Κατζούρμπος
Συγγραφέας: Χορτάτσης Γεώργιος
Είναι ένα από τα τρία σωζόμενα θεατρικά έργα του Χορτάτση (τέλη του 16ου αιώνα), επίσης έμμετρο, και ανήκει στο είδος της κωμωδίας, που αντλεί τα μοτίβα της πλοκής του και την πλούσια πινακοθήκη των ηρώων του από την ιταλική commedia erudita. Το ερωτευμένο ζευγάρι αντιμετωπίζει το εμπόδιο του γέρου Αρμένη που θέλει να απολαύσει ερωτικά την κοπέλα, αλλά στο τέλος αποδεικνύεται πατέρας της και το έργο τελειώνει μέσα σε γενική χαρά.
Λίνος Πολίτης (επιμ.), Γεωργίου Χορτάτση Κατζούρμπος: κωμωδία, κριτική έκδοση, σημειώσεις, γλωσσάριο [Κρητικόν Θέατρον, 1], Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 1964.
Εισαγωγή
Στη σωζόμενη θεατρική παραγωγή των χρόνων της ακμής της κρητικής λογοτεχνίας, η κωμωδία αντιπροσωπεύεται από τρία έργα: τον Κατζούρμπο (ή Κατσούρμπο ή Κατσάραπο) του Γεώργιου (Τζώρτζη) Χορτάτση, τον ανώνυμο Στάθη, που σώζεται σε μεταγενέστερη και αρκετά συνεπτυγμένη επτανησιακή διασκευή, και τον Φορτουνάτο του Μαρκαντώνιου Φόσκολου, που γράφτηκε στη διάρκεια της τουρκικής πολιορκίας του Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο), μέσα στον οποίο υποτίθεται ότι διαδραματίζονται και τα τρία αυτά έργα, υπακούοντας στη συνήθεια του ιταλικού θεάτρου της Αναγέννησης η υπόθεση των κωμωδιών να λαμβάνει χώρα σε μια σύγχρονη πόλη. Χρονολογικά παλαιότερο από τα τρία είναι ο Κατζούρμπος, που τοποθετείται γενικά στην τελευταία δεκαπενταετία του 16ου αιώνα, καθώς διάφορες απόψεις/προτάσεις χρονολογούν τη συγγραφή του μέσα σ’ ένα διάστημα το οποίο εκτείνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 1580 μέχρι το 1595-1600.
Το έργο οργανώνεται σε πέντε πράξεις, σύμφωνα με τον απαράβατο κανόνα της νεοκλασικής δραματουργίας της εποχής, είναι γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία και στο κρητικό ιδίωμα, και έχει απλή πλοκή, η οποία στρέφεται γύρω από το μοτίβο της αναγνώρισης ενός χαμένου παιδιού. Στο κέντρο της υπόθεσης βρίσκεται ένα ερωτευμένο ζευγάρι, ο Νικολός και η Κασσάντρα, που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα ότι η θετή μητέρα της κοπέλας Πουλισένα, μια χήρα ελαφρών ηθών, θέλει να την εκδώσει στον πλούσιο, και παντρεμένο, γέρο γείτονά τους Αρμένη, ο οποίος δεν είναι ντόπιος. Επειδή, όμως, και ο νεαρός εξασφαλίζει ένα χρηματικό ποσό για να διεκδικήσει την αγαπημένη του, η Πουλισένα, με τη βοήθεια της ρουφιάνας Αρκολιάς, καταστρώνει ένα σχέδιο που θα ικανοποιήσει και τους δύο άντρες. Οι περιπλοκές και τα αδιέξοδα που θα δημιουργηθούν, ειδικά αφότου πληροφορηθούν το σχέδιο ο πατέρας του Νικολού και η γυναίκα τού Αρμένη, θα λυθούν, όταν αποκαλυφθεί ότι η Κασσάντρα είναι η χαμένη κόρη του ηλικιωμένου ζευγαριού και το έργο θα τελειώσει μέσα στην ευφρόσυνη ατμόσφαιρα του γάμου των δύο παιδιών.
Η κωμωδία του Χορτάτση διαθέτει όλους τους στερεότυπους χαρακτήρες των κωμωδιών της ιταλικής Αναγέννησης (ξεμωραμένος γέρος, σχολαστικός δάσκαλος, κοιλιόδουλοι υπηρέτες, ζωηρές υπηρέτριες, προξενήτρες και ρουφιάνες, και το απαραίτητο ερωτευμένο ζευγάρι), μεγάλη ποικιλία από τρόπους πρόκλησης του γέλιου και έντονη δράση. Φαίνεται ότι λειτούργησε ως πρότυπο για τις επόμενες κρητικές κωμωδίες, ενώ κωμικές σκηνές του χρησιμοποιήθηκαν ως ιντερμέδια στο ποιμενικό δράμα Πανώρια και στην αιγαιοπελαγίτικη Τραγέδια (τραγωδία) του Αγίου Δημητρίου, του 1723. Παρά την ευρεία, όπως φαίνεται και από τις απηχήσεις αυτές, διάδοσή του, ο Κατζούρμπος σώζεται σε ένα μόνο, μεταγενέστερο χειρόγραφο, γραμμένο στα Επτάνησα.
Ο κωμικός οίστρος του έργου (εκφρασμένος με ποικίλους τρόπους οπτικού και λεκτικού χιούμορ μέσα στους 2.300 στίχους του) και η ταχύτητα στην προώθηση της πλοκής «αποκαλύπτουν τον ποιητή σε πλήρη ακμή και ωριμότητα» (Χατζηπανταζής 2014, 58). Θέμα και αυτού του έργου του είναι ο έρωτας, που τώρα, ωστόσο, δεν τοποθετείται στη βουκολική ύπαιθρο ούτε σε βασιλικά παλάτια της αρχαιότητας, παρά μέσα σε ένα πολύβουο λιμάνι της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, κατοικημένο από εμπόρους, δασκάλους, στρατιωτικούς και «εύθυμες κυράδες» με τους υπηρέτες και τις φαμέγιες (οικογένειες) τους. Απόλυτα ευθυγραμμισμένος με τη θεωρία της ιταλικής Αναγέννησης για την κωμωδία, όπως προέκυψε από τη μελέτη και την προσαρμογή της Ποιητικής του Αριστοτέλη και της κωμικής παραγωγής των λατίνων κωμωδιογράφων Πλαύτου και Τερέντιου, ο Κατζούρμπος δεν εμφανίζεται να έχει ένα συγκεκριμένο έργο ως πρότυπο, παρά αντλεί μοτίβα από πληθώρα έργων των ιταλών ομοτέχνων του της «λόγιας κωμωδίας», δηλαδή της commedia erudita του 16ου αιώνα (Cinquecento), τα οποία είχαν πλοκή «ίντριγκας» που πολλές φορές ήταν εξεζητημένα περίπλοκη· αντίθετα απ’ αυτά τα έργα όμως, στην κωμωδία του Χορτάτση το βάρος πέφτει στους χαρακτήρες και τις κωμικές καταστάσεις που αυτοί δημιουργούν με έργα και λόγια, και όχι στις περιπλοκές της υπόθεσης.
Ένα από τα ζητήματα στα οποία το έργο ακολουθεί την αναγεννησιακή θεωρία του θεάτρου είναι και η διαμόρφωση της γλώσσας του, που έπρεπε να αντλεί στοιχεία από το καθημερινό λεξιλόγιο της εποχής. Πραγματικά, η κωμωδία του Χορτάτση περιλαμβάνει πολύ περισσότερες από τα άλλα δύο έργα του λέξεις ιταλικής προέλευσης, που είχαν ενσωματωθεί στο τοπικό ιδίωμα για να δηλώσουν καθημερινές δραστηριότητες όπως: νομίσματα, ρουχισμό, φαγητά, όπλα, μέρη του σπιτιού, ακόμη και υβριστικούς χαρακτηρισμούς. Από την άλλη, η στιχουργία του, η οποία ακολουθεί τον ομοιοκατάληκτο ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο της ελληνικής ανώνυμης δημοτικής παράδοσης αλλά και των επώνυμων δημιουργιών στους πρώτους αιώνες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, έχει τα περίτεχνα χαρακτηριστικά του χορτάτσειου ύφους, με τους πολλούς διασκελισμούς, και επιπλέον εδώ με τις συχνές αντιλαβές (αλλαγή ομιλούντος προσώπου στον ίδιο στίχο), που δίνουν στον κωμικό λόγο την απαιτούμενη ταχύτητα, απομακρύνοντάς τον από τα δεσμευτικά καλούπια των μετρικών κανόνων.
Έχει μελετηθεί πολύ η αληθοφάνεια των πραγματολογικών πληροφοριών που δίνει το έργο για τις συνθήκες ζωής σε μια κρητική πόλη της ύστερης Βενετοκρατίας, μέσα από διασταυρώσεις με πληροφορίες αντλημένες από τα συμβολαιογραφικά και άλλα έγγραφα που σώζονται στα αρχεία της Βενετίας (κυρίως Βαρζελιώτη 2011), και έχουν αναδειχθεί οι αντιστοιχίες τους. Και μπορεί να μην έχουμε να κάνουμε εδώ με «μια “φωτογραφία” της βενετοκρατούμενης Κρήτης», αλλά, από την άλλη μεριά, «είναι εξίσου παραπλανητικό να θεωρήσουμε ότι η εικόνα που δίδεται είναι “απλώς” συμβατική» (Vincent 1997, 143-144).
Ο Κατζούρμπος δεν γνώρισε έντυπη έκδοση και σώζεται σε ένα μόνο χειρόγραφο, μεταγενέστερο, που προέρχεται από τα Επτάνησα και, σύμφωνα με ενδείξεις, παραδίδει ένα κείμενο κάπως αλλοιωμένο· εξάλλου, σε αυτό δεν σημειώνεται ούτε το όνομα του συγγραφέα, που το συνάγουμε από έναν στίχο του Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή ότι ο Χορτάτσης είχε γράψει, εκτός από την Ερωφίλη και την Πανώρια, και έναν «Κατζάροπον». Στο ίδιο χειρόγραφο περιέχεται και ένα από τα τρία σωζόμενα κείμενα της Πανώριας, καθώς και ιντερμέδια, δηλαδή σύντομα σκετσάκια με τελείως διαφορετική υπόθεση απ’ αυτήν του κυρίως έργου, προορισμένα να παίζονται στα διαλείμματα μεταξύ των πέντε πράξεων, σημάδι ότι και τα δύο αυτά έργα του Χορτάτση που δεν πήγαν στο τυπογραφείο είχαν μια σκηνική σταδιοδρομία. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται και από το ότι ανιχνεύονται απηχήσεις του Κατζούρμπου στην επτανησιακή κωμωδία Χάσης του Δημήτριου Γουζέλη (τέλη του 18ου αι.), ενώ στον χώρο του Αιγαίου άφησε το στίγμα του σε ένα θεατρικό κείμενο του τέλους του 17ου αιώνα από την Πάρο, του οποίου σώζεται μόνο ο πρόλογος και αποσπάσματά του διασκευάστηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν κατά λέξη ως «Διλούδια», δηλαδή ιντερμέδια, σε παράσταση του ιησουιτικού δράματος Τραγέδια του Αγίου Δημητρίου (1723), στη Νάξο.
Στα σύγχρονα χρόνια ο Κατζούρμπος έχει μια αξιόλογη σκηνική παρουσία μετά το 1964, που έγινε η πρώτη –και μόνη κριτική μέχρι σήμερα– έκδοσή του από τον καθηγητή Λίνο Πολίτη. Την ίδια χρονιά, ο Κατζούρμπος παρουσιάστηκε σε ραδιοφωνική παράσταση, με σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου, και μέχρι σήμερα έχουν γίνει περίπου δέκα σκηνικές παραστάσεις του από επαγγελματικούς θιάσους, από τις οποίες θα ξεχωρίζαμε τις εξής: Το 1980 η Εταιρεία Θεάτρου Κρήτης (ΕΘΕΚ), ένας φορέας που είχε ως στόχο στα πρώτα της χρόνια να ανεβάσει όλα τα έργα του κρητικού θεάτρου, έδωσε τον Κατζούρμπο που, όπως έκανε νωρίτερα με την Πανώρια (1976) και την Ερωφίλη (1978), τον περιόδευσε στην κρητική ύπαιθρο, φέρνοντας τους κατοίκους του νησιού σε άμεση επαφή με ένα τόσο σημαντικό κεφάλαιο της πολιτιστικής τους ιστορίας. Το 1993 ανέβασε το έργο ο Λευτέρης Βογιατζής με τη «Νέα Σκηνή» και στο πρόγραμμα εκείνης της παράστασης ο Στέφανος Κακλαμάνης έδωσε νέο κείμενο του έργου σε δική του φιλολογική επιμέλεια και γλωσσάριο, ενσωματώνοντας «πολλές από τις διορθώσεις και κριτικές παρατηρήσεις άλλων μελετητών» και με «προσπάθεια να αποκατασταθεί ο κρητικός γλωσσικός χαρακτήρας του έργου». Ωστόσο, η πρώτη από σκηνής παράσταση της κωμωδίας, όσο κι αν ακούγεται παράξενο, είχε γίνει το 1968 σε αγγλική μετάφραση, την οποία υπέγραφε ο υποψήφιος τότε διδάκτωρ Alfred Vincent, εκδότης κατόπιν της κωμωδίας Φορτουνάτος και αργότερα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ. Ο Vincent είχε και την όλη φροντίδα της παράστασης αυτής, στην όποια έπαιζαν άγγλοι φοιτητές του Πανεπιστημίου του Cambridge.
Αποσπάσματα
Πρωινή καντάδα στην αγαπημένη (A 1-30)
Στην αρχή του έργου παίρνουμε τις πρώτες πληροφορίες για τον τόπο και τον χρόνο της υπόθεσης: βρισκόμαστε έξω από το σπίτι της αγαπημένης ενός νέου, ο οποίος εμφανίζεται μαζί με τον υπηρέτη του, και είναι νωρίς το πρωί, σύμφωνα με τις επιταγές της αναγεννησιακής θεωρίας του θεάτρου. Ήδη από τους πρώτους αυτούς στίχους καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για έναν σοβαρό ερωτευμένο που ήρθε να κάνει καντάδα στην καλή του, συνοδευόμενος από τον κοιλιόδουλο και γελοίο δούλο του.
| ΑΤΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΕΝΑ ΠΡΩΤΗ Νικολὸς καὶ Κατζάραπος μὲ τὴν κιτάρα.
ΝΙΚΟΛΟΣ Ἔ μας ἐπά, Κατζάραπε, στὸ σπίτι τῆς κερᾶς μου, κι’ ἄν ἤξερες πῶς ἅφτουσι τὰ φύλλα τῆς καρδιᾶς μου καὶ πῶς τρέμουν τὰ μέλη μου, κρίνω πὼς μ’ εἶχες κλαίγει κι’ ἀλύπητη τὴ μοίρα μου κι’ ἄπονη εἶχες λέγει, |
|
5 | γιατὶ δὲ βλέπω τά ’μορφα καὶ πλουμιστά της κάλλη τὴ σκότιση νὰ διώξουσι τοῦ νοῦ μου τὴ μεγάλη. Ποῦ ’σαι, Κασσάντρα μου ἀκριβή, ποῦ ’σαι καὶ δὲν προβαίνεις νὰ σβήσης τσῆ καημένης μου καρδιᾶς τσῆ πληγωμένης τὴ λαύρα κι’ ὅλους τοὺς καημοὺς μόνο μὲ τὴ θωριά σου; |
|
10 | κι’ ὁ νοῦς μου ὁ φοβιζάμενος, γρικώντας τ’ ὄνομά σου, νὰ διώξη τὴν τρομάρα μου, κι’ ἀπὸ ’δεπὰ μὲ πλήσο δρόσος καὶ περιδιάβαση σπίτι μας νὰ γυρίσω;
Σονάροντας τὴν κιτάρα. Ρίμες. Πρόβαλε, κορασίδα μου, πρόβαλε νὰ σὲ ἰδοῦσι τὰ μάτια μου τοῦ ταπεινοῦ νὰ παρηγορηθοῦσι, |
|
15 | πρόβαλε, δῶσ’ τωνε τὸ φῶς, σὰν ἤσου μαθημένη, μὲ τὴ γλυκιά σου τὴ θωριά, ψυχή μου ἀγαπημένη.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Πρόβαλε, ναῖσκε, πρόβαλε, μηδὲν ἀργῆς, κερά μου — τοῦτα τὰ λόγια τ’ ἄνοστα πῶς τὰ μισᾶ ἡ κοιλιά μου! Κοιμᾶσται θέλει ἀληθινά, γιὰ κεῖνο δὲν προβαίνει· |
|
20 | δὲν ἐκαλοξημέρωσε καὶ θές τη σηκωμένη νὰ στέκη νὰ σὲ καρτερῆ νὰ ἰδῆ τὸ πρόσωπό σου, σὰ νὰ μὴν εἶχε λογισμὸ παρὰ τὸν ἐδικό σου; Τούτη τὴν ὥρα κάθεεἶς γλυκότατα κοιμᾶται κι’ ἀναπαμένος μηδεμιὰ δουλειά του σκιὰς θυμᾶται, |
|
25 | κι’ ἐμεῖς ἐσηκωθήκαμε σύναυγα σὰ χαλκιάδες κι’ ἐπὰ στὴ ρούγα ἦρθαμε νὰ λέμε πελελάδες. Σκιὰς κολατσιὸ ἄς εἴχαμε κάμει, μὰ τ’ ἄντερά μου βουρβουρακιάζουν καὶ πονοῦν, καὶ μάχετ’ ἡ κοιλιά μου. Τοῦτες δὲν εἶν’ καλὲς δουλειές, μηδεποσῶς μ’ ἀρέσου· |
|
30 | βλέπεσε, μὴν τὶς κάμης πλιό, ἂ μ’ ἀγαπᾶς ποτέ σου. |
|
- Το απόσπασμα (Α 1-30) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Η παρωδία μιας καντάδας (A 115-144)
Πρόκειται για το τέλος της πρώτης σκηνής του έργου, από την οποία έχουμε δει και τους τριάντα πρώτους στίχους. Ο Νικολός έχει πια περιγράψει στον υπηρέτη του Κατσάραπο τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στον αμοιβαίο έρωτά του με την Κασσάντρα εξαιτίας της φιλαργυρίας της μητέρας της, που θέλει να την δώσει στον πλούσιο γέρο Αρμένη, και απειλεί ότι θα αυτοκτονήσει, αν ο Κατσάραπος δεν επιστρατεύσει όλες του «τις πονηριές» και τη «φρόνεψη» για να τον βοηθήσει (στ. 113-114). Στρέφεται, στη συνέχεια, στο παράθυρο της κοπέλας, για να κάνει την καντάδα του, την οποία παρωδεί συγχρόνως ο υπηρέτης.
115 | Εἰς τοῦτο στέκει ὁ Κατζάραπος καὶ πενσάρει, κι’ ἀπόκεις λέγει:
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Ἐμένα, ἀφέντη, φαίνεται στὸ σπίτι μας νὰ πᾶμε νὰ βροῦμε τίβοτας καλὸ ὁλονομπρὸς νὰ φᾶμε κι’ ὕστερα, σὰ χορτάσωμε, τς ἀναπαγῆς μας πάλι ρεμέδιο ’ς τούτη τὴ δουλειὰ θέλομε βρεῖ τὴν ἄλλη.
ΝΙΚΟΛΟΣ Καλύτερη ἀπόκριση δὲν ὄλπιζ’ ἀπὸ σένα, |
|
120
[120]
[123]
[123] | φαγὰ καὶ κακορίζικε.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Στὸ λογισμό μου ἐμένα, στράτα καλὴν ἀληθινὰ ποιός ἄνθρωπος νὰ γνώση πεινώντας δύνεται, ἢ βουλὴ τινὸς ἀλλοῦ νὰ δώση; Μὰ κάμε σὰ σοῦ φαίνεται.
ΝΙΚΟΛΟΣ Λίγο νὰ τραγουδήσω θέλω σὲ τοῦτο τὸ στενό, μήπως νὰ τὴν ξυπνήσω, |
|
125 | στὸ παραθύρι της νὰ βγῆ νὰ μὲ παρηγορήση καὶ τῆς καημένης μου καρδιᾶς τὸν ὀφανὸ νὰ σβήση.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Κάμε καθὼς σοῦ φαίνεται, κι’ ἐγώ, στὸ μέσο τοῦτο, θέλω συρθῆ σὲ μιὰ μεριὰ νὰ παίζω τὸ φιαοῦτο μ’ ἕνα κομμάτι ποὺ βαστῶ μέσα εἰς τὴν μπουζνάρα |
|
130
[133] | ἀπόχτιν ἀγριμερικό. Χτύπα την τὴν κιτάρα, μὰ πλιὰ καλλιά σου νά ’θελες τρώγει κι’ ἐσύ, καημένε, γιατὶ ἄλλο σὰν τὸ φαγητὸ πράμα γλυκὺ δὲν ἔναι.
Εἰς τοῦτο τραγουδεῖ ὁ Νικολὸς παίζοντας τὴν κιτάρα, καὶ λέγει ἐτοῦτα τὰ τραγούδια: ΝΙΚΟΛΟΣ Μὲ τὸ γλυκὺ κιλαδισμὸ τὸν ἥλιο προσκαλοῦσι κάθε πουρνὸ ὅλα τὰ πουλιὰ νά ’βγη νὰ τόνε δοῦσι, — |
|
135 | ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Μὲ τὸ μοσκάτο τὸ γλυκὺ καὶ μ’ ὄμορφη λογάδα κάθε πουρνὸ οἱ φρόνιμοι διώχνουσι τὴν κρυάδα, —
ΝΙΚΟΛΟΣ νὰ πάρουν φῶς τὰ μάτια τους καὶ λάμψη ἀπὸ κεῖνο, τὰ ταίρια τους γιὰ νὰ μποροῦ ν’ ἀνταμωθοῦσι, κρίνω.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ νὰ πάρουσι τὰ μέλη τους δύναμη, νὰ βαστοῦσι |
|
140 | τσὶ κόπους καὶ τσὶ λογισμοὺς ὁποὺ τσὶ τυραννοῦσι.
ΝΙΚΟΛΟΣ Γιαῦτος μὲ τὸ τραγούδι μου κι’ ἐγώ, γλυκιὰ κερά μου, σὲ κράζω νά ’βγης νὰ σὲ ἰδοῦν τὰ μάτια τὰ δικά μου.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Γιαῦτος κι’ ἐγώ ’χα πεθυμιὰ σήμερα νά ’χα χάρη σ’ ἕνα βουτσὶ νὰ βρίσκουμου γὴ πούρι σὲ πιθάρι. |
|
- Νικολός και Κατζάραπος στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Το απόσπασμα (Α 115-144) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Πρώτη γνωριμία με τον κύκλο των ελαφρών γυναικών (A 215-239)
Βρισκόμαστε στη δεύτερη σκηνή της πρώτης πράξης και γνωρίζουμε τώρα τη χήρα Πουλισένα, επικεφαλής ενός κύκλου γυναικών ελαφρών ηθών, που δίνει το στίγμα του στην κωμωδία του Χορτάτση, αποτελούμενος από ρουφιάνες-πολιτικές και νεαρές ζωηρές υπηρέτριες. Στο απόσπασμα που ακολουθεί, από τον διάλογο της Πουλισένας με την υπηρέτριά της Αννούσα μαθαίνουμε κάτι που ήδη γνωρίζουμε (ότι ετοιμάζουν την αγαπημένη του Νικολού Κασσάντρα για ερωμένη του γέρου Αρμένη) και κάτι καινούριο, το οποίο θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην αίσια έκβαση του έργου: το γεγονός ότι η Κασσάντρα δεν είναι πραγματική παρά θετή κόρη της Πουλισένας.
215 | ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Ἀννούσα, βλέπω κουζουλὴ πὼς εἶσαι, μηδὲ πλιό σου γνώση, καημένη, σὰ θωρῶ, βάνεις στὸ καύκαλό σου. Δὲ μὲ στοχάζοσου τὸ πὼς τό ’κανα ὀμπρός τους μόνο, μὲ τέχνη, πὼς τοὺς ἀγαπῶ τάχα, νὰ τσὶ κομπώνω; Πουτάνα δίχως πονηριά, δίχως ὀνύχια ἡ γάτα, |
|
220 | ρουφιάνα δίχως ψόματα, κακά τωνε μαντάτα!
ΑΝΝΟΥΣΑ Στὸ νοῦ σου βάνεις το, λοιπόν, ν’ ἀφήσης τὴν Κασσάντρα τὴ νιότη της τὴ δροσερὴ νὰ χάση δίχως ἄντρα;
ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Τοῦτο ποτὲ δὲν ἔβαλα στὸ λογισμό μου μέσα· γυρεύγω μόνο ὅσο μπορῶ νά ’βρω πολλὰ τορνέσα. |
|
225 [226]
[226] [227]
[227] | Γιὰ κεῖνο πάγω ’ς τς Ἀρκολιᾶς, νὰ δῶ ἀνισῶς κι’ Ἁρμένης μοῦ δίδει αὐτὰ ποὺ μὄταξε.
ΑΝΝΟΥΣΑ Καλλιά ’ναι ν’ ἀνιμένης νά ’ρθη ἐκεῖνος σπίτι σου. ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Ἀλλὰ νὰ πάγω πάλι — θέλω νὰ πάγω στὸ σκολειὸ γιὰ κάποια χρεία μ’ ἄλλη. ΑΝΝΟΥΣΑ Κατέχω ἴντα θὲς ἐκεῖ· μὰ πῶς τὸ θέλ’ ἡ ψή σου |
|
230 | ’νοῦς γέρου κακοπόδαρου νὰ δώσης τὸ παιδί σου;
ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Δὲν εἶναι θυγατέρα μου, σὰν πασαεῖς κρατεῖ τη, Ἀννούσα, τούτ’ ἡ κοπελιὰ δὲν εἶναι ἀπὸ τὴν Κρήτη, Εἰς τὴν Ἀξιὰ ἐγεννήθηκε κι’ ἐπιάστη σκλαβοπούλα ἀντάμα μὲ τὸν κύρη τση καὶ μὲ τ’ ἀδέρφια τς οὗλα, |
|
235 | κι’ ἅντρας μου τὴν ἀγόρασε καὶ σπίτι του ἔφερέ τη, καὶ σπλαχνικά, σὰ νά ’χε ’σται παιδί του, ἀνάθρεψέ τη. Κι’ ἀπεὶς ἀπόθανε αὐτός, στὴ χέρα τὴ δική μου τὴν ἄφησε, ὡσὰν θωρεῖς, κι’ ἔχω τη σὰν παιδί μου. Μ’ ἄς πηαίνωμε, κι’ ὀγλήγορα ἡ μέρα ξεπλαταίνει. |
|
- Αννούσα και Πουλισένα στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου - Αννούσα και Πουλισένα στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ένας ερωτευμένος γέρος! (A 247-288)
Εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στην πρώτη πράξη, το μέρος όπου, σύμφωνα με την αναγεννησιακή θεωρία του θεάτρου, εκτίθεται η υπόθεση του έργου και γνωρίζουμε τους περισσότερους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες. Μέχρι την τρίτη σκηνή, που αρχίζει εδώ, έχουμε δει αφενός τον ερωτευμένο νεαρό Νικολό να εξιστορεί στον υπηρέτη του Κατζάραπο τα εμπόδια που συναντά στον έρωτά του με την Κασσάντρα, αφετέρου τη χήρα Πουλισένα να συζητά με τη δική της υπηρέτρια Αννούσα το σχέδιό της να δώσει την Κασσάντρα στον γέρο Αρμένη – εκεί ακούσαμε για πρώτη φορά ότι η κοπέλα δεν είναι πραγματική κόρη της Πουλισένας. Τώρα είναι σειρά να δούμε τον ίδιο τον Αρμένη, ο οποίος βγαίνει στη σκηνή με τη νυχτερινή του ενδυμασία, συνοδευόμενος από τον δούλο του Μούστρουχο.
| ΣΕΝΑ ΤΡΙΤΗ Ἀρμένης καὶ Μούστρουχος.
ΑΡΜΕΝΗΣ Σφούγγιξε τὰ παπούτσα μου, σιάξ’ το τὸ τζαμπουρλί μου, γιὰ νὰ μὲ δῆ νὰ μὲ ρεχτῆ τούτ’ ἡ ἀγαφτική μου.
ΜΟΥΣΤΡΟΥΧΟΣ Ποιά σου παπούτσα; τσὶ φελλοὺς φορεῖς τσὶ νυχτικούς σου. |
|
250 | Τούτ’ ἡ ἀγάπη, σὰν θωρῶ, ἐπῆρε τον τὸ νοῦ σου!
ΑΡΜΕΝΗΣ Γιά, τσὶ φελλοὺς φορῶ, νὰ ζῶ! Δὲν εἶν’ πολὺ ἀνὲ σφάνω· θαμάζομαι πῶς ἔχω νοῦ τσὶ βράκες μου καὶ βάνω. Τοῦτος ὁ πόθος μοῦ κρατεῖ τὸ νοῦ διασκορπισμένο, σὰν εἶναι τῶν ἀγαφτικῶν τὸ φυσικὸ δοσμένο. |
|
255 | Μὰ τοῦτο δὲν εἶν’ τίβοτσι σιμὰ σὲ σφάλματ’ ἄλλα ὁποὺ μὲ κάνει ὁλημερνὶς καὶ κάνω πλιὸ μεγάλα: σφάνω τορνέσια ὅντε μετρῶ, σκαρτσούνια μου δὲ δένω, σὰν ἀφορμάρης περπατῶ ’ς τσὶ στράτες ποὺ πηγαίνω, τὴν ἐμιλιὰ ὁποὺ μιλῶ κα - πα - κι - στὰ τὴ βγάνω, |
|
260 | στὴν κεφαλή μου πὰ ξυστῶ, κι’ ἐγὼ τ’ ἀτζί μου πιάνω, κι’ ἐκεῖνο πού ’ναι πλιότερο, δὲν ἠμπορῶ νὰ φάγω, μηδὲ στὴ σέκια δυὸ φορὲς τὴν ἑβδομάδα πάγω· τὴ νύχτα ψίχα δὲν μπορῶ μιὰν ὥρα νὰ τὰ κλείσω τὰ μάτια μου νὰ κοιμηθῶ· θαμάζομαι, νὰ ζήσω, |
|
265
[269]
[269] | πῶς ζῶ σὲ τόση παιδομή. Τούτη τὴ νύχτα εἶχα περίσσια ἀδέξια καὶ κακή· δὲν ἔλειψε μιὰ τρίχα νά ’βγω ὀχ τὸ νοῦ μου, κάτεχε, ὥστε νὰ ξημερώση, νὰ δῶ ἀνισῶς κι’ ἡ μάνα τση θέλει νὰ μοῦ τὴ δώση, σὰ μοῦ ’ταξεν ὀψὲς ἀργά.
ΜΟΥΣΤΡΟΥΧΟΣ Ἂν τά ’χετε σιασμένα, |
|
270 | πῶς θές, πλερώνοντάς τηνε, νὰ μὴν τὴ δώση ἐσένα; Ἀληθινὰ θαμάζομαι, τώρα στὰ γερατειά σου, ὁπὄπρεπε στὰ χέρια σου νά ’χης τὰ πατερμά σου, ν’ ἀφήσης τέτοια παιδομὴ νὰ πιάση τὸ κορμί σου, δίχως νὰ βλέπης ποῦ μπορεῖ νὰ φτάξη ἡ δύναμή σου. |
|
275 | ΑΡΜΕΝΗΣ Πότες ἐγίνης δάσκαλος, Μούστρουχε, κι’ ἀρμηνεύγεις; Καὶ σώνει, ὅντες σ’ ὁρίζουνε, γάιδαρε, νὰ δουλεύγης καὶ νὰ σωπᾶς. Πῶς μὲ κρατεῖς καὶ λὲς «στὰ γερατειά μου»; Νὰ πὰ τὸ λάχη νὰ τὸ πῆς κι’ ὀμπρὸς εἰς τὴν κερά μου, νὰ τὸν πιστέψη ἀληθινὰ τὸ λόγο καὶ νὰ μάθη, |
|
280 | κι’ ὕστερα, ἀπὸ τὸ στόμα σου νὰ μείνω ’γὼ στὰ πάθη.
ΜΟΥΣΤΡΟΥΧΟΣ Μά τὴν ἀλήθεια, δὲ θωρεῖ τὰ γένια τὰ ψαρά σου, δὲ σὲ θωρεῖ, ὅντες περπατεῖς, πῶς τρέμουσι τ’ ἀτζιά σου;
ΑΡΜΕΝΗΣ Μούστρουχε, μασκαρεύγεσαι· ἐγώ, μά τὴν ἀλήθεια, δὲν τ’ ἀγαπῶ τοσοσταλὰ τοῦτα τὰ παραμύθια. |
|
285
[287]
[287] |
ΜΟΥΣΤΡΟΥΧΟΣ Δὲ μασκαρεύγομαι, ἀλλά, μά τὴν ἀλήθεια, λέγω πὼς θὰ σὲ γδάρου οἱ πολτικὲς —γιαῦτος δίκια σὲ κλαίγω.
ΑΡΜΕΝΗΣ Σώπα τσὶ κουζουλάδες σου!
ΜΟΥΣΤΡΟΥΧΟΣ Ἤθελα νὰ γρικήσω ἄν ἔναι κι’ ἀγαπᾶς τηνε ἀπὸ καιρὸ περίσσο. |
|
- Αρμένης και Μούστρουχος στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Το απόσπασμα (Α 247-288) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο ψευτοπαλικαράς στρατιωτικός (Β 1-14 )
Καθώς αρχίζει η δεύτερη πράξη, γνωρίζουμε έναν από τους δευτερεύοντες, αλλά σημαντικούς για τον κωμικό χαρακτήρα του έργου, στερεότυπους χαρακτήρες μιας αναγεννησιακής κωμωδίας: τον ψευτοπαλικαρά στρατιωτικό, που εδώ ονομάζεται Κουστουλιέρης και συνοδεύεται πάντα από τον δούλο του Κατζούρμπο. Στο απόσπασμα αυτό κάνει την εντυπωσιακή του είσοδο με τον καθιερωμένο μονόλογο της πρώτης εμφάνισης στη σκηνή, απαριθμώντας όλες τις παλικαριές που είναι σε θέση να επιτελέσει, ενώ ο δούλος του σπεύδει να ενημερώσει το κοινό ότι η πραγματικότητα ως προς τον χαρακτήρα του αφέντη του είναι τελείως διαφορετική. Σχεδόν ολόκληρη η σκηνή αυτή (Β 1-92) σώζεται και σε μια δεύτερη εκδοχή στο ίδιο χειρόγραφο, ως ένα από τα ιντερμέδια της Πανώριας, και σε μια τρίτη, ως ιντερμέδιο του αιγαιοπελαγίτικου θεατρικού Τραγέδια του Αγίου Δημητρίου (1723)· φαίνεται δηλαδή ότι κάποια στιγμή, λόγω του αυτόνομου, θεαματικού και κωμικού χαρακτήρα της, αποσπάστηκε από το έργο του Χορτάτση και ακολούθησε δική της πορεία ως ιντερμέδιο σε θεατρικές παραστάσεις διάφορων έργων.
| ΑΤΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΕΝΑ ΠΡΩΤΗ Κουστουλιέρης καὶ Κατζοῦρμπος.
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Σὰ δὲ μοῦ λάχου δυὸ καὶ τρεῖς, νὰ τσὶ παραστελιάση, σὰ δὲ ζουγλάνη ἑφτὰ κι’ ὀχτώ, σὰ δὲν ὁλοδιαβάση πέντ’ ἕξε ἡ χέρα μου κορμιά, ἐτοῦτο τ’ ἀντρειωμένο σπαθὶ πομένει τὸ ζιμιὸ σὰν παραπονεμένο. |
|
5 | Μὰ μετὰ ποιόν, στὴν πίστη σας, θὲ νὰ μαλώσω πλιό μου, ἀνὲν καὶ ζωντανὸ ποθὲς δὲν ἄφησα ὀχτρό μου, ἀνὲν κι’ ὅλοι μὲ τρέμουσι κι’ ἀναμερίζουσί με, κι’ ὅλοι μὲ προσκυνούσινε καὶ κανισκεύουσί με; Τρομάσσει με ἡ μιλίτσια, κι’ οἱ τζάφοι ὅντα μὲ δοῦσι |
|
10 | ἀπὸ τὸ φόβο τὸν πολὺ τσὶ βράκες τως τσιρλοῦσι.
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Τοῦτο τὸ λέγει ἀπαρθινά, προχτὲς ἀργὰ τὸν πιάσα δυὸ σὰν κατσίκι μοναχάς, κι’ ἂν δὲν τὸν ἐφλακιάσα, σκιὰς τ’ ἄρματα τοῦ πήρασι κι’ ἀπόκεις τὸν ἀφῆκα· κι’ ἐδὰ τὰ τόσα ψόματα καὶ καύχησές του γρίκα! |
|
- Κουστουλιέρης και Κατζούρμπος στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ένα αποτυχημένο μάθημα ξιφασκίας (Β 61-88)
Στη διάρκεια της δεύτερης σκηνής της πρώτης πράξης, διαδραματίζεται το χιουμοριστικό επεισόδιο του μαθήματος ξιφασκίας από τον κομπορρήμονα μπράβο Κουστουλιέρη προς τον ανεπίδεκτο μαθήσεως δούλο του Κατζούρμπο. Πρόκειται για μία απ’ αυτές τις σκηνές των αναγεννησιακών κωμωδιών, που δεν προσφέρουν κάτι στην εξέλιξη της πλοκής, αλλά συμβάλλουν μόνο στην ενίσχυση του κωμικού χαρακτήρα των έργων.
[61]
[61] [62]
[62] | ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Κατζοῦρμπο, γύρισ’ ἐδεπά, ξεσπάθωσε.
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Νὰ ζήσης, μὴ μὲ πειράζης, κι’ ἄσι με.
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Μὴ θὲς νὰ μὲ μανίσης!
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Πῶς; μετὰ σένα ἐστοίχισα γιὰ νὰ μὲ ξεκοιλιάσης; Δὲ θὰ μαλώσω, δὲ φελῶ, κι’ ἄσι με, μὴ μὲ σκάσης! |
|
65
[67]
[67]
[69]
[69] | ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Δὲ θέλω νὰ μαλώσω ἐγώ, γάιδαρε· μετὰ σένα τὰ βάνω ἐγώ, π’ ἀνὲ στραφῶ μὲ μάτια θυμωμένα, μονάχα νὰ σὲ στοχαστῶ, χέζεσαι;
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Τρῶς με, ἂν ἤμου σὰν ἕναν πύργο δυνατός. Μὰ γιάντα τὸ σπαθί μου θέλεις νὰ βγάλω τὸ λοιπόν;
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Δυὸ πόντους τῆς σκριμίδας |
|
70
[70]
[70]
[72]
[72] | θὰ σ’ ἀρμηνέψω.
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Ἐπ’ ἄσ’ ἐδά!
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Ξεσπάθωσε! Ἂν ἐπήδας σὰν τράγος, θέλω σήμερον νὰ μάθης νὰ μαλώνης. Ξεσπάθωσε! (Τονὲ χτυπᾶ μὲ τὸ σπαθί).
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Ἄσι με, καλέ, για ἴντα μὲ σκοτώνεις;
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Νὰ μάθης θέλω, ἂ λάχωμε ποθές, ἂ μ’ ἀσσαλτάρη μιὰ κομπανία σολδαδῶν, νὰ κάμης σὰ λιοντάρι. |
|
75 | ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Πλιὰ ντάνο, εἰς τὴν πίστη μου, σοῦ θέλω δώσει μόνο. Βλέπε μὴν ἀφιδαριστῆς σὲ μένα.—Ξεσπαθώνω!
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Στάσου σὰ μὲ θωρεῖς ἐμέ, ἔχ’ ἔτσι τὸ σπαθί σου, κράτει ψηλὰ τὴν πόντα σου, σύγκλινε τὸ κορμί σου, στάσου στὴ βάρδια τουτηνέ, κι’ ἂ λάχη κι’ ἔρθη ὁχθρός σου |
|
80
[83]
[83] [84]
[84] | μ’ ἕνα μαντρέτο, τὸ λοιπὸ κι’ ὁ πόδας ὁ δικός σου κάμε λιγάκι νὰ συρθῆ, κι’ ἡ χέρα σου ἂς καλάρη μ’ ἕνα ροβέρσο ἀδυνατὸ τὸν πόδα νὰ τοῦ πάρη.
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Πῶς, ἔτσι; ἔ; (Τοῦ βαρεῖ τὸν πόδα μὲ τὸ σπαθί). ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Ὀιμένα, ὀιμέ! σκύλε, στὸν πόδα κάτω μοῦ βάρηκες!
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Πούρι πλιὰ ὀμπρὸς σοῦ ’δωκα τὸ μαντάτο, |
|
85 | πὼς πλιὰ κακὸ παρὰ καλὸ θὲς ἔχεις ἀπὸ μένα. Δὲ σ’ ἔκοψα, καὶ τὸ σπαθὶ δὲν εἶχ’ ἀκονισμένα.
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Δὲ μ’ ἔκοψες, μὰ ἐπόνεσα. Πρέπει μου τούτη κι’ ἄλλη, γιατὶ σκριμίδα ἐβάλθηκα νὰ μάθω ἕνα βουβάλι. |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Το "μάθημα" της ξιφασκίας (Β 61-88) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο σχολαστικός δάσκαλος (Β 209-226)
Κατά την πρώτη του εμφάνιση στη σκηνή, ο δάσκαλος του Νικολού, που εκπροσωπεί τον στερεότυπο κωμικό τύπο του σχολαστικού λογίου, εισέρχεται εκφωνώντας έναν μονόλογο όπου εκθειάζει τις ικανότητές του στα γράμματα. Μιλάει σε γλώσσα με ανάμεικτα στοιχεία λατινικών και σύγχρονων ιταλικών. Στον μονόλογο υπάρχουν και υπονοούμενα για την ομοφυλοφιλία του. Όταν βλέπει τον Νικολό να μπαίνει στη σκηνή, διακόπτει τον λόγο του και υποψιαζόμαστε ότι αποτραβιέται στην άκρη για να δει τί θα κάνει ο μαθητής του.
| ΑΤΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΕΝΑ ΠΕΜΠΤΗ Δάσκαλος, Κασσάντρα καὶ Νικολέτος.
ΔΑΣΚΑΛΟΣ Cum, conciossiacosachè tutte le discipline |
|
210 | νὰ χάθησαν, γιατὶ κιανεὶς στὴν Κρήτη πλιὸ δὲν εἶναι νά ’χη τὸ νοῦ μὲ τς ἀρετές, τὴν φρόνεσιν ornato, m’a tutti varii vizii lo tengon’applicato, propterea nudi πορπατοῦν τὴν σήμερο οἱ δασκάλοι· οἱ adulatores μοναχὰς ἔχουν τιμὴ μεγάλη! |
|
215 | Μολονετοῦτο durum est ποτὲ κιανεὶς ν’ ἀφήση l’instinto ὁποὺ τοῦ χάρισε ἀπὸ τς ἀρχῆς ἡ φύση. Κι’ ἐγὼ ποὺ βλέπω πὼς βαστῶ μεγάλο naturale, κι’ ὅλοι μὲ μαρτυρούσινε τὴν σήμερο γιὰ tale, non lasciarò παρὰ καλὰ νὰ τὸ ἐζερτσιτάρω |
|
220 | μὲ τὰ κοπέλια ποὺ κρατῶ, κι’ ὅντε τὰ ζαμινάρω θὰ τοὺςε δίδω πάντα μου τὴ ζάμινα ἀπὸ πίσω, latin di stretta regola, γιὰ νὰ τὰ ξεσκολίσω. Μὰ ’δῶ θωρῶ τὸ Νικολὸ μόνο καὶ σουλατσάρει, καὶ φαίνεταί σου τίβοτας στὸ λογισμὸ τρατάρει. |
|
225 | Vere τὸν ἀκουζάρασι πὼς εἶν’ ξετρουμισμένος μὲ μιὰ κοπέλα ἐδεπά, κι’ ὅλος ξελωλαμένος. |
|
- Το εξώφυλλο από το πρόγραμμα της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ένα μάθημα για την τέχνη της πορνείας (Β 313-382)
Στη σκηνή αυτή, και ενώ η υπόθεση δεν έχει προωθηθεί ιδιαίτερα, γνωρίζουμε ένα ακόμη από τα περιφερειακά πρόσωπα της δράσης: τη γριά ρουφιάνα, δηλαδή μεσίτρια ερωτικών υποθέσεων, Αρκολιά, η οποία μπαίνει στη σκηνή εκφωνώντας τον καθιερωμένο μονόλογο κάθε πρωτοεισερχόμενου χαρακτήρα. Μετά τον μονόλογο αυτό, η Αννούσα την εκθειάζει ως «δασκάλισσα» της τέχνης της πορνείας. Έχουμε εδώ το δεύτερο από τα τρία «μαθήματα για την τέχνη της ρουφιανιάς και της πορνείας» που υπάρχουν στο έργο (τα άλλα δύο είναι στις σκηνές Α2 και Γ3). Η Αρκολιά δασκαλεύει την Πουλισένα, και κατ’ επέκταση την παρούσα υπηρέτριά της Αννούσα (που την ακούει ενθουσιασμένη), για το πώς να χειρίζεται τους άντρες αγαπητικούς, ώστε να έχει μεγαλύτερο κέρδος.
| ΑΤΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΕΝΑ ΕΒΔΟΜΗ Ἀρκολιά, Πουλισένα καὶ Ἀννούσα.
ΑΡΚΟΛΙΑ Πάντα μου σ’ εἶχα γνωστική, μὲ φρόνεση μεγάλη, μὰ τώρα φρονιμότερη παρὰ γυναίκα ἄλλη, |
|
315 | γιατὶ σὲ στράτα, σὰ θωρῶ, θὰ βάλης τὸ παιδί σου, κέρδος νὰ κάμη, καταπὼς τό ’καμες κι’ ἀπατή σου. Κεράτσα Πουλισένα μου, μὴ στέκης ν’ ἀνιμένης φεύγει ὁ καιρὸς καὶ ὕστερα τίβοτας δὲν ξεστένεις· μαγάρι καὶ πρωτύτερας νά ’θελες μοῦ γρικήσει, |
|
320 | ὅντε τὴ ζήτα ὁ Μπρετζαλδῆς νὰ σοῦ την ὲπροικίση. Μὰ τοῦτο θέλω μοναχὰς πάντα σου νὰ θυμᾶσαι· μ’ ὅσους σοῦ λάχου, σπλαχνικιά, σὰ θέλει ἡ τέχνη νά ’σαι. Βλέπεσε μὴ μοῦ τὴν κρατῆς, εἰς τὴν τιμή, τ’ Ἀρμένη, γιατὶ θὰ δῆς στὸ ὕστερο πὼς μένεις κομπωμένη· |
|
325 | οὐδὲ ’ς τς ἀρχές σου μὴ ζητᾶς τσὶ πληρωμὲς μεγάλες, νὰ μὴ σοῦ φεύγου σὰν πουλιὰ νὰ πηαίνουσι στὶς ἄλλες. Κάλλιο τὸ λίγο καὶ συχνὸ γεμίζει τὸ σακούλι, καὶ στὴ φτηνειὰ κατέχεις το τὸ πὼς γλακοῦσιν οὗλοι. Κάνε καλὴ θωριὰ ὁλωνῶν, κι’ ὅσο μπορεῖς τοὺς γέλα, |
|
330 | μὲ γρίνια μὴν ἰδῆ κιανεὶς ποτέ σου τὴν κοπέλα, κι’ ὅσο μπορεῖς ἀγαφτικοὺς τὴν κάμε πάντα νά ’χη, γιατὶ κακὸ μὲ τοὺς πολλοὺς δὲν ἠμπορεῖ νὰ λάχη· τὸ πράμα ὁπὄνας μοναχὸς δὲν ἠμπορεῖ νὰ κάμη ξεῦρε πὼς κάνουσι οἱ πολλοὶ γὴ χώρια τους γὴ ἀντάμι. |
|
335 | Ποιὸς εἶν’ καλὸς γιὰ δούλεψη, ποιὸς ὀγιὰ νὰ χαρίζη, καὶ ποιὸς μὲ τὴν παλληκαριὰ τς ἐχθροὺς νὰ φοβερίζη· γιαῦτος λωλάγρα τὴν κρατῶ καὶ γι’ ἀγνωσιὰ μεγάλη ὅντες ἀκούσω πὼς κιαμιὰ κιανέναν ἀποβγάλη.
ΑΝΝΟΥΣΑ Δασκάλισσά ’σαι ἀληθινὰ μὲ δίκιο μοναχή σου, |
|
340 | κορόνα εἰς τὴν τέχνη μας πρέπει τσῆ κεφαλῆς σου· τοῦτα τὰ δασκαλέματα κιαμι’ ἄλλη δὲν κατέχει· φίλαινα καὶ μαστόρισσα χαρά στην ὅποια σ’ ἔχει.
ΑΡΚΟΛΙΑ Στὴν κάμαρα ἂς εἶν’ ὁ εἷς κι’ ἄλλος εἰς τὴν αὐλή σου, κι’ ἄλλος ἀπ’ ὄξω τοῦ στενοῦ, κι’ ὅλη τὴ δύναμή σου |
|
345 | βάνε τσι νὰ ζηλεύουσι ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλο, γιατὶ σοῦ τάσσω διάφορο νά ’χης πολλὰ μεγάλο. Μὰ πάνω σ’ ὅλα βλέπεσε, κεράτσα Πουλισένα, νὰ σᾶςε βαρεθῆ ποτὲ μὴν κάμετε κιανένα· πάντα ἂς μισεύγουν ἀπ’ αὐτὴ κι’ ἂς μὴν πολυχορταίνου, |
|
350 | γιατὶ ἀνοστίζει τὸ πολὺ φιλὶ καὶ δὲ γιαγέρνου. Ὤ, ἡ καημέν’ ἡ μάνα μου, ἅγια τὰ κόκαλά της, κι’ ἴντα πολλὰ καλά ’τανε τὰ δασκαλέματά της! Θυμοῦμαι τηνε μιὰ φορὰ νὰ θὰ διαβῆ στὸν Ἁδη, μόνο γιατὶ ὁλονύχτισα μ’ ἕνα μου φίλο ὁμάδι. |
|
355 | ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Κατέχεις το πολλὰ καλά, θαρρῶ, κερὰ Ἀρκολιά μου, τὸ πὼς σ’ ἐκράτου πάντα μου ὡς γιὰ δασκάλισσά μου, κι’ οὐδένα πράμα ἔκαμα λείποντας ἡ βουλή σου ἀφόντις σὲ ἐγνώρισα, κατέχεις το ἀπατή σου. Τὰ μαῦρα ἐσύ ’σουν ἀφορμὴ κι’ ἔριξα, σὰ θυμᾶσαι, |
|
360 | καὶ πάντα μου εὐχαρίστου σου κι’ ἐπολυχρόνιζά σε, γιατὶ τὰ μάτια μ’ ἄνοιξες, κι’ ἀπὸ φτωχὴ καὶ χήρα διάφορα καὶ ξεφάντωσες χίλιες τοῦ κόσμου ἐπῆρα. Γιὰ τοῦτο τὰ μοῦ λὲς ἐδά, κάτεχε, θέλω κάμει· τάσσω σου τὴν Κασσάντρα μου νὰ τηνὲ σμίξω ἀντάμι |
|
365 | μ’ ὅσους κι’ ἂν εἶναι βολετό· καλά ’μαι βοδωμένη νὰ κάθεται νὰ χαίρεται μόνο μὲ τὸν Ἀρμένη! Σὰ βάλη χέρα στὸ πουγγί, κι’ ὅποιος τορνέσια φέρνει κρασὶ μὲ δίχως διαφορὰ τάσσω σου πὼς νὰ παίρνη. Ἡ κερ’ Ἀννέζα τοῦ στενοῦ θυμοῦμαι μιὰν ἡμέρα |
|
370 | νὰ μὲ διατάσση σπλαχνικά, νὰ λέγη: θυγατέρα, τὰ ροῦχα σου κι’ ἀγαφτικοὺς πάντα νὰ συχναλλάζης, ὅσο μπορεῖς στὰ βρόχια σου πλιότερους γιὰ νὰ μπάζης· μὰ βλέπε μόνο, μὄλεγε, μὴν ἀγαπᾶς κιανένα, κι’ ὀλίγο θάρρος ὅλοι τους ἂς ἔχουν ἀπὸ σένα. |
|
375 | Κάμε συχνὰ νὰ τσὶ κρατῆς σὲ φόβο καὶ σ’ ὀλπίδα— κακὸ σ’ ἐκείνη ποὺ καλὰ δὲν ξεύρει τὴ σκριμίδα!
ΑΡΚΟΛΙΑ Καλότατο δασκάλεμα σοῦ ’δωκε, καὶ θυμοῦ το, καὶ μὲ τὴ θυγατέρα σου σὲ τάξη βάλε μού το. Θυμᾶσαι το, πόσες φορὲς σοῦ τά ’πα στὴν ἀρχή σου |
|
380 | κι’ ἐσένα ἀλλότες τοῦτα δά, γιατὶ πολλὰ ’λαφρή ’σου, κι’ ὅποιος στὸ σπίτι σου ἔμπαινε δυὸ μῆνες ἔτρωγέ σε, κι’ ὡσὰ ζουρλὴ ὁπού ’σουνα ἐκωλογύριζέ σε. |
|
- Αννούσα, Πουλισένα και Αρκολιά στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου - Πουλισένα και Αρκολιά στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Η Αρκολιά παραδίδει μαθήματα για την τέχνη της πορνείας (Β 313-382) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο γιος της… Πισπορδίτης! (Γ 23-96)
Το απόσπασμα αρχίζει με τη δεύτερη σκηνή της τρίτης πράξης, η οποία αποτελεί έναν μονόλογο του Νικολού για τα αντικρουόμενα συναισθήματα που του προκαλεί ο γεμάτος δυσκολίες έρωτάς του για την Κασσάντρα, και συνεχίζεται με την τρίτη σκηνή, όπου μπαίνει τρέχοντας και ζητώντας βοήθεια ο υπηρέτης του Κατσάραπος, ο οποίος παρωδεί τη μεταφορική εικόνα που είχε χρησιμοποιήσει στην πρώτη πράξη ο αφέντης του για τον γιο της Αφροδίτης που τοξεύει τις καρδιές με τα βέλη του: τον μονίμως πεινασμένο δούλο τώρα έχει τοξέψει στο στομάχι ο γιος της… Πισπορδίτης, προξενώντας του το αίσθημα της πείνας!
| ΑΤΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΗ Νικολέτος μοναχός.
Μά τὴν ἀλήθεια, δὲ θωρῶ σ’ ἄθρωπο πλιὸ νὰ λάχη γιαμιά γιαμιά μὲ τὴ χαρὰ καὶ πλήσια πρίκα νά ’χη, |
|
25 | καὶ νὰ γρικᾶ σ’ ἕναν καιρὸ δροσιὰ νὰ τοῦ ποτίζη μέσα τὰ φυλλοκάρδια του, φωτιὰ νὰ τὰ φλογίζη· γιατ’ εἶναι πράμα ποὺ μαζὶ νὰ στέκου δὲ μποροῦσι, μηδὲ ποτὲ σὲ μιὰ καρδιὰ σμιχτὰ νὰ κατοικοῦσι. Μολονετοῦτο, ἀντίδικα τσῆ φύσης, μετὰ μένα, |
|
30 | δὲν ξεύρω μ’ ἴντα θάμασμα, στέκουν κατοικημένα. Γιαῦτος περίσσια χαίρομαι, καὶ μέσα στὴ χαρά μου πρίκα μεγάλη καὶ καημὸς φλογίζει τὴν καρδιά μου, καὶ κλαίγω ὁμάδι καὶ γελῶ, καὶ καλοκαρδισμένου τ’ ὀιμένα ἀπὸ τὰ χείλη μου δὲ λείπει τοῦ καημένου. |
|
35 | Πηδῶ κι’ εἰς βάθητα βουλῶ, πέφτω κι’ εἰς στράτα σώνω, γλακῶ κι’ ὀπίσω βρίσκομαι, φτάνω μὰ δὲ σιμώνω. Μέσά ’μαι στὴν παράδεισο καὶ βρίσκομαι στὸν Ἅδη, φῶς ἔχουνε τὰ μάτια μου καὶ σκοτεινάγρα ὁμάδι, κι’ ἐκεῖνο πού ’ναι πλιότερο, μοίρα ἀσύστατή μου, |
|
40 | τὸ θάνατό μου πιθυμῶ καὶ θέλω τὴ ζωή μου. Τό ’να, ἡ γιαγάπη ὁποὺ βαστᾶ σὲ μένα ἡ κερά μου τόσα μεγάλη καὶ πιστή, μὲ τὴν καρδιὰ βοηθᾶ μου, καὶ τ’ ἄλλο, τὰ μποδίσματα τῆς Πουλισένας πάλι — ὀιμέ, καὶ πῶς μπορῶ νὰ ζῶ ’ς τέτοια φωτιὰ μεγάλη! |
|
45 | ΣΕΝΑ ΤΡΙΤΗ Κατζάραπος φωνάζοντας καὶ κρατώντας τὴν κοιλιά του, καὶ Νικολέτος.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Ὀιμέ, ὀιμένα, ἡ κοιλιά! Βοηθᾶτε μου, βοηθᾶτε, γιὰ τὸ Θεό, βοηθᾶτε μου, γιὰ τὸ Θεό, γλακᾶτε!
ΝΙΚΟΛΟΣ Ποιός εἶναι ποὺ φωνιάζει ἐπά; Κατζάραπέ μου, τί ἔχεις κι’ ἐπὰ κι’ ἐκεῖ φωνιάζοντας σὰ βουρλισμένος τρέχεις;
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Βοήθα μου, ἀφέντη Νικολό, γιατ’ εἶμαι ἀποθαμένος! |
|
50 | Ἴντά ’χεις; ποιός σοῦ βάρηκε; καὶ ποῦ ’σαι λαβωμένος;
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Ἕνα κοπέλι τὴν κοιλιὰ μοῦ ’σφαξε τὴν καημένη.
ΝΙΚΟΛΟΣ Σὲ ποιά μεριά; καὶ δὲ θωρῶ αἷμα ποσῶς νὰ βγαίνη.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Μέσα την έχω την πληγή, και πάγει στο στομάχι. Ὀιμένα ὁ κακόμοιρος, μάτι’ ἂς μὴν ἤθελά ’χει! |
|
55
[55] [56]
[56] | Ποιόν ἦτον τὸ κοπέλι αὐτό;
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Ὁ γιὸς τῆς Πισπορδίτης! Ποιᾶς Πισπορδίτης;
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Γεῖς γυμνὸς κακὸς <…> ψειρίτης.
ΝΙΚΟΛΟΣ Δὲν τὸ γνωρίζω ἀληθινά, οὐδ’ εἶδα το ποτέ μου. Μὰ ποιά ’φορμὴ τὸν ἔκαμε κι’ ἐβάρηκέ σου, πέ μου.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Δίχως αἰτιὰ μοῦ βάρηκε, σὰν εἶναι μαθημένο |
|
60 | νὰ κρούγη δίχως ἀφορμή, τὸ τρισκαταραμένο. Πούρ’ εἶπες μου πολλὲς φορὲς πὼς σ’ ἔσφαξε κι’ ἐσένα.
ΝΙΚΟΛΟΣ Δὲν τὸ θυμοῦμαι ἀληθινά, οὐδ’ ἔχω το ’πωμένα. Μὰ πές μου πῶς ἐπέρασε τὸ πράμα, μήπως κι’ ἔχει δίκιο, καὶ δίχως ἀφορμὴ μοῦ τὸν ἤθελες λέχει. |
|
65 | ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Ἀφέντη, ἁφέντης μ’ ἔπεψε νά ’ρθω νὰ σὲ γυρέψω, γιὰ νὰ γευτῆτε γλήγορα στὸ σπίτι νὰ σὲ πέψω. Κι’ ἐγώ, π’ ἀκόμη τίβοτας δὲν εἶχα φαγωμένα, ἀγάλι ἀγάλι ἐσάλευγα μὲ χείλη πρικαμένα, κι’ ἐκεῖ ποὺ γρίκου μυρωδιὰ ψητοῦ γὴ ἄλλου πραμάτου |
|
70 | τ’ ἀρθούνια μου ἐσυχνάνοιγα, σὰν τοῦ κατουρημάτου γαϊδάρας κάνει ὁ γάιδαρος — τιμή σου, ἀφέντη, κιόλα· κι’ ἔστοντας γιόμα νά ’τονε, καὶ τὰ στενὰ ἦσαν ὅλα γεμάτα τσίκνες, λόγιασε τὴν παιδωμὴ τὴν εἶχα, μόνο ἐξεροκατάπινα κι’ ἔβηχα δίχως βήχα. |
|
75 [76]
[76] |
ΝΙΚΟΛΟΣ Ἴντα ’ν’ αὐτὴ ἡ ἀθιβολή; Πέ μου, ποὺ νὰ μὴ σώσης, ποιός ἦταν ποὺ σοῦ βάρηκε;
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Πῶς ἠμπορεῖς νὰ γνώσης τὸ πράμα, ἂ δὲν τὸ δηγηθῶ σωστά; κι’ ἀγρίκησέ μου, γιὰ τὸ Θεό, μ’ ἀπομονή, κι’ ὕστερα βοήθησέ μου. Ἔτσι, κοντὰ σὰν ἔσωσα στὰ μαλεκουζινάτα |
|
80 | κι’ εἶδα δυὸ τριὰ χαλκώματα κριὰς ὄμορφο γεμάτα —
ΝΙΚΟΛΟΣ Λογιάζω τίβοτά ’κλεψες, γιὰ κεῖνο σοῦ βαρῆκα.
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Δὲν τό ’κλεψα, μὰ τό ’βλεπα, γιαῦτος μὲ τρώ’ ἡ πρίκα. Μὰ στέκοντας καὶ βλέποντας τὰ ξίγκια τὰ περίσσα καὶ τς ὀμορφιὲς ὁπού ’χασι, τὰ σάλια μὀκινῆσα, |
|
85 | γιατ’ εἶδα δυὸ κομμάτια κριὰς ὄμορφα μέσα στ’ ἄλλα, τόσα παχιά, τόσα καλά, τόσα πολλὰ μεγάλα, π’ ὅλος ἐξαναστάθηκα, κι’ αὐτὸ τὸ κοπελάκι, τῆς Πισπορδίτης τὸ παιδί, σύρνει τὸ δοξαράκι κι’ εἰς τὴν κοιλιὰ μ’ ἐδόξεψε, καὶ λέγει μου: δὲ γιαίνεις |
|
90 | ποτὲ ἀπὸ ’υτήνη τὴν πληγή, καημένε, μὰ ποθαίνεις, ἀνὲν κι’ αὐτὰ τὰ φαγητὰ δὲ φάγης νὰ χορτάσης. Κι’ ἂ θὲς νὰ γιάνω, ἀφέντη μου, ἔλα μοῦ τ’ ἀγοράσης!
ΝΙΚΟΛΟΣ Γιὰ δέτε τίνος ἤθελα νὰ στέκω ν’ ἀφουκροῦμαι! Μιὰν ὥρα κόβω σού τηνε τὴ μύτη σου, φοβοῦμαι. |
|
95 | Ἐγώ ’λεγα κι’ ἐγύρεψες στράτα νὰ μὲ γλιτώσης, κι’ ἐσύ ’ρθες πάλι σήμερο σάλια νὰ μὲ γεμώσης. |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Το απόσπασμα από την τρίτη σκηνή της Γ΄ πράξης (Γ 23-96, εδώ στ. 45 κ.ε.) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Το "επάγγελμα" της ρουφιάνας (Γ 281-312)
Πρώτη εμφάνιση της «γριάς ρουφιάνας» Αννέζας του στενού, μιας ακόμη από τις γυναίκες του κύκλου των «πολιτικών» της κωμωδίας αυτής. Είναι αντίζηλος της Αρκολιάς. Μπαίνοντας στη σκηνή, εκφωνεί, όπως είναι καθιερωμένο στην πρώτη εμφάνιση ενός χαρακτήρα, τον μονόλογο με τον οποίο αυτοσυστήνεται στο κοινό για το είδος της δουλειάς της (επ’ αμοιβή μεσίτρια σε παράνομες συνήθως ερωτικές υποθέσεις) και τα χαρακτηριστικά της: απαιτεί ευγλωττία, ενέχει κινδύνους και εξευτελισμούς, ενώ δεν είναι πλέον τόσο επικερδής.
| ΑΤΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΕΝΑ ΕΧΤΗ Ἀννούσα καὶ Ἀννέζα τοῦ στενοῦ.
ΑΝΝΕZA Μά τὴν ἀλήθεια, μηδεγεῖς δὲν πρέπει νὰ πιστεύγη τὰ λόγια οὐδεκανενός, πιστὰ νὰ τοῦ δουλεύγη, γιατὶ σὰν κάμη πασαεῖς, σὰ θέλει, τὴ δουλειά του, σκιὰς νὰ στραφῆ νὰ μᾶς ἰδῆ δὲν ἔχει πλιὸ τὴ βιά του. |
|
285 | Τοῦ κολονέλου ἐδούλεψα, κι’ ἡ χάρη ἡ ἐδική σου μοῦ βόηθησε, ἅγια Παρασκή, μὰ νὰ μὲ γεβεντίσου σ’ ὅλη τὴ χώρα ἐλόγιαζα. Πούρι καλὰ τελειώθη τὸ πράμα μὲ τὴν τέχνη μου κι’ ἄθρωπος δὲν τὸ γνώθει· κι’ ἐδὰ θὰ πηαίνω νά ’ρχωμαι στὸ σπίτι του ὁλημέρα |
|
290 | νὰ βγάλω δυὸ κακόλιτρες ὀχ τὴ δική του χέρα. Ἀνάθεμά τονε κι’ αὐτὸν κι’ ὅσοι μᾶςε κρατίζου τὸν κόπο καὶ τὸν ἵδρο μας, καὶ τ’ ἄλλα δὲ γνωρίζου, σὲ πόσα χίλια βάσανα μπαίνομε οἱ καημένες μὲ φόβο ν’ ἀπομείνωμε μιὰν ὥρα ντροπιασμένες, |
|
295 | καὶ πὼς τούτή ’ν’ ἡ τέχνη μας, τούτή ’ν’ ἡ ἐσοδειά μας καὶ τ’ ἀργαστήρι ὁποὺ ζῆ κι’ ἐμᾶς καὶ τὰ παιδιά μας. Ἀργόχερο δὲν ἔχομε, μόνο τὴ δόλια γλώσσα καὶ τὰ καημένα ψόματα, κι’ ὁλημερνὶς τὰ τόσα κίντυνα ποὺ μᾶς βάνουσι, ὁπ’ ὅλες μας μποροῦμε |
|
300 | νὰ διακονιζομέστανε καλλιά ’τανε νὰ ποῦμε· περιτοπλιὰς τὴν σήμερον, ἁπ’ ὅπου κι’ ἂν περάσης χίλια κοράσια συντηρᾶς κι’ ὅπου κι’ ἂ θέλης ράσσεις. Δὲν εἶν’ ὁ κόσμος σήμερον σὰν ἤτανε κι’ ἀλλότες, ὁποὺ γυναίκα στὸ στενὸ δὲν ἤβλεπες ἐτότες, |
|
305
| κι’ ὁπού ’χεν ἀγαπᾶ κιαμιά, χρείά ’τον σὲ ρουφιάνες μέρα καὶ νύχτα νὰ γλακᾶ κι’ εἰς ἄλλες παραμάνες· χρείά ’τον τὸ σακούλι του νὰ τρέχη σὰν τὴ βρύση, γιὰ νὰ μπορέση μιὰ φορὰ μόνο νὰ τῆς μιλήση. Και τότες εἴχαμε κι’ ἐμεῖς διάφορα οἱ καημένες, |
|
310 | τότες κι’ ἐμεῖς ἀξίζαμε κι’ ἤμαστε γυρεμένες· μὰ τώρα πᾶνε οἱ πολτικὲς τέσσαρες στὸ τορνέσι, κι’ ἡ τέχνη μας ἐχάθηκε καὶ πρέπει νὰ μᾶς κλαῖσι. |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Ο ανθολογούμενος μονόλογος της Αννέζας (Γ 281-312) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Η Αννέζα μαθαίνει το σχέδιο εξαπάτησης του Αρμένη (Γ 357-394)
Η Αννούσα, που βρισκόταν ήδη στη σκηνή όταν μπήκε η Αννέζα του στενού και εξιστόρησε τα βάσανα του "επαγγέλματός" της, ζητά τώρα από την ηλικιωμένη ρουφιάνα να μεσολαβήσει να τα ξαναβρούν με τον αγαπητικό της. Ταυτόχρονα, της εξιστορεί την πλεκτάνη που έχει στήσει η Πουλισένα, ώστε να εκμεταλλευτεί και τη θετή της κόρη Κασσάντρα και την ίδια (την Αννούσα) για να βγάλει κέρδος και από τους δύο ενδιαφερόμενους άντρες: τον Αρμένη και τον Νικολό. Έτσι, το κοινό ακούει ξανά τη βασική ίντριγκα του έργου και η Αννέζα μαθαίνει τις πληροφορίες που θα καταδώσει στη συνέχεια στους δύο εξαπατώμενους, τον πατέρα του Νικολού και τη γυναίκα του Αρμένη, και η πλοκή θα πάρει νέα ώθηση.
[359]
[359] | ΑΤΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΕΝΑ ΕΧΤΗ Ἀννούσα και Ἀννέζα τοῦ στενοῦ
ΑΝΝΟΥΣΑ Δὲ μοῦ βολεῖ, συμπάθησ’ μου, νὰ πὰ τονὲ ξετρέχω· παρὰ ποτέ μου σήμερο δουλειὲς μεγάλες ἔχω.
ΑΝΝΕΖΑ Κι’ ἴντα δουλειὲς σ’ εὑρήκασι;
ΑΝΝΟΥΣΑ Μὲ μιά τζη θυγατέρα |
|
360
[364]
[364] | δυὸ γάμους ἐβουλήθηκε νὰ κάμη ’ς μιὰν ἡμέρα ἀντάμι μὲ τὴν Ἀρκολιὰ ἡ πίβουλ’ ἡ κερά μου, κι’ ὅντα τὸ θέλω θυμηθῶ τρέμουν τὰ σωθικά μου.
ΑΝΝΕΖΑ Τ’ Ἀρμένη ἐπαραγρίκησα τὴν ἄλλη ἀπὸ σένα πὼς νὰ τὴ δώση ἐλόγιαζε.
ΑΝΝΟΥΣΑ Εἶπα σου πὼς ταμένα |
|
365
[367]
[367] | εἶχε τὴν κακορίζικη ἐτούτη νὰ τοῦ δώση, ἀνὲν κι’ ὡς πάντα τσῆ ’τασσε καλὰ νὰ τὴν πλερώση.
ΑΝΝΕΖΑ Τοῦτο ἀγρίκησά σου το.
ΑΝΝΟΥΣΑ Σήμερο—μὰ, νὰ ζήσης, τοῦτο ποὺ θέλω νὰ σοῦ πῶ ἄλλης μὴν τὸ μιλήσης — πενήντα τσῆ ’δωκε χρυσὰ τσεκίνια καὶ δυὸ κότες |
|
370
[373]
[373] [374]
[374] | ὄμορφες, σὰν τσὶ ζάρανε στὴ χώρα μας ἀλλότες. Λογιάζω τὸ φαμέγιο του ἤβαλε κι’ ἔκλεψέ τζι καὶ ’ς τς Ἀρκολιᾶς, ἁπού ’μαστε, χωστὰ ἐκεῖ ’φερέ τζι.
ΑΝΝΕΖΑ Πῶς ἔκλεψέ τζι κι’ ἀπὸ ποῦ;
ΑΝΝΟΥΣΑ Μέσ’ ἀπὸ τὸ δικό του σπίτι.
ΑΝΝΕΖΑ Καὶ δὲν ἐντράπηκε; ὀγούι στὸ ριζικό του! |
|
375
[377]
[377] | ΑΝΝΟΥΣΑ Γρίκησ’ ἐδὰ τὸ πλιότερο·δὲ θὲ νὰ τοῦ τὴ δώση, μὰ’νοῦς ἀλλοῦ τὴν ἔταξε, κι’ ἐκεῖνον νὰ κομπώση.
ΑΝΝΕΖΑ Τίνος ἀλλοῦ;
ΑΝΝΟΥΣΑ Τοῦ Νικολό, ἁπού ’θελες γρικήσει πὼς ἀπὸ τὴν ἀγάπη της στέκει νὰ ξεψυχήση· γιατὶ κι’ ἐκεῖνος ηὕρηκε σαράντα κι’ ἤπεψέ τζη |
|
380 | τσεκίνια, δὲν κατέχω πῶς, κι’ ἐκαλοκάρδισέ τζη.
ΑΝΝΕΖΑ Καημένε μισὲρ Γιάκουμε, τορνέσι στὸ πουγγί σου θαρρῶ το πὼς δὲ σ’ ἄφηκε σήμερον τὸ παιδί σου! Μά μ’ ἴντα μόδο βούλεται τοῦτα νὰ τὰ ’ρδινιάση;
ΑΝΝΟΥΣΑ Μόνο νὰ τονὲ στοχαστῶ, τὰ μέλη μοῦ τρομάσσει. |
|
385 | Μὰ βιάζομαι καὶ δὲν μπορῶ νὰ σοῦ τὰ ξετελειώσω, μ’ ἄλλη φορὰ ξεφάντωση σοῦ τάσσω νὰ σοῦ δώσω, Τὸ Νικολὸ μ’ ἐπέψασι νὰ πάω νὰ ξεδράμω, γιὰ νὰ κατέχη νά ’ρθη ἀργὰ νὰ κάμωμε τὸ γάμο.
ΑΝΝΕΖΑ Στάσου δαμάκι, πέ μου σκιάς, Ἀννούσα, στὸ Θεό σου, |
|
390 [391]
[391] [392]
[392] | ἀπὸ τσὶ γάμους ὁποὺ λές, ποιὸ εἶναι τὸ δικό σου κέρδος;
ΑΝΝΟΥΣΑ Κεράτσα Ἀννέζα μου, τοῦτο, νὰ ζήσω, μόνο μοῦ χάρισε ὁ Νικολός.
ΑΝΝΕΖΑ Δὲν εἶν’ κακὸ κι’ αὐτόνο.
ΑΝΝΟΥΣΑ Δὲν εἶν’ κακό, καὶ κράτει το καλὰ νὰ ξαρρωστήσης, μὰ κάτεχε, τοῦ Κωνσταντῆ γιὰ μένα νὰ μιλήσης. |
|
- Αννούσα και Ανέζα στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Ο διάλογος Αννέζας και Αννούσας (Γ 357-394) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Η Αννέζα εκδικείται (Δ 25-56)
Βρισκόμαστε στην αρχή της τέταρτης πράξης και η Αννέζα του στενού έχει βάλει σε εφαρμογή το σχέδιό της να καταδώσει στον Γιάκουμο τον γιο του και στην Αρμένισσα τον άντρα της, για όσα έχουν κανονίσει με την Πουλισένα. Έτσι, το έργο ευθυγραμμίζεται με τις επιταγές της αναγεννησιακής θεωρίας του θεάτρου, που απαιτούσε στην τέταρτη πράξη να περιπλέκεται η υπόθεση, ώστε να απαιτείται κατόπιν η «λύση» της στην πέμπτη πράξη. Στον μονόλογό της στη δεύτερη σκηνή η Αννέζα ενημερώνει το κοινό ότι ο Γιάκουμος τώρα ετοιμάζεται να έρθει να κάνει μεγάλη φασαρία στο σπίτι της Πουλισένας, ενώ στην τρίτη σκηνή χτυπά την πόρτα του Αρμένη για να μιλήσει με τη γυναίκα του.
25 | ΑΤΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΗ Ἀννέζα τοῦ στενοῦ μοναχή.
Ἐμπόρειε ἡ κερ’ Ἀρκολιὰ κι’ ἡ κερὰ Πουλισένα στὴ συντροφιά τους σήμερο νὰ πάρουσι κι’ ἐμένα, γιατὶ δὲν εἶχ’ εἶσται κακὴ κι’ ἐμένα ἡ βουλή μου· μ’ ἀπείτις δὲν ἠθέλασι, ἂς εἶν’ μὲ τὴν εὐχή μου. Τὸν κύρη εὕρηκα ἐδὰ τοῦ Νικολὸ πρὸς κάτω |
|
30 | στὴν Ὀβριακή, καὶ τὸ ζιμιὸ τοῦ ’δωκα τὸ μαντάτο, κι’ ὡς τό ’κουσε ἐτρόμαξε κι’ ἐπῆγε στὸ σκολειόν του, κι’ ἂν ἔναι κι’ εὕρη τον ἐκεῖ, ἀλὶ τὸ ριζικόν του. Ὅπου κι’ ἂν εἶναι ἐδεπὰ θέλει ἔρθει δίχως ἄλλο νὰ κάμη ταραχὴ πολλὴ καὶ σάλαγο μεγάλο, |
|
35 | γιὰ νὰ τοὺς πάρη τὸ ζιμιό, σὰ λέγει, τὰ τορνέσα, κι’ ὅλους φωνιάζει στὴ φλακὴ πὼς θὰ τοὺς βάλη μέσα. Ἐδά ’ρθα πάλι ξαργιτοῦ ’ς τς Ἀρμένισσας νὰ πάγω, γιὰ νὰ τσῆ πῶ τί τσ’ ἔκλεψε ἅντρα τση καὶ νὰ φάγω τσὶ σάρκες μου, ἀνισῶς καὶ δὲν τὴν κάμω νὰ γλακήση |
|
40
[41]
[41] [42]
[42]
[42] | τσῆ Πουλισένας τὸ ζιμιὸ τὴν πόρτα νὰ τσακίση.
ΣΕΝΑΤΡΙΤΗ Ἀννέζα τοῦ στενοῦ χτυπᾶ τὴν πόρτα τῆς Ἀρμένισσας. Ἀρμένισσα καὶ Ἀννέζα τοῦ στενοῦ.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Ποιός εἶναι ἀτοῦ; ποιός μοῦ χτυπᾶ;
ΑΝΝΕΖΑ Κερά, ἄνοιξε, νὰ ζήσης, γιατὶ ἕνα λόγο θὰ σοῦ πῶ.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Στάσου.
ΑΝΝΕΣΑ Μηδὲν ἀργήσης.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Καλῶς τὴν κερ’ Ἀννέζα μου. Ἴντα γυρεύεις, πέ μου.
ΑΝΝΕΣΑ Κερά, στὸ σπίτι ἂς ἔμπωμε, κι’ ἀπόκεις γρίκησέ μου, |
|
45 | γιατ’ ἦρθα μόνο ὡς ἐδεπὰ σήμερο γιὰ καλό σου, μαντάτο ἀκριβότατο κάτεχε πὼς βαστῶ σου.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Κι’ ἂς ἦτον σκιάς, Ἀννέζα μου, ὡς γιὰ τὴ θυγατέρα, ὁποὺ μοῦ πῆρα στὴν Ἀξὰ οἱ Τοῦρκοι μιὰν ἡμέρα!
ΑΝΝΕΣΑ Τοῦτο ποτὲ δὲν τ’ ἄκουσα, μουδ’ ἀπ’ αὐτὰ ξετρέχω, |
|
50 | μὰ τίβοτσι ἔχασες, κι’ ἐγὼ ποῦ βρίσκεται κατέχω, κι’ ἦρθα ἐδεπὰ νὰ σοῦ τὸ πῶ, τίβοτας νὰ μοῦ δώσης — κι’ ἔμπα λοιπὸν στὸ σπίτι σου, ἂ θέλης νὰ τὸ γνώσης.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Ἂς πᾶμε μέσα τὸ λοιπόν, κι’ ἐχτύπησε ἡ καρδιά μου, σὰν ἤκουσα τὸ ἀκριβὸ μαντάτο πὼς βαστᾶς μου. |
|
55 | Ζιμιὸ στὴ θυγατέρα μου ἤτρεξε ὁ λογισμός μου κι’ ἐξανακαινουργιώθηκε ὁ πόνος ὁ δικός μου. |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Το απόσπασμα (Δ 25-56) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Ο δάσκαλος συναντά τον Κουστουλιέρη και τον υπηρέτη του (Δ 269-303)
Απόσπασμα από μία εκτενή σκηνή, όπου συμμετέχουν οι τρεις κατεξοχήν κωμικοί τύποι του έργου: ο σχολαστικός δάσκαλος, ο μπράβος Κουστουλιέρης και ο δούλος του τελευταίου Κατζούρμπος. Πρόκειται για μία από τις σκηνές εκείνες που δεν προωθούν την υπόθεση του έργου, παρά υπηρετούν τον κωμικό του χαρακτήρα λειτουργώντας ως γέφυρα μεταξύ σκηνών όπου εκτυλίσσεται η πλοκή ή παρατείνουν την εξέλιξή της προς τη λύση, δρώντας ως τρόπος εκτόνωσης του κοινού από την αγωνία. Στη χρονική στιγμή όπου βρισκόμαστε, ο πατέρας του Νικολού, ο οποίος έχει πληροφορηθεί από την Αννέζα τα σχέδια της Πουλισένας που εμπλέκουν τον γιο του, έχει μόλις βγει από τη σκηνή έξαλλος για να καταγγείλει το συμβάν στον δούκα της Κρήτης, ενώ η Αννέζα βρίσκεται τώρα μέσα στο σπίτι του Αρμένη και ενημερώνει τη γυναίκα του για τη δική του ανάμειξη στις δουλειές της Πουλισένας. Και αυτής της σκηνής ένα τμήμα (στ. 269-316) αυτονομείται στο χειρόγραφο και λειτουργεί ως δεύτερο ιντερμέδιο της Πανώριας.
| ΑΤΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΕΝΑ ΟΓΔΟΗ Κουστουλιέρης, Κατζοῦρμπος καὶ Δάσκαλος.
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Ἂς ἔρθου, ἂν εἶναι βολετό, χίλια φουσάτα τώρα, |
|
270 | ἂς ἔρθουν ὅσοι βρίσκονται μπράβοι ἐδεπὰ στὴ χώρα, ἂς ἔρθουσιν οἱ τσέρνιδες, ἂς ἔρθουν οἱ σολδάδοι τσῆ χώρας, νὰ μαλώσωμε τούτη τὴν ὥρα ὁμάδι!
ΔΑΣΚΑΛΟΣ At, at, quid est hic? Homines d’eximinia forza! Parmi d’Aiace l’ombra in verità in quelle lucid’armi. |
|
275 | ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Ὦ Πουλισένα πολτική, κατέβα νὰ σὲ σφάξω, γὴ νὰ σοῦ δώσω μιὰ κλοτσιὰ στὴ Ντία νὰ σὲ πετάξω!
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Βλέπεσε, κακορίζικε, βλέπεσε, κι’ ὀσταρία δὲν εἶν’ στὴ στράτα μουδεμιὰ νὰ μπῆς ἂν κάμη χρεία.
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Κατζοῦρμπο, κάμε σ’ ὀρδινιὰ νὰ βάλης τ’ ἄρματά σου, |
|
280
[283]
[283] | γιατὶ θὰ δείξης, κάτεχε, σήμερον τὴν ἀντρειά σου.
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Μὴν ἔχης ἔγνοια, ὀγιατὶ καλά ’μαι ὀρδινιασμένος· δέ με, σὰ νά ’μου ἀληθινὰ στὴ μάχη ἀναθρεμμένος.
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Κι’ ἴντά ’ν’ αὐτάνα ποὺ βαστᾶς;
ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Σούβλα μὲ κριὰς καμπόσο, κι’ ἕνα φλασκάκι μὲ κρασί. Θὲς λίγο νὰ σοῦ δώσω; |
|
285
[289]
[289] | ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Κι’ ἴντα τὰ θέλεις, γάιδαρε; πῶς; σὲ περβόλι πᾶμε γὴ σ’ ἄλλον τόπο, ξέγνοιαστα νὰ κάτσωμε νὰ φᾶμε;
ΚΑΤΖΟΥΜΠΟΣ Ἡ βιτουβάρια ἤκουσα πὼς κάνει χρειὰ στὴ μάχη γεῖς καπετάνιος ξάκουστος πάντα σιμά του νά ’χη.
ΔΑΣΚΑΛΟΣ Prudenter!
KOYΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Σύρσου ’ς μιὰ μεριά, κι’ ἕνα θωρῶ σιμά μας· |
|
290 | νὰ πὰ τοῦ δείξωμε ζιμιὸ τί ἀξίζουν τ’ ἄρματά μας. ΚΑΤΖΟΥΡΜΠΟΣ Γιά, ἀπὸ τὰ ροῦχα ποὺ φορεῖ θαρρῶ ’ναι διακονιάρης.
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Ἀλήθιο λές! Βαριόμοιρε, τί σοῦ ’μελλε νὰ πάρης!
ΔΑΣΚΑΛΟΣ Quid mirum ? Τὸ πρεπὸ ζητᾶ νὰ τούςε χαιρετήσω· sed qualis verbis? Con parlar latino θὲν’ ἀρχίσω. |
|
295 | Quamvis suspectus, domine, temeritatis ero, o miles praestantissime, tibi fortasse in vero —
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Ἄμε ’ς καλό, καὶ δὲ βαστῶ τορνέσια γιὰ τὴν ὥρα.
ΔΑΣΚΑΛΟΣ Hic non arrexit aures. Non mi conosce ancora? Voglio cum verbis aliis reiterar saluto. |
|
300
[300] | Tantos honores! —
ΚΟΥΣΤΟΥΛΙΕΡΗΣ Στὸ καλὸ νὰ πάγης εἶπα σού το.
ΔΑΣΚΑΛΟΣ Τοῦτος δὲν ἐστουδιάρισε ποτὲ filosofia, ἀπείτις δὲ μ’ ἐγνώρισε ἐχ τὴ fisonomia, κι’ εἶναι μου χρειὰ in vernacula lingua νὰ τοῦ μιλήσω. |
|
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Η χαμένη κόρη της Αρμένισσας (Δ 407-446)
Στην τελευταία σκηνή της τέταρτης πράξης, εκεί όπου σύμφωνα με την αναγεννησιακή θεωρία του θεάτρου πρέπει να ενταθούν οι περιπλοκές της υπόθεσης ώστε να αρχίσει η πορεία προς τη λύση (που θα έρθει στην πέμπτη πράξη), η Αρμένισσα διηγείται στην υπηρέτριά της Αννίτσα τη θλιβερή ιστορία της κόρης που τους πήραν αιχμάλωτη οι Τούρκοι και την πούλησαν στον Χάνδακα (Κάστρο). Το κοινό τώρα μπορεί να συνδυάσει αυτή την πληροφορία με όσα έχει αναφέρει η Πουλισένα στην πρώτη πράξη για την ιστορία της θετής της κόρης Κασσάντρας.
| ΑΤΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΕΝΑ ΔΕΚΑΤΗ Ἀννίτσα, καὶ Ἀρμένισσα ποὺ κλαίγει.
ΑΝΝΙΤΣΑ Μὴν κλαῖς, νὰ ζήσης, σκόλασε τὰ κλάματα, κερά μου, τὰ δάκρυά σου βλέποντας κινοῦσι τὰ δικά μου.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Ἄσε με, Ἀννίτσα, δὲν μπορῶ πλιὸ νὰ τὸν ἀπομένω |
|
410 | τὸ γέρο τὸν πελέλακα καὶ τὸν ξετρουμισμένο. Λόγιασε σ’ ἴντα βρίσκεται καὶ πόσους πόνους ἔχει, καὶ τὴν ἡμέρα τὴν καλὴ ποτέ του δὲν κατέχει· μολονετοῦτο τὶς κακὲς στράτες δὲ θὲ ν’ ἀφήση γιὰ τὴν κακή του ὄρεξη, γιὰ τὴν κακή του φύση. |
|
415 | Εγώ ’λεγα κι’ ἐγύρεψε, ὀιμένα ἡ καημένη, νὰ βρῆ τὴ θυγατέρα μου τὴν κακομοιριασμένη. Ἂν εἶχεν εἶσται ἄθρωπος, βρεμένη ἦτον ὡς τώρα· πούρ’ εἴπασί μας μιὰ φορὰ πὼς γεῖς ἀπὸ τὴ χώρα τούτη τὴν ἐξαγόρασε, μ’ αὐτὸς δὲν τὴν ξετρέχει, |
|
420
[421]
[421] | μήδ’ ἄλλο παρὰ πουτανῶν μόνον τὴν ἔγνοια ἔχει.
ΑΝΝΙΤΣΑ Καλέ, πῶς τὴν ἐχάσετε;
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Μαθές, δὲν τὸ κατέχεις, γιατί ἕνα μήνα μοναχὰς ’ς τοῦτο τὸ σπίτι ἔχεις. Ἐμεῖς εἴμαστ’ ὀχ τὴν Ἀξά, καὶ Τοῦρκοι μᾶς ἐπιάσα, κι’ ἀλλήλως τως, σὰν κάνουσι, ὅλους μᾶς ἐμοιράσα, |
|
425 | κι’ ἐμᾶς ἐφέρανε ἐπὰ στὴν Κρήτη κι’ ἐπουλῆσα, κι’ ἕνας μᾶς ἐξαγόρασε μὲ στάμενα περίσσα, κι’ εἶχε μας σὰν ἀδέρφια του, κι’ ὡς κι’ εἰς τὸ θάνατό του μᾶς ἄφηκε γιὰ ψυχικὸ τὸ πράμα τὸ δικό του, καὶ ζοῦμε καταπῶς θωρεῖς. Μ’ αὐτὴ τὴ θυγατέρα |
|
430 | πὼς ἐπουλήσανε στὴ Χιὸ μᾶς εἶπαν μιὰν ἡμέρα, κι’ ἐπέψαμε πολλὲς φορὲς, καὶ δὲν μπορὰ τὴ βροῦμε, μὰ πὼς τὴν ἐξαγόρασε γεῖς Κρητικὸς γρικοῦμε, κι’ ὡς κι’ ἐδεπὰ γυρέψαμε, κι’ ἄθρωπος δὲν κατέχει γιὰ λόγου της νὰ μᾶς εἰπῆ ποιὸ σπίτι νὰ τὴν ἔχη. |
|
435 | ΑΝΝΙΤΣΑ Κερά, λογιάζω γλήγορα τὴ βρίσκεις· στὸ Θεό μου, τὸ πὼς εὑρέθη ἐθώρουν τη ἀπόψε στ’ ὄνειρό μου.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Μαγάρι νὰ ξεδιάλιενε σήμερο τ’ ὄνειρό σου! Ἀννίτσα, ἂ λάχη νὰ βρεθῆ, χαρὰ στὸ ριζικό σου! Σάρτζα καὶ σκέπη καὶ φελοὺς θέλω νὰ σοῦ χαρίσω, |
|
440 | κι’ ἂν εἶν’ καὶ θὲς νὰ παντρευτῆς, τάσσω νὰ σὲ προικίσω.
ΑΝΝΙΤΣΑ Φανέρωσέ τη, ἁγιὰ Σοφιά, καὶ σεῖς τρεῖς Μάρτυροί μου, γιατί θωρῶ πὼς εἶν’ αὐτὴ ἡ μοίρα ἡ δική μου.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Ὡς καὶ τοῦ Μούστρουχό ’δωκα λόγο νὰ τὴ γυρέψη, μὰ κεῖνος ἄλλο δὲ θωρεῖ, παρὴ νὰ βρῆ νὰ κλέψη. |
|
445 | Μ’ ἄς μποῦμε μέσα, Ἀννίτσα μου, κι’ εἰς λίγην ὥρα πάλι γι’ αὐτὸ τὸ γέρο τὸ λωλὸ θέλω μεταπροβάλει.
Τέλος τοῦ τέταρτου ἄττου. |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Το πάθημα του Αρμένη (Ε 1-32)
Η πέμπτη πράξη αρχίζει με μία σκηνή οπτικού χιούμορ, καθώς ο ανύποπτος Αρμένης φτάνει όλο λαχτάρα να χτυπήσει την πόρτα της Πουλισένας, όταν πετιέται και αρχίζει να τον βρίζει η γυναίκα του, που τον παραφύλαγε μέσα από το σπίτι και σχολίαζε ειρωνικά κάθε του λόγο όσο αυτός νόμιζε ότι ήταν μόνος στον δρόμο. Ίσως δεν είναι χωρίς σημασία η αναφορά του σε δύο «ξεχασμένους Χιώτες» που τον καθυστέρησαν στον δρόμο και οι οποίοι ενδεχομένως να αποτελούσαν, στην αυθεντική μορφή του έργου, το κλειδί για την αναγνώριση της χαμένης κόρης του Αρμένη.
| ΑΤΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΣΕΝΑ ΠΡΩΤΗ
ΑΡΜΕΝΗΣ Πάντα ὅντα βιάζεται κιανείς, σοῦ φαίνεται, λαχαίνει σ’ ἀμπόδιστρα ἀνόλπιστα, κι’ ὅλος καταμπερδένει. Μὲ βιὰ περίσσια ἤρχουμου καὶ πεθυμιὰ μεγάλη γιὰ νά ’μπω ’ς τσῆ Κασσάντρας μου τὴ μυρισμένη ἀγκάλη, |
|
5 | κι’ ἐμένα μ’ ἀπαντήξασι δυὸ ξεχασμένοι Χιῶτες, ὁποὺ ἐγνωριζόμαστε κι’ ἤμαστε φίλοι ἀλλότες, κι’ ἀθιβολὲς τοῦ κὺρ Λουνὸ μὀφέρασιν ὁμάδι, τόσο ποὺ μ’ ἐκρατήσασι κι’ ἐσίμωσε τὸ βράδυ.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Δὲν ἦταν μηδετίβοτας τ’ ἀμπόδιστρο αὐτόνο, |
|
10 | μὰ τὸ δικό μου στὴν καρδιὰ θέλει σοῦ δώσει πόνο.
ΑΡΜΕΝΗΣ Μ’ ἀπείτις ἔφταξα ἐδεπά, θὰ πάγω νὰ χτυπήσω τὴν πόρτα νὰ μ’ ἀνοίξουσι, νὰ μπῶ γιὰ νὰ φιλήσω τὰ κάλλη τῆς Κασσάντρας μου, στὸ στρῶμα ν’ ἀνεβοῦμε, γλυκὰ νὰ ξεφαντώσωμε, γλυκὰ ν’ ἀνταμωθοῦμε. |
|
15 | ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Πρικὺ νὰ σὄβγη ἀνάλαιμα, γέρο λωλέ, σοῦ τάσσω, γιατὶ τσὶ βέστες μου ποτὲ δὲ θέλω νὰ τσὶ χάσω.
ΑΡΜΕΝΗΣ Μὰ γιάντα ἀργῶ καὶ δὲ χτυπῶ κιανείς τως νὰ προβάλη, ν’ ἀνοίξη τὴν Παράδεισο καὶ μέσα νὰ μὲ βάλη;
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Δὲ θέλεις ἔμπει, κάτεχε, μ’ ἀντὶς τοῦ Παραδείσου |
|
20 | κόλαση πλήσια ὀγιὰ σὲ θέλει ἔχει τὸ κορμί σου.
ΑΡΜΕΝΗΣ Ὦ πόρτα μαρμαρένια μου, ὁπὄχεις σφαλισμένη τὴν κόρη μου τὴν ὄμορφη καὶ τὴ χαριτωμένη, ὦ τοῖχοι ποὺ στραγγίζετε τὸ μέλι καὶ τὸ γάλα, ὦ καλοριζικότατη καὶ πλουμισμένη σκάλα, |
|
25
[27]
[29]
[29] | δῶτε μου τόπο ν’ ἀνεβῶ, σὰν εἶν’ ἡ πεθυμιά μου, νὰ βάλω τὴν Κασσάντρα μου μέσα στὴν ἀγκαλιά μου.
Εἰς τοῦτο ἡ Ἀρμένισσα ἀνοίγει τὴν πόρτα καὶ βγαίνει ὄξω. ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Ὦ γέρο κακορίζικε, λωλὲ καὶ ξεπεσμένε, κακόβιε, κακοπόδαρε καὶ κακομοιριασμένε ἴντα γυρεύεις ἐδεπά;
ΑΡΜΕΝΗΣ Ὀιμέναν ὁ καημένος, |
|
30 | τώρα λογοῦμαι ἀληθινὰ καθάρια κομπωμένος! Στὰ χέρια μου εἶχα πωρικό, κι’ ὥστε νὰ τὸ δαγκάσω, μοῦ ’πεσε μέσα στὰ πηλά, καὶ πρέπει μου νὰ σκάσω. |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Βρέθηκε η χαμένη κόρη! (Ε 147-188)
Καθώς πλησιάζουμε προς το τέλος της κωμωδίας, ο υπηρέτης του Αρμένη Μούστρουχος έμαθε (άγνωστο πώς, τουλάχιστον στη σωζόμενη εκδοχή του έργου – βλ. σχόλια στον στ. Ε 5) ότι η Κασσάντρα είναι η χαμένη κόρη του Αρμένη, έχει ήδη ενημερώσει σχετικά τον αφέντη του και την Αρμένισσα και τώρα βγαίνουν όλοι μαζί από το σπίτι στον δρόμο, όπου θα συναντήσουν τη γειτόνισσά τους Πουλισένα, για να διασταυρώσουν και να επαληθεύσουν τις πληροφορίες για την τύχη της κοπέλας και την πραγματική καταγωγή της.
| ΑΤΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΣΕΝΑ EXTH
ΑΡΜΕΝΗΣ Βλέπεσε μόνο, Μούστρουχε, ψόματα μὴ δηγᾶσαι καὶ ’ς τσὶ πληγές μας τσὶ παλιὲς καινούργιος πόνος νά ’σαι.
ΑΡΜEΝΙΣΣΑ Μούστρουχε, ἂν εἶναι ἀληθινά, σήμερο σὲ χρουσώνω· |
|
150 [151]
[151] | ἀπὸ τὴν τόση μου χαρὰ λογιάζω πὼς δὲ σώνω νὰ τὴν ἰδοῦν τὰ μάτια μου.
ΜΟΥΣΤΡΟΥΧΟΣ Κερά μου, τὸ παιδί σας θέλετε δεῖ ὀγλήγορα, σὰν πεθυμᾶ ἡ ψή σας. Τὴν Πουλισένα συντηρῶ· σιμώσετε σ’ ἐκείνη, καλύτερα νὰ μάθετε τὴν ἴδια ἀληθοσύνη. |
|
155 | ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Τοῦτοι μὲ δείχνου καὶ μιλοῦν, θαρρῶ νὰ συβαστῆκα τ’ ἄμπιτα νὰ μοῦ πάρουσι· γιὰ κεῖνο μαζωχτῆκα κι’ ἐφέρασι τὸ Μούστρουχο, γιατὶ τά ’χε κλεμμένα, ὁποὺ στὸ σπίτι τς Ἀρκολιᾶς μοῦ τά ’φερεν ἐμένα. Μ’ ἀνὲν καὶ τὰ γυρέψουνε, πῶς ἔχω νὰ τελειώσω; |
|
160 | τὸ μόδο δὲν μπορῶ νὰ βρῶ ἀπόκριση νὰ δώσω. Μὰ βλέπω τὴν Ἀρμένισσα κι’ ἔρχεται πρὸς ἐμένα· τάχα νὰ σ’ εὕρη τὸ κακό, καημένη Πουλισένα;
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Χίλια καλῶς ποὺ σ’ εὕρηκα, κεράτσα Πουλισένα, κι’ ἀπόστα ἦρθα ἐδεπὰ νὰ σὲ ρωτήσω ἐσένα. |
|
165 | ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Καλῶς ἦρθες, κεράτσα μου, καὶ τί ’ν’ τὸ θέλημά σου; Ὅ,τι ὁρίζεις ρώτα με, νὰ λέγω τς ἀφεντιᾶς σου.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Νὰ σὲ ρωτήσω ἐβάλθηκα, νὰ ζήση τὸ κορμί σου, ἐκείνη πὄχεις σπίτι σου, ἀνίσως κι’ εἶν’ παιδί σου.
ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Δὲν εἶν’ παιδί μου, Ἀρμένισσα, ἀπὸ τὰ σωθικά μου, |
|
170 | μ’ ἀνάθρεψά τη ἀπὸ μικρὴ μέσα στὴν ἀγκαλιά μου.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Γιὰ πές μου ποῦ τὴν ηὕρηκες, νὰ ζήση τὸ κορμί σου, κι’ ἀνάθρεψές τη σπίτι σου κι’ ἔχεις τη σὰν παιδί σου;
ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Αὐτήνη ἦτον ὀχ τὴν Ἀξὰ κι’ ἐπιάστη σκλαβοπούλα μαζὶ μὲ τὸν πατέρα της καὶ μὲ τ’ ἀδέρφια τση οὗλα, |
|
175 | κι’ ἅντρας μου τὴν ἀγόρασε γιὰ τὴν κυβέρνησή μου κι’ ἀνάθρεψά τη ἀπὸ μικρὴ κι’ ἔχω τη σὰν παιδί μου.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Πέ μου, ποῦ τὴν ἀγόρασε, σὲ τίνος κόσμου μέρη, καὶ πῶς ἐκαπιτάρισε εἰς τὸ δικό σου χέρι;
ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Στὴ Χιὸ τὴν ἐπουλήσανε κάποιοι πραματευτάδες |
|
180
[184]
[184] | κι’ ἀγόρασέ την ἅντρας μου κι’ ἔδωκε δυὸ χιλιάδες πέρπερα ὁλομετρητά, κάνου ἑκατὸ τσεκίνια, καὶ ἄλλα τόσα ἔδωσα καὶ τσ’ ἔκαμα μανίνια.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Πῶς τῆςε λένε τ’ ὄνομα, ρωτῶ σε μ’ ὄρεξή μου.
ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Κασσάντρα τηνὲ κράζουνε.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Ἀμὰ εἶναι τὸ παιδί μου! |
|
185 | Ὄφουν τί καλοριζικιὰ τὴν σημερνὴν ἡμέρα λαβαίνω ἂ σ’ εὕρω σήμερο, γλυκιά μου θυγατέρα! Μὰ τοῦτο σὲ παρακαλῶ ἄμε καὶ ξέταξέ τη, κι’ ἀνὲ θυμᾶται ἀπὸ γονιοὺς τίποτες ρώτηξέ τη. Εἰς τοῦτο μισεύει ἡ Πουλισένα καὶ μπαίνει σπίτι της. |
|
- Πουλισένα, Αρμένισσα και Μούστρουχος στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Η έκτη σκηνή της Ε΄ πράξης (Ε 147-188) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Το αίσιο τέλος (Ε 439-474)
Η τελευταία σκηνή μιας αναγεννησιακής κωμωδίας, όπως αυτή στην οποία βρισκόμαστε τώρα, είναι συνήθως μια πολυπρόσωπη σκηνή, όπου συμμετέχουν όλοι ή σχεδόν όλοι οι χαρακτήρες που πήραν μέρος στο έργο. Έτσι κι εδώ, με την εξαίρεση των δύο ηλικιωμένων ρουφιάνων (ίσως σε μία προσπάθεια ηθικής "εξυγίανσης" του ευτυχισμένου τέλους, καθώς η αποκάλυψη της χαμένης κόρης του Αρμένη χάλασε τα σχέδιά τους για κέρδος) όλοι οι υπόλοιποι συγκεντρώνονται για να προχωρήσουν στον γάμο του Νικολού με την Κασσάντρα. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, ο Αρμένης και η γυναίκα του, ανακουφισμένοι και με ευφρόσυνη διάθεση, στρέφονται γεμάτοι λατρεία στην κόρη και τον γαμπρό τους, αλλά μέσα στη χαρά τους δεν ξεχνούν να τάξουν γάμο και στους υπηρέτες τους.
| ΑΤΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΣΕΝΑ ΔΕΚΑΤΗ ΤΡΙΤΗ Ἀρμένης, Ἀρμένισσα, Κασσάντρα, Δάσκαλος, Πουλισένα, Γιάκουμος, Νικολέτος,
ΔΑΣΚΑΛΟΣ Μεγάλα πράματα γρικῶ, μὰ πέτε μου κι’ ἐμένα |
|
440
[440] | τοῦτο τὸ πράμα πῶς περνᾶ.
ΓΙΑΚΟΥΜΟΣ Σὰ μποῦμε μέσα, ὡς ἕνα θέλομε ὅλα σοῦ τὰ πεῖ· μὰ τώρα γιὰ νοδάρο, νὰ γράψης τούτη τὴ δουλειά, ἔπεψα νὰ σὲ πάρω.
ΑΡΜΕΝΗΣ Σπίτι μου πὰ νὰ γράψωμε, καὶ σπίτι μου τὸ γάμο θέλω τῆς θυγατέρας μου τῆς ἀκριβῆς νὰ κάμω. |
|
445 | ΔΑΣΚΑΛΟΣ Δίκιο, ἄς δώσουνε κι’ οἱ δυὸ τὰ χέρια τωνε μόνο, τ’ ἄλλα, σὰν ἔμπω σπίτι τους, ὅλα τοὺς τὰ τελειώνω.
ΑΡΜΕΝΗΣ Δῶσ’ τσῆ Κασσάντρας τὸ λοιπὸν τὸ χέρι σου, παιδί μου· φιλήσετε, παιδάκια μου, κι’ ἔχετε τὴν εὐχή μου. Κόρη μου ἠγαπημένη μου, Κασσάντρα μου ψυχή μου, |
|
450 | κι’ ἴντα καλομοιριὰ θωρῶ σήμερον στὸ κορμί μου!
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Κασσάντρα, θυγατέρα μου, κι’ ἴντα χαρὰ γρικοῦσι τὰ σωθικά μου σήμερον!
ΑΡΜΕΝΗΣ Νὰ στέκου δὲ μποροῦσι τὰ μάτια μου ἀπὸ τὴ χαρά. Ἀφέντη, Γιάκουμέ μου, ἔλα φιλήσωμε κι’ ἐμεῖς, ἄξιε συμπέθερέ μου. |
|
455 | Τάσσω σου, πλούσιο γίνεται σήμερον τὸ παιδί σου.
ΑΝΝΙΤΣΑ Κερά, ὅντε σοῦ ’πα τ’ ὄνειρο, τὸ μοῦ ’ταξες θυμήσου!
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Θυμοῦμαι το, καὶ τάσσω σου πὼς θὲ νὰ σοῦ τὸ κάμω. Ἂν εἶν’ καὶ θέλη ὁ Μούστρουχος, τὸν ἐδικό σου γάμο νὰ κάμω σήμερον κι’ ἐσέ, Ἀννίτσα, μετὰ κεῖνο. |
|
460
[460] [461]
[461] | ΜΟΥΣΤΡΟΥΧΟΣ Θέλω, κερά, καὶ πεθυμῶ.
ΑΡΜΕΝΙΣΣΑ Τὸ λόγο μου σᾶς δίνω τὸ πὼς ταχιὰ σᾶς εὐλογῶ.
ΑΝΝΙΤΣΑ Θέλω κι’ ἐγώ, κερά μου, κι’ ἀπεὶς μὲ θέλεις, Μούστρουχε, σίμωσ’ ἐπὰ κοντά μου.
ΑΝΝΟΥΣΑ Κι’ ἐμέ, κερά, τί δίνετε, ὁποὺ κατέχετ’ ὅλοι πῶς τὴν Κασσάντρα ἤβλεπα καματερὴ καὶ σκόλη; |
|
465
[467]
[467] | ΓΙΑΚΟΥΜΟΣ Ἔπαρε τὸν Κατζάραπο κι’ ἐσύ, ἂ θέλης, γι’ ἄντρα, γιατί ἀναθραφήκετε μαζὶ μὲ τὴν Κασσάντρα.
ΑΝΝΙΤΣΑ Θέλω.
ΚΑΤΖΑΡΑΠΟΣ Δὲν τηνὲ θέλω ’γώ! δῶτε τη τοῦ δασκάλου! —’νοῦς τράγου βουληθήκασι δερμάτι νὰ μοῦ βάλου!
ΔΑΣΚΑΛΟΣ Absit, absit a saeculo! Melius est penare. |
|
470 | Digna est ista mulier farmi ζιμιὸ peccare!
ΠΟΥΛΙΣΕΝΑ Μὴ στεκομέστα πλιὸ ’δεπά, γιατὶ ντροπή ’ναι τώρα τὸ μεσημέρι στὸ στενὸ νὰ μᾶς θωρῆ ὅλ’ ἡ χώρα.
ΑΡΜΕΝΗΣ Ἂς πηαίνωμε στὸ σπίτι μας. Παιδάκια μου, ’κλουθᾶτε, περάσετ’ ὅλοι τὸ στενό, ἐλᾶτε, μέσα, ἐλᾶτε! |
|
- Από την τελευταία σκηνή στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου - Από την τελευταία σκηνή στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1983, σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη.
Πηγή: Ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου
- Η τελευταία, πολυπρόσωπη σκηνή του έργου (Ε 439-474) διασκευασμένη για τις ανάγκες της παράστασης (από την οποία απουσιάζουν οι χαρακτήρες του Δασκάλου και του Γιάκουμου) της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Επίλογος (Ε 515-526)
Αφού όλοι οι χαρακτήρες που παίρνουν μέρος στην τελευταία σκηνή του έργου αποσυρθούν στο σπίτι του Αρμένη για τον γάμο των ερωτευμένων νέων, μένει στη σκηνή ο Κατσάραπος, προκειμένου να χαιρετήσει το κοινό και να το προτρέψει να χειροκροτήσει, με λίγους στίχους που λειτουργούν ως επίλογος της κωμωδίας.
515 | ΑΤΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΣΕΝΑ ΔΕΚΑΤΗ ΤΡΙΤΗ Εἰς τοῦτο μπαίνουν ὅλοι μέσα στὸ σπίτι τ’ Ἀρμένη καὶ μένει ὁ Κατζάραπος
KAΤΖΑΡΑΠΟΣ Τὸ γάμο πὰ νὰ κάμωμε μέσα, κι’ ὡσὰν τυχαίνει, νὰ τηνὲ ξεδιπλώσωμε, ἄρχοντες τιμημένοι, καὶ μὴ μᾶς ἀνιμένετε νὰ βγοῦμε πλιό, μὰ ἐλᾶτε κι’ ἐσεῖς, ἂ θέλετε, σ’ αὐτὸ τὸ γάμο, μὰ βαστᾶτε τίβοτας κιόλας μετὰ σᾶς, γιατὶ ἀπὸ τὸν Ἀρμένη |
|
520 | τόσα περίσσια πράματα κιανεὶς μὴν ἀνιμένη. Μ’ ἀπείτις δὲ σηκώνεστε νὰ ρθῆτε ἀφήνομέ σας νυχτιὰ καλή, καὶ φχαριστιὲς περίσσιες δίδομέ σας, γιατὶ ἐκαταδεχτήκετε τόση ὥρα νὰ σταθῆτε στὴν κωμεδία μας σήμερο νὰ μᾶς ἀφουκραστῆτε, |
|
525 | παρακαλώντας σας πολλὰ νὰ κάμετ’ ὅλοι ὁμάδι, ἂν ἔναι καὶ σᾶς ἄρεσε, κάποιο μικρὸ σημάδι.
Τέλος τῆς κωμεδίας τοῦ Κατζούρμπου. |
|
- Η αφίσα της παράστασης του Κατσούρμπου στα Αισχύλεια 2000, Θεατρική Εταιρεία Αιχμή, σκηνοθεσία: Γιάννης Νικολαΐδης, Αρχείο Δήμου Ελευσίνας.
Πηγή: Elefsina Culture
- Ο επίλογος της κωμωδίας (Ε 515-526) στην παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας Ν. Πετριτσίου, που παρουσιάστηκε στο ΤΕΙ Σερρών, στις 15/12/2014.
Πηγή: YouTube - Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Βιβλιογραφία
- Αποσκίτη 1994
- Μάρθα Αποσκίτη, «Συγκριτικές παρατηρήσεις στην κρητική και την ιταλική κωμωδία (ομοιότητες και διαφορές)», Λοιβή εις μνήμην Ανδρέα Γ. Καλοκαιρινού, Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 1994, σ. 177-186.
- Bancroft-Marcus 2013
- Rosemary E. Bancroft-Marcus (επιμ.), Chortatsis Georgios (fl. 1576-1596), Plays of the Veneto-Cretan Renaissance. A bilingual Greek-English edition in two volumes with introduction, commentary, apparatus criticus, and glossary. Volume I: Texts and translations, Oxford University Press, Οξφόρδη 2013.
- Βαρζελιώτη 2001
- Γωγώ K. Βαρζελιώτη, Κρητική κωμωδία και καθημερινή ζωή: σχέση σκηνικής εικόνας και κοινωνίας στο βενετοκρατούμενο Χάνδακα, Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών (Θωμάς Φλαγγίνης, 5), Αθήνα-Βενετία 2011.
- Δεδούση 1968
- Χριστίνα Β. Δεδούση, «Ο Κατζούρμπος και η λατινική κωμωδία. Συμβολή στην ερμηνεία της κρητικής κωμωδίας», Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 10 (1968), σ. 241-280.
- Δερμιτζάκης 2008
- Μανόλης Δερμιτζάκης, Απ’ όσα θυμούμαι. Το παλιό Κάστρο, επιμ. Τ. Μ. Μαρκομιχελάκη, Εκδόσεις Δοκιμάκης, Ηράκλειο 2008.
- Κακλαμάνης 1993
- Στέφανος Κακλαμάνης, «Κατσούρμπος», Γεωργίου Χορτάτση Κατσούρμπος [θεατρικό πρόγραμμα], επιμ. Στ. Κακλαμάνης, Η Νέα Σκηνή, Αθήνα 1993, σ. 137-262.
- Markomihelaki 1992
- Tasoula Markomihelaki-Mintza, «Τhe relation of the three Cretan Renaissance comedies to the Italian Cinquecento theories of laughter», Cretan Studies 3 (1992), σ. 131-148.
- Μαρκομιχελάκη 1993
- Τασούλα Μαρκομιχελάκη, «Οι ιταλικές ποιητικές θεωρίες στον Κατσούρμπο», Γεωργίου Χορτάτση Κατσούρμπος [θεατρικό πρόγραμμα], επιμ. Στ. Κακλαμάνης, Η Νέα Σκηνή, Αθήνα 1993, σ. 121-130.
- Μαρκομιχελάκη 1996
- Αναστασία Μ. Μαρκομιχελάκη, «Κατσούρμπος και Πρώιμη Κρητική Λογοτεχνία: Οι Συμβουλές του Σαχλίκη και η αντιστροφή τους», Θησαυρίσματα 26 (1996), σ. 241-254.
- Μαρκομιχελάκη 1999-2000
- Τασούλα Μαρκομιχελάκη «Τα χειρόγραφα του Κατσούρμπου: Πρώτες σκέψεις από καινούργια στοιχεία», Κρητολογικά Γράμματα 15/16 (1999-2000), σ. 79-85.
- Μαρκομιχελάκη 2001α
- Τασούλα Μαρκομιχελάκη-Μίντζα, «Λεξιλογικά στο Κρητικό Θέατρο: από τη γλώσσα των “πολιτικών” στον Κατζούρμπο», Μικροφιλολογικά 9 (Άνοιξη 2001), σ. 5-8.
- Μαρκομιχελάκη 2001β
- Τασούλα Μ. Μαρκομιχελάκη, «Από την τυπολογία της κοινής γυναίκας στην ιταλική και την κρητική αναγεννησιακή κωμωδία έως το Επτανησιακό Θέατρο: το μοτίβο των “μαθημάτων”», Κρήτη και Ευρώπη: Συγκρίσεις, συγκλίσεις και αποκλίσεις στη λογοτεχνία. Πρακτικά Α΄ Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου του Κέντρου Κρητικής Λογοτεχνίας, επιμ. Κωστής Ψυχογιός, Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας, Βαρβάροι Κρήτης 2001, σ. 135-157.
- Μαρκομιχελάκη 2005
- Α. Μ. Μαρκομιχελάκη, «Οι “δυο ξεχασμένοι Χιώτες” του Κατσούρμπου, κλειδί για την ανασύνθεση της αυθεντικής πέμπτης πράξης του έργου;», Αναδρομικά και Προδρομικά. Approaches to Texts in Early Modern Greek. Πρακτικά του Συνεδρίου Neograeca Medii Aevi V, επιμ. Elizabeth Jeffreys & Michael Jeffreys, Faculty of Medieval and Modern Languages, University of Oxford, Οξφόρδη 2005, σ. 427-446.
- Μαρκομιχελάκη 2015
- Τασούλα Μ. Μαρκομιχελάκη, Εδώ, εις το Κάστρον της Κρήτης… Ένας λογοτεχνικός χάρτης του βενετσιάνικου Χάνδακα [Νέα Ελληνική Φιλολογία 7], University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2015.
- Παπαντριανταφύλλου-Θεοδωρίδη 1971
- Νίκη Παπατριανταφύλλου-Θεοδωρίδη, «Ομοιότητες ανάμεσα στον Πιστικό Βοσκό και τον Κατζούμπο», Ελληνικά, τ. 24, τχ. 2 (1971), σ. 374-378.
- Πολίτης 1964
- Λίνος Πολίτης (επιμ.), Γεωργίου Χορτάτση, Κατζούρμπος: κωμωδία, κριτική έκδοση, σημειώσεις, γλωσσάριο [Κρητικόν Θέατρον, 1], Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 1964.
- Πούχνερ 1991
- Βάλτερ Πούχνερ, Μελετήματα θεάτρου. Το Κρητικό Θέατρο, Χ. Μπούρας, Αθήνα 1991.
- Πούχνερ 2006
- Βάλτερ Πούχνερ (επιμ.), Ανθολογία Νεοελληνικής δραματουργίας. Τόμος Α΄: Από την Κρητική Αναγέννηση ώς την Επανάσταση του 1821, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2006.
- Vincent 1997
- Alfred Vincent, «Κωμωδία», Λογοτεχνία και κοινωνία στην Κρήτη της Αναγέννησης, επιμ. David Holton, μτφρ. Ναταλία Δεληγιαννάκη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1997, σ. 125-156 και 351-355.
- Χατζηπανταζής 2014
- Θόδωρος Χατζηπανταζής, Διάγραμμα ιστορίας του νεοελληνικού θεάτρου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2014.
Δικτυογραφία
«Γεώργιος Χορτάτσης, Κατζούρμπος», στα «Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Α΄ Γενικού Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)», στο «Ψηφιακό Σχολείο, Διαδραστικά Σχολικά Βιβλία», Διόφαντος (ΙΤΥΕ).
«Κατζούρμπος (1983). Εθνικό Θέατρο: Κεντρική Σκηνή» (πρόγραμμα παράστασης), στο «Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου-Οπτικοακουστικό υλικό», Εθνικό Θέατρο.
«Θεωρία και ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Η ελληνική γλώσσα από τον 12ο έως τον 17 αιώνα: Πηγές και εξέλιξη», στην «Πύλη για την ελληνική Γλώσσα και τη διδασκαλία της», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
«Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας: Κρητική λογοτεχνία», στις «Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα & τη γλωσσική εκπαίδευση», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
«Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας: Χορτάτσης Γεώργιος», στις «Ψηφίδες και την ελληνική γλώσσα & τη γλωσσική εκπαίδευση», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
«Χορτάτσης Γεώργιος (50 παραθέματα), στο «Λεξικό Παραθεμάτων και Αφορισμών», Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού.
* Τελευταία πρόσβαση στη δικτυογραφία: Δεκέμβριος 2017.
Ετικετες Αναζητησης
Λογοτεχνικό Γένος
ΠοίησηΕποχές - Περίοδοι
Κρητική λογοτεχνία της ακμής ή Κρητική Αναγέννηση (1580-τέλη 17ου αι.) Δημώδης γραμματεία μετά την Άλωση (16ος-18ος αι.) Λογοτεχνία σε φραγκοκρατούμενα-βενετοκρατούμενα μέρη (15ος-17ος αι.)Θέματα
Ανδρεία/ηρωισμός Γνώση Διαπαιδαγώγηση Μαθητεία Απάτη Θρησκευτική παράδοση Κίνδυνος Μοιχεία/απιστία Ατεκνία Πειρατεία Έρωτας Φρόνηση Θαυμαστά στοιχεία Τύχη/μοίρα Μύηση Φτώχεια Οικογένεια Όνειρο, όραμα Περιπλάνηση Χαρά Γάμος Πόνος Αγάπη Ομορφιά Μουσική Αγωνίσματα Αποτροπή κακών/δεινών Ευεργεσία και ανταπόδοση Λαϊκή παράδοση Συζυγική ζωήΦύση Προσώπων
Άνθρωποι
Κατάλογος Έργων
- Αισώπου Μύθοι
- Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης
- Άνθη ευλαβείας
- Άνθος των χαρίτων
- Απόκοπος
- Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης
- Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη
- Βαρλαάμ και Ιωάσαφ
- Βασιλεύς ο Ροδολίνος
- Βίοι αγίων
- Διγενής Ακρίτης
- Διήγησις Βελισαρίου
- Διήγησις εξαίρετος Βελθάνδρου του Ρωμαίου
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη του Ιμπερίου θαυμαστού και κόρης Μαργαρώνης
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη Φλωρίου του πανευτυχούς και κόρης Πλάτζια Φλώρης
- Διήγησις Ιεροθέου Αββατίου
- Διήγησις και οπτασία ωφέλιμος ορθοδόξου τινός Δημητρίου
- Διήγησις του Αχιλλέως
- Διήγησις του Πωρικολόγου
- Διήγησις του Ρεμπελιού των Ποπολάρων
- Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν
- Ερωτικόν ενύπνιον
- Ερωτόκριτος
- Ερωτοπαίγνια
- Ερωφίλη
- Η Βοσκοπούλα
- Η Θυσία του Αβραάμ
- Η Καινή Διαθήκη
- Η Κοσμογέννησις
- Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου
- Θησαυρός
- Θρήνος εις τα Πάθη και την Σταύρωσιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
- Θρήνος της Θεοτόκου
- Θρήνος της Κρήτης
- Θρήνος της Κωνσταντινούπολης
- Ιατροσόφια
- Ιστορία και όνειρο
- Ιστορία του Ταγιαπιέρα
- Κατζούρμπος
- Κλίνη Σολομώντος
- Λαϊκές αφηγήσεις
- Λεηλασία της Παροικιάς της Πάρου
- Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν
- Λόγος παρηγορητικός περί Δυστυχίας και Ευτυχίας
- Μεγάλον θανατικόν από πανόκλα
- Ο Βίος του Αισώπου
- Ο Έπαινος των γυναικών
- Ο Κρητικός Πόλεμος
- Ο Οψαρολόγος
- Ο Χρονογράφος
- Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων
- Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
- Πανουργίαι υψηλόταται του Μπερτόλδου
- Πανώρια
- Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεόν επιστροφή
- Περί ηρώων, στρατηγών, φιλοσόφων, αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων, οπού εβγήκασιν από το νησί της Κύπρου
- Περί της ξενιτείας
- Πόλεμος της Τρωάδος
- Πτωχοπρόδρομος
- Ριμάδα κόρης και νιου
- Ρίμες αγάπης (Κυπριακά ερωτικά)
- Σιντίπας
- Σπανέας
- Σπανός
- Στάθης
- Στεφανίτης και Ιχνηλάτης
- Στίχοι γραμματικού Μιχαήλ του Γλυκά ούς έγραψε καθ΄ ον κατεσχέθη καιρόν εκ προσαγγελίας χαιρεκάκου τινός
- Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου
- Το κατά Καλλίμαχον και Χρυσορρόην ερωτικόν διήγημα
- Το Χρονικόν του Μορέως
- Φορτουνάτος
- Φυσιολόγος
- Χρονικό του Γαλαξειδιού
- Χρονικό του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου Κυθήρων
- Χρονικό των Σερρών
- Χρονικόν