Ιστορία του Ταγιαπιέρα
Συγγραφέας: Τριβώλης Ιάκωβος
Ποίημα γραμμένο από τον Ιάκωβο Τριβώλη, κερκυραίο ποιητή, και τυπωμένο για πρώτη φορά το 1528 στη Βενετία. Εκτείνεται σε 313 τροχαϊκούς, κυρίως, οκτασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους και γράφτηκε για να εξυμνήσει τον Giovani Antonio Tagliapietra, τριήραρχο του βενετικού στόλου, που το 1520 προστάτευσε την Κέρκυρα από πειρατική επιδρομή.
Émile Legrand (επιμ.), Ιστορία του Ταγιαπιέρα που την σημερνήν ημέρα σαν αυτόν ουδέν εφάνη εις όσ’ ορίζουν οι χριστιανοί. Ποίημα Ιακώβου του Τριβώλη επιμελεία τε και διορθώσει Αιμυλίου Λεγρανδίου, Πανδώρα, Αθήνα 1869.
Εισαγωγή
Η Ιστορία του Ταγιαπιέρα είναι ένα εγκωμιαστικό και θριαμβευτικό ποίημα, γραμμένο από τον Κερκυραίο Ιάκωβο Τριβώλη για τη νίκη του ναύαρχου Ταγιαπιέρα (Giovanni Antonio Tagliapietra) επί των πειρατών, στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Κέρκυρας και των αλβανικών ακτών τον Ιανουάριο του 1520.
Με την πτώση του βυζαντινού κράτους αυξάνονταν συνεχώς οι κίνδυνοι και η ανασφάλεια στην περιοχή, κάτι που δυσχέραινε ή και καθιστούσε αδύνατο το εμπόριο και τη ναυτιλία. Με τις κατακτήσεις των Οθωμανών αυξήθηκαν οι δυσκολίες για την Κέρκυρα, η οποία επιδιδόταν σε εμπόριο αλατιού στις αλβανικές και τις δαλματικές ακτές. Παρ’ όλες τις συμφωνίες μεταξύ της Βενετίας και της οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι πειρατές συνέχιζαν τις καταστροφικές τους επιδρομές και λεηλασίες, με αποτέλεσμα ο στόλος της Βενετίας να αναλάβει την αστυνόμευση του Ιονίου (Irmscher 1956, 16-17).
Ως προς το περιστατικό που περιγράφεται στο ποίημα, μπορούμε να το σκιαγραφήσουμε ως εξής: τη νύχτα της 25ης Ιανουαρίου 1520 ένα πειρατικό πλοίο, που βρίσκεται υπό τις διαταγές του διαβόητου πειρατή Moro, συναντιέται στην περιοχή του Δυρραχίου με μια βενετσιάνικη γαλέρα με ναύαρχο τον Giovanni Antonio Tagliapietra. Σημαντικές πληροφορίες για το συγκεκριμένο περιστατικό περιέχονται στο άρθρο του Pesenti «Breve nota sull’ episodio di Tagliapietra narrato da G. Trivolis», όπου παρατίθενται αδημοσίευτα στοιχεία που πηγάζουν από δύο προσωπικές επιστολές του βενετού ναύαρχου προς τον αδελφό του (Pesenti 1925, 322-332).
O Ταγιαπιέρα, επιστρέφοντας από τις χώρες της Ανατολής, συνάντησε στα παράλια της Αλβανίας ένα κατεστραμμένο πλοίο. Έτσι, έμαθε ότι στην περιοχή βρισκόταν ο κουρσάρος Moro και κατευθύνθηκε προς το Δυρράχιο προκειμένου να τον αντιμετωπίσει. Η ναυμαχία ήταν σκληρή και αιματηρή: αποκεφαλίστηκε ο Boutala-Rais, ενώ ο Ταγιαπιέρα διέταξε τους μισθοφόρους του να στοχεύουν στα κεφάλια, τα πόδια και τα χέρια. Μάλιστα, οι Οθωμανοί, προκειμένου να σωθούν, σκαρφάλωναν στα πανιά και τότε οι Βενετσιάνοι άρχισαν να σημαδεύουν τα σχοινιά και τα κατάρτια. Με τις κατάλληλες στρατηγικές κινήσεις ο Ταγιαπιέρα κατάφερε να εγκλωβίσει τους εχθρούς του στην πλώρη, όπου και έδωσε το τελικό χτύπημα. Η νίκη ήταν τόσο σημαντική για τη Βενετία, που απένειμε τιμές και χρηματικές αμοιβές στον βενετό ναύαρχο (Pesenti 1925, 322-332).
Ο ποιητής, επηρεασμένος ίσως από το πνεύμα της ρητορικής τέχνης και της δικηγορίας, αποδίδει υπερβολικούς και στομφώδεις επαίνους στον βενετό ναύαρχο. Όμως, πίσω από το ποίημα διαφαίνεται η συνείδηση της απελευθέρωσης από έναν υπαρκτό και σοβαρό κίνδυνο ο οποίος ταλάνιζε για χρόνια το νησί, τη ναυτιλία και συνεπώς την οικονομική του ευρωστία. Ο Ταγιαπιέρα φαίνεται πως εμφανίστηκε την κατάλληλη στιγμή και κατατρόπωσε τους πειρατές, αφού τους παρέσυρε στην ανοιχτή θάλασσα. Ο Τριβώλης στο ποίημά του δεν αναφέρει τον τόπο του περιστατικού, απλώς δραματοποιεί τη ναυμαχία, μεγαλοποιεί τις συνέπειες της επίθεσης των πειρατών και, από όλο το περιστατικό, περιγράφει εκείνο το επεισόδιο κατά το οποίο οι μισθοφόροι ανακτούν τον έλεγχο και επικρατούν, σκορπώντας τον πανικό και τον όλεθρο στους αντιπάλους (Irmscher 1956, 18).
Το ποίημα εκτείνεται σε 313 τροχαϊκούς, κυρίως, οκτασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους και εκδόθηκε πρώτη φορά στη Βενετία το 1528. Ο Legrand (1869, 8), στον πρόλογο της πρώτης σύγχρονης έκδοσης του ποιήματος, αναφέρει –λανθασμένα– πως πρόκειται για τον πρώτο έλληνα ποιητή που χρησιμοποιεί την ομοιοκαταληξία. Παρόλο που η μορφική αυτή καινοτομία δεν οφείλεται στον Τριβώλη, ο Κερκυραίος είναι ένας από τους πρώτους –και ελάχιστους εκείνη την εποχή– ποιητές που δεν κατάγονται από την Κρήτη αλλά γράφουν σε ριμαρισμένους στίχους, και μάλιστα για να εξάρουν τα ηρωικά κατορθώματα ενός σύγχρονού τους. Βέβαια, στο ίδιο πνεύμα, και υιοθετώντας την ομοιοκαταληξία, κινείται και το ποίημα του Τζάνε Κορωναίου (Ζάκυνθος τέλη 15ου-αρχές 16ου αι.) Μπούα τα Ανδραγαθήματα, γραμμένο, όπως μαρτυρεί το αυτόγραφο χειρόγραφό του, το 1519 στη Βενετία, δηλαδή χρονικά πολύ κοντά στο στιχούργημα του Τριβώλη. Ωστόσο, το τελευταίο, παρά την έλλειψη αφηγηματικής ροής (Vitti 2003, 54), τη φτωχή σε αποτελέσματα ομοιοκαταληξία, και τον στρυφνό σε γενικές γραμμές οκτασύλλαβο στίχο του, γνώρισε μεγαλύτερη προβολή, καθώς είναι γραμμένο σε γλώσσα δημοτική, όπως και το δεύτερο έργο του κερκυραίου ποιητή, Η ιστορία του ρε της Σκότζιας με την ρήγισσα της Εγγλιτέρας, που τυπώθηκε το 1543 στη Βενετία και βασίζεται σε μια ιστορία από το Δεκαήμερο του Βοκάκιου. Δεν θα ήταν άστοχο να υπογραμμίσουμε ότι η αξιοσημείωτη εκδοτική επιτυχία (και) αυτής της μετάφρασης/διασκευής –μας είναι γνωστές 15 ανατυπώσεις του έργου (Vitti 2003, 59)– οφείλεται τόσο στη συνεπή χρήση ενός αμιγώς λαϊκού ύφους όσο και στην πλήρη πια συμμόρφωση του ποιητή με τις αισθητικές επιταγές του καιρού του, δηλαδή τον ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο στίχο, ο οποίος, σε σύγκριση με τον οκτασύλλαβο του ύμνου προς τον Ταγιαπιέρα, αποφέρει «αποτελέσματα πολύ πιο θετικά» (Vitti 2003, 59).
Προκύπτει, λοιπόν, ότι ο Τριβώλης ήταν ένας ανυποχώρητος υπέρμαχος της δημοτικής γλώσσας, κάτι που δηλώνει και στο τέλος του ποιήματος που εξετάζουμε:
εγεννήθη η ρήμα όλη,
Κ’ ει τινός ουδέν αρέσει,
άλλη ας κάμη κι’ ας παινέση. (στ. 302-304)
Η χρήση της δημοτικής, αναμφισβήτητα, προσδίδει ζωντάνια και παραστατικότητα στο κατά τ’ άλλα αδύναμο κείμενο, φανερώνοντας τις προωθημένες απόψεις του δημιουργού του σχετικά με το ζήτημα της γλώσσας. Ο Henri Tonnet (2001, 31) τονίζει ιδιαίτερα το στοιχείο της προφορικότητας που χαρακτηρίζει, άλλωστε, πολλά ελληνικά ποιήματα γραμμένα σε δημώδη γλώσσα και θεωρεί το ποίημα «ιστορικό αφήγημα».
Ακόμη και ο Legrand, ο οποίος στον πρόλογο της πρώτης σύγχρονης έκδοσης του ποιήματος και πάλι εμφανίζεται πολύ αυστηρός στις κρίσεις του, εκτιμώντας πως το συγκεκριμένο ποίημα είναι άτεχνο και στερημένο κάθε ποιητικού πνεύματος, χωρίς ούτε μια «χαρίεσσα» εικόνα ή κάποια λέξη «υψηλή», δεν παραβλέπει την ευρύτερη φιλολογική αξία του και το θεωρεί ως ένα αξιοπερίεργο «μνημείο» της ελληνικής γλώσσας και, σε κάθε περίπτωση, ένα από τα πρώτα ομοιοκατάληκτα ποιήματα που βγήκαν από τα βενετικά τυπογραφεία (Legrand 1869, 7-8).
Ο Ιάκωβος Τριβώλης (Κέρκυρα 1490;-1547) καταγόταν από αρχοντική οικογένεια της Σπάρτης, της οποίας πολλά μέλη κατέφυγαν στην Κέρκυρα και την Ιταλία, μετά την άλωση της Πελοποννήσου το 1461. Ο ίδιος υπήρξε πλοιοκτήτης, καπετάνιος και μεγαλέμπορος και, όπως υποδηλώνεται στην Ιστορία του Ταγιαπιέρα, είχε αντιμετωπίσει πολλές φορές τη μάστιγα της πειρατείας. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της ζωής του έλαβε αρκετά αξιώματα (σύνδικος του νησιού, αιρετός δικαστής, μέλος του Συμβουλίου των Ευγενών) και ασχολήθηκε ενεργά με τα πνευματικά τεκταινόμενα της εποχής του (Ζαρίδη 1993, 148-149). Φαίνεται ότι απέκτησε αρκετή δημοτικότητα στην εποχή του ως ποιητής, αφού o κερκυραίος λόγιος και συγγραφέας Νικόλαος Σοφιανός, δραστήριος αντιγραφέας χειρογράφων και πρωτοπόρος στην ιστορία της ελληνικής τυπογραφίας, τον αποκαλεί «ιλαρώτατον και χαριέστατον ποιητήν» (Legrand 1869, 9)· και αν υπάρχουν λόγοι να αμφιβάλλει κανείς για την αμεροληψία της προηγούμενης κρίσης, δεδομένου ότι ο Τριβώλης ανήκε στον κύκλο του Σοφιανού, αρκεί στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε πως και τα δύο του (γνωστά) έργα, που δεν σώθηκαν σε χειρόγραφη μορφή, τυπώθηκαν στη Βενετία και ανατυπώθηκαν αρκετές φορές (Αλιγιζάκη 2007, 2192).
Το ποίημα για τον Ταγιαπιέρα έχει εκδοθεί από τον γάλλο νεοελληνιστή και βιβλιογράφο Émile Legrand, στη μνημειώδη σειρά Collection de monuments, δύο φορές: αρχικά το 1869 στην Αθήνα και ξανά το 1875 στο Παρίσι, με σχόλια και γαλλική (πεζή) μετάφραση. Αρκετές δεκαετίες αργότερα το κείμενο εξέδωσε, μεταφρασμένο και σχολιασμένο στα γερμανικά, ο J. Irmscher το 1956 στο Βερολίνο, σε μια έκδοση που περιλαμβάνει και το δεύτερο γνωστό έργο του Τριβώλη, τη σκαμπρόζικη και νοβελιστική διήγηση για τον βασιλιά της Σκωτίας και την αγγλίδα βασίλισσα. Για τα αποσπάσματα που ανθολογούνται εδώ, χρησιμοποιήθηκε η πρώτη έκδοση του Legrand (1869), η οποία έχει το πλεονέκτημα να είναι διαθέσιμη και διαδικτυακά στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών «Ανέμη» του Πανεπιστημίου Κρήτης (βλ. Βιβλιογραφία), απαλλάσσοντας παράλληλα τον (μη ειδικό) αναγνώστη από τον φόρτο των εξειδικευμένων πληροφοριών που θα περιείχε ένα κριτικό υπόμνημα σαν κι αυτό που ο γάλλος εκδότης ενσωμάτωσε μόνο στην αναθεωρημένη παρουσίαση του ποιήματος το 1875, όταν πια είχε στη διάθεσή του και την πρώτη βενετική έκδοση (1528).
Αποσπάσματα
Ο ηρωικός Βενετσιάνος (στ. 1-94)
Το ποίημα δημιουργήθηκε για να τιμήσει τη γενναιότητα του Βενετού Giovani Antonio Tagliapietra, ο οποίος το 1520 προστάτευσε την Κέρκυρα από πειρατική επίθεση. Εδώ ο ποιητής επαινεί τις πολεμικές ικανότητες του τριήραρχου του βενετικού ναυτικού και στη συνέχεια παρουσιάζει τα γεγονότα που έδωσαν την αφορμή για τη ναυμαχία.
| Ὦ Χριστὲ καὶ ποιητή μου, Ὁπωδῶσες τὴν ζωή μου, Χάρισαί μου καὶ τὴν χάρι Νὰ παινέσω τὸ λειοντάρι, |
|
5 | Τὸν εὐγενῆ καὶ ἀνδρειωμένον. Φρόνιμον καὶ παινεμένον, Τοῦ κονσέγιου διαλεμένον, Σοπρακόμιν ἀξιωμένον Πὤχει τὴν ψυχὴν ὡς πάρδος, |
|
10 | Καὶ τοῦ πρέπει ἔνας στεντάρδος Ὡς γιὰ τὴν ἀποκοτία Καὶ τὴν πρόθυμον καρδία, Πὤχει μέσα στὸ κορμί του Δὲν στιμάρει τὴν ζωή του. |
|
15 | Οὐδὲ χρήζει αὐτὸς λουμπάρδαις Τούρκους μὲ ἀνακαράδες. Δὲν ψηφάει ταὶς σαΐταις, Σὰν ὁ φούρναρης ταὶς πήτταις, Ἀλλὰ οὐδὲ τὰ σκουτάρια, |
|
20 | Μουσουλμάνων τὰ κοντάρια. Μόνον μέσα ὡς φαλκόνι Καὶ τοὺς Τούρκους θανατώνει. Ὅποιον σώσει τὸ σπαθί του Νὰ τοῦ πέρνῃ τὴν ζωή του. |
|
25 | Ποίος τὸν εἶδε νὰ πολεμῇ Καὶ νὰ μὴ τὸν ἐπαινῇ; Μὲ τὸ εὐγενικὸν τὸ ἦθος Καὶ μὲ τὸ πλατὺ τὸ στῆθος, Τὸ πρόσωπο τ’ ἀγγελικὸ |
|
30 | Τὸ ἔμορφο, τὸ ρωτικό; Μνέγω σας τὴν Παναγία, Χριστιανῶν τὴν μεσιτεία, Καὶ τὸν ἅγιον Νικόλα, Πὦνε βοηθὸς εἰς ὅλα· |
|
35 | Καὶ Σπυρίδωνα τὸν μέγαν. Καθὼς ἤκουσα πὠλέγαν Κάλλιος ἔν’ παρ’ Ἀχιλλέας Καὶ ὁ ἀνδρειωμένος Αἴας. Τί ὁ Ἕκτωρ τῆς Τρωάδος, |
|
40 | Ἢ ἐκεῖνος ὁ Ῥενάλδος; Τί Ὀρλάνδος ἄκουσμένος, Ποῦ ’τον ’ξ ὅλους διαλεμένος; Καῖ ὁ νοῦς μου ὅλος τρομάσει, Ποῦ νὰ τόνε σοὺσουμιάσῃ. |
|
45 | Γιὰ τὴν σημερνὴν ἡμέρα Σὰν αὐτὸν τὸν Ταγιαπιέρα Ποίος μπορεὶ νὰ πολεμήσῃ Τόσους Τούρκους ν’ ἀφανίσῃ. Καὶ ὁπου ’σαν εὐγαλμένοι |
|
50 | Ξὲ δυὸ κάστρη διαλεμένοι; Διακόσιους Μουσουλμάνους, Σὰν ἐκείνους Καραμάνους, Νὰ τοὺς κόψῃ γιὰ μίαν ὥρα, Νὰ τοὺς πέψῃ στὴν κακὴ ὥρα. |
|
55 | Ἔξω τὴν Ἀρβανιτία, Κ’ ἦτον ἄνεμος, εὐδία, Κ’ ἔρχοτον ’κ τὴν Σκλαβουνία Γιὰ τῆς ἀφεντείας τὴν χρεία, Βρέσκει ξύλο κουρσεμένο, |
|
60 | Τὸ κατάρτι του παρμένο, Πῆράν του κ’ ἕνα παιδάκι Ἐδ’ ἐκεῖ στὸ καβολάκι Καὶ ῥωτάει τὸν θλιμμένον· Τίς τὸν ἔχει κουρσευμένον; |
|
65 | Λέγει του ὁ Μόρος ἀσεβὴς Κ’ εἰς τὴ Δουράτσο νὰ τὸν βρῇς. Τότε στὸ Δουράτσο πάει Καὶ γιὰ τὸ παιδὶ ῤωτάει Καὶ ὡς τὸν εἶδαν ἐκ τὴν χώρα |
|
70 | Ὅλοι εἰς μίο αὐτὴν τὴν ὥρα Ἄρπαξαν τὰ ἄρματά τους, Καὶ τὸν Μόρον συντροφιά τους. Καὶ ἀπὸ τὴν πολλή τους βία, Τὴν μεγάλην βιγωρία, |
|
75 | Ξυπόλητοι οἱ ὠργισμένοι Ἐσεβαῖναν οἱ καϋμένοι. Ὡς καὶ ἕνας Μπαρζακάνος Μόρος, ποῦ ’τονε Σουριάνος Πῆγε μ’ ὅλη του τὴν γνῶσιν |
|
80 | Κατεργάρους ν’ ἀγοράσῃ. Λέγει ὁ Μόρος· ἂν τοὺς πιάσω Ὅλους θέλω νὰ τοὺς κρεμάσω, Ὡς γιατὶ ὁ Μεεμέτης Γιὰ Χριστιανοὺς μᾶς γράφει ἐδ’ ἔτις, |
|
85 | Εἴ τις σκοτώσει Χριστιανὸν Τὸν ἔχει φίλον ἐμπιστινόν. Καὶ ἂν ἑμᾶς σκοτώσουν πάλι Γινομέσθ’ ἅγιοι μεγάλοι. Καὶ γιὰ ταῦτο ἂς ἀνδρευθοῦμε |
|
90 | Ἀπάνω τους νὰ βρεθοῦμε Χωρὶς πόλεμον καὶ σπαθὶ Ὁ καθείς τους νὰ χαθῇ. Ἔχω χιλίους πνιμένους Καὶ μυρίους σκοτωμένους. |
|
- Η σελίδα τίτλου της πρώτης σύγχρονης έκδοση του ποιήματος από τον Legrand το 1869.
Πηγή: Corfu Museum - Η πρώτη σελίδα από την ίδια έκδοση (Legrand 1869). Περιέχει τον τίτλο και τους 12 πρώτους στίχους.
Πηγή: Corfu Museum - Pier Francesco Mola, Σαρακηνός πειρατής (1650), πίνακας που εκτίθεται στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι.
Πηγή: Wikimedia Commons - Γκραβούρα που απεικονίζει τη φορεσιά ενός βερβερίνου πειρατή, έργο του 1797, εκτίθεται στο Μουσείο Τέχνης του Λος Άντζελες στις ΗΠΑ.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο Ταγιαπιέρα κατατροπώνει τους πειρατές (στ. 95-200)
Αφού ο ποιητής έπλεξε το εγκώμιο του Ταγιαπιέρα και έδωσε το στίγμα των γεγονότων που οδήγησαν στη συμπλοκή, στο ακόλουθο απόσπασμα περιγράφει με ιδιαίτερη θεατρικότητα τη ναυμαχία.
95 | Νὰ σᾶς ’πῶ καὶ ἄλλο πάλι Ὅτι ἡ φούστα ’νε μεγάλη. Ἔνε εἴκοσι δυὸ παγκῶν Καὶ τί φοβᾶστε τῶν Φραγκῶν; Καὶ εἰς μία ὅσοι κι’ ἂν ἦσαν |
|
100 | Ὅλοι ἐσαλαβατίσαν, Καὶ ἀσηκῶσαν τὰ σαντσάκια, Καὶ βαροδέσαν τὰ τουμπάκια. Καὶ φωνάζασι μεγάλα, Λέγοντας ἐτοῦτα κι’ ἄλλα: |
|
105 | «Καρτερεῖτε δὰ, Φραγκάκια, Μὲ τὰ κούντουρα βρακάκια.» Κ’ ἔδραμαν μὲ βιγωρία Ὡσάν τ’ ἄγρια θηρία. Καὶ ὁ λέων ὡς τοὺς εἶδε |
|
110 | Μὲ τοὺς ἐδικούς του ἐμίλειε· ─« Ὦ Ῥωμαῖοί μου ἀνδρειωμένοι, «Τοῦ πολέμου μαθημένοι, «Σήμερον ἂς ἀνδρευθοῦμε, «Ὅλοι μας νὰ τιμηθοῦμε, |
|
115 | «Σὰν ἐκάμναν οἱ παλαῖοι «Ἄνδρες οἱ ὠνομασμένοι, «Ὁποῦ διὰ τὴν τιμή τους «Δὲν ψηφοῦσαν τὴν ζωή τους. «Δίδει μου καὶ ἡ ψυχή μου |
|
120 | «Ὅτι φούστα ’νε δική μου. «Μόνον μὲ ἀποκοτία «Νὰ τοὺς δώσωμε γιαμία. «Πρῶτος εἶμαι ν’ ἀπηδήσω «Τοὺς μισοὺς νὰ ἀφανίσω. |
|
125 | «Νὰ ἰδῆτε τὸν Ταγιαπιέρα «Γιὰ τὴν σημερνὴν ἡμέρα «Πῶς ξεύρει νὰ πολεμίζῃ, «Καὶ τοὺς Τούρκους ν’ ἀφανίζῃ. «Μόν’ καὶ σεῖς ὅλοι, ἀδελφοί μου, |
|
130 | «Καὶ συντρόφοι ἐδικοί μου, «Κάμετε ὡς ἀνδρειωμένοι «Νὰ βρεθοῦμε κερδεμένοι «Ὅλοι ἀπὸ μίαν γνώμη, «Ἀρχινῶντας ἐκ τὸν κόμη.─» |
|
135 | Εἶπαν: «εἰς τὸν ὁρισμό σου Ν’ ἀποθάνωμεν ὀμπρός σου.» Τότες ἔδειξε τὶ φεύγει Κ’ εἰς τὸ πέλαγος ἐδιέβη. Καὶ ὡς τὸν εἶδαν τὰ Τουρκάκια |
|
140 | Τὶ χαραὶς μὲ τὰ τουμπάκια, Καὶ, καστὶ καοὺρ, φωνάζαν, Καὶ ξοπίσω τοῦ χουγιάζαν Καὶ εἰς μία ’ς αὐτοὺς γυρίζει Καὶ τὸν πόλεμον ἀρχίζει. |
|
145 | Τίς πορεῖ νὰ ἀριθμήσῃ Τὸν πόλεμον νὰ μετρήσῃ Πὤκαμεν ὁ Ταγιαπιέρας Τὸ ταχὺ ὥς τῆς ἐσπέρας. Πρῶτον δίδει τὴν λουμπάρδα |
|
150 | Καὶ τῆς πέρνει τὴν μία μπάντα· Καὶ εἰς μία τὴν βιστιρία Καὶ τῆς πέρνει τὰ κουπία. Καὶ οἱ Τούρκοι ὡς παλληκάρια Ἐμαλώναν μὲ δοξάρια, |
|
155 | Λέγω καὶ μὲ τὰ σκεπέτα Π’ ἀπερνοῦσαν τὰ ἐλμέτα. Τότες ὁ λέωντας ἐβρυχίστη Τοὺς συντρόφους του ὠργίστη· Λέγει τούς. «Τί καρτερεῖτε; |
|
160 | Τί στέκετε καὶ θωρεῖτε; Μέσα ὅλοι σὰν λειοντάρια Νὰ τοὺς πάρω σὰν γομάρια.» Καὶ εἰς μίο πρῶτος εἰσεβαίνει, Καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς σκοτώνῃ· |
|
165 | Τὸν ἀδελφὸν τοῦ Μπουταλᾶ Εἰς μίο τῷ χύσε τὰ μυαλὰ Καὶ τὸν Μπουταλὰ Ῥαΐζη Μέσα εἰς δύο τόνε θερίζει. Εἶδαν τ’ ἄδικο οἱ κουμπάνοι |
|
170 | Ποῦ κατεργοκύρης κάμνει. Πέρνουν τόσην βιγωρία Τ’ εἰσεβαίνουν σὰν θηρία. Καὶ οἱ Τούρκοι ποῦ ’σαν μέσα Ὅλοι ἔφριξαν καὶ ’τρομάσα. |
|
175 | Λέγω κείνην τὴν ἡμέρα Μηδενεὶς ἐκ τὸν Ταγιαπιέρα Τὶς μπορεῖ νὰ ἀριθμήσῃ Τὸ αἷμα πὤτρεξεν ὡς βρύσι, Καὶ τοῦ πολέμου ταὶς σπαθιαὶς |
|
180 | Ποῦ δὲν ἐγίνηκαν ποτές. Δὲν εἶν’ τούτα μὲ φωτία, Μὰ χέρια μὲ τὰ σπαθία, Ποῦ τὸ εἶδεν μὲ τὰ μάτια Πῶς τοὺς ἔκαμεν κομμάτια. |
|
185 | Κεφαλαὶς, χέρια, καὶ πόδια Νὰ χωρίζῃ ἐκ τὰ καράδια. Τότ’ οἱ Τούρκοι ἐτσακιστῆκαν, Καὶ στὰ ἄρμενα ἐμπῆκαν Γιὰ νὰ φύγουν οἱ καϋμένοι, |
|
190 | Λαβωμένοι, σκοτωμένοι. Κ’ ἕνας ἀπὸ τοὺς κουμπάνους Πά, καὶ κόφτει τους τοὺς μάντους, Καὶ τὰ ἄρμενα ἐπέσαν Καὶ τοὺς Τούρκους ἐπλακῶσαν |
|
195 | Κ’ ἐδ’ ἐκεῖ ἐκατέσφαξάν τους Ὅλους, καὶ θανάτωσάν τους. Τότες μίο τὴν φούστα δένει, Κ’ ἐξοπίσω τοῦ τὴν σέρνει. Καὶ οἱ Τούρκοι πὠκαρτεροῦσαν |
|
200 | Στὸ Δουράτσο, καὶ θωροῦσαν |
|
- Willem van de Velde ο Νεότερος, Δράση ανάμεσα σε ένα αγγλικό πλοίο και σκάφη των βερβερίνων κουρσάρων, ελαιογραφία σε καμβά, ανήκει στον Οίκο δημοπρασιών Christie’s.
Πηγή: Wikimedia Commons - «K’ έδραμαν με βιγωρία / ωσάν τ’ άγρια θηρία» (στ. 107-108), σχέδιο από το εικονογραφημένο βιβλίο Πειρατές του Howard Pyle.
Πηγή: Wikimedia Commons - Η έφοδος των αντρών του Ταγιαπιέρα θα ήταν παρόμοια με την επιβίβαση άγγλων ναυτών σε αλγερινό πειρατικό που απεικονίζεται στην έγχρωμη γκραβούρα του John Fairburn, Εθνικό Ναυτικό Μουσείο, Greenwich, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Jean Antonio Théodore Gudin, Ναυμαχία ενός γαλλικού πλοίου της γραμμής και δύο γαλέρων των βερβερίνων κουρσάρων, Ναυτικό Μουσείο της Toulon, Γαλλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Lorenzo A Castro, Μια ναυμαχία με βερβερίνους κουρσάρους, μετά το 1681, λάδι σε καμβά, Πινακοθήκη Dulwich, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Νίκη και έπαινοι (στ. 201-300)
Ο Ταγιαπιέρας κατατροπώνει τους αντιπάλους του μετά από σφοδρή μάχη. Ο ποιητής, για ακόμη μια φορά, εξαίρει τις ικανότητες και τα κατορθώματα του βενετού ναυάρχου και προτρέπει τις αρχές της Βενετίας να τον τιμήσουν με ανάλογα αξιώματα. Παράλληλα, δίνει και το χρονικό στίγμα των γεγονότων: το έτος 1520.
| Πῶς τὸ κάτεργον νὰ πάρουν Στὸ Δουράτσο νὰ τὸ φέρουν, Βλέποντας πῶς τὴν ἐπῆρε Κ’ ἐκ τὴν πρύμνην τὴν ἐσύρε, |
|
205 | Ἄρχισαν τὸ βάϊ βάϊ, Νἄχουν καὶ τὸ καταλάει. Γι’ αὐτὸ, ἀφένταις Βενετσιάνοι, Ποῦ βαστᾶτε τὸ στεφάνι Κ’ ἦστεν στὴν χριστιανοσύνη, |
|
210 | Ζύγι στὴν δικαιοσύνη, Ὅλοι σήμερον χαρῆτε, Τὸν θεὸν εὐχαριστεῖτε, Πὤχετε τέτοιο λειοντάρι, Εἰς τὸν κόσμον γία καμάρι. |
|
215 | Ὦ μεγάλη ἡ ἀφεντεία, Λαμπροτάτη Βενετία, Δότε του τιμὴν καὶ πλούτη Γιὰ τὴν νίκην τὴν ἐτούτη. Π’ αὐτὸς πρέπει ν’ ἀρματώνῃ, |
|
220 | Ποῦ ’σεβαίνει σὰν φαλκόνι, Καὶ συντρίβει καὶ χαλάει Τούρκους ’ς ἕνα ’ς ἄλλο πλάϊ. Καπετάνο δὲ βεντούρα Κάμετέ τον διὰ τὴν ὥρα, |
|
225 | Καὶ νὰ ἰδῆτε τί νὰ κάμῃ Τοὺς ἐχθροὺς νὰ ἀποθάνῃ. Καὶ μικροί τε καὶ μεγάλοι Γιὰ νὰ σᾶς τρομάξουν ὅλοι. Ν’ ἀφανίσῃ τοὺς κουρσάρους, |
|
230 | Τούρκους καὶ τοὺς Κατελάνους, Ὁποῦ ὡς μέσα στὸ Κασσώπη ’Χμαλωτίζονται οἱ ἀνθρῶποι. Θέλεις ἀπὸ Μεσσηνέζους, Καὶ γαϊδάρους Καλαβρέζους, |
|
235 | Ὥς καὶ ἀπὸ τὴν Χιμάρα Πᾶσα μέρα τὴν ἀντάρα. Ἂς ἀφήσωμεν Ἀρτινιώταις, Στὴν στερῃὰ τοὺς Ἀρβανίταις, Ἕως τὸ Κοντυλονῆσι |
|
240 | Τίς ν’ ἀκούσῃ νὰ μὴν φρίσσῃ; Καὶ τινὰς δὲν συντυχαίνει Εἰς ἐκεῖνα τὸ συμβαίνει. Ὦ θεόργιστοι Καλαβρέζοι, Καὶ ἀνταμό σας οἱ Πουλιέζοι, |
|
245 | Ἀμπρουτσάνοι καὶ Ἀσκουλάνοι, Καὶ γαϊδάροι Μαρκεζάνοι, Μαζωχθῆτε, προσκυνεῖτε, Τὸν θεὸν παρακαλεῖτε Νὰ βοηθάῃ τὸ λειοντάρι |
|
250 | Ποῦ σᾶς ἔκαμε τὴν χάρι Ποῦ σᾶς ἔγλυσε ἐκ τοῦ Μόρου, Τοῦ ἀνόμου τοῦ κουρσάρου. Ὁποῦ τώρα ἂν εἶχε γλύσει Ὀξ’ ἐσᾶς δὲν εἶχε ἀφήσει. |
|
255 | Καὶ γυναίκαις καὶ παιδία Ἔπερνε στὴν Βαρβαρία Καὶ ὅσοι εἶστεν στὸν Ἀγκῶνα Ἤφερέ σας στὸν Αὐλῶνα. Γι’ αὐτὸ ὅλοι μαζωχθῆτε |
|
260 | Καὶ ζωγράφο νὰ εὑρῆτε Νὰ σᾶς κάμῃ μίαν εἰκόνα Νὰ τὸ λέτε εἰς τὸν αἰῶνα. Γράφετε καὶ τ’ ὄνομά του Καὶ τὰ κατορθώματά του, |
|
265 | Πῶς εἰς χρόνους τοὺς χιλίους Εἴκοσι πεντακοσίους, Ἄν ἔλειπε ὁ Ταγιαπιέρας, Εἶστεν ὅλοι τῆς κακῆς ὥρας, Εἶστεν ὅλοι ἀποθαμένοι, |
|
270 | Καὶ ὡς σκλάβοι πουλημένοι. Καὶ ἡμεῖς ἐκ τὴν Κερκύρα Γιὰ ταὐτὸν τὸν Ταγιαπιέρα Τὸν θεὸν παρακαλοῦμε· Σὲ τιμὴν νὰ τὸν ἰδοῦμε |
|
275 | Ὡς ὀρέγετ’ ἀπατός του Καὶ νὰ σπάσῃ ὁ ἐχθρός του Νἄχῃ πάντοτε ὑγεία, Πλοῦτον καὶ εὐημερία. Νὰ χαρῇ καὶ ν’ ἀφεντέψῃ, |
|
280 | Τοὺς ἐχθρούς του νὰ παιδέψῃ Καὶ ὁποῦ δὲν τὸν ἐπαινέσει, Κακὸν θάνατον νὰ δώσῃ. Καὶ ὁποῦ δὲν τὸν ἀγαπάει, Φάγουσα νὰ τόνε φάῃ. |
|
285 | Κάμειν ἤθελα καὶ ἄλλα Ποῦ τοῦ πρέπουσι μεγάλα, Ἀμὴ ὁ νοῦς ἦν συγχισμένος Στὴν τοᾶναν ἔνε βαλμένος. Καὶ καλὸ τὸ γύρισμά του |
|
290 | Νὰ γενῇ στὸ θέλημά του Μὲ δεκαπέντε συλλαβαίς, Ποῦ ’νε ἔμορφαις καὶ ἀκριβαίς. Ἄλλο τίποτε γιὰ τώρα Δὲν γράφω κατὰ τήν ὥρα. |
|
295 | Ὁ θεὸς νὰ τοῦ δώσῃ χρόνους, Καὶ χίλιαις χιλιάδες θρόνους· Νὰ τὸν ’δῶ καὶ προβεδόρο, Ὡσὰν εἶδα καὶ τὸν Μόρο, Λέγω τὸν μισὲρ Μπαστία |
|
300 | Πὦνε δὰ στὴν Βενετία. |
|
- «Και γυναίκες και παιδία / Έπερνε στην Βαρβαρία» (στ. 255-256), εικόνα από το βιβλίο του Pierre Dan, Ιστορία της Μπαρμπαριάς και των πειρατών της, Παρίσι, 1637. Ιερείς της Μεταρρύθμισης προσπαθούν να απελευθερώσουν σκλάβους από τους πειρατές.
Πηγή: Wikimedia Commons - Ευρωπαίος στρατιώτης γαλέρας του 16ου αιώνα κρατά αλυσοδεμένο αιχμάλωτο, μάλλον ισλαμικού θρησκεύματος. Γκραβούρα από το βιβλίο Paul Lacroix Στρατιωτική και θρησκευτική ζωή στον Μεσαίωνα, περ. 1880.
Πηγή: Wikimedia Commons - Γαλέρα του 16ου αιώνα, σχέδιο από το βιβλίο Η ιστορία των βερβερίνων κουρσάρων του Stanley Lane-Pool (1890).
Πηγή: Wikimedia Commons - Μοντέλο βενετικής γαλέρας με κωπηλάτες (κάτεργο), Μουσείο Ναυτικής Ιστορίας, Βενετία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο Τριβώλης δίνει το παράδειγμα (στ. 301-312)
Ο ποιητής ως επίλογο δηλώνει ευθαρσώς και δημόσια την προτίμησή του στην καθομιλουμένη γλώσσα.
| ─Ἀπὸ μένα τὸν Τριβώλη Ἐγεννήθη ἡ ῥήμα ὅλη, Κ’ εἰ τινὸς οὐδὲν ἀρέσει, Ἄλλη ἂς κάμῃ κι’ ἂς παινέσῃ. |
|
305 | Ἔγραψα καὶ τύπωσά το Κ’ εἰσὲ ῥήμαν ἔβαλά το, Νὰ τὸ βλέπουν οἱ ἀνδρωμένοι, Τοῦ πολέμου οἱ μαθημένοι, Καὶ νὰ τυπαίνουν καὶ αὐτῆνοι. |
|
310 | Οἱ ἀνήξευροι μεσχίνοι, Εἰς τὸν πόλεμον λειοντάρια Ἄνδρες τε καὶ παλληκάρια. |
|
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Βιβλιογραφία
- Αλιγιζάκη 2007
- Στέλλα Αλιγιζάκη, «Τριβώλης, Ιάκωβος», Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι, Πατάκης, Αθήνα 2007, σ. 2192.
- Ζαρίδη 1993
- Κατερίνα Ζαρίδη, «Ο Κερκυραίος στιχουργός Ιάκωβος Τριβώλης (Στοιχεία από το Ιστορικό Αρχείο Κερκύρας, 1515-1546)», Εώα και Εσπέρια 1 (1993), σ. 145-189.
- Irmscher 1956
- Johannes Irmscher (επιμ.), Ιάκωβος Τριβώλης Ποιήματα, Academie-Verlag, Βερολίνο 1956.
- Κριαράς 1958
- Εμμανουήλ Κριαράς «Παρατηρήσεις στο κείμενο των ποιημάτων του Ιάκωβου Τριβώλη», Byzantion 28 (1958), σ. 67-89.
- Κριαράς 1988
- Εμανουήλ Κριαράς, Μεσαιωνικά μελετήματα: γραμματεία και γλώσσα, τ. 1, ΑΠΘ-Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 528-558.
- Legrand 1869
- Émile Legrand (επιμ.), Ιστορία του Ταγιαπιέρα που την σημερνήν ημέρα σαν αυτόν ουδέν εφάνη εις όσ’ ορίζουν οι χριστιανοί. Ποίημα Ιακώβου του Τριβώλη επιμελεία τε και διορθώσει Αιμυλίου Λεγρανδίου, Πανδώρα, Αθήνα 1869.
- Legrand 1875
- Émile Legrand (επιμ.), Histoire de Tagiapiera surcomite venitien. Poeme grec en vers trochaiques rimes par Jacques Trivolis, publie avec une traduction francaise une introduction et des notes par Emile Legrand [Collection de Monuments pour servir a l’ etude de la langue neo-hellenique, nouvelle serie no 15], Maisonneuve et Cie, Παρίσι 1875.
- Pesenti 1925
- G. Pesenti, «Breve nota sull’ episodio di Tagliapietra narrato da G. Trivolis», Byzantinische Zeitschrift 25 (1925), σ. 322-326.
- Tonnet 2001
- Henri Tonnet, Ιστορία του ελληνικού μυθιστορήματος, μτφρ. Μαρίνα Καραμάνου, Πατάκης, Αθήνα 2001.
- Vitti 2003
- Mario Vitti, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 2003, σ. 54-61.
Δικτυογραφία
«Ιάκωβος Τριβώλης, Κερκυραίος στιχουργός του 16ου αιώνα», Corfu Museum. Petsalis: Collection of Corfu Island, Greece documents.
«Πηγές του Αναλυτικού Λεξικού Κριαρά: «Ιάκωβος Τριβώλης (ci. 1490-1547)», στην «Πύλη για την ελληνική γλώσσα και τη διδασκαλία της», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
* Τελευταία πρόσβαση στη δικτυογραφία: Δεκέμβριος 2017.
Ετικετες Αναζητησης
Λογοτεχνικό Γένος
ΠοίησηΕποχές - Περίοδοι
Δημώδης γραμματεία μετά την Άλωση (16ος-18ος αι.) Λογοτεχνία σε φραγκοκρατούμενα-βενετοκρατούμενα μέρη (15ος-17ος αι.)Θέματα
Πολιτική Χριστιανισμός Ανδρεία/ηρωισμός Δοκιμασία Δυτικοί Έλληνες Εμπόριο Εορτασμός/γλέντι Επιβουλή Μουσουλμάνοι Πειρατεία ΔιαμάχηΤύπος Λόγου
ΑφήγησηΦύση Προσώπων
Άνθρωποι
Κατάλογος Έργων
- Αισώπου Μύθοι
- Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης
- Άνθη ευλαβείας
- Άνθος των χαρίτων
- Απόκοπος
- Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης
- Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη
- Βαρλαάμ και Ιωάσαφ
- Βασιλεύς ο Ροδολίνος
- Βίοι αγίων
- Διγενής Ακρίτης
- Διήγησις Βελισαρίου
- Διήγησις εξαίρετος Βελθάνδρου του Ρωμαίου
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη του Ιμπερίου θαυμαστού και κόρης Μαργαρώνης
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη Φλωρίου του πανευτυχούς και κόρης Πλάτζια Φλώρης
- Διήγησις Ιεροθέου Αββατίου
- Διήγησις και οπτασία ωφέλιμος ορθοδόξου τινός Δημητρίου
- Διήγησις του Αχιλλέως
- Διήγησις του Πωρικολόγου
- Διήγησις του Ρεμπελιού των Ποπολάρων
- Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν
- Ερωτικόν ενύπνιον
- Ερωτόκριτος
- Ερωτοπαίγνια
- Ερωφίλη
- Η Βοσκοπούλα
- Η Θυσία του Αβραάμ
- Η Καινή Διαθήκη
- Η Κοσμογέννησις
- Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου
- Θησαυρός
- Θρήνος εις τα Πάθη και την Σταύρωσιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
- Θρήνος της Θεοτόκου
- Θρήνος της Κρήτης
- Θρήνος της Κωνσταντινούπολης
- Ιατροσόφια
- Ιστορία και όνειρο
- Ιστορία του Ταγιαπιέρα
- Κατζούρμπος
- Κλίνη Σολομώντος
- Λαϊκές αφηγήσεις
- Λεηλασία της Παροικιάς της Πάρου
- Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν
- Λόγος παρηγορητικός περί Δυστυχίας και Ευτυχίας
- Μεγάλον θανατικόν από πανόκλα
- Ο Βίος του Αισώπου
- Ο Έπαινος των γυναικών
- Ο Κρητικός Πόλεμος
- Ο Οψαρολόγος
- Ο Χρονογράφος
- Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων
- Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
- Πανουργίαι υψηλόταται του Μπερτόλδου
- Πανώρια
- Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεόν επιστροφή
- Περί ηρώων, στρατηγών, φιλοσόφων, αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων, οπού εβγήκασιν από το νησί της Κύπρου
- Περί της ξενιτείας
- Πόλεμος της Τρωάδος
- Πτωχοπρόδρομος
- Ριμάδα κόρης και νιου
- Ρίμες αγάπης (Κυπριακά ερωτικά)
- Σιντίπας
- Σπανέας
- Σπανός
- Στάθης
- Στεφανίτης και Ιχνηλάτης
- Στίχοι γραμματικού Μιχαήλ του Γλυκά ούς έγραψε καθ΄ ον κατεσχέθη καιρόν εκ προσαγγελίας χαιρεκάκου τινός
- Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου
- Το κατά Καλλίμαχον και Χρυσορρόην ερωτικόν διήγημα
- Το Χρονικόν του Μορέως
- Φορτουνάτος
- Φυσιολόγος
- Χρονικό του Γαλαξειδιού
- Χρονικό του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου Κυθήρων
- Χρονικό των Σερρών
- Χρονικόν