζυγαρίζεσθε μὲ τὴν ἀδιακρισίαν· | καὶ ὅταν ἔχετε καιρὸν τῆς εὐτυχοτυχίας εἰς νοῦν σας καὶ ἐμνήσκεσθε διὰ τοὺς δυστυχοῦντας. Ἀνεγνωρίστου κρεμασμοῦ μυθογραφὴ καὶ λόγος τρυφῆς ἀγάπης, συμπλοκῆς ὡς ἀπὸ ξενοτρόπου. |
|
750 | Ὁ συγγραφεὺς ἀλλότριος, ξενακουστὸν τὸ πρᾶγμαν, λογοκινεῖ τῷ πλάσματι, ὅλος ὁ μῦθος ξένος. Ἔγραψα, οὐκ ἐξαίρετον ὑπέγραψα τὸν μῦθον. Πλὴν γὰρ ἀνεπιτήδευτος πόθου, δίχως φουδοῦλαν, ὅλος ὁ μῦθος ἔρωτος καὶ ἀνερωτολήπτου. |
|
755 | Καὶ ἐτελέσθη τὸ λοιπὸν ὁ λόγος, συνεγράφη, |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Βιβλιογραφία
- Agapitos 2004
- Panagiotis A. Agapitos, «SO DEBATE. Genre, structure and poetics in the Byzantine vernacular romances of love», Symbolae Osloenses 79 (2004), σ. 7-101.
- Beck 1993
- Hans-Georg Beck, Ιστορία της βυζαντινής δημώδους λογοτεχνίας, μτφρ. Νίκη Eideneier, ΜΙΕΤ, Αθήνα 21993, σ. 236-237.
- Cupane 1995
- Carolina Cupane (επιμ.), Romanzi cavallereschi bizantini, Unione Tipografico-Editrice Torinese, Τορίνο 1995, σ. 647-690.
- Δανιήλ 2007
- Χρήστος Δανιήλ, «Λόγος παρηγορητικός περί δυστυχίας και ευτυχίας», Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι, Πατάκης, Αθήνα 2007, σ. 1268-1269.
- Δημαράς 1964
- Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ώς την εποχή μας, Ίκαρος, Αθήνα 31964, σ. 38.
- Κρουμπάχερ 1900
- Καρλ Κρουμπάχερ, Ιστορία της βυζαντηνής λογοτεχνίας, μεταφρασθείσα υπό Γεωργίου Σωτηριάδου, τ. 3, Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, Αθήνα 1900, σ. 54-55.
- Lambros 1880
- Spyridion P. Lambros (επιμ.), Collection de romans grecs en langue vulgaire et en vers, Maisonneuve, Παρίσι 1880, σ. 289-321.
- Λάμπρος 1906
- Σπυρίδων Π. Λάμπρος (επιμ.), «Λόγος παρηγορητικός περί δυστυχίας και ευτυχίας κατά τον κώδικα της Λειψίας», Νέος Ελληνομνήμων 3 (1906), σ. 402-423.
- Λεντάρη 2007
- Τίνα Λεντάρη, «βυζαντινά ιπποτικά μυθιστορήματα», Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι, Πατάκης, Αθήνα 2007, σ. 335-336.
- Μανούσακας 1995
- Μανούσος Ι. Μανούσακας (επιμ.), Λεονάρδου Ντελλαπόρτα ποιήματα: 1403-1411, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 1995.
- Μαστροδημήτρης 2001
- Παναγιώτης Δ. Μαστροδημήτρης (επιμ.), Η ποίηση του νέου ελληνισμού: ανθολογία, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 2001, σ. 248-253.
- Μέγας 1953
- Γεώργιος Α. Μέγας, «Ο Λόγος παρηγορητικός περί δυστυχίας και ευτυχίας και τα παραμύθια τής προς την τύχην οδοιπορίας», Λαογραφία 15 (1953), σ. 3-43.
- Πολίτη 2007
- Μαρία Λ. Πολίτη (επιμ.), «Λόγος παρηγορητικός περί δυστυχίας και ευτυχίας», ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2007.
- Σβορώνος 1937
- Νίκος Σβορώνος, «Παρατηρήσεις εις Λόγον παρηγορητικόν περί δυστυχίας και ευτυχίας», Αθηνά 47 (1937), σ. 3-43.
Ετικετες Αναζητησης
Λογοτεχνικό Γένος
ΠοίησηΕποχές - Περίοδοι
Δημώδης γραμματεία πριν από την Άλωση (12ος-15ος αι.)
Κατάλογος Έργων
- Αισώπου Μύθοι
- Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης
- Άνθη ευλαβείας
- Άνθος των χαρίτων
- Απόκοπος
- Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης
- Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη
- Βαρλαάμ και Ιωάσαφ
- Βασιλεύς ο Ροδολίνος
- Βίοι αγίων
- Διγενής Ακρίτης
- Διήγησις Βελισαρίου
- Διήγησις εξαίρετος Βελθάνδρου του Ρωμαίου
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη του Ιμπερίου θαυμαστού και κόρης Μαργαρώνης
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη Φλωρίου του πανευτυχούς και κόρης Πλάτζια Φλώρης
- Διήγησις Ιεροθέου Αββατίου
- Διήγησις και οπτασία ωφέλιμος ορθοδόξου τινός Δημητρίου
- Διήγησις του Αχιλλέως
- Διήγησις του Πωρικολόγου
- Διήγησις του Ρεμπελιού των Ποπολάρων
- Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν
- Ερωτικόν ενύπνιον
- Ερωτόκριτος
- Ερωτοπαίγνια
- Ερωφίλη
- Η Βοσκοπούλα
- Η Θυσία του Αβραάμ
- Η Καινή Διαθήκη
- Η Κοσμογέννησις
- Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου
- Θησαυρός
- Θρήνος εις τα Πάθη και την Σταύρωσιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
- Θρήνος της Θεοτόκου
- Θρήνος της Κρήτης
- Θρήνος της Κωνσταντινούπολης
- Ιατροσόφια
- Ιστορία και όνειρο
- Ιστορία του Ταγιαπιέρα
- Κατζούρμπος
- Κλίνη Σολομώντος
- Λαϊκές αφηγήσεις
- Λεηλασία της Παροικιάς της Πάρου
- Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν
- Λόγος παρηγορητικός περί Δυστυχίας και Ευτυχίας
- Μεγάλον θανατικόν από πανόκλα
- Ο Βίος του Αισώπου
- Ο Έπαινος των γυναικών
- Ο Κρητικός Πόλεμος
- Ο Οψαρολόγος
- Ο Χρονογράφος
- Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων
- Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
- Πανουργίαι υψηλόταται του Μπερτόλδου
- Πανώρια
- Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεόν επιστροφή
- Περί ηρώων, στρατηγών, φιλοσόφων, αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων, οπού εβγήκασιν από το νησί της Κύπρου
- Περί της ξενιτείας
- Πόλεμος της Τρωάδος
- Πτωχοπρόδρομος
- Ριμάδα κόρης και νιου
- Ρίμες αγάπης (Κυπριακά ερωτικά)
- Σιντίπας
- Σπανέας
- Σπανός
- Στάθης
- Στεφανίτης και Ιχνηλάτης
- Στίχοι γραμματικού Μιχαήλ του Γλυκά ούς έγραψε καθ΄ ον κατεσχέθη καιρόν εκ προσαγγελίας χαιρεκάκου τινός
- Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου
- Το κατά Καλλίμαχον και Χρυσορρόην ερωτικόν διήγημα
- Το Χρονικόν του Μορέως
- Φορτουνάτος
- Φυσιολόγος
- Χρονικό του Γαλαξειδιού
- Χρονικό του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου Κυθήρων
- Χρονικό των Σερρών
- Χρονικόν