Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
Συγγραφέας: Καρτάνος Ιωαννίκιος
Πρόκειται για ένα πεζό, διδακτικό, εκλαϊκευτικό έργο, αποτελούμενο από μεταφράσεις αποσπασμάτων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης στη λαϊκή/νεοελληνική γλώσσα, εξέχον δείγμα του εκκλησιαστικού δημώδους λόγου, γραμμένο τη δεκαετία του 1530. Τα θέματα των δύο ιερών κειμένων, που καλύπτουν το μισό περίπου βιβλίο, διανθίζονται με σχολιασμούς και άλλες διηγήσεις, καθώς, κοντά στη θρησκευτική διδασκαλία, περιλήφθηκαν θέματα ιστορίας, χρονογραφίας, εγκυκλοπαιδικά, αλλά και θέματα καθημερινής πρακτικής. Οι πηγές τού έργου είναι ένα ιταλικό λαϊκό βιβλίο, έργα εκκλησιαστικής γραμματείας και χρονογραφικά κείμενα.
Ελένη Κακουλίδη-Πάνου (επιμ.), Ιωαννίκιος Καρτάνος, Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Θεσσαλονίκη 2000.
Εισαγωγή
Για τον συγγραφέα
Ο συγγραφέας Ιωαννίκιος Καρτάνος ήταν ένας δραστήριος λόγιος και κληρικός του 16ου αιώνα, όπως προκύπτει από τις ελλιπείς πληροφορίες που σώζονται για τη ζωή και την εν γένει δραστηριότητά του. Είναι γνωστό ότι γεννήθηκε στην Κέρκυρα και ότι κυρίως έζησε και έδρασε στο νησί αυτό καθώς και στη Βενετία, όπου κατά της διάρκεια της φυλάκισής του έγραψε το εκτενές βιβλίο του Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη. Πότε ακριβώς γεννήθηκε δεν είναι γνωστό· το έτος γέννησής του τοποθετείται λίγο πριν το 1500, ενώ ο χρόνος του θανάτου του υπολογίζεται μετά το 1567.
Ο Ιωαννίκιος Καρτάνος αναφέρεται παντού ως ιερομόναχος ή καλόγερος. Είχε ταξιδέψει αρκετά στον τότε τουρκοκρατούμενο και βενετοκρατούμενο ελληνικό χώρο, την Κωνσταντινούπολη, την Κρήτη, τη Ρώμη και τους Αγίους Τόπους. Όταν οι αντίπαλοί του προκαλούν την εξορία του από την Κέρκυρα, εγκαθίσταται υποχρεωτικά στη Βενετία, με σκοπό να περάσει την υπόλοιπη ζωή του εκεί, διδάσκοντας τα ελληνικά γράμματα, συγγράφοντας και λειτουργώντας. Ένα επεισόδιο κατά το οποίο αντάλλαξε δημόσια προσβλητικά λόγια με τον μητροπολίτη Μονεμβασίας Αρσένιο, που είχε ασπασθεί τον καθολικισμό και επιχείρησε να κηρύξει στην ελληνική ορθόδοξη εκκλησία της Βενετίας, τον οδήγησε στη φυλακή. Εκεί θα παραμείνει απ’ τον Οκτώβριο του 1534 έως τον Σεπτέμβριο του 1537. Τις συνθήκες διαβίωσης περιγράφει, ώς ένα σημείο, στο βιβλίο του που γράφτηκε το διάστημα αυτό και στάλθηκε από εκεί στο τυπογραφείο. Όταν αποφυλακίστηκε, ζήτησε να προβιβαστεί σε αρχιερέα, ως ανταμοιβή για το πόνημά του, ωστόσο ο Πατριάρχης καταδίκασε το έργο του και τον έκρινε ετερόδοξο και ανάξιο να προΐσταται χριστιανικού ποιμνίου. Σημαντικότερος πολέμιος του έργου του Καρτάνου ήταν ο υπέρμαχος της Ορθοδοξίας και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, ζακύνθιος λόγιος και μοναχός Παχώμιος Ρουσάνος, ο οποίος τον αποκαλούσε «αιρεσιάρχη» και τους οπαδούς του «Καρτανίτας» και «Ιωαννικιανούς». Στόχος της επίθεσής του δεν ήταν μόνο η λαϊκή γλώσσα αλλά και τα δογματικά σφάλματα του κερκυραίου συγγραφέα.
Φαίνεται ότι ο Καρτάνος ήταν ένας ανήσυχος άνθρωπος. Κληρικός και μοναχός, ασχολείται αρκετά και με τα βιοτικά, αγωνίζεται για τα οικονομικά του συμφέροντα και δεν διστάζει να έρθει σε σύγκρουση με τις βενετικές αρχές της Κέρκυρας όταν αδικείται. Αξιοποιεί τον χρόνο της φυλάκισής του συγγράφοντας και διαδίδει το βιβλίο του. Η ανήσυχη διάθεση και οι πνευματικές του δυνατότητες τού έδωσαν τις προϋποθέσεις να συγγράψει ένα έργο που γνώρισε στον καιρό του τεράστια επιτυχία.
Για την Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη (πλήρης τίτλος: Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, ήτοι το άνθος και αναγκαίον αυτής, έστι δε πάνυ ωφέλιμον και αναγκαίον προς πάσα χριστιανόν) υπήρξε για πολύ καιρό το μοναδικό σωζόμενο έργο στο οποίο ο Καρτάνος όφειλε τη συγγραφική του φήμη – μόλις πρόσφατα ανακαλύφθηκε αντίτυπο ενός άλλου πεζού δημώδους βιβλίου του, τυπωμένου στη Βενετία το 1544, που είναι έργο υπολογισμών του ημερολογίου, εκκλησιαστικού εορτολογίου κλπ. (βλ. Jeffreys 2000). Τυπώθηκε τουλάχιστον πέντε φορές μέσα στον 16ο αιώνα και διαδόθηκε σε όλο τον ελληνόφωνο χώρο, ίσως περισσότερο από κάθε άλλο βιβλίο. Αποτελεί διδακτικό, εκλαϊκευτικό έργο, αποτελούμενο από μεταφράσεις αποσπασμάτων στη νεοελληνική γλώσσα και απάνθισμα αφηγήσεων από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.
Αυτό που κάνει το έργο σπουδαίο είναι αφενός το οικείο γλωσσικό όργανο και οι αρετές της διήγησης και αφετέρου η πρωτοτυπία στη σύνθεση· η δογματική διδασκαλία με τις ιστορίες από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη διανθίζονται με σχόλια, διηγήσεις, διδακτικές παραινέσεις και απόκρυφο υλικό, κεφάλαια από την εκκλησιαστική και κοσμική ιστορία –κατά το πρότυπο των βυζαντινών χρονογράφων– και συμπληρώνεται από τη λειτουργική, την ερμηνευτική και το κήρυγμα. Έτσι, κοντά στη θρησκευτική διδασκαλία, εντάσσονται θέματα ιστορίας, χρονογραφίας, εγκυκλοπαιδικά, αλλά και θέματα επικαιρότητας και καθημερινής πρακτικής. Το έργο, με τις επανειλημμένες εκδόσεις του, γνώρισε ευρεία διάδοση μέσα στον 16ο αιώνα και ανήκει στα εξέχοντα δείγματα του εκκλησιαστικού δημώδους λόγου. Αιώνες πριν από τον Διαφωτισμό, και όντας εκφραστής της ελληνικής παιδείας, ο Καρτάνος διακηρύσσει την ανάγκη να μορφωθεί ο λαός με έργα γραμμένα στη ζωντανή γλώσσα του. Στον πρόλογο του βιβλίου ο ίδιος γράφει: «Δεν το έκαμα διά τους διδασκάλους, αλλά διά τους αμαθείς ως εμέ και διά να καταλάβουν πάντες οι χειροτέχναι και αμαθείς την θείαν Γραφήν, τόσον ναύται όσο και χειροτέχναι και γυναίκες και παιδιά και πάσα μικρός άνθρωπος, μόνον οπού να ηξεύρει να διαβάζει».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του συγγραφέα, το έργο γράφτηκε στη φυλακή, όπου έμεινε για τρία σχεδόν ολόκληρα χρόνια. Το βιβλίο τυπώθηκε το 1536, όταν ο Καρτάνος ήταν ακόμα φυλακισμένος, επομένως η συγγραφή πρέπει να είχε τελειώσει στις αρχές του έτους αυτού. Ο ίδιος, στον πρόλογο του βιβλίου, εκθέτει τους λόγους για τους οποίους το έγραψε: τον ενδιέφερε να «απερνάγει ο λογισμός του» ή να «διώκει τους λογισμούς» μέσα στο πανάθλιο περιβάλλον της φυλακής και να δώσει ένα χρήσιμο βιβλίο στους απλούς ανθρώπους. Η απόφαση του Καρτάνου είναι προδρομική, σηματοδοτώντας μια προοδευτική τομή στη νεοελληνική γραμματεία, μιας και απουσιάζει από τον ελληνικό χώρο προηγούμενο ανάλογο εκλαϊκευτικό έργο. Κύριο μέλημά του είναι η συγγραφή ενός έργου στην απλή γλώσσα του λαού, και έτσι δεν απευθύνεται στους μορφωμένους αλλά στους αγράμματους.
Σχετικά με τη σύνθεση του βιβλίου, ο Καρτάνος δηλώνει ότι χρησιμοποίησε πολλές πηγές, πράγμα που γίνεται φανερό και από τις παραπομπές που κάνει κατά την επεξεργασία των θεμάτων του – ωστόσο, αποσιωπά ότι μεταφράζει ένα ιταλικό πρότυπο. Είναι βέβαιο, πάντως, ότι ακολουθεί σχεδόν πιστά την ύλη του ιταλικού κειμένου στο μεγαλύτερο μέρος τού βιβλίου (ώς το κεφάλαιο 179 και από εκεί και πέρα αρχίζει το πρωτότυπο μέρος). Το ιταλικό πρότυπο με τον τίτλο Fioretto di tutta la Biblia historiato είναι ένα από τα εκλαϊκευμένα θρησκευτικά βιβλία που κυκλοφορούσαν άφθονα στη Δύση και είχε καταδικαστεί από την παπική σύνοδο του Τριέδου. Αυτή η εικονογραφημένη διασκευή δεν μεταφέρει πιστά τις ιστορίες της Βίβλου, αλλά περισσότερο αποτελεί μια εκλαϊκευτική ανθολόγηση των βασικών θεμάτων της Παλαιάς Διαθήκης, διανθισμένων με λαϊκές διηγήσεις από θρησκευτικούς, απόκρυφους ή κοσμικούς συγγραφείς, στους οποίους κάποτε παραπέμπει ο άγνωστος συγγραφέας του βιβλίου, όπου μεταξύ ιστορίας και μύθου γίνεται και κάποια διδασκαλία. Η παραβολή των δύο βιβλίων δείχνει σχεδόν πιστή εξάρτηση του Καρτάνου από το πρότυπό του. Παρ’ όλα αυτά, ο έλληνας συγγραφέας-μεταφραστής ενίοτε παρεμβαίνει στο κείμενό του και παρεκκλίνει θεληματικά, για να προσθέσει στοιχεία από ελληνικές πηγές –πάντα στο κλίμα της λαϊκής διήγησης και της χρονογραφίας– ή να σχολιάσει και να διδάξει τους αναγνώστες του. Εκτός από τα χωρία της Αγίας Γραφής που περιέχει το ιταλικό πρότυπο και που τα μεταφέρει μεταφρασμένα σε δημώδη γλώσσα, σε πολλά σημεία προσθέτει και χωρία δικής του επιλογής, τις περισσότερες φορές παραπέμποντας σωστά στο σχετικό βιβλίο της Αγίας Γραφής.
Ο εκκοσμικευμένος χαρακτήρας του βιβλίου και η ασυστηματοποίητη μετάφραση της Αγίας Γραφής προκύπτουν εύκολα από την ανάγνωση του έργου. Πρόθεση του συγγραφέα δεν ήταν η δημιουργία ενός αυστηρά θεολογικού πονήματος, αλλά ενός βιβλίου εκλαϊκευτικού και συνάμα διδακτικού, ωφέλιμου, όπως το παράδειγμα του ιταλικού προτύπου του. Έτσι, από τις σελίδες του περνούν κεφάλαια κοσμογραφίας, γεωγραφίας, φυσιογνωστικά, ιστορικά, αρχαιογνωστικά. Και επειδή λείπει κάποτε η κριτική θεώρηση των πηγών, η επιστημονική ερμηνεία παραχωρεί προτεραιότητα στη μυθική προέκταση. Καθώς μάλιστα ήταν γεμάτο από απόκρυφο υλικό και λαϊκές δοξασίες, παρέσυρε, ώς ένα σημείο, και τον Καρτάνο σε ολισθήματα. Ο ίδιος, κληρικός με λαϊκές καταβολές, είχε αρκετά καλή γνώση των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η θρησκευτική διδασκαλία. Η έλλειψη υποδομής και παιδείας, αλλά και η απλοϊκή νοοτροπία των αναγνωστών του, απαιτούσε την προσφορά εύληπτης ύλης. Αναντίρρητα, το εγχείρημά του στέφθηκε με επιτυχία, αν κρίνουμε από τις πλούσιες εκδοτικές τύχες του έργου. Από το 1536 ώς το 1578, όπως μας πληροφορούν πολλές μαρτυρίες, το βιβλίο είχε γίνει προσφιλές ανάγνωσμα των Ελλήνων στην ηπειρωτική Ελλάδα, στα νησιά και την Κωνσταντινούπολη. Ούτε η αρνητική κριτική από την επίσημη Εκκλησία δεν εμπόδισε τη διάδοσή του.
Εκτός από τη μετάφραση του ιταλικού προτύπου, υπάρχει και το πρωτότυπο μέρος του βιβλίου. Σε αυτό, πέρα από τις παραπομπές σε πρωτότυπα ή μεταφρασμένα χωρία της Αγίας Γραφής, παραπέμπει και σε κοσμικούς συγγραφείς, σε εκκλησιαστικούς πατέρες και στην ορθόδοξη υμνογραφία. Μνημονεύει και αξιοποιεί ιστορικές πηγές από το έργο ελλήνων χρονογράφων, όπως ο Γεώργιος Σύγκελλος, ο Ιωάννης Σκυλίτσης, ο Θεοφάνης Ομολογητής κ.ά. Σε όλα τα κεφάλαια του έργου παρεμβάλλονται σχόλια θρησκευτικής πρακτικής. Σε ορισμένα δίνεται περισσότερη έμφαση στα ερμηνευτικά σχόλια της Αγίας Γραφής, ενώ αλλού είναι σαφής η προσπάθεια για ηθική διδασκαλία. Όλα τα παραπάνω συνδυάζονται με μαστοριά στο γλαφυρό ανάγνωσμα του Καρτάνου.
Το βιβλίο, 600 περίπου σελίδων, διαιρείται σε τέσσερα μέρη: 1) Το δογματικόν (κεφ. 1-24), 2) Το ιστορικόν (κεφ. 25-191), 3) Το ηθικόν (δεκαεννέα ομιλίαι) και 4) το τελετουργικόν. Τα πρώτα 24 κεφάλαια του βιβλίου (εκτός του προλόγου) περιέχουν εκλαϊκευμένη δογματική και ερμηνευτική. Ερμηνεύει την Αγία Γραφή και επισημαίνει τις διαφορές με τη Δυτική Εκκλησία, ειδικότερα σε θέματα όπως η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, η ψυχή κ.ά. Σε πολλά σημεία, τα σχόλια του Καρτάνου παρεμβαίνουν στο μεταφρασμένο κείμενο και ενισχύονται με μαρτυρίες από εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Τα κεφάλαια 25-191 αποτελούν το αφηγηματικό μέρος. Ακολουθεί ένα κεφάλαιο ηθικής (192) με δεκαεννέα ομιλίες – οι δεκαεννέα λόγοι έχουν ως ακροστιχίδα τα αρχικά του ονόματος του συγγραφέα. Αυτά τα κεφάλαια χριστιανικής ηθικής ουσιαστικά συνιστούν κηρύγματα που θα μπορούσαν να έχουν εκφωνηθεί από τον άμβωνα αυτούσια. Το έργο κλείνει ένα κεφάλαιο λειτουργικής (193), με την ανάλυση και επεξήγηση της Θείας Λειτουργίας.
Το αφηγηματικό τμήμα είναι το εκτενέστερο και χωρισμένο σε έξι μέρη/βιβλία:
1ο μέρος (25-71): περιέχει από την Παλαιά Διαθήκη τη Δημιουργία και φτάνει ώς τον Νώε.
2ο μέρος (72-89): φτάνει ώς τα χρόνια των Πατριαρχών.
3ο μέρος (90-104): φτάνει ώς τον Μωυσή.
4ο μέρος (105-138): απ’ τον Μωυσή έως τον Δαβίδ.
5ο μέρος (139-158): απ’ τον Δαβίδ έως και την Καινή Διαθήκη.
6ο μέρος (159-191): σύντομη επιλογή από τα κεφάλαια της Καινής Διαθήκης, διανθισμένα με απόκρυφες διηγήσεις και μια ποικιλία από άλλα θέματα.
Η γλώσσα του Καρτάνου, η ζωντανή και πολύ κοντινή στους αναγνώστες της εποχής, είναι ένας από τους λόγους που το βιβλίο αγαπήθηκε και διαβάστηκε σε ολόκληρο τον ελληνόφωνο κόσμο. Η γλώσσα αυτή αποτελεί συνέχεια του μεσαιωνικού δημώδους λόγου και της γλωσσικής παράδοσης των χρονογραφικών κειμένων, είναι ο ζωντανός λόγος που μιλιόταν στην πατρίδα του την Κέρκυρα και αναμφίβολα προδίδει τη γλωσσοπλαστική δύναμη του Καρτάνου. Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη αποτελεί εξέχον δείγμα του εκκλησιαστικού δημώδους λόγου, μοναδικό στο είδος του εκείνη την εποχή. Με τον Καρτάνο άρχισε και με τον Κύριλλο Λούκαρη ολοκληρώθηκε, έναν αιώνα αργότερα, ο λεγόμενος εκκλησιαστικός δημοτικισμός ή θρησκευτικός ουμανισμός, το κίνημα δηλαδή στους κόλπους της Εκκλησίας που έστρεψε σπουδαίους κληρικούς και ποιμενάρχες προς την κοινή γλώσσα της εποχής, τόσο στο κήρυγμά τους όσο και στις μεταφράσεις των κειμένων της Γραφής.
Ο εκκλησιαστικός χαρακτήρας του κειμένου εξηγεί την επιβίωση ορισμένων παλαιότερων γλωσσικών στοιχείων. Σημαντική, επίσης, είναι και η μαρτυρία του για την πορεία του δανεισμού της ελληνικής γλώσσας από την ιταλική/βενετσιάνικη, αφού μάλιστα μέρος του έργου ακολουθεί ιταλικό πρότυπο, επομένως παρουσιάζει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε τη γλώσσα της απόδοσης. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία στο μεταφραστικό μέρος του έργου είναι η επίδραση της ιταλικής στα ελληνικά του Καρτάνου, αφού δεν επηρεάζεται σημαντικά από λόγια εκκλησιαστικά κείμενα και βρίσκεται πιο κοντά στον ζωντανό ομιλούμενο λόγο. Εκτός από το λεξιλόγιο που σε κάποια σημεία παραβιάζει τους κανόνες της γλώσσας, επηρεάζεται και η σύνταξη.
Η φύση του έργου δίνει συχνά στον συγγραφέα-δάσκαλο ευκαιρίες να σχολιάσει την επικαιρότητα. Ο σύγχρονος κόσμος είναι ο στόχος του, αναγνώστες του είναι κληρικοί και λαϊκοί, απλοί άνθρωποι. Τα παραδείγματα και οι παρεμβάσεις στο διηγηματικό μέρος του βιβλίου, καθώς και οι συμβουλές και η ηθική διδασκαλία στο κηρυγματικό, δίνουν ανάγλυφη εικόνα του κόσμου του: μιας κοινωνίας ελληνικής που ζει με τον δικό της τρόπο και τις συνήθειες στην ελληνική παροικία της Βενετίας ή στα Επτάνησα, στον ελλαδικό χώρο και τα νησιά ή στην Κωνσταντινούπολη. Η κριτική και ο σχολιασμός προβάλλει θέματα Εκκλησίας, κοινωνίας, λαϊκής πίστης και δεισιδαιμονίας. Τα σύγχρονά του ήθη και έθιμα, η κοινωνική θέση της γυναίκας, ο θεσμός του γάμου, η μοιχεία, ο χρηματισμός αρχιερέων και δικαστών, η προφυλάκιση, είναι ορισμένα από τα θέματα του κοινωνικού βίου που τον απασχολούν. Σημαντική είναι η παρουσία του σε σημεία που ο ίδιος επιβεβαιώνει γεγονότα από προσωπική του πείρα και, κυρίως, από επισκέψεις του στην Κωνσταντινούπολη, την Ιερουσαλήμ και αλλού. Η στάση του απέναντι στην εκκλησία είναι αμφίθυμη· άλλοτε δείχνει σεβασμό προς τους ιερείς, κι άλλες φορές ασκεί δριμεία κριτική στους τρόπους που υιοθετούν.
Αν και υποστηρίχθηκε ότι ο Καρτάνος πολεμήθηκε κυρίως για τη γλώσσα του, στην πραγματικότητα ο θεολογικο-δογματικός προβληματισμός είναι αυτός που προέχει, και ο φόβος για νοθεία των Αγίων Γραφών συσπείρωσε την εχθρική υποδοχή του έργου του. Ένα βιβλίο προδρομικό και μοναδικό, αλλά και προκλητικό στο είδος του και στην εποχή του, ήταν φυσικό να δεχτεί επιθέσεις. Η επίσημη Εκκλησία δεν το υποστήριξε, αλλά το καταδίκασε προσπαθώντας να περιορίσει τη διάδοσή του – οι αλλεπάλληλες, ωστόσο, εκδόσεις του είναι απόδειξη ότι το έργο ξεπέρασε τις επιθέσεις αυτές. Η γλώσσα του, τα αδόκιμα ελληνικά, το ιταλικό λεξιλόγιο και, κυρίως, τα δογματικά λάθη, που έφερναν σε κίνδυνο το ορθόδοξο ποίμνιο, αποτέλεσαν τους λόγους που ο Καρτάνος θεωρήθηκε αιρετικός, κακότροπος σκανδαλοποιός («persona scandalosa de mala qualità»). Εντούτοις, το έργο του Καρτάνου δεν συνιστά αιρετική διδασκαλία. Η αφελής κάποτε ερμηνευτική του και οι λεπτές αποκλίσεις από τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας οφείλονται κυρίως σε άγνοια, κακή κατανόηση ή αδυναμία κριτικής θεώρησης των προτύπων του. Ακόμη, γι’ αυτές τις αποκλίσεις ευθύνονται προπαντός οι απόκρυφες διηγήσεις της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης που προέρχονται από το ιταλικό πρότυπο.
Αποσπάσματα
Πρόλογος της Παλαιάς τε και Νέας Διαθήκης, κεφ. α΄
Ο Καρτάνος, στον πρόλογο του έργου του Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, εξηγεί τους λόγους που συνέγραψε το εκτενές κείμενο. Η αφόρμηση τού δόθηκε μέσα στη φυλακή αναζητώντας τρόπους να «διώκει τους λογισμούς», να διώχνει δηλαδή τις στενάχωρες σκέψεις. Έτσι, συνέλεξε τα σημαντικότερα σημεία της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και, δένοντάς τα και με άλλες ιστορίες και διδακτικούς λόγους, συνέθεσε μια δική του Αγία Γραφή. Πέρα όμως από το προσωπικό και ιδιοτελές κίνητρο, αυτό της παυσίλυπης συγγραφής, δηλώνει ότι στόχος του είναι να μεταφέρει τις Γραφές σε απλή γλώσσα, ώστε να την κατανοήσουν οι αμαθείς και να ωφεληθούν ψυχικά από τη μελέτη της. Ο Καρτάνος ζητά τη συνδρομή του Αγίου Πνεύματος, που θα φωτίσει τον νου του, και τη χάρη του Κυρίου, που θα ευλογήσει το έργο του. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ταπεινοφροσύνη και μετριοπάθεια του συγγραφέα στην παραδοχή ότι είναι «ευτελής και ανάξιος», «αμαθής και όλως άμοιρος της θείας Γραφής», κάτι που θα υπενθυμίζει στους αναγνώστες του και σε άλλα σημεία του έργου.
13 | Πρόλογος τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης
τοι ἱερομονάχοι καὶ μοναχοί, θεοσεβέστατοι ἱερεῖς, ἐνδοξότατοι |
|
| ἄρχοντες καί ἅπας ὁ τοῦ Κυρίου μου χριστώνυμος λαός, μικροί τε καί μεγάλοι, ἄνδρες τε καί γυναῖκες, χάρις εἴη ὑμῖν καί εἰρήνη παρά Θεοῦ πατρός καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐπειδή ἐγώ ὁ εὐτελής καί ἀνάξιος Ἰωαννίκιος ἱερομόναχος ὁ Καρ- τάνος καὶ μέγας πρωτοσύγκελος Κερκύρων, ὑπό τῶν πολλῶν μου |
|
| ἁμαρτιῶν ἐβάλθην εἰς φυλακήν τῶν Βενετιῶν, οὐ διά τινα κακόν ὅπερ ἐποίησα, ἀλλά χάριτι τοῦ Χριστοῦ διά τήν ἡμῶν εὐσέβειαν καί ἀλήθει- αν, δι’ ἥν αἰτίαν εὑρισκόμενος ἐν αὐτῇ μή ἔχων τί ποιῆσαι διά νά διώκω τούς λογισμούς, ἠβουλήθην ποιῆσαι ἐκλογήν τά ἔγκριτα καί ἀναγκαῖα πάντα τῆς Παλαιᾶς τε καί Νέας Διαθήκης μετά πολλῶν ἑτέρων |
|
13v | ἱστοριῶν καί τῶν βασιλέων τάς πράξεις εἰς ὀλίγους λόγους, καί τάς ἑπτά ἁγίας / καί Οἰκουμενικάς Συνόδεις, ποῦ ἔγινεν μιά ἑκάστη ἀπ’ αὐτές καί μετά πόσους χρόνους καί κατά τίνος, καί εἰς τέλος ἔκαμα δεκαεννέα λόγους πολλά ὠφελίμους. Καί ταῦτα πάντα ἐσυνάθροισα ὑπό πολλῶν ἱστοριῶν καί ἀποδείξεων, ἐποίησα τό παρόν βιβλίον και |
|
| ἀπό γραμματικά καί λογικά ἔβγαλά τα εἰς κοινήν γλώτταν ὡς ἠβλέπε- τε διά νά ἐγνωρίζει πᾶσα μικρός ἄνθρωπος μέρος ἀπό τήν θείαν Γρα- φήν τί λέγει. Καί τοῦτο δέν τό ἔκαμα διά τούς διδασκάλους, ἀλλά διά τούς ἀμαθεῖς ὡς ἐμέ καί διά νά καταλάβουν πάντες οἱ χειροτέχναι και ἀμαθεῖς τήν θείαν Γραφήν τί λέγει, τόσον ναῦται ὅσον καί χειροτέχναι |
|
| καί γυναῖκες καί παιδία καί πᾶσα μικρός ἄνθρωπος μόνον ὁπού νά ἠξεύρει νά διαβάζει. Καί ἐπειδή καί ἐγώ ἀμαθής εἰμί καί ὅλως ἄμοιρος τῆς θείας Γραφῆς, ἐπικαλέσθηκα τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ νά ἀποστείλει τό Πνεῦμα του τό ἅγιον νά φωτίσει τόν νοῦν μου καί τόν λογισμόν μου ὥσπερ ἐφώτισεν τούς ἁγίους αὐτοῦ μαθητάς |
|
| καί ἀποστόλους, ἁλιεῖς ὄντας καί ἀμαθεῖς τό πρῶτον ὡς αὐτόν ἐμέ, ἔπειτα τούς ἐσόφισεν καί ὑπῆγαν καί ἐκήρυξαν ὅλον τόν κόσμον καί ἐκατάβαλαν πάντας τούς σοφούς καί διδασκάλους, ἔτσι τόν αὐτόν τρό- πον καί ἐγώ ἐπαρεκάλεσα νά μοῦ φωτίσει τόν νοῦν μου νά ἠμπορέσω νά πεζεύσω τήν θείαν Γραφήν εἰς κοινήν γλώτταν διά νά ἠμπορεῖ ὡς |
|
14 | εἶπον πᾶσα μικρός ἄνθρωπος νά τήν ἐγροικᾶ καί νά λαμβάνει / ἀπ’ αὔτην μικρήν ὠφέλειαν. Καί ἐπειδή ὁλωσδιόλου ἐγροίκουν τόν λογι- σμόν μου ὅτι ἔναι ὅλως ἀμαθής, ἐπτοούμην νά βάλω ἀρχήν, καί πάλιν ἐνθυμήθηκα τοῦ Χριστοῦ μου ρητόν ὅπερ λέγει εἰς τό δέκατον κεφά- λαιον τοῦ Ματθαίου τοῖς ἀποστόλοις, ὁπόταν τούς ἀπέστειλεν νά κηρύ- |
|
| ξουν, ὁπού τούς εἶπε: «Μή μεριμνήσητε τί λαλήσητε, δοθήσεται γάρ ὑμῖν ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τί λαλήσητε, οὐ γάρ ὑμεῖς ἐστε οἱ λαλοῦντες, ἀλλά τό Πνεῦμα τοῦ Πατρός ἡμῶν τό λαλοῦν ἐν ὑμῖν». Καί ἠκούγοντας και ἐγώ τοῦτον τόν λόγον, ἔλαβα δύναμιν καί ἔριξα τήν πᾶσαν μου ἐλπίδα πρός τόν ὕψιστον Πατέρα καί Θεόν, ἐπειδή ἔργον θέλω νά κάμω εὐάρε- |
|
| στον Θεῷ καί ἀνθρώποις, καί πάλιν ἐπαρακάλεσα αὐτόν τόν Πατέρα ὅτι, εἰ μέν ἔναι διά ψυχικήν ὠφέλειαν τῶν χριστιανῶν, ἔτσι νά μοῦ δώσει τόσην χάριν ὅτι νά τό τελειώσω, εἰδεμήγε, νά μηδέν τελειωθεῖ, διότι ἐκτός τήν δύναμιν τοῦ Θεοῦ καί τήν χάριν αὐτοῦ τίποτες δέν γίνεται, ὡς καθώς τό μαρτυρεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός εἰς τό δεύτερον |
|
| ἀντίφωνον τοῦ βαρύ ἤχου, ὁπού λέγει: «Ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον τόν τῆς ψυχῆς μάτην κοπιῶμεν, πλήν γάρ αὐτοῦ οὐ πρᾶξις, οὐ λόγος τελεῖται». Καί ὁ προφήτης Δαβίδ εἰς τούς ἑκατόν εἴκοσι ἕξι ψαλ- μούς αὐτοῦ λέγει: «Ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπία- σαν οἱ οἰκοδομοῦντες». Τό λοιπόν καί ἐγώ ἐνθυμώντας αὐτούς τούς |
|
14v | λόγους ἄρχισα μετ’ αὐτόν τόν λογισμόν καί εἶπα, εἰ μέν ἔναι τοῦ Θεοῦ θέλω τό / τελειώσει, εἰδεμήτε, θέλει λείπει, καί εἰ μέν ἔναι ἔργον τέλειον διά τόν κόσμον ὁ Θεός θέλει τό τελειώσει καί ὄχι ἐγώ, διότι ὅλα τά δωρήματα τά τέλεια εἶναι ἀπό τόν Θεόν, ὥσπερ λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἰς τήν εὐχήν τήν ὀπίσθαμβον τῆς λειτουργίας αὐτοῦ, |
|
| «πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἐκ σοῦ τοῦ πατρός τῶν φώτων», καί τινάς δέν δύναται νά κάμει τίποτες ἐάν ὁ Θεός δέν θέλει, διότι αὐτός ἀτός του τό εἶπεν ὁ Χριστός τοῖς ἀποστόλοις αὐτοῦ, ὁπού εἶναι γραμμένον εἰς δεκαπέντε κεφάλαια τοῦ κατά Ἰωάννου καί εἶπεν: «Διότι χωρίς ἐμέν δέν δύναται νά κάμει οὐδετίποτες». Τόν λοιπόν |
|
| ἐπειδή ὅλα εἶναι ἀπό τοῦ Θεοῦ καί διχῶς τό θέλημα αὐτοῦ τίποτες δέν γίνεται, ἔτσι καί ἐγώ ἄρχομαι μέ τήν δύναμιν αὐτοῦ καί παρακαλῶ τήν βασιλείαν του ὅτι εἰ μέν ἔναι ὡς εἶπα δι’ ὠφέλειαν καί ψυχικήν σωτη- ρίαν, νά τελειωθεῖ τοῦτο τό βιβλίον, εἰδεμή, νά κάμει ἡ χάρις τοῦ Κυρί- ου ὡς θέλει. Καί πρῶτο μέν θέλω νά ἀποδείξω πῶς ἡ ἁγία Τριάς ἔναι |
|
| τρισυπόστατος, ἀλλά ἔναι ἕνας καί μόνος Θεός καί ὄχι τρεῖς θεοί, ἀλλά μόνον εἰς χαρακτήρας, ἤγουν, Πατήρ, Υἱός καί Πνεῦμα ἅγιον, πλήν και οἱ τρεῖς ἕνας Θεός. |
|
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ιθ΄ [Πώς ο άνθρωπος έναι πλασμένος υπό τεσσάρων στοιχείων]
Στο δέκατο ένατο (ιθ΄) κεφάλαιο ο Καρτάνος αναφέρεται στα τέσσερα στοιχεία που συνέχουν τόσο τον κόσμο όσο και τον ανθρώπινο οργανισμό. Στο αμέσως προηγούμενο πραγματεύεται το ζήτημα των πέντε αισθήσεων που χάρισε ο Θεός στον άνθρωπο και εδώ, ως άλλος προσωκρατικός φιλόσοφος, ο ιερομόναχος Καρτάνος πρεσβεύει τη θεμελιώδη ύπαρξη τεσσάρων στοιχείων –της φωτιάς, του αέρα, του νερού και της γης– από τα οποία συνίσταται ο κόσμος και σ’ αυτά μετέχει και το ανθρώπινο σώμα με τους χυμούς του – τον θυμό, το φλέγμα, το αίμα και τη χολή. Σπεύδει, βέβαια, να αποσαφηνίσει ότι όλα αυτά εκπορεύονται από τον Θεό, που είναι άφθαρτος και δεν υποτάσσεται στη γήινη πραγματικότητα. Στα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου του προχωρά σε επιμέρους ανάλυση των χαρακτηριστικών της Θεότητας, πριν αρχίσει τη μακροσκελή εξιστόρηση της επταήμερης δημιουργίας του κόσμου.
| Πῶς ὁ ἄνθρωπος ἔναι πλασμένος ὑπό τεσσάρων στοιχείων
ἅπερ ἔκαμεν ὁ Θεός τά ὁποῖα ἔχουν τέσσαρα στοιχεῖα, ὥσπερ ἔναι |
|
37 | κρυότης, / ξέρη, ζέστη καί ὑγρότης, καί τοῦτα τά πράγματα εἶναι εἰς τόν ἄνθρωπον καί τό ὁμοίως εἶναι τοῦτα τά τέσσαρα στοιχεῖα καί περικρα- τοῦν τόν κόσμον καί ὑπ’ αὐτῶν συνίσταται ὁ κόσμος καί ὑπ’ αὐτοῦ ἐκπορεύονται τοῦτα τά τέσσαρα στοιχεῖα, ἅπερ λέγομεν ὅτι καί ὁ ἄνθρωπος ἔναι μέτοχος καί πλασμένος ὑπ’ αὐτῶν, ὥσπερ ἠβλέπομεν |
|
| καί ἡ ἱστία ἔναι ζεστή καί ξερή καί ὁ ἀέρας ἔναι ζεστός καί ὑγρός καί τό νερόν ἔναι ψυχρόν καί ὑγρόν καί ἡ γῆ ἔναι ψυχρά καί ξερή. Καί ἔτσι εἶναι καί τά κορμία τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ζώων ὁπού εἶναι εἰς τόν κόσμον καί ἔχουν τοῦτα τά στοιχεῖα ὁπού εἶναι μέτοχα ἀπ’ αὐτά τά στοιχεῖα ἀπό τά ὁποῖα ἐκπορεύονται τά τέσσαρα στοιχεῖα ὡς εἴπαμεν, |
|
| ἤγουν χυμοί, εἰς τρόπον ὅτι ὅλα τά κορμία εἶναι στοιχειωμένα καί μέτοχα ὑπ’ αὐτῶν, ἤγουν ὁ θυμός ὁπού ἔναι ζεστός καί ξερός, τό φλέγ- μα ὁπού ἔναι ψυχρόν καί ὑγρόν, τό αἷμα ὁπού ἔναι ζεστόν καί ὑγρόν, ἡ χολή ὁπού ἔναι ψυχρά καί ξερή. Καί ἔτσι ἔναι καί ὁ χρόνος εἰς τέσσαρα μέρη διαμερισμένος, εἰς ἄνοιξιν, εἰς καλοκαίρι, εἰς χινόπωρον καί εἰς |
|
| χειμώναν. Καί ἡ ἄνοιξις ἔναι ξερή καί ὑγρά, ὥσπερ τό αἷμα, καί τό καλοκαίρι ἔναι ζέστη καί ξέρη, ὥσπερ τές χολές, τό χινόπωρον ἔναι κρυότη καί ξέρη, ὥσπερ ἔναι ὁ θυμός, καί ὁ χειμώνας ἔναι ψυχρός καί ὑγρός, ὥσπερ τό φλέγμα. Καί ἠξεύρετε ὅτι ἡ ἄνοιξις ἄρχεται ἀπό τές εἴκοσι δύο τοῦ Φεβρουαρίου, ὡς καθώς λέγουν οἱ φιλόσοφοι, και |
|
37v | κρατεῖ ἕως εἰς τές εἴκοσι τέσ/σαρες τοῦ Μαΐου καί τό καλοκαίρι ἄρχε- ται ἀπό τές εἴκοσι πέντε τοῦ Μαΐου καί κρατεῖ ἕως εἰς τές εἴκοσι τρεῖς τοῦ Αὐγούστου καί τό χινόπωρον ἄρχεται ἀπό τές εἴκοσι τέσσαρες τοῦ Αὐγούστου καί κρατεῖ ἕως εἰς τές εἴκοσι τέσσαρες τοῦ Νοεμβρίου καί ὁ χειμώνας ἄρχεται ἀπό τές εἴκοσι πέντε τοῦ Νοεμβρίου καί κρατεῖ ἕως |
|
| εἰς τές εἴκοσι μία τοῦ Φεβρουαρίου. Καί ἔναι ἡ ἄνοιξις ἡμέρες ἐνενήντα δύο καί τὸ καλοκαίρι ἔναι ἐνενήντα μία ἡμέρα καί τό χινόπωρον ἔναι ἐνενήντα δύο ἡμέρες καί ὁ χειμώνας ἔναι ἐνενήντα ἡμέρες, καί ὅταν ἔναι ὁ βίσεκτος ἔναι ἐνενήντα μία ἡμέρα. Καί ἠξεύρετε ὅτι τό πῦρ και το καλοκαίρι καί ἡ χολή εἶναι ἀπό μίαν κράση καί τό νερόν καί το |
|
| φλέγμα καί ὁ χειμώνας εἶναι ἀπό μίαν κράση, ὁ ἀέρας καί τό αἷμα και ἡ ἄνοιξις εἶναι ἀπό μίαν κράση καί αὐτά, τό χινόπωρον καί ἡ γῆς καί ὁ θυμός εἶναι καί αὐτά μιᾶς κράσεως. Καί ἔτσι τοῦτα τά πράγματα εἶναι ἀληθινά ὑπό τήν φύσιν τους ἔτσι ὥσπερ εἴπαμεν, καί ὑπό τήν φύσιν τους ταυρίζει ἕνα τό ἄλλον καί εἶναι ἔτσι καί κανένα πράγμα δέν ἔναι |
|
| κακόν, διότι ὁ μεγαλοδύναμος Θεός τά ἔκαμεν ὅλα καλά καί κακόν ὁ Θεός δεν ἔκαμεν κανένα μήτε θέλει τινός κακόν μήτε νά τό λάβει. Και ἄς ἰδοῦμεν τόν ἥλιον ὁπού δίδει τάς ἀκτίνας τους εἰς τήν γῆν καί δεν φθείρεται δι’ αὐτό, καί ὁπόταν ἔναι ἀπάνω εἰς τήν θάλασσαν ἤ καί εἰς ἄλλο νερόν δέν βρέχεται, καί εἴ τις θέλει νά τόν κόψει δέν τόν κόπτει, |
|
38 | /ὅταν τύχει καί ἔναι ἀπάνω εἰς ἕνα ξύλον καί κόπτεις τό ξύλον, τό ξύλο ἠβλέπεις το ὅτι κόπτεις το, ἀμή τόν ἥλιον δέν τόν κόπτεις, καί διά τοῦτο δέν ἔναι αὐτός ὑποτασσόμενος τῶν πραγμάτων τῆς γῆς ὁπού εἶναι ἐπίγεια. Καί ἔτσι καί εἰς τόν Θεόν καμίαν κόψιν ἤ χωρισίαν δέν ἠμπορεῖ τινάς νά τοῦ κάμει μήτε νά τοῦ εὕρει, διότι δέν ἔναι ὑποτασσόμενος τῶν |
|
| πραγμάτων τῶν φθαρτῶν τῶν ὁρατῶν, ἀλλά εἶναι αὐτά ὅλα ὑποτασσό- μενα εἰς αὐτόν καί αὐτός ἔναι ὁ κύριος ὁ ποιήσας αὐτά. Καί τινές ὑβρί- ζουν τόν Θεόν, ὁ Θεός δέν ὑβρίζεται ἀμή ὑβρίζεται ἀτός του ὁ ἄνθρω- πος ὁπού δέν κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί οὐαί αὐτόν ὁπού θέλει κολαστεῖ. Αὐτός ὁ Θεός ἠθέλησεν καί ἔλαβεν θάνατον δι’ ἡμᾶς τούς |
|
| ἁμαρτωλούς διά νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τάς χείρας τοῦ διαβόλου καί ἡμεῖς τόν ὑβρίζομεν, αὐτήν τήν ἀμοιβήν τοῦ δίδομεν εἰς τόν θάνατον ὁπού ἔλαβεν δι’ ἡμᾶς. Καί καλά καί ἔλαβεν ὁ Θεός θάνατον, ὁ Θεός δέν τόν ἔλαβεν ἀλλά ἡ ἀνθρωπότης, ἀμή ἡ θεότης ἀπαθής ἔμεινεν, ὥσπερ εἴπαμεν ἄνωθεν, ὅτι ὁπόταν κόπτεις ἕνα ξύλον καί τόν ἥλιον δέν τον |
|
| κόπτεις ὁπού ἔναι ἀπάνω εἰς τό ξύλον, ἔτσι καί τήν θεότη. Καλά καί ἐσταυρώθη καί ἐδάρθη καί ἐνεπτύσθη, ἡ θεότης τίποτε δέν ἔπαθεν, μόνον ἡ ἀνθρωπότης ἀπέθανεν. |
|
- Αλχημική προσέγγιση των τεσσάρων χυμών σε σχέση με τα τέσσερα στοιχεία και τα ζώδια, εικονογράφηση στο βιβλίο Το Πέμπτο Στοιχείο του Leonhart Thurneiss, 1574.
Πηγή: Wikimedia Commons - Εποχές, τέσσερα στοιχεία και ανθρώπινοι χαρακτήρες, μικρογραφία από το έργο του Αγίου Ισίδωρου της Σεβίλλης (6ος-7ος αιώνας) Περί της φύσεως των πραγμάτων/De natura rerum.
Πηγή: Wikimedia Commons - Giuseppe Arcimboldo, Τα τέσσερα στοιχεία/The Four Elements, 1566.
Σειρά πινάκων που αναπαριστούν τα τέσσερα στοιχεία της φύσης. Η Φωτιά και το Νερό εκτίθενται στο Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης στη Βιέννη, η Γη ανήκει σε ιδιωτική συλλογή και ο Αέρας υπάρχει μόνο σε αντίγραφα.
Πηγή: Wikimedia Commons - Louis Finson, Αλληγορία για τα τέσσερα στοιχεία/Allegory of the Four Elements, 1611, ελαιογραφία σε καμβά, μέρος ιδιωτικής συλλογής.
Πηγή: Wikimedia Commons - Cornelis Schut, Νερό (Τα τέσσερα στοιχεία)/Water (The four elements), 1612-1655, χαλκογραφία, Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Cornelis Schut, Αέρας (Τα τέσσερα στοιχεία)/Air (The four elements), 1612-1655, χαλκογραφία, Μουσείο Rijksmuseum, Άμστερνταμ.
Πηγή: Wikimedia Commons - Joachim Beuckelaer, Τα τέσσερα στοιχεία: Φωτιά/The Four Elements: Fire, ελαιογραφία σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου.
Πηγή: Wikimedia Commons - Joachim Beuckelaer, Τα τέσσερα στοιχεία: Νερό/The Four Elements: Water, ελαιογραφία σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου.
Πηγή: Wikimedia Commons - Τέσσερα στοιχεία, εποχές και Ζώδια, μικρογραφία από αγγλικό μεσαιωνικό χειρόγραφο του 11ου αιώνα.
Πηγή: Wikimedia Commons - Γκραβούρα από το βιβλίο Viridarium chymichum του D. Stolcius von Stolcenberg, Φρανκφούρτη 1624. Από αριστερά προς τα δεξιά: Γη, Νερό, Αέρας, Φωτιά.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο κε΄, 48-50 [Εδώθεν άρχεται το πρώτον βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης, ήγουν πώς ο Θεός έκαμεν τον κόσμον και όλα τα άλλα πράγματα ώσπερ τα θέλετε ηκούσει εδώ παρακάτου]
Το εικοστό πέμπτο (κε΄) κεφάλαιο αφορά την εξαήμερη δημιουργία του κόσμου από τον Θεό και είναι από τα εκτενέστερα του έργου. Στο παρακάτω απόσπασμα βρισκόμαστε στην τέταρτη ημέρα της δημιουργίας και ο Καρτάνος αναφέρεται στον ήλιο και το φεγγάρι, καθώς και στην αναγκαιότητα της ημέρας και της νύχτας. Εντύπωση προκαλεί πώς διαπλέκει την Παλαιά Διαθήκη με κοσμολογικές θεωρίες αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων, κατηγορώντας τους ως μωρούς και φλύαρους και εξαίροντας τους Πατέρες της Εκκλησίας, όπως τον Μέγα Βασίλειο, ως πηγή αλήθειας.
| Ἐδῶθεν ἄρχεται τό πρῶτον βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἤγουν πῶς |
|
48v | […] Ἡ νύκτα δέν ἔναι ἄλλο μόνον ἴσκιος τῆς γῆς τοῦ ἡλίου ὁπού τρέχει εἰς τήν γῆν, καί τοῦτος ὁ ἴσκιος ὀνομάσθηκεν νύκτα, ἤγουν τό σκότος αὐτό, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος κάθοντας τοῦ ἔρ/χεται τό σκότος αὐτό καί ἐγγίζει τον, καί ὄχι ἔτσι μόνον ἔναι εἰς αὐτόν, ἀλλά διά ἔνδειξιν τοῦ ἀνθρώπου. Μάθε λοιπόν |
|
| καί ἐσύ, ὦ ἄνθρωπε, ὅτι ἀπεθαμένος εἶσαι καί δουλεύεις ὕπνον, διά τοῦτο λέγει ὁ προφήτης Δαβίδ: «Ἅ λέγετε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν ἐπί ταῖς κοίταις ὑμῶν κατανύγητε». Λοιπόν τό φῶς ἔναι γλυκό καί καλόν καί ἐκάλεσέ το ἡμέρα. Καί ὁ Θεός οἰκονομικῶς ἔκαμεν τήν νύκταν καί τήν ἡμέραν, τήν ἡμέραν διά νά δουλεύει ὁ ἄνθρωπος καί τήν νύκταν διά |
|
| νά ἀναπεύεται. Καὶ ἄλλως ἐάν ἤθελεν εἶσταιν ἀεί ἡμέρα δέν ἠθέλαμεν ἠξεύρει πότε εἶναι μῆνες καί χρόνοι μήτε ὧρες, καί ὅλος ὁ χρόνος ὁπού μέλλει νά ζήσομεν, ἔπειτα νά γένει ἡ κρίσις, ἤθελεν εἶσταιν μίαν ἡμέραν. Καί τόν ὄγδοον αἰώνα δέν τόν ἠθέλαμεν ἠξεύρει πότε ἔναι καί δέν ἠθέλαμεν σπουδάζει νά κάνομεν καλά, ἐπειδή τήν ἡμέραν ἐκείνην την |
|
| φοβούμεστεν, καί διά τοῦτο ὁ Θεός ἔκαμεν τήν νύκταν καί ἠξεύρομεν καί μετροῦμεν τούς καιρούς. Καί ἔτσι λέγουν οἱ σοφοί τοῦ Χριστοῦ ὅσοι αὐτόν πιστεύουν, ἀλλά οἱ σοφοί ὁπού ἐμωράνθη ἡ σοφία τους, ὥσπερ εἶναι ὁ Ἀναξαγόρας καί ὁ Δημόκριτος καί ὁ Διογένης καί Ἀναξίμαν- δρος καί ὁ Ξενοφάνης καί ὁ Φιλόλαος, ὁπού τίς λέγει ὅτι οἱ ἀστέρες |
|
49 | εἶναι πέτρες ἀπό στία καί ὑπῆγαν καί ἐκόλλησαν εἰς τόν οὐρανόν καί τίς λέγει ὅτι στία εἶναι καί πέφτουν ἀπό τόν οὐρανόν, ἄλλος λέγει ὅτι ὁ ἥλιος ἔναι γνέφος πεπυρωμένον, ὁμοίως καί τό φεγγάρι. Καί τέτοια / τίποτες φλυαρίσματα ἔλεγαν αὐτοί οἱ σοφοί, διά τοῦτο λέγει ὁ μέγας Βασίλειος ὅτι θέλουν ὑπάγει εἰς τήν γέενναν τοῦ πυρός, διότι τόν ποιή- |
|
| σαντα αὐτά δέν ἐγνώρισαν. Καί ἄς ἀφήσομεν πάλιν πῶς αὐτοί ἐμέτρη- σαν τόν ἥλιον καί λέγουν ὅτι ἔναι μέγας. Λέγει ὁ Ἀναξίμανδρος καί ὁ Ἀναξιμένης ὅτι εἴκοσι ἑπτά φορές, τόσο ἔναι μεγαλότερος ὁ ἥλιος παρά τήν γῆν καί ὁ Ἀναξαγόρας λέγει ὅτι ἔναι μεγαλύτερος παρά τήν Πελο- πόννησον καί ἄλλοι λέγουν ὅτι ἔναι τό φεγγάριν ἴσιο μέ τήν γῆν και |
|
| ἄλλοι λέγουν ὀλιγότερον καί ἄλλοι λέγουν ὅτι ἔναι μίαν ἀπιθαμήν καί δέν ἐντρέπονται, τήν θάλασσαν δέν ἠμποροῦν νά μετρήσουν πόση ἔναι βαθία, ὁπού τήν περιπατοῦν, καί τόν ἥλιον καί τό φεγγάρι θέλουν νά μετρήσουν, ὁπού δέν ἠμποροῦν νά τό ἰδοῦν, καί θέλουν νά τό μετρή- σουν ἀπό τήν γῆν ἕως τό φεγγάρι καί ἀπό τό φεγγάρι πάλιν ἕως τον |
|
| ἥλιον. Καὶ αὐτά λέγουν αὐτοί ὁπού εἴπαμεν ἄνωθεν περί φεγγαρίου καί τοῦ ἡλίου, ἀλλά ὁ μέγας Βασίλειος ἀποδείχνει τήν μεγαλότητά τους, ἤγουν τῶν δύο φωστήρων, καί λέγει: Τόσα ἄστρη μύρια ὁπού εἶναι καί φέγγουν εἰς ὅλον τόν κόσμον, καί πάλιν τήν νύκτα δέν ἠμποροῦν νά τήν φωτίσουν, καί τό φεγγάρι μοναχόν φωτίζει τήν νύκταν διά νά ἔναι |
|
49v | μέγας φωστήρας. Καί ὁ ἥλιος φέγγει τήν ἡμέραν καί κάνει την τόσην ἔκλαμπρην, διά νά ἔναι καί αὐτός μέγας φωστήρας, καί λέγουν ὅτι αὐτός ἔναι ψηλότερα παρά τό φεγγάρι καί τό φεγ/γάρι παίρνει ἀπό τό φῶς τοῦ ἡλίου καί γίνεται τόσον λαμπρόν, καί διότι τό ἕνα περιπατεῖ ζερβά καί τό ἄλλο δεξιά καί ὅταν τύχει νά συναπαντηθεῖ τό φεγγάρι με |
|
| τόν ἥλιον τότες φέγγει τό φεγγάριν, ἤγουν αὐτήνη ἡ μερία ὁπού ἔναι πλησίον τοῦ ἡλίου αὐτή φέγγει, καί ἡ ἄλλη μερία δέν φέγγει διότι δέν τήν ἐκτυπάγει ὁ ἥλιος καί ἔναι σκοτεινό τό φεγγάρι. Λοιπόν λέγουν ὅτι τό φῶς τοῦ φεγγαρίου τοῦ τό δίδει ὁ ἥλιος καί ὁ οὐρανός λέγουν ἔναι στρογγυλός καί ἡ γῆς στέκει εἰς τήν μέσην ἀνάμεσα τοῦ ἡλίου καί τοῦ |
|
| φεγγαρίου καί τῶν ἄλλων ἀστρῶν, καί ὅταν γυρίζει ὁ ἥλιος καί ἔλθει εἰς τοῦτον τόν κόσμον ὁπού ἠβλέπομεν ἡμεῖς, τότες κάνει τήν ἡμέραν καί ὅταν ἡμεῖς ἔχομεν ἡμέραν εἰς ἄλλον κόσμον ἔχουν νύκταν, διότι ὁ ἥλιος ἐκεῖ δέν δίδει τό φῶς, καί ὅταν πάλιν γυρίζει ἀπό μᾶς καί φέγγει ἐκεινῶν, τότες ἡμεῖς ἔχομεν νύκταν καί ἐκεῖνοι ἔχουν ἡμέρα. Καί διά |
|
| τοῦτο λέγουν ὅτι τότες οὖν γυρίζοντας ὁ ἥλιος συναπανταίνει τό φεγ- γάρι εἰς πᾶσα τόσον καιρόν καί δίδει του τό φῶς, καί διά νά ἔναι τό φεγ- γάρι πλέον χαμηλότερον παρά τόν ἥλιον, πολλές φορές συναπαντάγει τές ἀκτίνες τοῦ ἡλίου καί σκεπάζει τες καί γίνεται λέγουν τότες εἰς ἡμᾶς, ὁπού σκοτεινιάζει ὁ ἥλιος, ἔκλειψις. Λοιπόν ὁ μέγας Βασίλειος |
|
50 | λέγει ὅτι ὁ ἥλιος παρόμοιος ἔναι τοῦ Χριστοῦ ὁπού ἔναι ἥλιος τῆς δικαι- οσύνης, διότι πρῶτον ἤτονε σκότος, ἔπειτα ἦλθεν ὁ ἥλιος καί ἐφώτισεν τήν ἡμέραν. Ἔτσι γοῦν καί ὁ Κύρι/ος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, πρῶτα ἤτονε σκότος εἰς τούς ἀνθρώπους καί δέν ἔκαναν τήν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ καί ἔμελλεν νά ὑπᾶν εἰς τό σκότος, καί ἦλθεν ὁ Χριστός ὁ ἥλιος |
|
| τῆς δικαιοσύνης καί ἔλαμψεν καί ἐφώτισεν ὅλον τόν κόσμον. Καί ἀπό τόν ἥλιον γεννῶνται οἱ δροσεροί ἀέρες καί ἔρχονται εἰς ἡμᾶς, ἔτσι γοῦν καί ἀπ’ αὐτόν τόν ἥλιον τῆς δικαιοσύνης τόν Χριστόν ἔδωσέ μας το Πνεῦμα του τό ἅγιον καί ἐδρόσισέ μας, καί ἦλθαν οἱ δροσεροί ἀέρες, οἱ ἅγιοι αὐτοῦ ἀπόστολοι καί μαθηταί καί ὁδηγήσανέ μας εἰς καλούς και ἀγαθούς λιμεῶνας. […] |
|
- Samuel Palmer, Ένας βοσκός και το κοπάδι του κάτω από το φεγγάρι και τα αστέρια/A Shepherd and his Flock under the Moon and Stars, 1827, Κέντρο του Yale για τη Βρετανική Τέχνη, Connecticut, ΗΠΑ.
Πηγή: Wikimedia Commons - William Morris, Ο άγγελος της νύχτας κρατάει το φεγγάρι που μικραίνει/Night Angel Holding a Waning Moon, 1857-1869, υδατογραφία, μελάνι, γραφίτης και κολλάζ σε χαρτί, Μουσείο Καλών Τεχνών, Houston, ΗΠΑ.
Πηγή: Wikimedia Commons - Χάρτης της Σελήνης από το έργο Selenographia του αστρονόμου Johannes Hevelius, 1645.
Πηγή: Wikimedia commons - Vincent van Gogh, Έναστρη Νύχτα/Starry Night, 1889, ελαιογραφία σε καμβά, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, Νέα Υόρκη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Edvard Munch, Ο Ήλιος/The Sun, 1910-1911, Μουσείο Munch, Όσλο, Νορβηγία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Samuel Palmer, Η Πανσέληνος του Φθινοπώρου/The Harvest Moon, περ. 1833, λάδι σε χαρτί απλωμένο σε ξύλο, Κέντρο του Yale για τη Βρετανική Τέχνη, Connecticut, ΗΠΑ.
Πηγή: Wikimedia Commons - Caspar David Friedrich, Δύο άντρες ατενίζουν το φεγγάρι/Two Men Contemplating the Moon, 1819-1820, λάδι σε καμβά, Πινακοθήκη New Masters, Δρέσδη, Γερμανία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο κε΄, 51-52 [Εδώθεν άρχεται το πρώτον βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης, ήγουν πώς ο Θεός έκαμεν τον κόσμον και όλα τα άλλα πράγματα ώσπερ τα θέλετε ηκούσει εδώ παρακάτου]
Το εικοστό πέμπτο (κε΄) κεφάλαιο αφορά την εξαήμερη δημιουργία του κόσμου από τον Θεό και είναι από τα εκτενέστερα του έργου. Στο παρακάτω απόσπασμα βρισκόμαστε στην τέταρτη ημέρα της δημιουργίας και ο Καρτάνος αναφέρεται στον Ήλιο και την αναλογία του με τον Θεό. Όπως ο Θεός είναι τρισυπόστατος –Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα–, έτσι και ο Ήλιος έχει τρεις ενέργειες/υποστάσεις: τον δίσκο του, τις ακτίνες του και τη ζέστη που παράγει. Όπως και σε άλλα σημεία του κεφαλαίου αυτού, διαπλέκει και εδώ την Παλαιά Διαθήκη με κοσμολογικές θεωρίες αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων, κατηγορώντας τους ως ανόητους, τιποτένιους και ειδωλολάτρες. Αντιθέτως, εξαίρει τους Πατέρες της Εκκλησίας ως πηγή αλήθειας και προτρέπει τους αναγνώστες του να επιλέγουν την αληθινή σοφία της χριστιανικής θρησκείας και όχι την ψεύτικη των αρχαίων Ελλήνων.
| Ἐδῶθεν ἄρχεται τό πρῶτον βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἤγουν πῶς ὁ |
|
| [...] Καί ἔδωσεν τόν ἥλιον τόν τρισυπόστατον διά νά καταλάβετε ὅτι καί ὁ Θεός τρισυπόστατος ἔναι. Καί πῶς ἔναι, θέλεις μοῦ εἰπεῖ, ὁ ἥλιος τρισυ πόστατος; Ἄκουσον: ὁ δίσκος τοῦ ἡλίου ἔναι ὥσπερ τόν ἠβλέπετε εἰς τόν οὐρανόν, ὁπού ἀπόκει δέν χωρίζεται ποτέ. Ἔπειτα πέβει πρός ἡμᾶς εἰς ὅλον τόν κόσμον τές ἀκτίνες του ὥσπερ τές ἠβλέπετε, καί τρίτον ἔχει |
|
| τήν πύραν αὐτήν ὁπού πυρώνει, πλήν δέ ἔναι ἕνας ἥλιος καί ἔχει τρεῖς ἐνεργεῖες, ἔχει, ὡς εἶπα, τόν δίσκον ἀπάνω καί τές ἀκτίνες καί τήν ζέστην. Τόν αὐτόν τρόπον ἔναι καί ὁ Θεός ὁ μεγαλοδύναμος, ὁ Θεός ἔναι ἀεί εἰς τούς οὐρανούς ὥσπερ ἔναι ὁ δίσκος τοῦ ἡλίου εἰς τούς οὐρανούς, ἔπειτα ἔστειλεν τόν Υἱόν του τόν μονογενήν, ὥσπερ εἶναι οἱ |
|
51v | ἀκτίνες τοῦ ἡλίου, τρίτον, ἔναι / τό Πνεῦμα του τό ἅγιον ὁπού ζωογονεῖ καί πυρώνει ὅλους τούς εὐσεβεῖς χριστιανούς καί ἄλλους, ὥσπερ ἔναι ἡ καῦσις τοῦ ἡλίου ὁπού πυρώνει πάντας. Λοιπόν ἀπό τά ἔργα ἅπερ ἔκαμεν αὐτός ὁ Θεός ὁ ὕψιστος καταλαμβάνομεν τήν ἁγίαν αὐτοῦ Τριάδα καί προσκυνοῦμεν καί πιστεύομεν αὐτόν ὁποῦ ἔκαμεν αὐτά, ὄχι |
|
| ὅτι προσκυνοῦμεν τόν ἥλιον διά θεόν ἤ τό φεγγάριν ἤ τά ἄστρη, ὥσπερ τά προσκυνοῦν αὐτοί οἱ ἀσεβεῖς οἱ Ἕλληνες ὁπού λέγουν ὅτι εἶναι σοφοί. Τά ποιήματα τοῦ Θεοῦ πιστεύουν ὡς θεόν, καί τόν Θεόν τόν ἀληθινόν ὁπού τά ἔκαμεν αὐτά, δέν τόν πιστεύουν. Λοιπόν ἡ σοφία τους τήν ἔχομεν ἡμεῖς οἱ χριστιανοί ἀντί οὐδενός, διότι ἐπειδή δεν |
|
| ἐκατάλαβαν τόν ἀληθινόν Θεόν νά τόν ἐγνωρίσουν μέ τήν σοφίαν τους, ἀμή ἐπίστευαν τόν ἥλιον καί τό φεγγάρι, δι’ αὐτό δέν τούς θέλομεν οὐδέ ἔχομεν χρεία νά μανθάνομεν ἤ νά ἠκούγομεν τά συγγράμματά τους, ἀμή ἠκούγομεν τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πανευφήμων ἀποστόλων ὁποῦ ἦσαν ἁλιεῖς ἄνθρωποι καί ἀγράμματοι, καί διά νά λάβουν τό Πνεῦμα το |
|
| ἅγιον εἶπαν εἰς ἡμᾶς τήν πᾶσαν ἀλήθειαν. Καί τουτουνούς τούς σοφούς τούς ἀποστόμωσαν καί δέν ἤξευραν τί νά τούς ἀπολογηθοῦν καί ἀπόδειξάν τους αὐτοί οἱ ἁλιεῖς ἄνθρωποι ἐκεινῶν τῶν σοφῶν Ἑλλήνων ὅτι ἡ σοφία τους ἔναι μωρή καί ψεύτικη καί θέλει τούς κολάσει καί ἡμᾶς τῶν χριστιανῶν ἔγραψαν τά τέσσαρα Εὐαγγέλια καί τόν Ἀπόστολον |
|
52 | καί ἐδώσανέ μας τα νά διαβάζομεν / αὐτά καί ἀπ’ αὐτά νά καταλάβο- μεν τόν ὄντως ὄντα Θεόν τόν ἀληθινόν καί τήν ἁγίαν Τριάδα αὐτοῦ. Λοιπόν ὅσοι εἶναι εὐσεβεῖς καί ὀρθόδοξοι χριστιανοί πιστεύουν τά ὅσα εἶπαν τοῦτοι οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καί δέν πολυπραγμονοῦν νά εἰποῦν ὅτι πῶς ἔτσι τοῦτοι οἱ χοντροί λέγουν τοῦτα, ἀλλά μόνον πιστεύουν ὅτι ναι |
|
| αὐτοί ὅσα λέγουν ὑπό τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου τά λέγουν, καί ὅσοι δέν τούς πιστεύουν καί δέν ἠκούγουν τήν θείαν Γραφήν αὐτήν ὁπού ἔγρα- ψαν αὐτοί καί δέν κάνουν ὅλα ἐκεῖνα ὅσα ὅρισαν αὐτοί, θέλουν ὑπάγει εἰς τήν αἰώνιον Κόλασιν ἀντάμα μέ ἐκείνους τούς σοφούς τῶν Ἑλλή- νων. Λοιπόν, ἀδελφοί, ἡ ἀρχή τῆς σοφίας ἔναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ |
|
| συντήρησις τῶν θείων ἐντολῶν, καί διά τοῦτο ἄς ἔχομεν τόν φόβον τοῦ Θεοῦ διά νά εἴμεσθεν ἀληθινοί σοφοί καί ὄχι ψεῦται, ὥσπερ οἱ Ἕλλη- νες ὁπού εἴπαμεν. […] |
|
- Edvard Munch, Ο Ήλιος/The Sun, 1910-1911, Μουσείο Munch, Όσλο, Νορβηγία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Ο ήλιος, οι πλανήτες, οι άγγελοι και ο ουράνιος θόλος, ξυλογραφία χρονολογημένη το 1475.
Πηγή: Wikimedia Commons - Σχέδιο που αποδίδεται στον Albrecht Dürer. Ο ήλιος και το φεγγάρι, από το βιβλίο του Hartmann Schedel Nuremberg chronicle, 1493.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο κε΄, 53-54 [Εδώθεν άρχεται το πρώτον βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης, ήγουν πώς ο Θεός έκαμεν τον κόσμον και όλα τα πράγματα ώσπερ τα θέλετε ηκούσει εδώ παρακάτου]
Το εικοστό πέμπτο (κε΄) κεφάλαιο αφορά την εξαήμερη δημιουργία του κόσμου από τον Θεό και είναι από τα εκτενέστερα του έργου. Στο παρακάτω απόσπασμα ο Καρτάνος υποστηρίζει την αναντίρρητη δημιουργία του φυτικού βασιλείου από τον Θεό και εναντιώνεται στους ειδωλολάτρες αρχαίους Έλληνες, που λατρεύουν τα δημιουργήματα του Θεού ως θεούς κι όχι τον ίδιο τον Πλάστη τους. Όπως και σε άλλα σημεία του κεφαλαίου αυτού, διαπλέκει και εδώ την Παλαιά Διαθήκη με κοσμολογικές θεωρίες αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων, κατηγορώντας τους ως ανόητους, τιποτένιους και ψεύτες. Αντιθέτως, εξαίρει τους Πατέρες της Εκκλησίας ως πηγή αλήθειας και προτρέπει τους αναγνώστες του να επιλέγουν την αληθινή σοφία της χριστιανικής θρησκείας και όχι την ψεύτικη των αρχαίων Ελλήνων.
| Ἐδῶθεν ἄρχεται τό πρῶτον βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἤγουν πῶς ὁ |
|
| Τήν τρίτην ἡμέραν ἄστρη δέν ἦσαν μήτε ἥλιος μήτε φεγγάριν, πῶς ἔτσι ἐξεφύτρωσαν ὅλα ἕνα ἔκαστον κατά τόν καρπόν του, ὁπού ἥλιος δέν τά ἐζωοπύρησεν; Λοιπόν δι’ αὐτήν τήν αἰτίαν ὁ ὕψιστος Θεός ἔκαμεν ἕνα ἕκαστον τήν ἡμέραν ὁπού ἠθέλησεν, διά νά μήν ἔχουν αἰτία αὐτοί ὁπού εἴπαμεν οἱ ψευδοδιδάσκαλοι νά λέγουν ὅτι τό φεγγάριν καί τά ἄστρη ἤ |
|
| τά τέσσαρα στοιχεῖα τῆς γῆς αὔξουν καί ζωοποιοῦν ὅλα τά φυτά τῆς γῆς καί ὄχι ὁ Θεός. Πλήν δέ αὐτοί οἱ ἄπιστοι οἱ κακοί καί οἱ θεόργιστοι ἐπίστευσαν εἰς τά ποιήματα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι εἰς τόν ποιήσαντα αὐτά, ἤγουν ἐπίστευσαν εἰς τόν ἥλιον, εἰς τό φεγγάριν, εἰς τά ἄστρη καί εἰς τούς ἑτέρους πλανήτας καί ἐπονόμασάν τα ἕνα ἕκαστον ἀπ’ αὐτά τά |
|
54 | στοιχεῖα τοῦ οὐρανοῦ, ὁ μέν θεόν Ζεῦ, ὁ δέ Δία, ὁ δέ Ἡρακλήν, ὁ δέ Ἀπόλλων, ὁ δέ ἕτερον, ὁπού αὐτά τά ἔκαμεν ὁ Θεός διά ὑπηρεσίαν τοῦ ἀνθρώπου καί ἐάν δέν τά κινήσει ὁ ποιήσας αὐτά Θεός κανένα δέν κινᾶται. Λοιπόν ἐτύχαινε ὅτι ἄν ἤθελαν εἶσταιν ἀληθινοί σοφοί νά βά/λουν εἰς τόν νοῦν τους τίς τά κινᾶ καί τίς τά ἔκαμεν καί ἐκεῖνον να |
|
| προσκυνοῦν διά Θεόν, ὄχι νά προσκυνοῦν αὐτά διά θεούς. Καί λοιπόν ἡ σοφία αὐτῶν ἐμωράνθη καί διά τοῦτο δέν τούς ἔχομεν οὐδετίποτες αὐτούς τούς σοφούς, οὐδέ τά συγγράμματα αὐτῶν θέλομεν νά τά δια- βάζομεν εἰς τήν ἐκκλησίαν μας, ὥσπερ εἶναι τουτουνῶν, τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Σοφοκλέους, τοῦ Ἀριστοτέλους, τοῦ Αἰσχύλου, τοῦ Μπίνδαρου, |
|
| τοῦ Ἀριστοφάνους, τοῦ Ὁμήρου τούς μύθους καί ἄλλων μυρίων ποιητῶν, ὁπού εἶναι ψεῦται καί ἄτυχοι, ἀλλά πιστεύομεν καί διαβάζο- μεν τούς λόγους τῶν ἁγίων καί πανευφήμων ἀποστόλων καί ἐκεινῶν τῶν ἁγίων ἀνδρῶν ὁπού ἐπίστευσαν τόν Θεόν ἀδιστάκτως καί διχῶς νά τόν πολυπραγμονοῦν τί ἔκαμεν καί τί δέν ἔκαμεν, ἀλλά μόνον εἶπαν ὅτι |
|
| αὐτός ὁπού ἔκαμεν τόν οὐρανόν καί τήν γῆν καί πάντα τά ἐν αὐτοῖς, αὐτός ἐστίν ὁ ἀληθινός Θεός, καί λοιπόν τοῦτοι εἶναι οἱ σοφοί οἱ ἀληθι- νοί ὁπού πιστεύομεν ἡμεῖς, διότι ἡ ἀρχή τῆς σοφίας ἔναι ἐκεῖνος ὁπού ἔχει τόν φόβον τοῦ Θεοῦ. [...] |
|
- Jean-Baptiste Theodon (1646-1713), Ο Θρίαμβος της Πίστης ενάντια στην Ειδωλολατρία/Triumph of Faith over Idolatry, Εκκλησία των Ιησουιτών, Ρώμη.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο κε΄, 63 [Εδώθεν άρχεται το πρώτον βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης, ήγουν πώς ο Θεός έκαμεν τον κόσμον και όλα τα άλλα πράγματα ώσπερ τα θέλετε ηκούσει εδώ παρακάτου
Το εικοστό πέμπτο (κε΄) κεφάλαιο αφορά την εξαήμερη δημιουργία του κόσμου από τον Θεό και είναι από τα εκτενέστερα του έργου. Στο παρακάτω απόσπασμα βρισκόμαστε στην έκτη ημέρα της δημιουργίας και ο Καρτάνος, αφού εξιστόρησε τη δημιουργία του ανθρώπου, αναφέρεται στη φύση της ψυχής και την ένωσή της με το σώμα. Το κορμί/γήινο στοιχείο και η ψυχή/θεϊκό στοιχείο ενώθηκαν στην ανθρώπινη φύση και οι αρχαίοι Έλληνες, που δεν πιστεύουν στο δόγμα αυτό, σφάλλουν. Η μόνη αλήθεια είναι αυτή που παραδίδουν οι Πατέρες της Εκκλησίας και, σύμφωνα με αυτούς, ο νους είναι μέρος της ψυχής, και μάλιστα το σημαντικότερο και καθαρότερο.
| Ἐδῶθεν ἄρχεται τό πρῶτον βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἤγουν πῶς ὁ |
|
| […] Ἡ δόξα καί ἡ ἀληθινή ἕνωσις ἡ ἐδική μας ἔναι φανερή καί ἁπλούστατη. Τό κορμί ἔναι ἀπό τήν γῆν τήν λεπτήν ὡς εἴπαμεν καί ἡ ψυχή διά μέσου ἐκ Θεοῦ ἦλθε καί ἀνακατώθησαν τά δύο καί ἐγίνηκεν ἕνα ζῶον, καί τοῦτο ἔναι ἡ ἕνωσις κατά τήν ὑπόστασιν, ἤγουν ἡ συν- δρομή ὁπού γίνεται τῶν δύο οὐσιῶν ἀπ’ ἄλλη καὶ ἄλλη καί ὁμώνονται, |
|
| καί γίνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό δύο οὐσίες, ἀπό τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τῆς γῆς, ὥσπερ ἔλαβεν καί αὐτός ὁ Θεός τήν ἐδική μας ἀνθρωπίνην φύσιν καί ἔχει καί αὐτός δύο οὐσίες, Θεός καί ἄνθρωπος. Καί τοῦτο θαυμάζει ὁ Χρυσόστομος, πῶς πλάττεται ὁ ἄνθρωπος εἰς τήν μήτραν τῆς γυναικός, καί πῶς ἔτσι ἐξαίφνης παρευθύς ἡ ψυχή ἡ θεοείκελος ἔρχεται εἰς το |
|
63v | κορμί, καί ἐκεῖνοι ὁπού καυχῶνται ὅτι εἶναι σοφοί τῶν Ἑλλήνων σφάλ- λουν, ἐπειδή ἐκεῖνον ὁπού ἔκαμεν τόν ἄνθρωπον δέν ἠξεύρουν, μηδέ τήν πλάσιν τοῦ ἀνθρώπου ἠξεύρουν. Λοιπόν ὡς εἴπαμεν, ἀπό τήν γῆν ἔναι ὁ χοῦς καί ἡ ψυχή ἀπό τόν Θεόν, καί τοῦτο ἔναι ἐκεῖνο ὁπού λέγει ἡ Γραφή «καί ἐνεφύ/σησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς και |
|
| ἐγένετο ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν». Καί γροίκησε καλά ἀπό τοῦτο τό λοιπόν ἡ ψυχή μία ἔναι, ἀμή ἔχει δυνάμεις διάφορες, διότι ἔναι εἰς ὅλο τό κορμί τοῦ ἀνθρώπου διεσπαρμένη καί κρατεῖται ἀπό πᾶσα ἕναν ἁρμόν ὁπού ἔχει τό κορμί, καί λέγουν ὅτι ἡ ἐνθύμησις τῆς ψυχῆς ἔναι εἰς τήν καρδίαν, καί ἡ ἐπιθυμία της ἔναι εἰς τό συκώτι, καί ἡ δύναμις τοῦ |
|
| λόγου ἔναι εἰς τόν ἐγκέφαλον καί ἀπ’ αὖτον λάμπει καί δείχνει ὁλουνῶν. Καί ὁ Ἀπολλινάριος ἔλεγεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει δύο ψυχές, καί δέν ἠξεύρει ὁ ἄθλιος τί λέγει ἡ θεία Γραφή, ὁπού λέγει «καί ἐγένετο ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν», δέν λέγει εἰς ψυχάς, ἀλλά εἰς ψυχήν. Καί ὁ σοφός Πλωτίνος καί ὁ Ἀπολλινάριος ὁ Λαοδικεύς λέγει ὅτι ὁ ἄνθρω- |
|
| πος στέκεται ἤγουν κρατεῖται ἀπό τρεῖς αἰτίες, ἀπό νοῦν, ἀπό ψυχήν καί ἀπό κορμί, ἀλλά σφάλλουν καί αὐτοί. Λέγει ὁ μέγας Βασίλειος ὅτι ὁ νοῦς ξεβλαστώνει ἀπό τήν ψυχήν, ἀπ’ αὔτην ἐβγαίνει, καί ὥσπερ ἔναι τό μάτι εἰς τό κορμί ἔτσι ἔναι καί ὁ νοῦς εἰς τήν ψυχήν, τό καθολικόν καί καθαρότερον μέρος τῆς ψυχῆς ἐπονομάζεται ὁ νοῦς, διά τοῦτο λέγεται ἡ ψυχή νοερά, διότι ἔχει αὐτόν τόν νοῦν. […] |
|
- Louis Janmot, Το πέταγμα της ψυχής/The flight of the soul, 1854, λάδι σε ξύλο, Μουσείο Καλών Τεχνών της Λυόν, Γαλλία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο κε΄, 69-70 [Εδώθεν άρχεται το πρώτον βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης, ήγουν πώς ο Θεός έκαμεν τον κόσμον και όλα τα άλλα πράγματα ώσπερ τα θέλετε ηκούσει εδώ παρακάτου]
Το εικοστό πέμπτο (κε΄) κεφάλαιο αφορά την εξαήμερη δημιουργία του κόσμου από τον Θεό και είναι από τα εκτενέστερα του έργου. Στο παρακάτω απόσπασμα, που είναι και το τελευταίο του κεφαλαίου, διαβάζουμε γιατί και πώς ο Θεός έπλασε την Εύα, καθώς και για την πτώση των πρωτόπλαστων από τον Παράδεισο, όταν έφαγαν από το δένδρο της Γνώσης. Επιστρέφει στο ζήτημα της γήινης ουσίας του σώματος και της θεϊκής της ψυχής που ανέλυσε παραπάνω (βλ. κεφ. 63), ενώ παραλληλίζει την εικόνα του κόσμου με εκείνη του αυγού, αισθητοποιώντας με γλαφυρό τρόπο τη δομή του σύμπαντος.
| Ἐδῶθεν ἄρχεται τό πρῶτον βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἤγουν πῶς ὁ |
|
| Καὶ ὅταν τόν ἔκαμεν ὁ Θεός εἶπε ὅτι δέν στέκεται καλά νά ἔναι μοναχός ὁ Ἀδάμ, ἀμή νά τοῦ κάμομε καί σύντροφον, καί τότες κάνει τήν Εὔαν. Καί πῶς; Ὁ Ἀδάμ ἐκοιμήθη καί ὁ Θεός ὑπῆγε καί ἔβγαλε ἀπό τήν πλευράν αὐτοῦ καί ἔκαμε τήν γυναίκαν, καί διατί αὐτή ἔγινεν ἀπό τόν Ἀδάμ διά τοῦτο καί αὐτή ἀπό τήν γῆν ἔγινεν ὥσπερ καί ὁ |
|
| Ἀδάμ. Ἡ αἰτία ἔναι τούτη, διότι ὁ πρῶτος ὁπού ἔγινεν ὀμπρός παρά νά ἦτον τίποτες ἄλλο γεννημένον ἦσαν οἱ ἄγγελοι, καί διατί οἱ ἄγγελοι ἔγιναν ἀπό πλέον ψιλότερην ὕλην παρά τόν ἄνθρωπον, ἡμάρτευσαν διά τήν αὐθάδειάν τους καί ἐδιώχθησαν ἀπό τόν τόπον ὁπού ἦσαν. Διά τοῦτο ὁ ἄνθρωπος καί ἡ γυναίκα ὁπού ἦσαν γιναμένοι ξυστερνά ἦσαν |
|
70 | γιναμένοι ἀπό τήν γῆν, ἀπό χαμηλόν πράγμα διά νά ὑπαγαίνουν εἰς τούς οὐρανούς μέ ταπείνωσιν ὄχι μέ δόξαν καί μέ μεγαλαυχίαν, διά τοῦτο ἡ γῆς ἔναι ταπεινόν στοιχεῖον, διότι ὅλην τήν ἡμέραν τήν δέρνουν καί ἔναι εἰς τήν μέσην τῶν ἄλλων στοιχείων, τά ὁποῖα εἶναι ὁμοῦ σιμά ἀντάμα καί γυ/ρισμένα ὥσπερ ἔναι ἕνα ἀβγόν ὁπού ἠβλέπεις, ὁπού εἰς |
|
| τήν μέσην τοῦ ἀσπραδίου ἔναι ὁ κρόκος, ἔτσι ἔναι καί ἡ γῆς εἰς τήν μέσην τῶν ἑτέρων στοιχείων γιναμένη εἰς τόν κόσμον. Ὁ κρόκος τόν παρομοιάζουν τῆς γῆς, τό ἀσπράδι τοῦ ἀέρος καί ἡ τσίπα ὁπού ἔναι ἀνάμεσα τό ἀσπράδι καί τήν σκόρτσαν τοῦ ἀβγοῦ τήν παρομοιάζουν εἰς τό νερόν, καί διά τό κόκκινο τήν ἱστίαν, καί ἔτσι εἶναι ἀντάμα ὁπού |
|
| ἐσμίχθησαν διά νά εἶναι ὁμοῦ ἀνακατωμένα τό κρύο μέ τό ζεστό καί τό ξερόν μέ τό ὑγρόν. Καί διά τοῦτα τά στοιχεῖα εἶναι γιναμένα τά κορμία τά ἐδικά μας, ὁπού διά τό κρέας καί τά κόκκαλα ἅπερ ἔχομεν ἐγροικᾶται ἡ γῆς, διά τό αἷμα ἐγροικᾶται τό νερόν καί διά τήν ζέσιν ὁ ἀέρας, διά τήν χολήν τό πῦρ, καί διά τοῦτα τά τέσσαρα στοιχεῖα εἶναι |
|
| γιναμένα τά κορμία μας. Τό κορμί μας ἔναι ὑποτασσόμενον εἰς τά πράγ- ματα τοῦ κόσμου, ἀμή ἡ ψυχή δέν ἔναι ὑποτασσόμενη, μόνον τοῦ Θεοῦ, διότι ἔναι γιναμένη εἰς τήν ὁμοιότητα αὐτοῦ καί ἔναι γιναμένη ἀπό ὑψηλότερην ὕλην παρά τό κορμί. Ἀκόμη θέλω νά ἠξεύρετε ὅτι ὁπόταν ὁ Θεός ἔκαμε τόν Ἀδάμ δέν τόν ἔκαμε εἰς καιρόν τῶν παιδίων, ἀμή τον |
|
70v | ἔκαμε εἰς καιρόν τριάντα χρονῶν, καί αὐτός εἶχεν μόνον μίαν ἡμέραν καί ἔκαμέ τον εὔμορφον καί φρόνιμον καί δυνατόν καί γεμάτον πάσης χάριτος, τέλειον, ὁπού δέν εἶχεν κανένα κακόν. Λοιπόν τινές λέγουν ὅτι ὁ Ἀδάμ ἔγινεν εἰς τούς οὐρανούς καί μετά ταῦτα τόν ἔβαλεν εἰς τήν γῆν ἀφοῦ / τόν ἔκαμε, καί ἄλλοι λέγουν ὅτι τόν ἔκαμε εἰς τήν γῆν εἰς το |
|
| μέρος τῆς Αἰγύπτου εἰς τόν κάμπον τῆς Δαμασκός, ἐκεῖ ὁπού ἔναι τώρα χτισμένη ἡ Δαμασκός καί ἔβαλέ τονε εἰς τόν Παράδεισον ὁπού ἔναι τό βουνό ὁπού τό λέγουν βουνό Τερέστρο, τό ὁποῖον ἔναι εἰς τήν Ἴντιαν εἰς τήν Ἐδέμ καί ἔναι ὑψηλότερον ἀπό ὅλα τά βουνά ὅσα εἶναι σιμότερα εἰς τόν ἥλιον, καί ἔναι ἀληθῶς ὅτι ὅταν ἔγινεν ὁ κατακλυσμός |
|
| ὁπού ἦλθε τό νερόν δέν ἀπέρασε τήν κορυφήν αὐτηνοῦ τοῦ βουνοῦ, καλά καί τινές λέγουν ὅτι τό νερόν ἀπέρασεν πᾶσα βουνόν ἕνδεκα πῆχες καί ἄλλοι λέγουν δεκαπέντε, ἀμή τοῦτο δέν τό ἀπέρασε, διότι ἔναι πολλά ὑψηλόν, καί μέσα εἰς τοῦτον τόν Παράδεισον ἔναι τό δεν- δρον τῆς ζωῆς καί ὅστις τό φάγει δέν ἀπεθηνίσκει ποτέ. Ἀκόμη ἐδῶ |
|
| ἔναι τόν δένδρον τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν καί ἀπ’ αὐτό ἔφαγεν ὁ Ἀδάμ, καί διά νά φάγει ἐξέπεσεν τῆς τρυφῆς τοῦ Παραδεί- σου και ἐκεῖ ὁποῦ ἦτον ἀθάνατος ἔγινεν θνητός καί διά τόν θάνατον αὐτοῦ ἀπεθηνίσκομεν καί ἡμεῖς. Ἀκόμη λέγουν ὅτι ὁ ἄνδρας ἔχει ἕνα πλευρόν ὀλιγότερον παρά τήν γυναίκα, διότι ἡ γυναίκα ἐβγῆκεν ἀπό |
|
| τήν πλευράν τοῦ ἀνδρός, καί τοῦτο ἔγινεν τῇ ἕκτῃ ἀφοῦ ἔγινεν ὁ κόσμος, διότι ὁ ἄνθρωπος ἦτον ὁ ξυστερνός ὁπού ἔγινεν ἀπό ὅλα τά πράγματα. Καί ὁ κόσμος ἔγινεν εἰς τές εἴκοσι πέντε τοῦ Μαρτίου και τότες ἐτελειώθη ἡ κτίσις τοῦ κόσμου. |
|
- Marc Chagall, Αδάμ και Εύα/Adam & Eve.
Πηγή: Pinterest - Lucas Cranach, Η πτώση του ανθρώπου/Fall of man, 1537.
Πηγή: Pinterest - Λεπτομέρεια βυζαντινού μωσαϊκού με τον Αδάμ και την Εύα, τέλη 5ου-αρχές 6ου αι. μ.Χ., Μουσείο Τέχνης του Cleveland.
Πηγή: The Cleveland Museum of Art - Lucas Cranach ο Πρεσβύτερος, Αδάμ και Εύα/Adam & Eve, 1526, λάδι σε ξύλο, Ινστιτούτο Τέχνης Courtauld, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Peter Paul Rubens, Η πτώση του ανθρώπου ή Αδάμ και Εύα/The Fall of Man or Adam and Eve, 1628-1629, ελαιογραφία σε καμβά, Μουσείο Prado, Μαδρίτη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Marcantonio Raimondi, Αδάμ και Εύα/Adam and Eve, περ. 1512-1514, γκραβούρα, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη.
Πηγή: The Metropolitan Museum of Art - Lucas Cranach ο Πρεσβύτερος, Ο Αδάμ και η Εύα στον Κήπο της Εδέμ/Adam and Eve in The Garden of Eden, 1520-1525. Η Εύα προσφέρει το μήλο στον Αδάμ, λάδι σε ξύλο, Μουσείο Soumaya, Mexico city.
Πηγή: Wikimedia Commons - Masaccio, Η αποβολή του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο/The Expulsion Of Adam and Eve from Eden, πριν και μετά την αποκατάσταση, νωπογραφία στη Βασιλική Santa Maria del Carmine, Φλωρεντία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Giovanni di Paolo, Η Δημιουργία του Κόσμου και η εκδίωξη από τον Παράδεισο/The Creation of the World and the Expulsion from Paradise, 1445, τέμπερα και χρυσογραφία σε ξύλο, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Λεπτομέρεια από το τρίπτυχο Ο Κήπος των Επίγειων Απολαύσεων/The Garden of Earthly Delights του Hieronymus Bosch. Απεικονίζεται ο προενσαρκωμένος Χριστός να ευλογεί την Εύα πριν αυτή παρουσιαστεί στον Αδάμ, λάδι σε ξύλο, Μουσείο Prado, Μαδρίτη.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο μγ΄- μθ΄ [Αδάμ και Εύα]
Από το τεσσαρακοστό τρίτο (μγ΄) μέχρι το τεσσαρακοστό ένατο (μθ΄) κεφάλαιο ο Καρτάνος αναφέρεται στους πρωτόπλαστους και τα παιδιά που γέννησαν, καθώς και στο τραγικό τέλος του Άβελ. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ο Αδάμ και Εύα απέκτησαν τρεις γιους, τον Κάιν, τον Άβελ και τον Σηθ, και δύο κόρες, την Αζούρα και την Ασουάμ. Ο Κάιν σκότωσε τον Άβελ από φθόνο, ενώ ο Σηθ και η Ασουάμ είναι πρόγονοι της Θεοτόκου.
| Πῶς ἡ Εὔα ἐβγῆκεν ἀπό τόν Ἀδάμ καί ὑπῆγεν εἰς τήν ἔρημον
ἡ ζωή, διότι ἐγώ δέν ἐφύλαξα τήν ἐντολήν καί τόν ὁρισμόν τοῦ |
|
| Θεοῦ. Διά τοῦτο, κύριέ μου, μισεύω ἀπό σένα καί ἀπό τό φῶς τουτηνῆς τῆς ζωῆς καί ὑπαγαίνω ἐκεῖ ὁπού βασιλεύει ὁ ἥλιος καί θέλω στέκει ἐκεῖ ἕως ὁπού νά τελειωθεῖ ἡ ζωή μου. Καί λέγοντας τούτους τούς λόγους ἡ Εὔα ἐκίνησε καί ὑπῆγε εἰς τό μέρος τῆς δύσεως μέ μεγάλην λύπην καί ἀγανάκτησιν. Καί ἔκαμεν ἕναν φρεγγιάτον καί ἔστεκε ἀποκάτου. Και |
|
| ἦτον τριῶν μηνῶν ἐγκαστρωμένη.
|
|
81 | μένη, ἀρχίνησε καί ἀνακατώνετον πολλά ἀπό τούς πόνους, διότι δεν ἤτονε / μαθημένη νά γροικήσει κανένα κακό ποτέ της, καί ἀρχίνησε καί ἐφώναζε πολλά δυνατά. Καί συλλογίζεται μέσον την καί λέγει: Τίς να ἤτονε νά ὑπήγαινεν νά ἔλεγε τοῦ αὐθεντός μου τοῦ Ἀδάμ τόν πόνον ὁπού ἔχω, καί λέγοντας τούτους τούς λόγους λέγει: Παρακαλῶ τόν ἥλιον |
|
| τοῦ οὐρανοῦ ὅτι νά γυρίσει εἰς τήν ἀνατολήν νά εἰπεῖ τοῦ αὐθεντός μου τοῦ Ἀδάμ τό κακό μου καί τούς πόνους μου. Καί λέγοντας τούτους τούς λόγους, παρευθύς ἦρθε τοῦ Ἀδάμ ἕνα μέγα κλάμα καί λέγει μέσα του: Τί πράγμα ἔναι τοῦτο, ἀμή τίποτες πάλιν ἐσυγύρισε τῆς Εὔας καί ὁ διάβο- λος θέλει τήν πειράξει καί θέλει μαλώνει μετ’ αὐτόν. Καί λέγοντας τοῦτα |
|
| τά λόγια ὁ Ἀδάμ παρευθύς τόν ὑπῆρε ὁ ἄγγελος εἰς τήν Εὔαν ἀοράτως.
|
|
81v | Θεέ μου, ἐπειδή μοῦ ἔκαμες τόσην μεγάλην χάριν καί εἶδα τον κύριόν μου τον Ἀδάμ, εὐχαριστῶ σε, ὁπού ἐξαλάφρωσα ἀπό τούς πόνους μου καί ἐλευθερώθη ἡ ψυχή μου ὁπού ἦτον εἰς τόσον πολύ κακόν, καί το ὁμοίως ἔκαμε εὐχαριστίαν καί ὁ Ἀδάμ πρός τόν Θεόν, καί ὅταν ἐτελείω- σαν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα τήν προσευχήν τους εἰς τόν Θεόν ἰ/δού και ἔρχο- |
|
| νται ἀπό τόν Θεόν δώδεκα ἄγγελοι καί δώδεκα χάριτες. Καί ὁ ἄγγελος ὁ Μιχαήλ ἔγγιξε τήν κεφαλήν τῆς Εὔας ἕως εἰς τό στομάχι καί εἶπε: Ὦ Εὔα, πόσον εὐλογήθης ἀπό αἰτία τοῦ Ἀδάμ, διά τοῦτο οἱ παρακάλεσές του εἶναι πολλά δεκτές εἰς τόν Θεόν, καί διά τήν παρακάλεσιν ὁπού ἔκαμε τήν πολλήν ὁ Θεός μᾶς ἔστειλεν ἡμᾶς διά νά σέ βοηθήσομεν. Καί λοιπόν |
|
| ἀσηκώσου καί ἡτοιμάσου διά νά γεννήσεις τό παιδί, ὅτι ἔναι καιρός. Καί ἐγέννησεν τόν Κάιν καί μίαν θυγατέραν ὀνόματι Ἀζούρα.
|
|
| δεισον, ὁπού ἦτον τότες χρονῶν πενήντα πέντε, διότι ὅταν ἔγινεν ἦτον τριάντα χρονῶν, καί ὅταν εἶχεν λοιπόν χρόνους πενήντα πέντε ἐγέννησεν τόν Κάιν καί μίαν του ἀδελφή ὀνόματι Ἀζούρα καί ὑπῆρε την αὐτός ὁ Κάιν διά γυναίκα του. Καί μετά ταῦτα ἐγέννησεν τόν Ἄβελ καί τήν Ἀσουάμ τήν ἀδελφή του, τήν ὁποίαν τήν ὑπῆρεν ὁ Σήθ διά |
|
82 | γυναίκα του. Και πάντοτε ἐγέννα ἕνα ἀρσενικόν καί ἕνα θηλυκόν και ἔπαιρνεν ὁ ἀδελφός τήν ἀδελφήν, καί πρίν παρά νά ἀποθάνει ὁ Ἀδάμ εἶδεν ἀπό τούς υἱούς του καί ἀπό τές θυγατέρες του πολύ πλῆθος ἀνθρώπων ὁπού ἔκαμαν, εἰς τρόπον ὅτι ἔκαμε / ἀπό τά παιδία του να δίδει τό δέκατον τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ Κάιν ὁ πρῶτος του υἱός ἐπρόσφερ- |
|
| νε εἰς τόν Θεόν διά δῶρα, ὥσπερ ποιοῦμεν ἡμεῖς τώρα τές λειτουργίες, τά πλέον χειρότερα καί ἀτυχότερα πράγματα ὁπού νά εἶχεν, εἰς τρόπον ὅτι ὁ Θεός τόν ἐβαρέθη καί τά γεννήματα τῶν ζώων αὐτοῦ πᾶσα χρό- νον ὑπήγαιναν ἀπό κακόν εἰς χειρότερον. Διά τοῦτο τυχαίνει να προ- σφέρνει ὁ ἄνθρωπος εἰς τόν Θεόν διά δῶρα τά πλέα καλύτερα πράγ- |
|
| ματα ὁπού νά ἔχει. Καί ὁ Ἄβελ ἔκανεν τό ἐναντίον αὐτοῦ καί ἤφερνε τά καλύτερα ὁπού νά εἶχεν εἰς τόν Θεόν, καί πᾶσα χρόνον ὑπήγαιναν τά ζῶα του ἀπό καλόν εἰς καλύτερον. Ἔτσι καί ἐσεῖς κάνετε διά να αὔξει τό τίποτές σας πάντοτε.
|
|
| Πῶς ἡ Εὔα ἐνυπνιάσθη ἕνα ὄνειρον καί ἀπ’ αὐτό ἐγνώρισε ὅτι ὁ
πολλά καί λέγει τοῦ Ἀδάμ: Ὦ αὐθέντη μου, ἐγώ εἶδα ἕνα φρικτό |
|
82v | καί μεγάλον ὄνειρον. Καί λέγει της ὁ Ἀδάμ: Ἐγώ φοβοῦμαι καί ἔχω πολύν πόνον να μήν σκοτώσει ὁ Κάιν τόν Ἄβελ, καί διά νά μήν τούς συγύρει τίποτες κακόν ἄς τούς χωρίσομεν ἕναν ἀπό τόν ἄλλον καί ἄς ἔχει πᾶσα ἕνας την κατοίκησίν του χώρια. Καί τότε ἐξεχώρισεν ὁ Ἀδάμ τόν Κάιν ἀπό τόν Ἄβελ καί ἔκαμε τόν Κά/ιν νά δουλεύει τήν γῆν και |
|
| τόν Ἄβελ τόν ἔκαμε ποιμένα, ὁποῖος ἤτονε φίλος τοῦ Θεοῦ. Και καθη- μερινά ἐθυσίαζε τῷ Θεῷ και αὔξαινε ὁ Θεός τά αὐτοῦ ἀπό καλόν εἰς καλύτερον. Καί ἠβλέποντας ὁ Κάιν ὅτι τοῦ Ἄβελ ὑπήγαιναν εἰς αὔξησιν ὅλα του τά πράγματα, ἄναψε μέσον του τήν κακίαν καί ἐβλα- στήμα τόν Θεόν ὡς κακός ἄνθρωπος, καί ὁ Ἄβελ ἦτον καλός ἄνθρω- |
|
| πος καί εἰς πᾶσα πράγμα ὁπού νά τοῦ ἔρχοτον ἐδόξαζε τόν Θεόν καθώς λέγει ὁ Παῦλος πρός Θεσσαλονικεῖς πρώτης εἰς τό πέμπτο αὐτοῦ κεφάλαιον: Πάντοτε χαίρετε, ἀείποτε προσεύχεσθε, καί εἰς πᾶσα πράγμα ὁπού νά σᾶς ἔλθει εὐχαριστεῖτε. Καί διά νά εὐχαριστεῖ τον Θεόν τοῦ ἐπλήθαινε τό ἔχει του εἰς καλόν. Διά τοῦτο τυχαίνει καί ἡμεῖς νά δοξάζομεν τόν Θεόν εἰς ὅσα κακά καί ἄν μᾶς ἔλθουν, καθώς λέγει καί ὁ Παῦλος.
|
|
| Πῶς ὁ Κάιν ἐσκότωσεν τόν Ἄβελ τόν ἀδελφόν του ἀπό τόν φθόνον
πράγμα του ὑπήγαινεν εἰς αὔξησιν, ἄρχισε καί ἐζήλευεν τόν ἀδελ- |
|
83 | φόν του. Και τόσο ἔκαμε ὁ ἀλιτήριος, ὅτι τόν ἔφερεν εἰς ἕναν κάμπον καί γελᾶ τον καί σκοτώνει τον. Καί τοῦτο ἤτονε τό πρῶτον φονικόν ὁπού ἔγινεν εἰς τήν γῆν, καί τοῦτο ἔγινεν ἐκεῖ ὁπού ἔναι τώρα ἡ χώρα τῆς Δαμασκός, / καί ὅταν τόν ἐσκότωσε τόν ἄφησεν ἔτσι καί ἔστεκεν ἄθαφτος. Καί ὅταν ὁ Ἀδάμ εἶδεν τοῦτο τό πράγμα ἔλαβεν μέγαν πόνον |
|
| εἰς τρόπον ὅτι ἦλθεν σιμά εἰς τόν θάνατον ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἀπό την πικρίαν τους καί ἔκαμεν ὅρκον εἰς τόν Θεόν ὁ Ἀδάμ ὅτι νά μήν σταθεῖ πλέον μέ τήν γυναίκα του διά νά μήν κάμει παιδί. Καί ἐστάθηκε ἕως ὁπού ἦλθεν εἰς ἐκατόν δέκα χρόνους ὁπού δέν ἐσμίχθη τήν γυναίκα του, καί δέν ἔκανε ἄλλο μόνον ἔκλαιγεν τόν θάνατον τοῦ Ἄβελ.
|
|
| Πῶς ὁ Ἀδάμ ἐσμίχθη τήν γυναίκα του τήν Εὔα ἀπό τόν ὁρισμόν
γυναίκα σου καί τσάκισε τόν ὅρκον ὁπού ἔκαμες, καί τοῦτο το |
|
| ἔκαμε ὁ Θεός διότι δέν ἤθελεν νά γεννηθεῖ ἀπό ἐκεῖνον τόν ἀφορι- σμένον τόν Κάιν, ἤγουν ἀπό τό αἷμα του, καί τότες ὁ Ἀδάμ ἐκοι- μήθη μέ τήν γυναίκα του καί κάνουν ἕναν υἱόν ὀνόματι Σήθ καί μίαν θυγατέραν ὀνόματι Ἀσουάμ. Ἠμπορεῖ νά εἰπεῖ τινάς ὅτι ἀπό τον Θεόν ἐδόθησαν τοῦτοι, διότι ὁ Θεός τοῦ εἶπεν ὅτι νά σμιχθεῖ την |
|
83v | Εὔαν, καί πᾶσα φορά ὁπού νά ἔκαναν παιδία ἔκαναν ἕνα ἀρσενικόν καί ἕνα θηλυκόν, καί ἐπαίρνονταν τά δύο ἀντρόγυνον διά νά πλη- θύνει ὁ κόσμος. Καί τοῦτος ὁ Σήθ καί ἡ Ἀσουάμ ἐπάρθησαν καί αὐτοί εἰς ἀνδρόγυνον. Καί ἀπ’ αὐτηνῶν τήν γέννησιν ἐγεν/νήθη ἡ Θεοτόκος, ἡ ἀειπαρθένος Μαρία ἡ μήτηρ τοῦ Χριστοῦ, ὥσπερ θέλε- |
|
| τε ἠκούσει ἐδῶ παρεμπρός εἰς τοῦτο τό βιβλίον. Καί τότες ὅταν ἔκαμε τούτους ἦτον ὁ Ἀδάμ χρονῶν διακοσίων εἴκοσι τριῶν, ὡς καθώς λέγουν οἱ ἱστορίες οἱ παλαιές ὁπού εἶναι γεγραμμένες και ηὕραμεν μέ μεγάλον κόπον καί ἐξεκαθαρίσαμέ τες διά νά τές ἠξεύ- ρει πᾶσα χριστιανός. |
|
- William Blake, Ο Αδάμ και η Εύα βρίσκουν το σώμα του Άβελ/The Body of Abel Found by Adam and Eve, 1826, μελάνι, τέμπερα και χρυσογραφία σε ξύλο, Πινακοθήκη Tate, Λονδίνο.
Πηγή: Wikipedia - Tiziano, Κάιν και Άβελ/Cain and Abel, 1542-1544, λάδι σε καμβά, Βασιλική της Santa Maria della Salute, Βενετία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Jose Vergara, Κάιν και Άβελ/Cain and Abel, 18ος αιώνας, λάδι σε καμβά, Μουσείο Καλών Τεχνών Βαλένθιας, Ισπανία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Albrecht Dürer, Ο Κάιν σκοτώνει τον Άβελ/Cain Killing Abel, 1511, ξυλογραφία, Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσινγκτον.
Πηγή: Wikimedia Commons - Daniele Crespi, Ο Κάιν σκοτώνει τον Άβελ/Cain Killing Abel, 1618-1620, ελαιογραφία σε καμβά, ανήκει σε ιδιωτική συλλογή.
Πηγή: Wikimedia Commons - Pietro Novelli, Κάιν και Άβελ/Cain and Abel, πρώτο μισό 17ου αιώνα, ελαιογραφία σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη Αρχαίας Τέχνης, Ρώμη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Carl Poellath, Κάιν και Άβελ/Kain i Abel, 1886 ή και νωρίτερα.
Πηγή: Wikimedia Commons - Gaetano Gandolfi, Κάιν και Άβελ/Cain and Abel, 18ος αιώνας, μαύρη και άσπρη κιμωλία σε καφέ χαρτί.
Πηγή: Wikimedia Commons - William-Adolphe Bouguereau, Το Πρώτο Πένθος/The First Mourning, 1888. Ο Αδάμ και η Εύα θρηνούν για τον θάνατο του Άβελ, λάδι σε καμβά, Εθνικό Μουσείο Καλών Τεχνών του Μπουένος Άιρες.
Πηγή: Wikimedia Commons - Peter Paul Rubens, Ο Κάιν σκοτώνει τον Άβελ/Cain slaying Abel, 1608-1609, λάδι σε ξύλο, Ινστιτούτο Τέχνης Courtauld, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Henri Vidal, Κάιν/Cain, 1896. Το γλυπτό, που παρουσιάζει τον Κάιν μετανιωμένο για την αδελφοκτονία, βρίσκεται στον Κήπο του Κεραμεικού (Tuileries Gardens), στο Παρίσι.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ενενήντα ε΄- ενενήντα ς΄ [Ιακώβ και Ησαύ]
Στο ενενηκοστό πέμπτο και ενενηκοστό έκτο κεφάλαιο ο Καρτάνος εξιστορεί ένα κωμικοτραγικό επεισόδιο με πρωταγωνιστές τους γιους του Ισαάκ, Ησαύ και Ιακώβ. Το θέμα της διήγησης είναι ο φθόνος του μοχθηρού και μικρόψυχου Ησαύ για τον δίκαιο αδερφό του και η ανάγκη του να κερδίσει αυτός με δόλο την εύνοια του πατέρα.
135v | Πῶς ὁ Ἰσαάκ ὁ υἱός τοῦ Ἀβραάμ ἔκαμε δύο υἱούς εἰς μίαν γέν- Ἄς γυρίσομεν νά εἰποῦμεν διά τόν Ἰσαάκ τόν υἱόν τοῦ Ἀβραάμ, πῶς |
|
| ὁ πατήρ του ἔκαμε καί ἀναθρέψαν τον καί ἐκαλοκουναρῆσαν τον εἰς τρόπον ὅτι ἔναι ἅγιος καί καλός ἄνθρωπος καί φίλος τοῦ Θεοῦ. Καί ὑπῆρε διά γυναίκα του μίαν ὀνόματι Ρεβέκκα καί ἀπ’ αὐτήν ἔκαμε δύο παιδία, εἰς μίαν γέννησιν, τό ἕνα τό ἔκραζαν Ἡσαῦ καί τό ἄλλο Ἰακώβ, καί λέγουν ὅτι ὅταν ἤθελαν νά γεννηθοῦν ἐμάλωναν μέσα εἰς τήν κοι- |
|
| λίαν τῆς μάνας τους ποῖον νά πρωτογεννηθεῖ. Καί τοῦτο δέν τό ἤξευρε τινάς, μόνον ἡ μάνα τους. Καί τοῦτος ὁ Ἡσαῦ ἤτονε ἄνθρωπος πολλά μαλλιαρός ὥσπερ ζῶον καί ὁ Ἰακώβ ἤτονε ὥσπερ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι. Καί λέγουν ὅτι τούτη ἡ μάνα τους ὅταν ἤτονε σιμά ὁπού νά τά γεννήσει, ὁ Ἰακώβ ἤτονε νά γεννηθεῖ ὀμπρός, διότι αὐτός ἤτονε ὀμπρός, καί ὅταν |
|
| ἤτονε διά νά γεννηθεῖ ὁ Ἰακώβ, ὁ Ἡσαῦ τόν ἐκράτησεν ἀπό τά ποδάρια καί ἐταύρισέ τονε ὀπίσω διά νά γεννηθεῖ αὐτός ὀμπρός καί ὁ Ἰακώβ τοῦ ἔκαμε δρόμον καί ἐγεννήθη αὐτός ὁ Ἡσαῦ ὀμπρός. Καί τοῦτο ἔναι ἀληθινό διά θαῦμα τοῦ Θεοῦ καί ὁ Ἰακώβ ὁπού ἤθελεν νά πρωτογεν- νηθεῖ ἐγεννήθη ὀπίσω ἀπ’ αὐτόν. Τότες ὁ Ἰακώβ ἤθελεν χαθεῖ ἐάν ὁ |
|
136 | Θεός καί ἡ μάνα του δέν ἤθελαν προϊδεῖ, καί δι’ αὐτήν τήν αἰτίαν ἡ μάνα ἀγάπα πλέον καλύτερα τόν Ἰακώβ παρά τόν Ἡσαῦ. Καί ὁ Ἰσαάκ ἀγάπα πλέον καλύτερα τόν Ἡσαῦ, διατί ἤτονε πρῶτος του υἱός. Καί τοῦτος ὁ Ἡσαῦ ἦτον πολλά σκνιφός καί κακῆς φύσεως ἄνθρωπος / καί ὁ Ἰακώβ ἤτονε δίκαος καί ἅγιος ἄνθρωπος, καί διά τήν δικαιοσύνην του |
|
| καί τήν καλοσύνην του ὁ Θεός τόν ἔκαμε πατριάρχην. Ἀληθινά ἔναι ὅτι ὁ Θεός ἔκαμε τόν Ἀβραάμ καί τόν Ἰσαάκ καί τόν Ἰακώβ, καί ἔτσι κατά την ἡτοιμασίαν τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐτύχαινεν νά εἶναι πλέον πατριάρ- χαι, μόνον τρεῖς, ἤγουν τῶν Ἱεροσολύμων, τῆς Ἀντιόχειας καί τῆς Ρώμης, ἀλλά οἱ πατέρες ἡμῶν μέ ταῦτα ἐδιόρθωσαν καί ἔκαμαν τέσ- |
|
| σαρα και ὑπ’ αὐτῶν τῶν τεσσάρων νά κυβερνῶνται, ὥσπερ κυβερνᾶται καί το σῶμα καί ἵσταται ὑπό τεσσάρων στοιχείων. Καί παρά τάς ἀρχάς ἦσαν πέντε διά τάς πέντε αἰσθήσεις τοῦ σώματος, ἤγουν ὁ Ρώμης, ὁ Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Ἀντιοχείας, ὁ Ἀλεξανδρείας καί ὁ Ἱεροσολύ- μων. Και εἶναι ἕως τήν σήμερον.
|
|
| Πῶς ὁ Ἰακώβ ἐγέλασε τόν ἀδελφόν του τόν Ἡσαῦ διά νά λάβει
τοῦ Ἰσαάκ, ὁ Ἀβραάμ εἶχεν τότες διακοσίους χρόνους ἀπεθαμέ- νος, και ἐπειδή ὁ Ἰσαάκ ἐγήρασεν ἔχασεν τό φῶς του. Καί τότες ἦσαν |
|
136v | τά παιδία του μεγάλα καί ὁ Ἰσαάκ ἠγάπα τήν δικαιοσύνην καί τήν ἴσιαν στράταν καί ἀγάπα πλέον τόν Ἡσαῦ καί ἡ μάνα ἀγάπα πλέον τόν / Ἰακώβ, διότι ἤτονε πλέον ὑποτασσόμενος παρά τόν Ἡσαῦ καί ἦτον και φρόνιμος. Λοιπόν ὅταν ὁ Ἰσαάκ ἐγήρασεν καί ἤτονε πολλά ἀχαμνά, ὅταν ἦλθε σιμά νά ἀπεθάνει κράζει τόν Ἡσαῦ καί λέγει του: Υἱέ μου, |
|
| σύρε γλήγορα εἰς τόν λόγγον καί κυνήγησε νά πιάσεις τίποτες ζῶον και σύρε φτιάσε το καί φέρε μού το νά φάγω διά νά σέ εὐχηθῶ πρίν παρά νά ἀπεθάνω, και ὅταν λάβεις τήν εὐχήν μου θέλεις ἔχει καί την κληρο- νομίαν μου. Και παρευθύς ὁ Ἡσαῦ ἔκαμε τόν ὁρισμόν τοῦ πατρός του καί ὑπῆρε τό δοξάρι του καί ὑπῆγε νά κυνηγήσει νά τοῦ φέρει νά φάγει |
|
| διά νά λάβει τήν εὐχήν του. Καί ὅταν ἐμίσεψεν ὁ Ἡσαῦ, ἡ μάνα του ἤκουσε τόν πατέρα του τί λόγους τοῦ εἶπε καί παρευθύς κράζει τον Ἰακώβ καί λέγει του: Υἱέ μου, ἐγώ ἤκουσα τόν πατέρα σου ὁπού ἔλεγε τοῦ Ἡσαῦ τό καί τό, και διά τοῦτο, υἱέ μου, ἤκουσέ μου τώρα τοῦτο ὁπού σοῦ λέγω διά νά λάβεις ἐσύ τήν εὐχήν τοῦ πατρός σου ὀμπρός |
|
| παρά τόν Ἡσαῦ, καί σύρε γλήγορα εἰς τό μανδρί καί φέρε μου δύο κατσίκια παχία καί φέρε μού τα νά τά ἡτοιμάσω ὥσπερ ἀρέσουν τοῦ πατρός σου. Καί ὁ Ἰακώβ λέγει τῆς μάνας του ταπεινά: Ὦ μήτηρ, τί ἔναι αὐτό ὁπού μοῦ λέγεις, δέν ἠξεύρεις ὅτι ὁ ἀδελφός μου ἔναι μαλλιαρός πολλά καί ἐγώ εἶμαι ἄμαλλος; Ἐγώ δεν ὑπαγαίνω, ὅτι φοβοῦμαι ὅτι ἄν |
|
137 | μέ πιάσει καί ψηλαφήσει με, θέλει μοῦ δώσει τήν κατάρα του καί ὄχι την εὐχήν του, καί διά τοῦτο ἔναι καλύτερον νά ἀναπαύομαι παρά νά πάρω τήν / κατάρα του. Καί ἡ μάνα του τοῦ λέγει: Υἱέ μου, μή φοβεῖσαι, κάμε μόνον ἐκεῖνο ὁπού σοῦ λέγω, καί ἄφες νά κάμω ἐγώ, σύρε μόνον γλή- γορα. Καί ὁ Ἰακώβ ὑπῆγε καί ἤφερε δύο κατσίκια καί ἡ μάνα του τά |
|
| ἐφτίασε εἰς τόν τρόπον ὁπού ἤξευρε ὅτι ἀρέσουν τοῦ Ἰσαάκ, καί ὑπῆρε τά δερμάτια τῶν κατσικίων καί ἐτύλιξε τά χέρια καί τόν λαιμόν τοῦ Ἰακώβ καί ἑρμήνεψέ του τί νά εἰπεῖ καί τί να κάμει, καί ἔβαλέ του ψωμί εἰς ἕνα κανίστρι καί κρασί εἰς ἕνα φλασκί καί τά κατσίκια καί ἔστειλέ τον εἰς τόν ἄνδραν της. Καί ὅταν ἔσωσε ὁ Ἰακώβ εἰς τόν πατέρα του |
|
| λέγει του: Πατήρ μου, ἀνάστα καί φάγε ἀπό τό κυνήγι μου διά νά μέ εὐλογήσει ἡ ψυχή σου ὀμπρός παρά νά ἀπεθάνεις, καί εἶπε ὅσα ἡ μάνα του τόν ἡτοίμασεν. Καί ὅταν ὁ Ἰσαάκ ἤκουσε τόν Ἰακώβ, ἐθαύμασε και ἀσηκώθη ἀπάνω ὁπού ἐκοιμᾶτον καί λέγει: Τίς εἶσαι, υἱέ μου, καί ὁ Ἰακώβ λέγει ἀφόβως: Ἐγώ εἶμαι, ὁ πρῶτος σου υἱός, καί ἔκαμα ἐκεῖνο |
|
| ὁπού μέ ὅρισες. Καί ὁ Ἰσαάκ λέγει: Πῶς ἠμπόρεσες καί ἐπίασες τόσο γλήγορα ζῶα ἄγρια; Καί ὁ Ἰακώβ λέγει: Ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ καί ἡ εὐχή σου μέ ἔκαμε καί ἐπίασά τα τόσο γλήγορα. Λέγει του ὁ Ἰσαάκ: Ἔλα σιμά μου νά σέ ψηλαφήσω νά ἰδῶ ἐάν εἶσαι ἐσύ ὁ υἱός μου ὁ Ἡσαῦ ἤ ἄλλος. Καί ὁ Ἰακώβ ὑπῆγε μέ μεγάλον φόβον καί δίδει του τό χέρι του |
|
137v | καί ἐκεῖνος τό ἐψηλάφησε καί ηὑρίσκει το καί ἐπαρομοίαζε τοῦ Ἡσαῦ. Καί λέγει του: Ἡ φωνή σου μοῦ φαίνεται ὅτι ἔναι τοῦ / Ἰακώβ καί τά χέρια σου εἶναι τοῦ Ἡσαῦ. Καί τότες ὁ Ἰακώβ ἐβγάνει τό ψωμί καί τό κρασί καί τά κατσίκια ψημένα ὁπού ἐμοσκομύριζαν καί ἔδωσέ του καί ἔπιεν ἀπό τό κρασί, ὁπού ἤτονε πολλά καλόν. Καί ὁ Ἰσαάκ πίνοντας |
|
| τοῦ ἐμύρισαν τά κατσίκια τά ψημένα καί τό ὄμορφο τό κρασί και ἄρχισε νά τρώγει καί ἔφαγε πολλά καλά ὥσπερ ἄνθρωπος πεινασμένος, διότι τό κρασί ἤτονε πολλά καλόν. Καί ὅταν ὁ Ἰσαάκ ἔφαγε καί ἔπιε καλά, τότες ἔδωσε τοῦ Ἰακώβ τήν εὐχήν του καί ἐπαρακάλεσε τόν Θεόν ὅτι νά τοῦ τήν δώσει καί νά γένει εὐαπρόσδεκτος ἡ εὐχή ὁπού ἔδωσε |
|
| τοῦ υἱοῦ του ὀμπρός εἰς τόν Θεόν. Καί στέκοντας ὀλίγον λέγει ὁ Ἰσαάκ: Ἰδού ἡ ὀσμή ἔρχεται ἀπό τόν υἱόν μου, ὁπού ἔναι ἔτσι ὥσπερ ὀσμή μιᾶς κεφαλῆς γεμάτης μυρωδίες, τόν ὁποῖον ὁ Θεός τόν εἶχεν εὐλογήσει. Καί ἐστάθησαν εἰς προσευχήν ὁμοῦ, καί ὅταν ὁ Ἰακώβ ἔλαβε τήν εὐχήν ἀπό τόν πατέρα του ὥσπερ ἤθελεν, τότες ἔλαβε θέλημα ἀπό τόν πατέρα |
|
| του καί ἐβγῆκε ἀπό ὀμπρός του, διότι ἐφοβεῖτον νά μήπως ἔλθει ὁ ἀδελ- φός του ὁ Ἡσαῦ καί εὕρει τον ἐκεῖ. Καί ὅταν αὐτός ἐβγῆκεν, τότες ἦλθε και ὁ ἀδελφός του ἀπό τό κυνήγι καί ἤφερνε τοῦ πατρός του ἀπό το κυνήγι νά φάγει ὡς καθώς τοῦ ἐπαράγγειλεν, καί εἶχεν τοῦ ἡτοιμάσει πολλά καλά καί ἔρχεται εἰς τόν πατέρα του καί λέγει του: Πατέρα μου, |
|
138 | ἀσηκώσου νά φάγεις ἀπό τό κυνήγι μου διά νά μέ εὐλογήσει ἡ ψυχή σου πρίν παρά νά / ἀποθάνεις, ἀπό τό κυνήγι τοῦ υἱοῦ σου τοῦ Ἡσαῦ. Καί τότες ὁ Ἰσαάκ ἐδαγκάθη καί ἀσηκώθη μετ’ ὀργῆς καί λέγει: Ὦ υἱέ μου, ὁ ἀδελφός σου ἦλθε ὀμπρός παρά σένα καί ἐγέλασέ με καί ὑπῆρε τήν εὐχήν τήν ἐδικήν σου. Καί ἀναφέρνει του πᾶσα πράγμα, πῶς ἦλθε |
|
| καί τί τοῦ ἔκαμε. Καί ὅταν ἤκουσε ὁ Ἡσαῦ ὅτι ὁ πατέρας του ἔδωσε την εὐχήν τοῦ ἀδελφοῦ του τοῦ Ἰακώβ καί δέν ἔχει τί νά γυρέψει, ἐπικράθη καί λέγει: Ὦ πατήρ μου, εὐχήσου καί ἐμένα. Ἐπίστευε ἀκόμη να πολε- μήσει μέ τον ἀδελφόν του καί νά λάβει τήν εὐχήν ληστρικῶς, καί ὁ Ἰσαάκ τοῦ λέγει μέ λύπην μεγάλη: Υἱέ μου, ἐγώ ἐβεβαίωσα τό ψωμί |
|
| καί τό κρασί καί τό λάδι καί τά ζῶα τοῦ ἀδελφοῦ σου καί εἰς ὅλα τον ἔκαμα αὐθέντη, και ἔκαμά τον νά ἔναι καί εἰς ἐσένα καί εἰς ὅλους τούς ἄλλους ἀδελφούς σου, καί τώρα δέν ἔχω τί νά σοῦ δώσω ἐσένα. Τότες λέγει ὁ Ἡσαῦ τοῦ πατρός του: Ὦ πατήρ μου, καί δέν σοῦ ἔμεινεν εὐχή πλέον νά μοῦ δώσεις και ἐμένα; Τότες τοῦ εἶπε μέ λύπην: Υἱέ μου, ὁ καρ- |
|
| πός τῆς γῆς νά ἔναι ἡ εὐχή σου καί ἀπ’ αὔτην νά κοπιᾶς καί νά δουλεύ- εις καί νά θρέφεσαι. Καί τότες ὁ Ἡσαῦ ἐβγῆκεν ἀπό μπρός του λυπού- μενος πολλά καί μετά δακρύων, καί ὑπῆγεν γυρεύοντας τόν ἀδελφόν του τόν Ἰακώβ νά τον εὕρει νά τόν σκοτώσει καί δέν τόν ηὗρε, διότι ἐκεῖνος παρευθύς ἔφυγεν καί ὑπῆγεν εἰς τόν Λάβαν, εἰς τόν ἀδελφόν τῆς |
|
138v | μάνας του, καί τοῦτο ἤτονε κατά πρόσταξιν Θεοῦ, διά τοῦτο καί αὐτός τό ἔκαμεν ἔτσι. Καί / ἔκαμαν καί ἄλλα πολλά πράγματα τοῦτοι οἱ ἀδελ- φοί, τά ὁποῖα δεν εἶναι ἐδῶ εἰς τοῦτο τό βιβλίον ὅλα γραμμένα καί εἴ τις θέλει νά τά ἠξεύρει ὅλα ἄς ἰδεῖ τήν Παλαιάν Διαθήκην νά τά ἠξεύρει. |
|
- Raffaellino Bottalla, Συνάντηση Ησαύ και Ιακώβ/Meeting between Esau and Jacob, μεταξύ 1636 and 1641, λάδι σε καμβά, Μουσεία Καπιτωλίου, Ρώμη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Matthias Stom, Ησαύ και Ιάκωβος/Esau and Jacob, δεκαετία του 1640, λάδι σε καμβά, Μουσείο Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Gerrit Willemsz Horst, Ο Ισαάκ ευλογεί τον Ιακώβ/Isaac blessing Jacob, 1638, λάδι σε καμβά, Πινακοθήκη Dulwich, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Peter Paul Rubens, Η συμφιλίωση Ιακώβ και Ησαύ/The Reconciliation of Jakob and Esau, 1624, λάδι σε ξύλο, Σκωτσέζικη Εθνική Πινακοθήκη, Εδιμβούργο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Francesco Hayez, Ησαύ και Ιακώβ συμφιλιώνονται/Esau and Jacob reconcile, 1844, ελαιογραφία σε καμβά, Πινακοθήκη Tosio Martinengo, Μπρέσια, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Λεπτομέρεια μικρογραφίας του François Maitre, με θέμα τη γέννηση Ισαύ και Ιακώβ, περ. 1475-1480, Μουσείο Meermanno, Χάγη, Ολλανδία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρκς΄ [Πώς ο Θεός έδωσε τας Δέκα Εντολάς του Μωυσή εις το όρος του Σινά]
Στο κεφάλαιο 126 (ρκς΄) της Παλαιάς τε και Νέας Διαθήκης, ο Καρτάνος εξιστορεί πώς ο Θεός έδωσε στον Μωυσή τις Δέκα Εντολές.
175 | Πῶς ὁ Θεός ἔδωσε τάς Δέκας Ἐντολάς τοῦ Μωυσῆ εἰς τό ὄρος
|
|
| «Ἐγώ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σου ὁπού σέ ἔβγαλα ἀπό τήν Αἴγυπτον καί ἀπό τήν δούλεψιν, καί διά τοῦτο πρῶτο μέν σέ ὁρίζω ὅτι νά μήν ἔχεις ἄλλους θεούς νά προσκυνᾶς, μόνον ἐμένα. Δεύτερον, νά μήν κάμεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδέ εἰσέ κανένα ὁμοίωμα ὁπού νά εἶναι εἰς τόν οὐρανόν ἀπάνω ἤ εἰς ὅσα καί ἄν εἶναι κάτω εἰς τήν γῆν, ἤ εἰς ἐκεῖνα |
|
| ὁπού εἶναι εἰς τά νερά ἀποκάτω εἰς τήν γῆν˙ νά μήν τά προσκυνήσεις μήτε νά τά λατρεύσεις. Τρίτον, νά μήν πάρεις τό ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου εἰς κακόν, διότι εἴ τις πάρει εἰς κακόν δέν τόν θέλει καθα- ρίσει ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτοῦ. Τέταρτον, νά ἐνθυμᾶσαι τές ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος καί νά τές ἁγιάζεις, καί νά ἐργάζεσαι ἕξι ἡμέρας καί να |
|
| κάνεις τήν δουλείαν σου καί τῇ ἑβδόμῃ ἡμέρᾳ νά μήν κάμεις καμίαν δουλείαν, διότι ἔναι Σάββατον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου καί νά μήν κάμεις καμίαν δουλείαν τό Σαββάτο μήτε ἐσύ μήτε ὁ υἱός σου μήτε ἡ θυγατέ- ρα σου μήτε τό κοπέλι σου μήτε ἡ κοπέλα σου μήτε τό βόδι σου μήτε τό γαδούρι σου. Πέμπτον, νά τιμᾶς τόν πατέρα σου καί τήν μάνα σου διά |
|
175v | νά σοῦ γένει καλόν καί νά μακροχρονίσεις εἰς τήν γῆν. Ἕκτον, νά μήν κάμεις / δουλείαν τήν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου. Ἕβδομον, νά μήν μοι- χεύσεις, ἤγουν νά ὑπᾶς νά πιάσεις ἀλλουνοῦ γυναίκα. Ὄγδοον, νά μην κλέψεις. Ἔνατον, νά μην ψευδομαρτυρήσεις κατά τοῦ πλησίον σου, ἤγουν τοῦ γειτόνου σου ἤ τινός ἀλλουνοῦ νά κάμεις ψεύτικην μαρτυ- |
|
| ρίαν. Δέκατον, νά μήν ἐπιθυμήσεις τήν γυναίκα τοῦ γειτόνου σου μήτε τό χωράφι του μήτε τό κοπέλι του μήτε τήν κοπέλαν του μήτε τό γαδού- ρι του μήτε κανένα ζῶον αὐτοῦ μήτε ἄλλο τίποτες, ὁπού νά ἔχει». Και ἠκούγοντας τό πλῆθος τοῦ Ἰσραήλ τήν βοήν τῶν ὀργάνων καί ἠβλέπο- ντας καί τό βουνό ὁπού ἐκάπνιζε ἔλαβαν μεγάλον φόβον, καί ὁ Θεός |
|
| λέγει τοῦ Μωυσῆ: Εὗρε δύο πλάκες, ὅτι θέλω νά σοῦ δώσω τοῦτες τές δέκα ἐντολές ὁπού σοῦ εἶπα διά νά τές δώσεις τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ. Καί ὁ Μωυσής καί ὁ Ἰωσιέ ὑπῆγαν καί ηὗραν τες καί ἐδυνάμωσαν καί το πλῆθος ὅτι νά στέκουν εἰς καλήν καρδίαν, ὅτι ὁ Θεός θέλει τούς δώσει νόμον. Καί ἔτσι τούς λέγει ὅτι ἀναμένετε ἐσεῖς ἐδῶ και ἐγώ ὑπάγω να |
|
| φέρω τόν νόμον, καί ἀφήνω τόν ἀδελφόν μου τόν Ἀαρών ἐάν ἔναι τίπο- τες διαφοράν εἰς ἐσᾶς νά τήν διορθώνει αὐτός ἕως ὅτου να ἔλθω. Και ἔτσι ὑπῆγε ὁ Μωυσής εἰς τό βουνό καί ἔρχεται ἕνα γνέφος ἄσπρο και ἐσκέπασε ὅλο τό βουνό τοῦ Σινά. Καί ἦλθε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ εἰς το βουνό ἐκεῖνο καί ἔλαμψε, καί ἐστάθηκε ὁ Μωυσής ἑπτά ἡμέρες ἕως |
|
176
| ὅτου νά ἐξεκαθαρίσει, καί μετά τές ἑπτά ἡμέρες ἐξεκαθάρισε καί / ἤτονε ὥσπερ στία ὁπού καίγεται καί ἀνάφτει, καί ἠβλέπαν την ὅλο τό πλῆθος πῶς ἄναφτε. Καί ἐστάθηκε ὁ Μωυσής εἰς τό βουνό σαράντα ἡμέρες και σαράντα νύκτες καί ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε δύο πλάκες γραμμένες ὁπού εἶχαν τόν νόμον τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι ἐκατέβη. |
|
- Gustave Doré, Ο Μωυσής σπάζει τις πλάκες της Διαθήκης/Moses Breaks the Tables of the Law, από αγγλική έκδοση της Βίβλου, Λονδίνο 1866.
Πηγή: Wikimedia Commons - Rembrandt, Ο Μωυσής με τις Δέκα Εντολές/Moses with the Ten Commandments, 1659, ελαιογραφία σε καμβά, Πινακοθήκη Βερολίνου (Gemäldegalerie).
Πηγή: Wikimedia Commons - Michelangelo, Μωυσής/Moses, γλυπτό στην εκκλησία του Αγίου Πέτρου στις αλυσίδες (San Pietro in Vincoli), Ρώμη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Philippe de Champaigne, Ο Μωυσής με τις Δέκα Εντολές/Moses with the Ten Commandments, 1648, ελαιογραφία σε καμβά, Μουσείο Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρν΄ [Πώς εγεννήθη ο Αλέξανδρος και πώς εκυρίευσεν όλον τον κόσμον και πώς απέθανεν]
Στο κεφάλαιο 150 (ρν΄) ο Καρτάνος αναφέρεται στη ζωή και το έργο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μεταξύ μιας διήγησης για τον βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορα και της γενεαλογίας της Θεοτόκου, κάνει εντύπωση στον αναγνώστη η ενδιάμεση ιστορία του μακεδόνα βασιλιά. Έτσι, το κεφάλαιο αυτό είναι χαρακτηριστικό της ιδιαιτερότητας του έργου του Καρτάνου. Μπορεί να μεταφράζει, όπως ισχυρίζεται στον πρόλογο του βιβλίου, σε απλή γλώσσα τη θεία Γραφή, αλλά εμπλουτίζει την αφήγησή του και με άλλες ιστορίες, ξαφνιάζοντας τον αναγνώστη. Μάλιστα, και την ιστορία του Μεγαλέξανδρου δεν την ακούμε σύμφωνα με την κυρίαρχη παράδοση, καθώς αμφισβητείται η πατρότητα του Φιλίππου και θεωρείται κάποιος Νεκτεναβός ως πατέρας του. Σε αυτήν την ξεχωριστή Αγία Γραφή του ιερομόναχου Καρτάνου έχει θέση ακόμη και ο Δαρείος δίπλα στον Δανιήλ.
| Πῶς ἐγεννήθη ὁ Ἀλέξανδρος καί πῶς ἐκυρίευσεν ὅλον τόν κόσμον
|
|
213v | υἱός τοῦ Νεκτεναβοῦ, βασιλέως τῆς Αἰγύπτου, ἀμή αὐτός ἔλεγεν ὅτι ἔναι υἱός τοῦ βασιλέως τοῦ Φιλίππου τοῦ Μακεδόνος καί ἀπό τήν βασίλισσα τήν Ὀλυμπιά, καί καλά καί ἐκεῖνοι ἔλεγαν ὅτι εἶχαν γενεῖ ἀπό ἕναν θεόν καί ἔτσι ἐπί/στευαν καί ἔτσι ἐπροσκυνοῦσαν καί ἠμπο- ροῦσαν νά λέγουν ὅτι εἶναι υἱοί ἑνοῦ θεοῦ εἰς τό θαῦμα ὁπού ἔκαμε. Και |
|
| ὑπήγαινεν χαιράμενος εἰς ὅλον τόν κόσμον μέ μεγάλο νίκος καί ὑπῆρε τό νίκος ἀπό τοῦτον τόν Δάρειον, ὁπού εἴπαμεν. Καί λέγουν ὅτι τοῦτος ὁ Νεκτεναβός, ὁπού λέγομεν ὅτι ἦτον πατέρας του, ἤτονε ἀπό τήν Αἴγυπτον καί ὑπῆρε τήν βασιλείαν ἀπό τοῦτον τόν ρήγαν τῆς Περσίας καί ἔστοντας νά χάσει τήν βασιλείαν ἔφυγεν καί ὑπῆγε νά στέκει εἰς την |
|
| κούρτην τουτουνοῦ τοῦ βασιλέως τοῦ Φιλίππου. Καί τοῦτος ὁ Νεκτε- ναβός ἦτον πολλά διδάσκαλος καί μέγας ἀστρολόγος, καί ὁ βασιλεύς ὁ Φίλιππος δέν ἔκανεν παιδία ἀπό τήν γυναίκα του, καί ἔστοντας ὁ Νεκτεναβός εἰς τήν κούρτην του ἀνάφερεν μίαν ἡμέραν διά τήν βασί- λισσαν καί εἶπε ὅτι πώς τόν βασταίνει ἡ ψυχή του νά κάμει την βασί- |
|
| λισσαν νά κάμει παιδί, πλήν δέ μέ ἕνα στοιχεῖον τοῦ οὐρανοῦ, μόνον να μην φοβηθεῖ, καί αὐτή ἀπό τήν χαράν της διά νά κάμει παιδί ὑποσχέθη. Και ὁ Νεκτεναβός μέ τήν τέχνην του μέ τήν ἀστρολογίαν ἐδιάλεξε τόν καιρόν καί ὑπῆγε εἰς αὐτήν τήν νύκτα εἰς σημεῖον δράκου καί ἐσμίχθη μετ’ αὐτήν κεκρυμμένα καί αὐτή δέν τόν ἐγνώρισε, ἀμή ἐπίστευεν ὅτι |
|
214 | ἔναι ἕνας θεός ὥσπερ τῆς εἶχεν εἰπεῖ ὁ Νεκτεναβός, καί γκαστρώνεται καί κάνει ἕναν υἱόν ὀνόματι Ἀλέξανδρον. Καί τοῦτος ὁ Φίλιππος ἔδιδε τέλος τοῦ βασιλέως τῆς Περσίας. Καί ὅταν αὔξησε ὁ Ἀλέξανδρος ἔβαλε εἰς τόν νοῦν του νά κά/μει μεγάλα πράγματα καί μεγάλους πολέμους. Καί ὁ Δάρειος ἔστειλεν μίαν φοράν εἰς τόν βασιλέαν τόν Φίλιππον διά |
|
| νά τοῦ δώσει τό τέλος τό τεταγμένον καί ὁ Ἀλέξανδρος ὅταν ἠβλέπει τούς ἀποκρισαραίους τοῦ Δαρείου ὁπού γυρεύουν τό τέλος τό ὀφειλό- μενον, λέγει τους: Ἀμέτε καί εἰπέτε τοῦ Δαρείου ὅτι ἐγώ δέν θέλω πλέον νά τοῦ δώσω τίποτες τέλος μέ τό θέλημά μου ἄν δέν μοῦ τό πάρει μέ το στανέο. Καί τότες ἤτονε ὁ Ἀλέξανδρος χρονῶν δεκαοκτώ. Καί ἔτσι |
|
| γυρίζουν οἱ ἀποστολάτορες καί λέγουν τά ὅσα τούς εἶπε ὁ Ἀλέξανδρος, καί ὁ Δάρειος τούς λέγει: Τίς τό εἶπε ἔτσι; Καί οἱ ἀποκρισαραῖοι λέγουν ὅτι ἕνας νέος δεκαοκτώ χρονῶν, καί τότες ὁ Δάρειος κάνει καί κάνουν του μίαν ἀμπάλαν καί ἕνα κοντάρι διά νά τοῦ δώσουν νά παίζει. Και στέλνει τούς ἀποκρισαραίους τους εἰς τόν Ἀλέξανδρον καί λέγουν του: |
|
| Τοῦτο σοῦ πέβει ὁ Δάρειος διά νά παίζεις την πάλαν καί τό κοντάρι, ἀμή εἰς φουσάτα ἐσύ μηδέν ἐπιχερίζεσαι. Καί ὅταν ὁ Ἀλέξανδρος ἤκουσε τόν λόγον τοῦτον ἀπό τούς ἀποκρισαραίους και ἠβλέπει τήν πάλαν καί τό κοντάρι, παρευθύς ἔκαμε νά συναχθοῦν ὅλοι του οἱ μπαροῦνοι καί οἱ ἄρχοντες διά νά συλλογισθοῦν. Καί ἔρχονται εἰς ἕνα |
|
241v | σπίτι μεγάλον, καί ὁ Ἀλέξανδρος ἐκάθησε εἰς τόν θρόνον τόν βασιλικόν καί ἔκαμε καί ἦλθαν οἱ ἀποκρισαραῖοι καί εἶπε νά τοῦ ἀναφέρουν τήν αἰτίαν ὁπού ἦλθαν καί τί λέγει ὁ Δάρειος εἰς καμώματα καί εἰς λόγια. Καί τότες οὖν λαμβά/νει εἰς χείρας αὐτοῦ τήν πάλαν καί τό κοντάρι καί λέγει: Αὐθέντες, ἐγώ παίρνω τοῦτο τό κοντάρι καί τήν μπάλαν ὁπού |
|
| μοῦ ἔστειλεν διά χάρισμα ὁ Δάρειος καί ἐκδέχομαί το καί ἔχω το πολλά ἀκριβόν, διότι ἔναι διά τούτην τήν αἰτίαν, καλά καί αὐτός δέν τό ἠξεύ- ρει. Ἠξεύρετε ὅτι ἡ μπάλα παρομοιάζει τόν κόσμον, καί ἔτσι ὥσπερ ἡ μπάλα ἔναι στρογγυλή, ἔτσι ἔναι καί ὁ κόσμος στρογγυλός. Καί διά τοῦτο μοῦ τό ἔστειλεν ὁ Δάρειος, διότι ἐγώ μέλλω νά κυριεύσω καί να |
|
| γένω αὐθέντης ὅλου τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων. Καί τό κοντάρι μοῦ τό ἔστειλε διά νά μήν λείψω ὅτι νά μήν ὑπάγω νά πολεμήσω καί νά χαλάσω πᾶσα ἕναν ὁπού νά θέλει νά ἔβγει ἀπό τόν ὁρισμόν μου. Καί τούτη ἔναι ἡ αἰτία ὁπού τά παραλαμβάνω. Καί λέγει ὁ Ἀλέξανδρος τῶν ἀποκρισαραίων: Ἀμέτε εἰς τόν Δάρειον καί εἰπέτε του ἐκεῖνο ὁπού |
|
| ἠκούσετε ὁπού εἶπα. Καί ἔτσι τό θέλω κάμει. Καί οἱ ἀποκρισαραῖοι ἐγύρισαν εἰς τόν Δάρειον καί εἶπαν του ὅσα ὁ Ἀλέξανδρος τούς εἶπε, εἰς τρόπον ὅτι ὁ Δάρειος ἠκούγοντας τοῦτα δέν τοῦ ἐκαλοφάνησαν πολλά καί ἔβανεν εἰς τό νοῦ του νά παίξει μετ’ αὐτόν καί λέγει πάλιν τῶν ἀποκρισαραίων ὁ Δάρειος: Θέλω νά γυρίσετε εἰς τόν Ἀλέξανδρον |
|
215 | καί νά ἐπάρετε πλέον συντροφίαν. Καί δίδει τους ἑκατό ἀνθρώπους εἰς συντροφίαν αὐτῶν καί δίδει τους μίαν παπαρούνα νά τοῦ πάρουν τοῦ Ἀλεξάνδρου καί νά τοῦ εἰποῦν ὅτι ἄν θέλει να πολεμήσει μετ’ αὐτόν / κάνει χρεία νά ἑτοιμασθεῖ, διότι αὐτός ἔχει πλέον ἀνθρώπους παρά ὁπού ἔχει ὁ Ἀλέξανδρος, κατά τήν ἀναλογίαν τοῦ σπόρου ὁπού ἔχει ἡ |
|
| παπαρούνα μέ τά φύλλα της, ἔτσι ἔχει καί ὁ Ἀλέξανδρος με τον Δάρει- ον, ἤγουν ὅσον σπόρον ἔχει ἡ παπαρούνα τόσο πλῆθος ἀνθρώπων ἔχει ὁ Δάρειος καί ὅσα φύλλα ἔχει ἡ παπαρούνα τόσους ἀνθρώπους ἔχει ὁ Ἀλέξανδρος. Καί ἔτσι ὑπῆγαν οἱ ἀποκρισαραῖοι εἰς τόν Ἀλέξανδρον καί ἔδωσάν του τήν παπαρούνα καί εἶπαν του καί τούς λόγους οὕς εἶπε |
|
| ὁ Δάρειος. Καί ὁ Ἀλέξανδρος πάλιν ἐκάλεσεν τούς μπαρούνους του και ἐκάθησε εἰς τό κριτήριον καί κρατεῖ τήν παπαρούνα εἰς τό χέρι του και τσακίζει την καί ἐβγάνει ὅλον τόν σπόρον ἀκέραιον καί βάνει τον εἰς το στόμα του καί τρώγει τον ὅλον. Καί ἔπειτα κάνει καί τοῦ φέρνουν πέντε σπυρία πιπέρι καί βάνει τα μέσα εἰς τήν σκόρτσα τῆς παπαρού- |
|
| νας και λέγει τους: Ἀμέτε καί εἰπέτε τοῦ Δαρείου ὅτι ἐγώ εἶμαι ἡτοιμα- σμένος, μόνον ὅταν θέλει ἄς ἔλθει, ἀμή δέν ἔχει δίκαιον, ἀμή ἄν θέλει νά πολεμήσομε κορμί μέ κορμί ἤ δέκα καί δέκα ἤ εἴκοσι πέντε καί εἴκοσι πέντε ἤ πενήντα καί πενήντα ἄς ἔλθει, εἰ δέ καί πάλιν θέλει νά ἔλθει μέ ὅλη του τήν δύναμιν ἀπάνω μου, ἄς ἔλθει, εὐχαριστημένος εἶμαι, καί |
|
215v | εἰπέτε του νά ἰδεῖ τοῦτο τό πιπέρι, καί ἔναι ἀληθινόν ὅτι ἔτσι ὡσάν ἔναι δυναμότερο τό πιπέρι παρά τήν παπαρούνα, ἔτσι εἶναι καί οἱ ἄνθρωποί μου ὀμπρός εἰς τούς ἐδικούς του δυναμότεροι. Καί ἔτσι ὥσπερ εἶναι δυνα/μότερα αὐτά τά πέντε σπυρία τοῦ πιπερίου ἀπό τά σπυρία ὅλα τῆς παπαρούνας, ἔτσι εἶναι δυναμότεροι καί οἱ ἐδικοί μου οἱ ὀλίγοι |
|
| ἄνθρωποι παρά τούς ἐδικούς του τούς πολλούς. Καί διά τοῦτο οἱ ἄνθρωποί μου θέλουν μοῦ κάμει τιμή καί οἱ ἐδικοί του θέλουν τοῦ κάμει ἐντροπή. Καί ἔτσι ἐγύρισαν οἱ ἀποκρισαραῖοι καί εἶπαν τοῦ Δαρείου ὅσα ὁ Ἀλέξανδρος τούς εἶπε. Καί τό καιρόν ἐκεῖνον ὁπού ὁ προφήτης Δανιήλ ἐβγῆκε ἀπό τόν λάκκον τῶν λεόντων, ἐκεῖνον τόν καιρόν ἐγεν- |
|
| νήθη καί ὁ Ἀλέξανδρος εἰς τήν Μακεδονίαν, ὁποῖος ἐκέρδισε τόν Δάρειον καί πολλούς ἀνθρώπους ἀπόκει ἀπό τήν θάλασσαν. Καί τοῦτο ἦτον ὀμπρός παρά τήν γέννησιν τοῦ Χριστοῦ τριακοσίους ἑβδομήντα τρεῖς χρόνους, ὡς καθώς λέγουν οἱ παλαιές ἱστορίες, ἀπό τήν ἀρχήν τοῦ κόσμου, καί ἕως τήν βασιλείαν τῆς Περσίας, ὁπού ἦτον ὁ Σύρος, ἦσαν |
|
| τέσσαρεις χιλιάδες τριακόσιοι ἑβδομήντα πέντε χρόνοι. Καί τοῦτος ὁ Σύρος καί οἱ ἄλλοι τῆς Περσίας ἐβασίλευσαν ἕως εἰς τόν καιρόν τοῦ Αὐγούστου Καίσαρος. Τοῦτοι οἱ Αὔγουστοι ἐβασίλευσαν εἰς τήν Ρώμην τριακοσίους εἴκοσι ἕναν χρόνον. Καί ἔπειτα ἐβασίλευσαν ἕως τόν και- ρόν τοῦ Χριστοῦ, ὡς καθώς θέλετε τό ἠκούσει, ὁπού ἐγεννήθη εἰς τήν |
|
216 | Βηθλεέμ εἰς τούς σαράντα δύο χρόνους τῆς βασιλείας αὐτοῦ. Καί ἤτονε ἀπό τήν γέννησιν ἕως τήν σταύρωσιν τοῦ Χριστοῦ τριάντα τρεῖς χρό- νοι καί τρεῖς μῆνες. Καί ὁ Δάρειος ἐθαυμάστηκεν εἰς τό πράγμα ὁπού τοῦ εἶπαν οἱ ἀποκρισαραῖοι καί διά τινές δου/λεῖες ὁπού εἶχεν νά κάμει ἄφησέ τον καί ἔστεκε. Καί εἰς ἐκεῖνον τόν καιρόν ἀπεθηνίσκει ὁ βασι- |
|
| λεύς τῆς Μακεδονίας ὁ Φίλιππος, ἐκεῖνος ὁποῦ ἔλεγαν ὅτι ἦτον ὁ πατήρ τοῦ Ἀλεξάνδρου, καί γίνεται βασιλεύς ὁ Ἀλέξανδρος, καί ὅταν εἶχεν δώδεκα χρόνους ὁπού ἤτονε βασιλεύς πολεμάγει τόν βασιλέα τόν Δάρειον και βάνει τον ἀποκάτου του, ἤγουν τόν ἐνίκησε καί σκοτώνει τον. Και ἔπειτα ἐβασίλευσε χρόνους ἑπτά καί ἐτελειώθη ἡ ζωή του. |
|
- Η Μάχη της Ισσού, ο Αλέξανδρος αντιμετωπίζει τον Δαρείο Γ΄ Κοδομανό, ψηφιδωτό (περ. 100 π.Χ.) στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης.
Πηγή: Σαν σήμερα - Λεπτομέρεια μικρογραφίας από ελληνικό χειρόγραφο του «Μυθιστορήματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου» (14ος αιώνας). Εικονίζονται σκηνές από τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι οποίες τεχνοτροπικά ακολουθούν την τάση της ύστερης βυζαντινής περιόδου (1204-1453).
Πηγή: Wikimedia Commons - Λεπτομέρεια από το προηγούμενο ψηφιδωτό (περ. 100 π.Χ.) της Μάχης στην Ισσό, που εστιάζει στον Αλέξανδρο, Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Charles le Brun, Το πέρασμα του Γρανικού/La Passage du Granique, 1665, λάδι σε καμβά, Μουσείο Λούβρου, Παρίσι.
Πηγή: Wikimedia Commons - Jan Brueghel ο Πρεσβύτερος, Η μάχη των Γαυγαμήλων/The Battle of Gaugamela, 1602, ελαιογραφία σε καμβά, Μουσείο Λούβρου, Παρίσι.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρπ΄ , 264-265ν [Περί του Δείπνου του Μυστικού και ετέρων αποδείξεων]
Στο κεφάλαιο 180 (ρπ΄), που είναι από τα εκτενέστερα του έργου, ο Καρτάνος εξιστορεί τα σχετικά με τον Μυστικό Δείπνο αλλά και τα γεγονότα πριν τη Σταύρωση. Στο απόσπασμα ο Ιησούς πλένει τα πόδια των μαθητών του και αποκαλύπτει ποιος μαθητής του θα τον προδώσει. Εντύπωση προκαλεί η αναφορά του συγγραφέα σε Εβραίους και Τούρκους και η πεποίθησή του ότι θέση στον Παράδεισο έχουν μόνο οι χριστιανοί.
| Περί τοῦ Δείπνου τοῦ Μυστικοῦ καί ἑτέρων ἀποδείξεων
Εὐαγγελιστής εἰς τό ἱερόν αὐτοῦ Εὐαγγέλιον εἰς κεφάλαια δεκατρία: |
|
| Ἠβλέποντας ὁ Ἰησοῦς ὅτι ὅλα τά ἔδωκεν αὐτοῦ ὁ Πατέρας εἰς τά χέρια καί ὅτι ἀπό τόν Θεόν ἐβγῆκεν καί εἰς τόν Θεόν ὑπάγει, ἀσηκώνεται ἀπό τόν δεῖπνον καί βάνει τά ροῦχα του καί παίρνει λέντιον, ἤγουν μίαν ἐμπόλια καί ζώνεταί τη, ἔπειτα βάνει νερόν εἰς τήν λεκάνην καί ἄρχισε καί ἔνιπτε τά ποδάρια τῶν μαθητάδων του, καί μέ ἐκείνην τήν ἐμπόλιαν |
|
| τούς ἐσφόγγιζεν τά ποδάρια, καί ἔτσι τούς ἔνιψεν ὅλους καί ξυστέρου ἔρχεται καί εἰς τόν Σίμων Πέτρον, καί αὐτός τοῦ λέγει: Κύριε, ἐσύ μοῦ νίπτεις τά ποδάρια; Λέγει του ὁ Ἰησοῦς: Ἐκεῖνο ὁπού κάνω ἐγώ ἐσύ τώρα δέν τό ἠξεύρεις, ἀλλά μετά ταῦτα θέλεις τό ἐγνωρίσει. Λέγει του ὁ Πέτρος: Δέν μοῦ θέλεις νίψει τούς πόδας εἰς τόν αἰώνα. Λέγει του ὁ |
|
264v | Ἰησοῦς: Ἐάν δέν σοῦ νίψω τά / ποδάρια μερτικόν μετ’ ἐμένα δέν ἔχεις. Λέγει του ὁ Σίμων ὁ Πέτρος: Κύριε, ὄχι μόνον τά ποδάρια, ἀλλά καί τά χέρια καί τήν κεφαλήν. Λέγει του ὁ Ἰησοῦς: Ὁ πλυμένος δέν ἔχει χρεία νά νίψει τά ποδάρια, διότι ἔναι ὅλος καθαρός. Καί ἐσεῖς καθαροί εἶστεν, ἀλλά ὄχι ὅλοι. Ἤβλεπεν ἐκεῖνον ὁποῦ ἤθελεν νά τόν παραδώσει, διά |
|
| τοῦτο εἶπεν ὅτι δέν εἶναι ὅλοι καθαροί. Λοιπόν ἀφοῦ τούς ἔνιψεν τά ποδάρια, ὑπῆρεν πάλιν τά ροῦχα του καί ἐκάθησεν πάλε κάτω καί λέγει τους: Ἐγνωρίζετε τί σᾶς ἔκαμα. Ἐσεῖς μέ λέγετε ὁ διδάσκαλος καί ὁ κύριος, καί καλά λέγετε, ἔτσι εἶμαι. Λοιπόν ἐπειδή ἐγώ ὁ διδάσκαλός σας καί ὁ κύριός σας ἔνιψα τά ποδάρια σας, ἔτσι κάνει χρεία καί ἐσεῖς |
|
| νά κάνει ἕνας τοῦ ἀλλουνοῦ, νά νίβετε τούς πόδας σας. Ὑπόδειγμα σᾶς ἄφησα, ἔτσι ὡς καθώς σᾶς ἔκαμα ἐγώ, ἔτσι νά κάνετε καί ἐσεῖς. Ἀμήν ἀμήν λέγω σας ὅτι δέν ἔναι δοῦλος καλύτερος ἀπό τόν αὐθέντην του οὐδέ ἀποστολάτορας καλύτερος ἀπό ἐκεῖνον ὁπού τόν ἀπόστειλεν. Καί ἄν τά ἐγνωρίζετε αὐτά μακάριοι θέλετε εἶσταιν. Δέν λέγω διά ὅλους |
|
| ἐσᾶς, ἐγώ ἠξεύρω ποίους ἐδιάλεξα, ἀμή διά νά πληρωθεῖ ἡ γραφή τοῦ Δαβίδ, ὁ σαρακοστός ψαλμός ὁπού λέγει: Ὅστις τρώγει μετ’ ἐμέν τό ψωμί ἐπῆρεν εἰς ἐμέ τήν πτέρναν του. Καί λέγω σάς το τώρα πρίν παρά νά γένει, διά νά πιστωθεῖτε ὁπόταν γένει ὅτι ἐγώ εἶμαι. Ἀμήν ἀμήν λέγω σας, ἐκεῖνος ὁπού δέχεται ἐκεῖνον ὁπού πέμψω ἐμένα δέχεται, καί |
|
265 | ἐκεῖνος ὁπού μέ / δέχεται ἐμέναν δέχεται καί ἐκεῖνον ὁπού μέ ἔστειλεν. Ἠβλέπετε, ἀδελφοί, τί λέγει ὁ Χριστός. Ποῦ εἶναι αὐτοί ὁπού λέγουν ὅτι καί οἱ Ἑβραῖοι καί οἱ Τοῦρκοι τόν Θεόν πιστεύουν καί θέλουν σωθεῖ; Ἄν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ δέν θέλουν, πῶς θέλουν τον Θεόν; Ὅστις πιστεύει τόν Υἱόν, πιστεύει καί τόν Πατέρα Θεόν, ὅστις δέν πιστεύει τόν |
|
| Υἱόν οὐδέ τόν Θεόν δέν τόν πιστεύει. Λοιπόν αὐτοί ψεύδονται καί κακῶς πιστεύουν, ἐπειδή τόν Υἱόν δέν πιστεύουν, διότι ὁ Χριστός τό λέγει: Ἐκεῖνος, λέγει, ὁπού δέχεται ἐμένα δέχεται καί ἐκεῖνον ὁπού μέ ἔστειλεν, καί λέγοντας τοῦτον τόν λόγον ὁ Ἰησοῦς ἐταράχθη τό πνεῦμα του και λέγει: Ἀμήν ἀμήν λέγω σας ὅτι ἕνας ἀπό ἐσᾶς μέ θέλει παρα- |
|
| δώσει, καί τότες οἱ μαθητάδες ἠκούγοντας αὐτόν τόν λόγον ἐκοίταζεν ἕνας ἀπό τόν ἄλλον καί ἐθαυμάζονταν διά τίναν λέγει. Καί ἐκάθοτον ὁ ἅγιος Ἰωάννης σιμά του καί ὁ Πέτρος τοῦ γνέφει καί κάνει του νόημα νά τόν ἐρωτήσει τόν Χριστόν ποῖος ἔναι τοῦτος ὁπού θέλει νά τόν παραδώσει. Καί ὁ Ἰωάννης ἔπεσε εἰς το στῆθος τοῦ Ἰησοῦ καί ἐρωτᾶ |
|
| τον καί λέγει του: Κύριε, τίς ἔναι τοῦτος ὁπού σέ θέλει παραδώσει; Λέγει του ὁ Ἰησοῦς: Ἔναι ἐκεῖνος ὁπού τοῦ θέλω δώσει ἐγώ ψωμί βρε- μένο, καί ἔτσι βρέχει τό ψωμί καί δίδει το τοῦ Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτου, καί ἀφοῦ τοῦ ἔδωσε το ψωμί ὁ Χριστός, τότες καί ὁ διάβολος ἐσέβη εἰς τήν καρδίαν τοῦ Ἰούδα καί ἤθελε νά τόν παραδώσει. Τότες τοῦ λέγει ὁ |
|
265v | Ἰησοῦς: Ἐκεῖνο ὁπού θέλεις νά κάμεις κάμε το γλήγο/ρα. Καί οἱ ἄλλοι οἱ Ἀπόστολοι δέν ἐγνώρισαν τοῦτον τόν λόγον, διατί τοῦ τό εἶπεν, ἀμή τούς ἐφάνη ὅτι τοῦ εἶπεν διά νά ἀγοράσει τίποτες διά νά ἔχουν εἰς τήν χρείαν τους ἤ διά νά δώσει τίποτες τῶν ἐπτωχῶν, διότι αὐτός ὁ Ἰούδας ἐβάσταινε τό γλωσσόκομον, ἤγουν τά στάμενα ὁπού τούς ἔδιδαν ἐλεη- |
|
| μοσύνες. Καί τό νά ἔλαβεν τό ψωμί ἀπό τόν Χριστόν ἐβγῆκεν ἔξω παρευθύς καί τότες ἤτονε νύκτα και αὐτός ὑπῆγε νά εὕρει τούς Ἑβραί- ους διά νά τόν παραδώσει, ὡς καθώς εἶχεν τόν συνιβασμόν ἀπό τήν Τετράδη, ὁπού τούς εἶπε: Τί θέλετε νά μοῦ δώσετε νά σᾶς τόν παραδώ- σω, καί ἔκαναν τον συνιβασμόν διά τριάκοντα ἀργύρια, καί τοῦτα εἶναι |
|
| ἐκεῖνα τά τριάκοντα ἀργύρια ἅπερ εἶχεν ἀφιερώσει ἡ Σάβα ἡ βασίλισ- σα, ὥσπερ εἴπαμεν εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην ὀπίσω εἰς τοῦτο τό βιβλίον εἰς τό ὀγδοηκοστόν πρῶτον κεφάλαιον, καί τότες γοῦν ὑπῆγε τήν βραδίαν ἐκείνην ὅταν ὑπῆρε τό ψωμί ἀπό τόν Χριστόν καί ηὗρε τούς Ἰουδαίους καί παίρνει τά τριάντα ἀργύρια ὁπού τοῦ ἔταξαν καί |
|
| φέρνει τους ἐκεῖ ὁπού ἤξευρεν ποῦ ἐπροσεύχοτον ὁ Χριστός μέ τούς Ἀποστόλους, ἤγουν εἰς τό χωρίον τῆς Γεσθημανῆς, καί πρίν παρά νά ἔλθει ὁ Ἰούδας ἐκεῖ ὁ Χριστός ἐπροσεύχοτον καί εἶπεν: Κύριε, ἐάν ἔναι δυνατόν νά τόν παρέλθω τοῦτον τόν θάνατον, ἤγουν νά μήν τόν πάθω, ἄς μήν μοῦ ἔλθει, ὄχι πώς ὁ Ἰησοῦς δέν ἤθελεν νά τόν λάβει, ἀμή νά δεί- ξει τήν ἀνθρωπότητα ὅτι ὡς ἄνθρωπος πονεῖ, ὄχι ὡς Θεός. […] |
|
- Francesco Fontebasso, Ο Μυστικός Δείπνος/The Last Supper, 1762, ελαιογραφία σε καμβά, Μουσείο Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Jacopo Bassano, Μυστικός Δείπνος/Last Supper, περ. 1546, ελαιογραφία σε καμβά, Πινακοθήκη Borghese, Ρώμη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Hans Holbein ο Νεότερος, Ο Μυστικός Δείπνος/The Last Supper, 1524-1525, Μουσείο Kunst, Βασιλεία, Ελβετία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Leandro Bassano, Ο Μυστικός Δείπνος/The Last Supper, περ. 1578, λάδι σε καμβά, εκκλησία Santa Maria Formosa, Βενετία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Tintoretto, Ο Μυστικός Δείπνος/The Last Supper, μεταξύ 1592-1594. Χαρακτηριστική η διαφοροποίηση στην τεχνοτροπία αλλά και στον αριθμό των προσώπων. Ελαιογραφία σε καμβά, Βασιλική San Giorgio Maggiore, Βενετία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Pseudo-Jacopino di Francesco, Ο Μυστικός Δείπνος/The Last Supper (Ultima Cena), 1325-1330, τέμπερα και χρυσογραφία σε ξύλο, Μουσείο Brooklyn, Νέα Υόρκη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Pascal Dagnan-Bouveret, Μυστικός Δείπνος/Last Supper, 1896.
Πηγή: Wikipedia - Albrecht Dürer, Ο Μυστικός Δείπνος/The Last Supper, 1511, ξυλογραφία που ανήκει, μαζί με 35 άλλες, σε σειρά με τον γενικό τίτλο The Small Passion, Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Βυζαντινό μωσαϊκό του Χριστού να πλένει τα πόδια των μαθητών του, Καθεδρικός Ναός Monreale, Παλέρμο, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Θεοφάνης ο Κρής (Στρελίτζας), Ο Μυστικός Δείπνος, μέσα 16ου αιώνα. Ο Ιούδας απλώνει τα χέρια να πιάσει φαγητό. Μονή Σταυρονικήτα, Άγιο Όρος, Χαλκιδική.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρπ΄, 281-282 [Περί του Δείπνου του Μυστικού και ετέρων αποδείξεων]
Στο κεφάλαιο 180 (ρπ΄), που είναι από τα εκτενέστερα του έργου, ο Καρτάνος εξιστορεί τα σχετικά με τον Μυστικό Δείπνο και τα γεγονότα πριν τη Σταύρωση. Στηρίζεται, σχεδόν αποκλειστικά, σε ελληνικές πηγές, χωρίς να παραλείπει να τις διανθίζει και με σφήνες από απόκρυφο υλικό. Στο απόσπασμα, το οποίο είναι και το τελευταίο μέρος του κεφαλαίου, ο Ιησούς οδηγείται στον Γολγοθά. Ξεχωριστή θέση στην αφήγηση του Καρτάνου έχει το επεισόδιο με μια γυναίκα που άλλοτε θεραπεύθηκε από τον Χριστό και τώρα τον συνοδεύει στον τόπο του μαρτυρίου. Ο Καρτάνος λέει ότι αυτή η Βερόνικα έδωσε το μαντίλι της για να σκουπίσει ο Ιησούς το πρόσωπό του, με αποτέλεσμα να τυπωθεί πανω στο ύφασμα η μορφή του. Να σημειωθεί ότι η αναφορά αυτή δεν συναντάται στις ορθόδοξες πηγές, ωστόσο είναι γνωστή η πεποίθηση της Καθολικής Εκκλησίας περί «Αγίου Μανδηλίου».
| Περί τοῦ Δείπνου τοῦ Μυστικοῦ καί ἑτέρων ἀποδείξεων
Μαρίαν καί μέ τήν Μαρίαν τήν ἀδελφήν της τοῦ Ἰακώβου καί μέ την |
|
| ἄλλην της τήν ἀδελφήν τήν Μαρίαν τοῦ Σαλώμου καί μέ τήν Μάρθαν τήν ἀδελφήν τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς καί μέ ἄλλες πολλές γυναῖκες, ὁποῖες ὅλες ἔκλαιγαν διά τόν θάνατον ὁπού ἐλάμβανεν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί Θεός τῶν ἁπάντων, καλά καί αὐτός ὁ θάνατος ἤτονε ὁπού μᾶς ἔσωσεν ὅλους. Καί παγαινάμενος ἔξω ἀπό |
|
281 | τήν Ἱερουσαλήμ γυρίζει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί ἠβλέπει ὁπού ἔκλαιγαν οἱ γυναῖκες καί λέγει τους: Μηδέν μέ κλαίγετε ἐμένα, ἀμή κλαίγετε τοῦ λόγου σας καί τά παιδία σας, διότι θέλει ἔλθει καιρός ὁπού θέλετε εἰπεῖ: Χαρά σ’ ἐκεῖνες ὁπού δέν ἐγέννησαν ποτέ τους / καί χαρά στά βυζία ἐκεῖνα ὁπού ποτέ δέν ἐβύζασαν τινάν, καί ἠξεύρετε ὅτι |
|
| ἀκόμη θέλει ἔλθει ἀπάνω εἰς τήν χώραν σας πολύς χαλασμός καί κακόν, εἰς τρόπον ὅτι ἐκεῖνοι ὁπού θέλουν εὑρεθεῖ μέσα θέλουν εἰπεῖ: Νά ἔπεφταν ἐκεῖνα τά βουνά ἀπάνω μας νά μᾶς ἐπλάκωναν καί νά ἐσκίζο- τον ἡ γῆς νά μᾶς ἐκατάπινεν καί νά μηδέν ἠθέλαμεν ἰδεῖ τόσο κακόν καί χαλασμόν ἀπάνω μας. Λέγει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος ὅτι ὅταν τόν |
|
| ἔπαιρναν νά τόν σταυρώσουν ἐπαρηγόρα τήν μητέρα αὐτοῦ ὁ Ἰησοῦς καί τῆς ἔλεγεν: Μητέρα, μηδέν λυπεῖσαι τόσον, διότι ἐγώ ἀπεθηνίσκω διά νά σώσω τόν κόσμον καί χαίροσουν μάλιστα καί ἐνθυμούσουν τί σοῦ εἶπα, ὅτι θέλω ἀναστηθεῖ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ καί θέλω ἐμφανισθεῖ ὀμπρός σου, καί μηδέν λυπεῖσαι. Λέγει πάλιν αὐτός ὁ Ἰγνάτιος ὅτι ὁ |
|
| Ἰησοῦς εἰς ὅσο ἀκαρτερεῖ εἰς τήν ἀνθρωπότητα ὁπού εἶχεν ἦτον τόσος ἀχαμνός καί τόσο πολλά ἀγανακτισμένος ἀπό τές πολλές ραβδές καί ἀπό τά πολλά μαρτύρια ὁπού τοῦ ἔκαμαν, ὅτι ἤτονε σχεδόν ὡς ἀπεθα- μένος καί δέν ἐδύνοτον νά συντύχει. Ἀπό τοῦτο πιστωθεῖτε ὅτι ναί, ἦτον τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος καί ἐφόρεσεν ἀνθρωπίνην |
|
281v | σάρκαν και ἀγανάκτησεν καί ἐπείνασεν καί ἐδίψασεν καί ἔπαθεν ὅλα ὡς ἄνθρωπος, μόνον ἁμαρτίαν ὁπού δέν ἔκαμεν. Καί λοιπόν τότες οἱ Ἑβραῖοι ἠβλέποντάς τον τόσον ἀχαμνόν, ὅτι τόν σταυρόν μόλις τόν ἐβάσταινε, ἀπανταίνουν ἕναν ὁπού ἔρχοτον ἀπό τό χωρίον ὀνόματι / Συμεών Κυρηναῖον, τόν πατέρα Ἀλεξάνδρου καί Ρούφου, καί δίδουν |
|
| του καί τον σταυρόν καί ἀγγαρέψαν τον νά τόν βασταίνει νά ὑπάγει ἕως τόν τόπον ἐκεῖ ὁπού ἤθελαν νά σταυρώσουν τόν Χριστόν. Καί ἔτσι τό ἔκαμαν, και παγαινάμενος ὁ Ἰησοῦς ἤτονε μίαν γυναίκα ὀπίσω του ὀνόματι Βερόνικα, τήν ὁποίαν τήν εἶχεν ὑγιάνει ὁ Χριστός ἀπό μίαν μεγάλην ἀρρωστίαν ὁπού εἶχεν, καί τούτη σιμώνει εἰς τόν Χριστόν καί |
|
| κλαίγει καί λυπεῖται εἰς τά πάθη ἅπερ τοῦ ἔκαναν οἱ Ἑβραῖοι καί ἐνθυ- μώντας τό καλόν ὁπού τῆς ἔκαμεν εὐχαρίστα τον καί ἐδόξαζέ τον ὡς Θεόν καί ἔλεγέ του: Ἐλέησόν μεν, Κύριε, καί μνήσθητί μου καί μή μέ ἐγκαταλείπεις ἕως τέλους. Καί τότες τῆς λέγει ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί παρακαλεῖ την ὅτι να ἐβγάλει τό μαντήλι της ὁπού ἐβάσταινε εἰς τήν |
|
| κεφάλην της τό ἄσπρο νά τόν σφογγίσει εἰς τό πρόσωπον ὁπού ἦτον ἱδρωμένος ἀπό τόν κόπον καί τόν παιδεμόν ὁπού τοῦ ἔκαναν οἱ Ἑβραῖοι, καί παρευθύς αὐτή ἡ εὐλογημένη γυνή ἔβγαλεν τό μαντήλι της ὁπού ἐφόρειεν καί ὑπῆγεν και ἐσφόγγισεν τό ἁγιότατον καί θεῖον αὐτοῦ πρόσωπον, καί παρευθύς ἐτυπώθη ἡ πρόσοψις τοῦ προσώπου |
|
| του εἰς ἐκεῖνο τό μαντήλι, καί ἔτσι τούτη ἡ Βερόνικα ἐχάρηκεν πολλά ὅταν εἶδεν τήν τύπωσιν αὐτήν καί εἶχε το εἰς μεγάλην φύλαξιν μέ μεγά- λην εὐλάβειαν, καί τοῦτο ἔναι ἐκεῖνο ὁπού λέγουν σουδάριον, τό ὁποῖον θέλετε ἠκούσει παρεμπρός πρός τήν ἄκρην τοῦ βιβλίου πῶς καί τίς ἤτονε αἰτία νά τό φέρουν εἰς τήν Ρώμην. Και σώνοντας οἱ Ἑβραῖοι |
|
282 | εἰς τόν τόπον ὁπού ἤθελαν νά σταυρώσουν τον Χριστόν / εἰς τόν τόπον ὁπού τόν λέγουν Γολγοθά, ἐκεῖ ἔγδυσαν τόν Χριστόν ὁλόζορκον καί κάνουν πάλε καί ἕνα στεφάνι ἀπ’ ἀγκάνθια και βάνουν το εἰς τήν ἁγίαν κεφαλήν τοῦ Χριστοῦ, καί ἔπειτα βάνουν τον σταυρόν κάτω εἰς τήν γῆν καί φέρνουν τόν Χριστόν καί ἐξαπλώνουν τον ἀπάνω εἰς τόν |
|
| σταυρόν ζόρκον καί πιάνουν τό χέρι του τό ζερβόν ὀμπρός και ἐξαπλώ- νουν το καλά καί καρφώνουν το μέ ἕνα καρφί παράξενον χοντρόν. Ἔπειτα πιάνουν τό ἄλλο του χέρι τό δεξιόν καί ταυρίζουν το καλά δυνατά καί καρφώνουν το καί αὐτό μέ καρφίν ὅμοιον ὡς τό ἄλλο. Ἔπειτα βάνουν τό κορμί του ἀπάνω εἰς τόν σταυρόν καί ταυρίζουν τά |
|
| ποδάρια του δυνατά διά νά τά καρφώσουν, καί τόσο τόν ἐταύρισαν δυνατά ὅτι τά νεῦρα του καί τά κόκκαλά του σχεδόν τά ἐτσάκισαν. Καί τότες ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀσήκωσε τό ἕνα του ποδάρι καί ἔβαλέ το εἰς τό ἄλλο διά νά σκεπάσει τήν ἀνθρωπίνην αἰσχύνην, διότι ἤτονε ὁλόζορ- κος, καί ἐκεῖνοι οἱ κάκιστοι Ἑβραῖοι ἤθελαν νά τά καρφώσουν ἐξαπλω- |
|
| τά τά ποδάρια του διά πλέον καταισχύνην, ἀμή δέν ἐδυνήθησαν αὐτό νά τό κάνουν διά χάρις Θεοῦ, καί μή δυνάμενοι νά κάμουν ἀλλέως ἐκαρφῶσαν τα ἀπανωτά ἕνα τό ἄλλον καθώς τά εἶχεν ὁ Χριστός καί ἐκαρφῶσαν τα μέ ἕνα καρφί καί μόνον. Καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔστεκεν εἰρημένος ὥσπερ ἀρνίον ἄκακον καί ἔτσι τόν ἀσήκωσαν καί ἐβάλαν τον τόν σταυρόν ὀρθόν. |
|
- Ο Χριστός κουβαλώντας τον σταυρό/Christ carrying the cross (1510-1535), έργο που αποδίδεται στον Hieronymus Bosch ή κάποιον μιμητή/οπαδό του. Ο Ιησούς στον δρόμο προς τον Γολγοθά, περιστοιχισμένος από γκροτέσκα πρόσωπα – στην αριστερή γωνία απεικονίζεται η Βερόνικα με το μανδήλι. Λάδι σε ξύλο, Μουσείο καλών Τεχνών, Γάνδη, Βέλγιο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Hieronymus Bosch, Ο Χριστός κουβαλώντας τον σταυρό/Christ carrying the cross, περ. 1500, αριστερό πάνελ τρίπτυχου, λάδι σε ξύλο, Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης (Kunsthistorisches Museum), Βιέννη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Albrecht Dürer, Το μαντήλι της Βερόνικας/Veil of Veronica, 1513, γκραβούρα με δύο αγγέλους να κρατάνε το μαντήλι, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Ραφαήλ, Ο σπασμός/Lo Spasimo ή Ο Ιησούς κουβαλώντας τον σταυρό/Jesus carrying the cross, 1516. Θέμα του το παραπάτημα του Χριστού και η στιγμή αγωνίας της μητέρας του. Λάδι σε ξύλο, μεταφερμένο σε καμβά, Μουσείο Prado, Μαδρίτη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Claude Mellan, Το μαντήλι της Βερόνικας/Veronica’s veil, 1649, γκραβούρα, Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, Παρίσι.
Πηγή: Wikimedia Commons - Hans Memmling, Η Βερόνικα κρατώντας το μαντίλι της/Veronica holding her veil, περ. 1470, λάδι σε ξύλο, Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσινγκτον.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρπα΄, 286-287 [Περί την σταύρωσιν του Χριστού]
Στο κεφάλαιο 181 (ρπα΄) της Παλαιάς τε και Νέας Διαθήκης, ο Καρτάνος εξιστορεί τα σχετικά με τη Σταύρωση του Ιησού. Στο απόσπασμα διαβάζουμε τα τελευταία λόγια του Χριστού στον Σταυρό, καθώς και το επεισόδιο με τους σταυρωμένους ληστές. Ο συγγραφέας βρίσκει πάλι ευκαιρία –όπως κάνει σε πολλά σημεία του έργου– να κατακρίνει τους Εβραίους, τους οποίους αποκαλεί «ασελγείς», «ακόλαστους», «άτυχους» και «κακούς».
283 | Περί τήν σταύρωσιν τοῦ Χριστοῦ
σκοτίδι ἐκεῖνο ὁπού ἔγινεν εἰς τήν σταύρωσιν τοῦ Χριστοῦ καί ὁ προ- |
|
| φήτης Ζαχαρίας ἐπροφήτευσεν καί εἶπεν: Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ δέν θέλει εἶσταιν φῶς, ἤγουν ὁπόταν θέλει σταυρωθεῖ ὁ Χριστός, ἀμή κρυότη καί παγετός θέλει εἶσταιν μίαν ἡμέραν. Καί ἐκείνη ἡμέρα τήν ἠξεύρει ὁ Κύριος μόνον. Ἀπάνω ὁ Θεός τά ἤξευρεν ὅλα, ὄχι ἡ ἡμέρα καί ἡ νύκτα καί οὔτε ἡμέρα ἤτονε καθολικά, διότι ἤτονε τρεῖς ὧρες σκοτίδι, οὔτε |
|
| νύκτα ἀληθινά, διατί ἔγινεν σκοτίδι ἀπό τές ἕξι ὧρες ἕως εἰς τές ἐννέα, καί πάλιν ἀπό τές ἐννέα ὧρες ἕως τό βράδυ ἔγινεν φῶς, ἤγουν ἡμέρα. Τοῦτο φανερώνει ὁ προφήτης Ζαχαρίας ὁπού εἶπεν καί ὅτι πρός τό βράδυ θέλει εἴσταινε φῶς. Λοιπόν τοῦτα, ἀδελφοί μου, δέν τά ἐπροεῖπαν μόνον προφῆτες, ἀμή καί πολλοί ἀπό τούς Ἕλληνας τά |
|
286v | ἔχουν γραμμένα εἰς τά / βιβλία τους καί λέγουν ὅτι ἔγινεν μέγας σεισμός τότε καί σκοτίδι τόσον ὅσον ὅτι ἐφάνησαν και ἄστρη. Τότε γοῦν εἰς τόν σταυρόν ὁ Χριστός ἀνάφερε καί προφητικήν ρῆσιν καί εἶπεν:«Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί μέ ἐγκατέλιπες;» Και τά εἶπεν ἑβραϊκά, ἤγουν «Ἠλί, Ἠλί, λιμά σαβαχθανί». Καί διατί τά εἶπεν τοῦτα; Διά νά τά ἠκούσουν καί οἱ |
|
| Ἰουδαῖοι, καί αὐτοί ἠκούγοντας καί αὐτά πάλιν ἀσελγεῖς καί ἀκόλαστοι ἦσαν ὡς καθώς λέγει ὁ Χρυσόστομος, καί ἔλεγαν ὅτι κράζει τόν Ἠλίαν, ἀλλά ἐκείνη ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ ἔσχισεν τό καταπέτασμα καί ἄνοιξεν καί τά μνήματα καί ἀνεστάθησαν πολλοί. Καί αὐτήνοι οἱ ἄτυχοι καί οἱ κακοί πάλιν δέν ἤθελαν νά πιστέψουν, ἀμή τοῦ ἔλεγαν: Κατέβα κάτω |
|
| ἀπό τόν σταυρόν ἄν εἶσαι υἱός Θεοῦ καί τότες νά σέ πιστέψομεν. Καί τότες ἦσαν καί δύο ληστάδες σταυρωμένοι ὁμοῦ μέ τόν Χριστόν, ὁ ἕνας εἰς τήν μίαν του μερίαν καί ὁ ἄλλος εἰς τήν ἄλλην, καί ὁ ἕνας τόν ὕβρι- ζεν καί τοῦ ἔλεγεν: Ἐάν εἶσαι ἐσύ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτόν καί σῶσε καί ἡμᾶς, καί ὁ ἄλλος τοῦ ἔλεγεν: Δέν ἐντρέπεσαι, ἡμεῖς δικαίως τό |
|
| παθαίνομεν τοῦτο, διότι ἐκάμαμεν κακά, ἀμή αὐτός τί ἔκαμεν; καί λέγει τοῦ Χριστοῦ: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Καί ὁ Χριστός τοῦ λέγει: Ἀπό τήν σήμερον νά εἶσαι μετ’ ἐμένα εἰς τήν βασιλείαν μου. Καί τοῦτο ἔναι γραμμένον εἰς τό εἰκοστό τρίτο κεφάλαι- ον τοῦ Λουκᾶ. Ἠβλέπετε, ἀδελφοί, ποῖος λόγος ἔβαλεν τόν ληστήν εἰς |
|
287 | τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, μόνον / πώς εἶπεν ἐξ ὅλης ψυχῆς τό: «μνήσθη- τί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Λοιπόν, ἀδελφοί, καί ἡμεῖς μηδέν λείπομεν πάντοτε καί ἀεί, καλά καί εἴμεσθεν ἁμαρτωλοί, ὅτι νά μηδέν παρακαλοῦμεν τόν Θεόν ἐξ ὅλης μας τῆς ψυχῆς νά μᾶς ἐλεή- σει, διότι δέν ἔναι ἄλλο τίποτες μεγαλότερο νά ἀφήνει τές ἁμαρτίες |
|
| παρά ἡ καθαρά προσευχή, κἄν πόρνος εἶσαι κἄν φονεύς εἶσαι, κἄν ληστής εἶσαι, κἄν οἱονδήποτε ἁμάρτημα καί ἄν ἔκαμες, μήν ὀκνήσεις νά μηδέν παρακαλέσεις τον Θεόν ἐξ ὅλης σου τῆς ψυχῆς, ὥσπερ ἐπαρα- κάλεσεν καί αὐτός ὁ ληστής τότε εἰς τόν σταυρόν καί διά ἕναν λόγον ὁπού εἶπεν ἐσώθηκεν καί ὑπῆγεν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. […] |
|
- Lucas Cranach ο Πρεσβύτερος, Η Σταύρωση/The Crucifixion, 1501. Ο Χριστός στο κέντρο και οι δύο ληστές εκατέρωθεν. Λάδι σε ξύλο, Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης (Kunsthistorisches Museum), Βιέννη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Σταύρωση/Crucifixion, μεταγενέστερος (1532) πίνακας του Lucas Cranach του Πρεσβύτερου πάνω στο ίδιο θέμα, λάδι σε ξύλο, Μουσείο Τέχνης Indiannapolis, ΗΠΑ.
Πηγή: Wikimedia Commons - Rembrandt, Η Σταύρωση/The Crucifixion, περ. 1635. Το θέμα εδώ δεν παρουσιάζεται με τη συνήθη μετωπική οπτική των περισσότερων έργων. Γραμμική οξυγραφία (χαρακτικό), Künstlerhaus, Βιέννη
Πηγή: Wikimedia Commons - Μιχαήλ Άγγελος(;), Σταύρωση/Crucifixion, περ. 1540.
Πηγή: Wikimedia Commons - Anthony van Dyck, Σταύρωση/Crucifixion, περ. 1622, λάδι σε καμβά, Μονή Αγίου Ζαχαρία, Βενετία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Rogier van der Weyden, Τρίπτυχο της Σταύρωσης/Triptych: The Crucifixion, 1443-1445. Στο δεξιό πάνελ η Αγία Βερόνικα με το μανδήλι. Λάδι σε ξύλο, Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης (Kunsthistorisches Museum), Βιέννη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Bernardino Luini, Σταύρωση/Crucifixion, 1530, λάδι σε καμβά, μεταφερμένο από ξύλο, Μουσείο Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Michelangelo Cercuozzi, Ο καλός ληστής/The good thief, 1620-1660, λάδι σε σχιστόλιθο, Πινακοθήκη Rosenfeld Rorcini, Λονδίνο.
Πηγή: Wikimedia Commons - Tiziano, Χριστός και o καλός ληστής/Christ and The Good Thief, περ. 1566, λάδι σε καμβά, Εθνική Πινακοθήκη της Μπολόνιας, Ιταλία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Hans von Tübingen, Σταύρωση/Crucifixion, περ. 1430. Ο μετανοημένος ληστής στα αριστερά του πίνακα (δεξιά του Χριστού) και ο αμετανόητος στην άλλη πλευρά με έναν δαίμονα από πάνω του. Χρώμα σε ξύλο, Πινακοθήκη Belvedere, Βιέννη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Ρωσική εικόνα του καλού ληστή στον Παράδεισο, περ. 1560, Κρεμλίνο, Μόσχα.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρπγ΄, 307 [Περί των επτά αγίων και Οικουμενικών Συνόδων εις τίνος βασιλέως έγινε μια εκάστη]
Στο κεφάλαιο 183 (ρπγ΄) ο Καρτάνος αναφέρεται στις επτά Οικουμενικές Συνόδους, δίνοντας λεπτομερείς πληροφορίες για την καθεμία. Στο απόσπασμα, που είναι και η αρχή του κεφαλαίου, διαβάζουμε τα σχετικά με την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Εκτός αυτού, διαφαίνεται και η πρόθεση του συγγραφέα να μνημονεύσει τους αυτοκράτορες του Βυζαντίου και τους βυζαντινούς χρονογράφους, δέσμευση που θα τηρήσει με συνέπεια στη συνέχεια του κεφαλαίου.
307 | Περί τῶν ἑπτά ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἰς τίνος βασιλέως
|
|
| σταντίνου εἰς τούς ἐννέα χρόνους τῆς βασιλείας αὐτοῦ καί ἔκαμέ την εἰς τήν Νικαία. Καί ἦσαν πατέρες τριακόσιοι δεκαοκτώ, καί ἦτον ὁ ἅγιος Σίλβεστρος πάπας τῆς Ρώμης, Μητροφάνης ὁ ἐπίσκοπος τοῦ Βυζα- ντίου, ὁπού λέγεται τώρα Κωνσταντινούπολις, ἤτονε ὁ Ἀλέξανδρος πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καί ὁ Εὐστάθιος τῆς Ἀντιοχείας πατριάρχης |
|
| καί ὁ Ἰεροσολύμων Μακάριος. Καί ἔκαμέ την κατά τοῦ Ἀρείου, ὁποῖος ἐβλασφήμα τόν Θεόν Λόγον καί ἔλεγεν ὅτι ὁ Θεός ἔναι κτιστός καί ἄλλη οὐσία τοῦ Πατρός καί ἔλεγεν ὅτι ὁ Θεός ἦτον ποτέ ὁπότε δέν ἦτον, καί ἄλλα τίποτες ἐβλασφήμα ὁ ἀλιτήριος, καί ἀφορίσαν τον. Καί ἦτον ἀπό τοῦ Χριστοῦ ἕως εἰς τόν καιρόν τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου χρόνοι τρια- |
|
| κόσιοι δεκαοκτώ καί ἀπό τοῦ Ἀδάμ ἕως αὐτόν τόν καιρόν χρόνοι πέντε χιλιάδες ὀκτακόσιοι εἴκοσι ἑπτά, καί ἀφοῦ ἀπέθανεν ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδών ἕως αὐτόν τόν καιρόν εἶναι χρόνοι ἑξακόσιοι τριάντα ἕξι. Καί ἀπό τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως ἕως εἰς τόν καιρόν τοῦ βασιλέως τοῦ Ἰωάννου τοῦ Κομνηνοῦ ἐβασίλευσαν βασιλεῖς ἑξήντα |
|
307v | πέντε, τούς ὁποίους θέλω τούς γράψει ἐδῶ παρεμπρός συνοπτικά ἕναν καί ἕναν καί πόσους χρόνους ἐβασίλευσεν ὁ καθείς ἀπ’ αὐτούς, πλήν δέ /διά τώρα θέλω νά σᾶς γράψω τούς χρονογράφους, ποῖοι εἶναι καί ὥς ποῦ ἔγραψε πᾶσα εἷς ἀπ’ αὐτούς. […] |
|
- Μεταβυζαντινή εικόνα με θεολογική αναπαράσταση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια, έργο του Μιχαήλ Δαμασκηνού, 1591, εκτίθεται στο Μουσείο Αγίας Αικατερίνης Σιναϊτών, Ηράκλειο Κρήτης.
Πηγή: Wikimedia Commons - Απεικόνιση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, τοιχογραφία του 18ου αι. στον Ορθόδοξο Ναό Σταυροπόλεως στο Βουκουρέστι.
Πηγή: Wikimedia Commons - Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, με τον Άρειο να απεικονίζεται νικημένος ξαπλώνοντας κάτω από τα πόδια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, Μοναστήρι Μεγάλο Μετέωρο, Μετέωρα, Τρίκαλα.
Πηγή: Wikimedia Commons - Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος και οι επίσκοποι κρατάνε το Σύμβολο της Πίστεως ή της Νίκαιας, το γνωστό μας «Πιστεύω».
Πηγή: Wikimedia Commons - Vasily Surikov, Η Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας/First Council of Nicea, 1876 ή 1877, ελαιογραφία σε καμβά, Κρατικό Ρωσικό Μουσείο, Αγία Πετρούπολη.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρπγ΄, 309 [Περί των επτά αγίων και Οικουμενικών Συνόδων εις τίνος βασιλέως έγινε εκάστη]
Στο κεφάλαιο ρπγ΄ (183) ο Καρτάνος αναφέρεται στις επτά Οικουμενικές Συνόδους, δίνοντας λεπτομερείς πληροφορίες για την καθεμία. Καθώς από την αρχή του κεφαλαίου διαφαίνεται η πρόθεση του συγγραφέα να μνημονεύσει τους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, τηρεί τη δέσμευσή του και, στο απόσπασμα που ακολουθεί, ξεκινά την εξιστόρηση από τον πρώτο αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνο, συνεχίζει έπειτα με τον γιο του κ.ο.κ.
| Περί τῶν ἑπτά ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἰς τίνος
|
|
| παλαιά χώρα καί ἐδιοικοῦτον μοναχό του, τινάς δέν τό ὅριζε καί εἶχεν τό κτίσει ἕνας ὀνόματι Βύζος καί δι’ αὐτό τό ἔλεγαν Βυζάντιον. Λοιπόν ἔρχεται ὁ Σεβῆρος ὁ αὐτοκράτορας τῶν Ρωμαίων καί κουρσεύει το καί στέκει τρεῖς χρόνους ὁπού τό ἐπολέμα καί ὕστερα τό ὑπῆραν καί ἔμεινεν ὀλίγον μόνον καί ἐχάλασε τά τείχη του καί ὑπῆρε καί τά δίκαια τῆς πολι- |
|
| τείας. Καί ἐξυστέρου τό ἔβαλαν νά ἔναι ἀποκάτου εἰς την Ἡράκλειαν καί ἔτσι ἔρχεται ὁ μέγας Κωνσταντίνος καί κτίζει πάλιν τά τείχη τοῦ Βυζα- ντίου καί κάνει καί ἄλλα τείχη περισσότέρα καί ἐπονόμασέ την νέαν Ρώμην. Καί κτίζει την εἰς τές ἕνδεκα τοῦ Μαΐου μηνός εἰς τούς πέντε χιλιάδες ὀκτακοσίους τριάντα ὀκτώ, καί διά νά τήν ματαχτίσει ὁ μέγας |
|
| Κωνσταντίνος τήν λέγουν τώρα Κωνσταντινούπολη, καί διά να κατοική- σει ὁ μέγας Κωνσταντίνος ἐκεῖ τήν ἀξίωσε καί ὕψωσέ την ἀπό ἐπισκοπή Πατριαρχεῖο, πλήν δέ ὁ Ἡρακλείας νά τόν χειροτονεῖ, καί διά τοῦτο ὁ Ἡρακλείας ἔναι πρωτόθρονος ἀπ’ ὅλους τούς μητροπολίτας. Καί ὁ μέγας Κωνσταντίνος ἐστάθηκε εἰς τήν Ρώμην δώδεκα χρόνους καί εἰς τό |
|
309 | Βυζάντιον εἴκοσι, καί ἀπέ/θανε εἰς τήν Νικομηδεία παγαινάμενος νά πολεμήσει τήν Περσίαν, λέγουν ὅτι τόν ἐφαρμάκωσαν. Και μετ’ αὐτόν βασιλεύει ὁ υἱός αὐτοῦ ὁ Κωνσταντίνος χρόνους εἴκοσι τρεῖς, καί τοῦτος ἀνάγκαζεν τόν Πατριάρχην τόν Ἀλέξανδρον νά συγκοινωνήσει μέ τόν Ἄρειον, καί κάμει το ἤθελεν, ἀμή ὁ Θεός τοῦ ὑπῆρε τήν ζωήν. Καί μετ’ αὐτόν βασιλεύει ὁ Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης χρόνους δύο, ὁποῖος ἦτον κακός εἰς τούς χριστιανούς και ἀσεβής μεγάλος. […] |
|
- Ο Μέγας Κωνσταντίνος προσφέρει στην Παναγία την οχυρωμένη Κωνσταντινούπολη, λεπτομέρεια από ψηφιδωτό (περ. 100 μ.Χ.) στον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρπε΄, 325 [Πώς ο Πιλάτος έγραψε του Τιβέριου του βασιλέως τα θαύματα του Χριστού και την ζωήν του]
Στο κεφάλαιο 185 (ρπε΄) ο Καρτάνος αναφέρεται σε μια επιστολή που έγραψε ο Πόντιος Πιλάτος στον ρωμαίο αυτοκράτορα Τιβέριο μετά τη σταύρωση και ανάσταση του Ιησού. Στο γράμμα αυτό ο Πιλάτος επιβεβαιώνει τη θαυματουργή ιδιότητα του Χριστού, υπερθεματίζει για τη θεϊκή του φύση και διαχωρίζει τη θέση του από τους καταδότες και υπεύθυνους για το φρικτό του τέλος.
| Πῶς ὁ Πιλάτος ἔγραψε τοῦ Τιβερίου τοῦ βασιλέως τά θαύματα
|
|
325 | διά τόν θάνατον τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, διότι ἤβλεπε πολύ πλῆθος ὁπού ἐπίστρεφεν καί ἐπίστευεν εἰς αὐτόν καί ἐπόνεσέ τους δι’ ἐκεῖνον τόν ἄδικον θάνατον ὁπού ἔλαβεν, / διά νά γένει ἀνύπο- πτος γράφει τοῦ βασιλέως τοῦ Τιβερίου τῶν Ρωμάνων τοιούτης ἀπαλ- λαγῆς, ἤγουν: Εἰς τόν γαληνότατον Τιβέριον βασιλέα καί ἐκλελεγμένον, |
|
| Πόντιος Πιλάτος χαίρειν. Κάνω διά νά ἠξεύρει πώς εἰς τό μέρος τῆς Ἱερουσαλήμ ἐμφανίσθη ἕνας ἄνθρωπος προφήτης καί ὑπό τούς προ- φήτας προφητευόμενος καί εἶχεν γεννηθεῖ ἀπό μιά παρθένον καθαρά καί ἁγία καί ἀμόλυντον ἐκτός ἁμαρτίας τινός, καί ἦτον τοῦτος ὁ ἄνθρω- πος ὁπού ἀνάβλεπεν τούς τυφλούς καί ὑγίαινε τούς κουτσούς καί τούς |
|
| κρατημένους καί ἔβγανε τά δαιμόνια ἀπό τούς δαιμονιζομένους καί ὑγίαινε πᾶσα νόσον ὁπού νά εἶχεν ὁ ἄνθρωπος καί ὑπήγαινε ἀπάνω ὑπό τῶν κυμάτων τῆς θαλάσσου καί μέ ἕτερα πολλά ἄλλα σημεῖα. Καί ἀκολουθοῦσαν τον πολύ πλῆθος διά νά ἠκούγουν τούς καλούς καί ἁγίους αὐτοῦ λόγους ὁπού ἔλεγε καί ἐβεβαιῶναν τον πώς ἤτονε υἱός |
|
| τοῦ Θεοῦ, καί δι’ αὐτά τά πράγματα τά τόσα θαυμασιότατα οἱ ἀρχιε- ρεῖς καί οἱ γραμματεῖς καί οἱ ἱερεῖς καί δοῦλοι τοῦ ἱεροῦ ὑπῆραν τον εἰς ἔχθραν καί εἶχαν τόσον φθόνον, ὅτι ἐπιάσαν τον καί ἐβάλαν τον εἰς τάς χείρας τους μέ πολλές καταδοσίες καί ἤθελαν ὅτι νά ἀπεθάνει. Ἐμένα δέ φαίνεται ὅτι δέν ἦτον ἄξιος τοῦ θανάτου καί ἐκεῖνες οἱ καταδοσίες |
|
325v | ὁπού εἶπαν δι’ αὐτόν ἦσαν ψεύτικες, ἀμή ἡ αὐτῶν κακή ὄρεξις, θαρρώ- ντας ὅτι νά τούς θαραπαύσω ἐγώ ἔκαμα καί ἐφραγγελῶσαν τον, καί αὐτοί ἤθελαν ὅτι κατά ἀπόφαση νά ἀ/πεθάνει, καί ἐγώ ἐκεῖ παρών ὀμπρός εἰς ὅλους ἔνιψα τάς χείρας μου καί ἄφησά τον εἰς τήν γνώμην τους ἀπάνω εἰς τήν ψυχήν τους καί ἐκεῖνοι τόν ἔδειραν καί ἐμαρτυρῆσαν |
|
| τον καί ἐκαταισχύναν τον καί ἐσταυρῶσαν τόν ἀπάνω εἰς τόν σταυρόν. Καί ἔπειτα τόν ἔθαψαν καί ἐσφράγισαν τον τάφον μέ ἐδική τους σφρα- γίδα καί ἔβαλαν καί ἐφυλάγαν τον καλά, καί τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ τῆς θανῆς αὐτοῦ αὐτός ἀναστήθη καί μέ ἄλλα κορμία ὁπού ἀνάστησεν αὐτός ἐκείνην την ὥραν ἁγίων ἀνδρῶν. Καί ἐφάνη πολλῶν καί ἔκαμε πολλά |
|
| πράγματα θαυμαστά, τά ὁποῖα ἐγώ τά ἔκαμα καί ἐγράψαν τα καί ἔβαλά τα εἰς την καγκελαρίαν μου μέ ὅλα τά πράγματα τά κακά γιναμένα, ὅσα οἱ Ἰουδαῖοι καί οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ γραμματεῖς καί οἱ δοῦλοι τοῦ ἱεροῦ ἔκαμαν αὐτοῦ, τά ὁποῖα εἶναι κακά καί ἄσχημα καί ἐκάμαν τα ἀδίκως. Καί διά τοῦτο ἐγώ τό δηλοποιῶ τοῦτο κατέμπροσθεν τῆς βασιλείας |
|
| σου. Ἔρρωσο. Και ἀφοῦ ἐγράφθη τούτη ἡ ἐπιστολή ἀπό τόν Πιλάτον, ἔδωσέ την ἑνοῦ ἀποστολάτορος καί ὅρισέ τον ὅτι παρευθύς νά σεβεῖ εἰς καράβι καί νά ὑπάγει εἰς τήν Ρώμην εἰς τόν γαληνότατον βασιλέα Τιβέ- ριον Καίσαραν νά τοῦ τήν δώσει καί νά εἰπεῖ ὅτι ὁ Πιλάτος τήν στέλνει. Καί παρευθύς ὁ ἀποστολάτορας τόν νά ἔλαβεν τήν ἐπιστολήν ἀπό τόν |
|
326 | Πιλάτον ὑπῆγε κάτω εἰς τοῦ Γιάφα καί ἐκεῖ ηὗρε ἕνα καράβι καί σεβαί- νει μέσα νά ὑπάγει εἰς τήν Ρώμην, ἴσια διχῶς νά γυρίσει ἀλλοῦ πούπετε ἤ νά ράξει εἰς κα/νέναν τόπον. Καί ὥσπερ ἠθέλησε ὁ ποιητής Θεός τῶν ἁπάντων, τό καράβι ὁπού τόν ὑπῆρε τόν ἀποστολάτοραν ὑπῆρε το ἄνεμος ἐναντίος καί ἔριξέ το εἰς τόπον ὁπού δέν ἤξευραν ποῦ εἶναι. Καί |
|
| ἔτσι κοιτάζουν οἱ ναῦτες νά ἐγνωρίσουν γῆς ποῦ εὑρίσκονται καί ἠβλέ- πουν καί εἶναι εἰς τήν Σπανίαν, εἰς ἕνα πόρτο σιμά εἰς μίαν χώραν μεγά- λην καί ἔμορφην. […] |
|
- Mihály Munkácsy, Ο Χριστός μπροστά στον Πιλάτο/Christ in front of Pilate, 1881, ελαιογραφία σε καμβά, Μουσείο Déri, Debrecen, Ουγγαρία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Nikolai Ge, Ποια είναι η αλήθεια; Ο Χριστός μπροστά στον Πιλάτο/What is the truth? Christ before Pilate, 1890, Πινακοθήκη Tretyakov, Μόσχα.
Πηγή: Wikimedia Commons - Μικρογραφία χειρογράφου που απεικονίζει τον Πιλάτο να «νίπτει τας χείρας του» με τον Χριστό παρουσιασμένο μπροστά του, περ. 1503-1504, Εθνική Βιβλιοθήκη Ουαλίας, Aberystwyth.
Πηγή: Wikimedia Commons - Antonio Ciseri, Ιδού ο άνθρωπος/Ecce homo, 1871. Ο Πιλάτος παρουσιάζει τον μαστιγωμένο Ιησού στον λαό της Ιερουσαλήμ. Λάδι σε καμβά, Πινακοθήκη Μοντέρνας Τέχνης, Palazzo Pitti, Φλωρεντία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρπη΄, 332-333 [Πώς ο Βολουσιανός γυρεύοντας τίποτες να εύρει από του Χριστού ηύρηκεν μίαν ονόματι Βερόνικα, όπου είχεν το σουδάριον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού]
Στο κεφάλαιο ρπη΄ (188) ο Καρτάνος αναφέρεται στο άγιο μανδήλιον, όπου βρίσκεται αποτυπωμένη η μορφή του Ιησού. Κάνει λόγο για τη Βερόνικα –μετέπειτα αγία της Oρθόδοξης και της Kαθολικής Eκκλησίας–, που δέχτηκε τη θαυματουργή δύναμη του Χριστού και σε αυτήν ανήκει το μαντίλι. Ο Καρτάνος είχε αναφερθεί και σε προηγούμενο κεφάλαιο (ρπ΄) στη Βερόνικα και μάλιστα είχε δεσμευτεί να μιλήσει αργότερα με περισσότερες λεπτομέρειες. Εδώ βεβαιώνει ότι ο ρωμαίος αυτοκράτορας Βολουσιανός είχε δει το άγιο μανδήλιο στην Ιερουσαλήμ και την έπεισε να την πάρει μαζί του –μαζί και το ιερό αντικείμενο– στη Ρώμη. Στο κεφάλαιο αυτό, όπως και σε πολλά σημεία του έργου, ο συγγραφέας εκφράζει την περιφρόνησή του για τους Εβραίους και την προσδοκία να τιμωρηθούν όπως τους πρέπει.
| Πῶς ὁ Βουλουσιανός γυρεύοντας τίποτες νά εὕρει ἀπό τοῦ Χριστοῦ |
|
| Μετά ταῦτα ὁ Βολουσιανός ἄρχισε νά ἐξετάζει καί νά ἐρωτᾶ ἐάν εὑρίσκεται τίποτες πράγμα ἀπό τοῦ Χριστοῦ. Τότες ἀπολογᾶται ἕνας ὀνόματι Μάρκος καί λέγει: Ἐγώ ἠξεύρω, αὐθέντη, νά σοῦ εἰπῶ ἕνα μεγάλο θαῦμα διά τοῦτον τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Μίαν φοράν ἤτονε ἕνα μεγάλο πλῆθος καί μία γυναίκα ἀρρωστημένη πολλοῦ καιροῦ ἀπό αἷμα |
|
| ὁπού τήν ἔτρεχεν ἀποκάτου, ἡ ὁποία ἐσέβη μέσα εἰς αὐτό τό πλῆθος μέ μεγάλη πίστιν καί ἐλπίδαν καί ὑπῆγε καί ἐπίασε τήν ἄκραν τοῦ ρούχου του, καί παρευθύς ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος ὁπού εἶχεν, καί ἠβλέποντας τοῦτο τό θαῦμα ἐκεῖνο τό πλῆθος ἐδιηγοῦνταν ἀλλήλως τους πώς ὁ Ἰησοῦς ἔκαμε τοιοῦτον θαῦμα. Καί ἡ γυναίκα ὑπήγαινε ἀείποτες ὀπίσω |
|
332v | εἰς αὐτόν τόν Χριστόν ὅπουθε καί ἄν ὑπήγαινεν αὐτός και ἐδόξαζέν τον καί ἐδούλευέ τον. Καί ὅταν τόν ὑπῆραν νά τόν σταυρώσουν τούτη ἡ γυναίκα ἔκλαιγεν καί ἐφώναζεν καί ἐλυπεῖτον διά τόν θάνατόν του, καί ἔλεγε: Ὦ Κύριέ μου, ἄφες μου τίποτες σημεῖο πρίν παρά νά ἀπεθάνεις, καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός τῆς λέγει: Ἔλα σφόκισε τό πρόσω/πόν μου μέ τό |
|
| μαντήλι σου. Καί αὐτή παρευθύς ἐβγάνει τό μαντήλι ἀπό τό κεφάλι της και ἐσφόγγισε τό τίμιον καί ἅγιον πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ. Καί παρευ- θύς ἐτύπωσε καί ἐσημειώθη ἡ ὁμοιότητα τοῦ προσώπου του εἰς ἐκεῖνο τό μαντήλι. Καί αὐτή ἡ γυναίκα ἠμπορεῖ νά σοῦ δείξει τήν τύπωσιν ἐκεινοῦ, ἐάν θέλει να σέ δουλέψει. Καί τότες ἔκαμεν ὁ Βολουσιανός καί |
|
| ηὗραν αὐτήν τήν Βερόνικαν καί ἠφέραν την ὀμπρός του, καί ὅταν τήν εἶδε τήν ἐτίμησεν καί ἐδόξασε τήν σοφίαν της καί τήν γνῶσιν της ὡς καθώς εἶχεν ἠκούσει ἀπό πολλούς. Ἔπειτα τήν ἐπαρακάλεσε ὅτι νά τοῦ δείξει αὐτήν τήν τύπωσιν τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι- στοῦ, καί αὐτή ἤθελεν ὅτι νά τοῦ ἀρνηθεῖ. Καί ὁ Βολουσιανός τόσο |
|
| πολλά τήν ἐπαρακάλεσεν, ὅτι ἔστερξε νά τοῦ τήν δείξει. Καί ἔτσι ἔκαμε καί ἐσυντροφέψαν την ἕως εἰς τό σπίτι της διά νά πάγει νά φέρει αὐτήν τήν τύπωσιν καί αὐτή τήν εἶχεν μέσα εἰς μίαν θήκην μακράν ὡς ἕναν πήχαν καί ἐπροσκύνα την καί ἐτίμα την. Καί ἔτσι τήν παίρνει καί φέρ- νει την εἰς τόν Βολουσιανόν καί αὐτός τήν ἐδέκτηκεν μέ μεγάλην τιμήν |
|
| καί εὐλάβειαν καί ὑπῆραν τον τά δάκρυα ἠβλέποντάς την. Ἔπειτα γυρίζει πρός τούς Ἑβραίους καί ἀνασχυντᾶ καί ὑβρίζει τους καί λέγει τους ὅτι γένει θέλει ἐκδίκησις καταπάνω σας εἰς τό πράγμα ὁπού ἐκάμετε, ὁπού ποτέ δέν ἔγινεν εἰς τόν κόσμον ἄλλο τοιοῦτον πράγμα, νά παραδώσετε καί νά σταυρώσετε ἕναν τοιοῦτον ἄνθρωπον ἅγιον καί |
|
333 | δίκαιον καί / καλῆς φύσεως. Καί τότες ἡτοιμάσθη ὁ Βολουσιανός καί ἐμίσεψε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ καί ὑπῆρε ὁμοῦ μετ’ αὐτόν τήν ἁγίαν τύπωσιν τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ καί ὑπῆρε καί αὐτήν τήν Βερόνι- καν καί ἔταξέ της νά τῆς κάμει πολλά καί μεγάλα πράγματα εἰς ὠφέλει- αν αὐτῆς καί ἔτσι ὑπῆρε και τόν Πιλάτον μέ τά σίδερα εἰς τά ποδάρια καί ἐσέβησαν εἰς τό καράβι διά νά ἔλθουν εἰς τήν Ρώμην. |
|
- Domenico Fetti, Το Μανδήλιον της Βερόνικας/The Veil of Veronica, 1618 ή 1622, λάδι σε ξύλο, Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσινγκτον.
Πηγή: Wikimedia Commons - Mattia Preti, Η Αγία Βερόνικα με το Μανδήλι/Saint Veronica with the Veil, μεταξύ 1655 και 1660, λάδι σε καμβά, Μουσείο Τέχνης του Λος Άντζελες, ΗΠΑ.
Πηγή: Wikimedia Commons - Master of Saint Veronica, Η Αγία Βερόνικα με το Ιερό Μανδήλιο/St. Veronica with the Holy Kerchief, περ. 1420, τέμπερα σε ξύλο, Πινακοθήκη Alte, Μόναχο, Γερμανία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Hans Memmling, Η Βερόνικα κρατώντας το μαντίλι της/Veronica holding her veil, περ. 1470, λάδι σε ξύλο, Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσινγκτον.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ρϟ΄, 336-337 [Πώς ο Νέρων ο βασιλεύς εσκοτώθη ατός του]
Στο κεφάλαιο ρϟ΄ (190) ο Καρτάνος αναφέρεται στον αυτοκράτορα Νέρωνα, δίνοντας ορισμένες πληροφορίες για τη ζωή του, καθώς και το επαίσχυντο τέλος του. Ο Νέρωνας αυτοκτόνησε για να γλιτώσει την τιμωρία και θρυλείται ότι θάφτηκε κάτω από ένα δένδρο που έκτοτε ήταν καταραμένο φόβητρο.
| Πῶς ὁ Νέρων ὁ βασιλεύς ἐσκοτώθη ἀτός του
δεκατρεῖς, ὥσπερ ἄνθρωπος κακός καί ἄτυχος καί διώκτης τοῦ |
|
| Πέτρου καί τοῦ Παύλου. Καί ἄλλους πολλούς χριστιανούς ἔκαμε καί ἀπέθαναν καί ἦτον πολλά ἐναντίος τῆς πίστεως. Καί μέσα εἰς τά πολλά κακά ἅπερ ἔκαμε, ἔκαμε καί ἀπέθανεν καί ἡ μάνα του, ἀκόμη ἔκαμε καί ἀπέθανε καί ἕνας ὀνόματι Σένεκας διδάσκαλος καί πολλούς ἀπό τό πλῆθος τῆς Ρώμης. Καί μέσα εἰς ὅλα τά κακά ἅπερ ἔκαμεν, ἀποφάσισεν |
|
| ὅτι νά κάψει καί τήν Ρώμην, καί οἱ Ρωμάνοι ὅταν τό ἐγροίκησαν ἐμαζώ- χθησαν ὅλοι καί ἐσυνεβουλεύθησαν ὅτι νά τόν σκοτώσουν καί εἰς τοιοῦτον τρόπον τόν ἐδίωξαν νά τόν σκοτώσουν καί πολλοί ἀπό τούς Ρωμάνους ὑπῆραν πλῆθος ἀρματωμένων ἀνθρώπων, καί ἠβλέποντας ὁ Νέρων ὅτι δέν ἠμπορεῖ νά γλύσει ἀπό τάς χείρας τους οὐδέ ἠθέλησε κάν |
|
| νά παραδοθεῖ, ἀμή ἐσκοτώθη, ἔβγαλε ὅλα του τά ἄρματα ἀπό πάνω του καί ἐπίασε τό σπαθί του καί ἐσκοτώθη ἀτός του. Καί τό κορμί του τό ἔθαψαν ἀποκάτω εἰς ἕνα μέγα δένδρον, καί εἰς αὐτό τό δένδρον ἐκατοι- κοῦσαν πολλοί δαίμονες καί ἔκαναν πολλήν ζημίαν τῶν ξένων ὁπού ἀπερνοῦσαν ἀπό ἐκεῖνο τό δένδρον καί ἔκαναν πολλούς καί ἀπεθηνί- |
|
337 | σκαν ἀπό τόν φόβον τους, καί ἔκανάν το τοῦτο πολύν καιρόν, ἕως οὗ ὁπού ἔγινεν ἕνας πάπας ἅγιος ἄνθρωπος, καί αὐτός εἶχεν κάμει μεγά- λην δέησιν πρός Θεόν μέ μεγάλην λιτήν ὁμοῦ μέ τούς ἐπισκόπους, καί τότες ἔκαμεν καί ἔκο/ψαν αὐτό τό δένδρον. Καί ηὕρηκεν τό κορμί τοῦ Νέρωνος τοῦ βασιλέως ἐκεῖ μέσα, ὁπού τό εἶχαν πάρει οἱ διαβόλοι, καί |
|
| ἔκαμε καί ἐβγάλαν το ἀπό τό δένδρον ἐκεῖνο. Καί ἐκεῖ εἰς αὐτόν τόν τόπον ἔκαμεν καί ἔκαμάν του μίαν ἐκκλησίαν, ὁπού τήν κράζουν Θεο- τόκον τοῦ λαοῦ. Καί οἱ δαίμονες ἐχάθησαν ἀπόκει. Καί εἰς τοιοῦτον τρόπον ἐτελειώθη ἡ κακίστη ζωή τοῦ τυράννου τούτου τοῦ Νέρωνος. |
|
- Ο θάνατος του Νέρωνα, γκραβούρα του Englebert Kaempfer (1651-1716).
Πηγή: Early Church History - Ο Νέρωνας αποφασίζει να αυτοκτονήσει, χαρακτικό του G, Mochetti πάνω στο σχέδιο του Bartolomeo Pinelli, 1810.
Πηγή: akg images - Eduardo Barrón González, Νέρων και Σενέκας, 1904, γλυπτό που ανήκει στο Μουσείο Prado της Μαδρίτης, αλλά εκτίθεται στο Μουσείο Zamora.
Πηγή: Wikimedia Commons - Manuel Domínguez Sánchez, Η αυτοκτονία του Σενέκα/El suicidio de Séneca, 1871, ελαιογραφία, Μουσείο Prado, Μαδρίτη.
Πηγή: Wikimedia Commons - Konsantin Makovsky, Ο θάνατος του Νέρωνα, 1904, ελαιογραφία σε καμβά, Πινακοθήκη Tretyakov, Μόσχα, Ρωσία.
Πηγή: Wikimedia Commons - Henryk Siemiradzki, Οι πυρσοί του Νέρωνα/Nero’s Torches, 1876. Απεικονίζονται πρώιμοι χριστιανοί μάρτυρες που πρόκειται να καούν ζωντανοί ως υπεύθυνοι της μεγάλης φωτιάς της Ρώμης. Εθνικό Μουσείο Κρακοβίας, Πολωνία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
κεφάλαιο ιη΄, 385ν [Περί εξομολογήσεως]
Μετά τα κεφάλαια που αφορούν το περιεχόμενο της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ο Καρτάνος συνθέτει δεκαεννέα λόγους σχετικούς με ορισμένα ζητήματα θρησκευτικά (π.χ. ταπείνωση, ελεημοσύνη, μετάνοια, υπομονή κ.ά.). Στον δέκατο όγδοο λόγο (ιη΄) αναφέρεται στην αναγκαιότητα του μυστηρίου της εξομολόγησης. Παρακάτω παρατίθεται η αρχή του κεφαλαίου.
| Περί ἐξομολογήσεως
ρονομήσουν τήν αἰώνιον βασιλείαν, τυχαίνει ὅλοι νά προστρέχουν |
|
385v | μετά δακρύων νά ἐξομολογοῦνται εἰς τούς πνευματικούς πατέρας αὐτῶν, ἐάν ἔναι δυνατόν καθ’ ἥν ἡμέραν, εἰ δε / κάν τό ὀλιγότερον τέσ- σαρες φορές τόν χρόνον, ἤγουν τόν καιρόν ὁπόταν ἔρχονται οἱ Σαρα- κοστές, τήν μεγάλην, τῶν Χριστουγέννων, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί τῆς Θεοτόκου τόν Αὔγουστον. Καί ὅταν ἐξομολογοῦνται νά λέγουν τάς |
|
| ἁμαρτίας τους ἀδιαντρόπως καί ὄχι νά πραγματεύεται τόν πνευματι- κόν καί νά ὁμολογᾶ τήν ἁμαρτίαν καί νά αἰτιώνει ἄλλον καί ὄχι τόν ἑαυτόν του. Διότι ὁ Θεός ἔναι καρδιογνώστης και δέν λανθάνεται. Καί καλά καί γελᾶς τόν πνευματικόν σου, ἀλλά τόν Θεόν δέν τόν ἐγελᾶς, ἀμή γελᾶσαι ἀτός σου. Καί διά τοῦτο τυχαίνει ὅτι νά λέγεις τοῦ πνευ- |
|
| ματικοῦ σου τήν πᾶσαν ἀλήθειαν, διότι καλά καί ἐξομολογεῖσαι εἰς ἄνθρωπον ὁπού ἔναι ὅμοιός σου, ἀλλά τοῦ Θεοῦ ἐξομολογεῖσαι καί ὁ Θεός σέ συγχωρεῖ, διότι καλά καί ὁ ἄνθρωπος σε συγχωρεῖ, ἀλλά ἔλαβε τήν ἐξουσίαν παρά Θεοῦ, ἀπό τόν Θεόν. Καί ἄκουσον τί εἶπε ὁ Χριστός τῶν Ἀποστόλων, ὁπόταν τούς ἔστελνεν νά κηρύξουν: «Λάβετε Πνεῦμα |
|
| ἅγιον, ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας αὐτῶν ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε κεκράτηνται». Τό λοιπόν ὁ Θεός τούς ἔδωσεν τήν ἐξουσίαν ὅτι ὅσων κρατήσουν τάς ἁμαρτίας νά εἶναι καλά κρατημένες ὥσπερ νά τές ἐκράτει αὐτός ὁ Θεός, καί ὅσων συγχωρήσουν νά εἶναι συγχωρημένες ὥσπερ νά τές ἐσυγχώρει αὐτός ὁ Θεός. Καί σύρε εἰς τό εἰκοστό κεφά- |
|
386 | λαιον τοῦ κατά Ἰωάννου νά τά εὕρεις. Καί ἐπειδή αὐτό τό ἀψευδές στόμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τό εἶπε τῶν / Ἀποστόλων τινάς μηδέν ἀπιστεῖ, καί αὐτοί πάλιν ἔδωσαν τήν αὐτήν ἐξουσίαν εἰς ἄλλους ἀνθρώπους ἐμπείρους τῆς θείας Γραφῆς, ὄχι ἀμαθῶν ἀνθρώπων ὡς ἐμέ, ἀλλά τιμίων ἀνδρῶν καί ἐπισταμένων καλά τήν θείαν Γραφήν ἅπασαν. […] |
|
- Εξομολόγηση κατά το ορθόδοξο τυπικό.
Πηγή: Ιερός Ναός Αγίας Σοφίας Νέου Ψυχικού - Εξομολόγηση νέας γυναίκας ορθόδοξου δόγματος.
Πηγή: Ιερός Ναός Αγίας Σοφίας Νέου Ψυχικού - Giuseppe Maria Crespi, Εξομολόγηση/Confession, 1712. Απεικονίζεται ο τρόπος εξομολόγησης των καθολικών, κατά την οποία δεν υπάρχει οπτική επαφή εξομολογούμενου και εξομολογητή. Λάδι σε καμβά, Πινακοθήκη των Παλαιών Δασκάλων (Gemäldegalerie Alte Meister), Δρέσδη, Γερμανία.
Πηγή: Wikimedia Commons
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Βιβλιογραφία
- Βουτιερίδης 1976
- Ηλίας Π. Βουτιερίδης, Σύντομη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, 1000-1930, με συμπλήρωμα του Δημήτρη Γιάκου (1931-1976), Παπαδήμας, Αθήνα 31976, σ. 155.
- Δημαράς 2000
- Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ώς την εποχή μας, Γνώση, Αθήνα 92000, σ. 116-117.
- Holton 2002
- David Holton, «Η Κρητική Αναγέννηση», Λογοτεχνία και κοινωνία στην Κρήτη της Αναγέννησης, επιμ. David Holton, μτφρ. Ναταλία Δεληγιαννάκη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 42002, σ. 16-17.
- Jeffreys 2000
- Michael Jeffreys, «Ioannikios Kartanos, Βιβλίον πάνυ ωφέλιμον…», Ελληνικά, τ. 50, τχ. 1 (2000), σ. 45-53.
- Κακουλίδη-Πάνου 1975
- Ελένη Κακουλίδη-Πάνου, «Ιωαννίκιος Καρτάνος. Συμβολή στη δημώδη πεζογραφία του 16ου αιώνα», Θησαυρίσματα 12 (1975), σ. 217-256.
- Κακουλίδη-Πάνου 2000
- Ελένη Κακουλίδη-Πάνου (επιμ.), Ιωαννίκιος Καρτάνος, Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, Γλωσσικό Επίμετρο Ελένη Καραντζόλα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Θεσσαλονίκη 2000.
- Κασίνης 2006
- Κωνσταντίνος Γ. Κασίνης (επιμ.), Νεοελληνική λογοτεχνία από τις αρχές έως την επανάσταση. Συγχρονική ανθολογία κειμένων: ποίηση – πεζογραφία – θέατρο – διάλογος – επιστολή, Πορεία, Αθήνα 2006, σ. 8, 11, 229-234.
- Κεχαγιόγλου 1999
- Γιώργος Κεχαγιόγλου (επιμ.), Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Τόμος Β΄1: 15ος αιώνας-1830, Σοκόλης, Αθήνα 1999, σ. 340-357.
- Κεχαγιόγλου 2001
- Γιώργος Κεχαγιόγλου (επιμ.), Πεζογραφική ανθολογία. Αφηγηματικός γραπτός νεοελληνικός λόγος. Βιβλίο πρώτο: Από τα τέλη του Βυζαντίου ώς τη Γαλλική Επανάσταση, ΑΠΘ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), Θεσσαλονίκη 2001, σ. 177-185.
- Κρουμπάχερ 1900
- Καρλ Κρουμπάχερ, Ιστορία της βυζαντηνής λογοτεχνίας, μεταφρασθείσα υπό Γεωργίου Σωτηριάδου, τ. 3, Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, Αθήνα 1900, σ. 589, 609, 694.
- Πολίτης 1999
- Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ΜΙΕΤ, Αθήνα 101999, σ. 58.
- Vitti 1994
- Mario Vitti, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Οδυσσέας, Αθήνα 31994, σ. 62.
Δικτυογραφία
«Ιωαννίκιος Καρτάνος. Ο Κερκυραίος Ιερωμένος που αναστατώνει την Ορθόδοξη Εκκλησία τον 16ο αιώνα», στο «Προσωπικότητες: ιστορικές», Corfu Museum. Petsalis: Collection of Corfu Island, Greece documents.
Παντελής Μπουκάλας, «Η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη μεταφρασμένες», στο «Πολιτισμός», Η Καθημερινή.
«Επίτομο Λεξικό Κριαρά», στην «Πύλη για την ελληνική γλώσσα και τη διδασκαλία της», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
«Πηγές του Αναλυτικού Λεξικού Κριαρά: Ιωαννίκιου Καρτάνου, Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη», στην «Πύλη για την ελληνική γλώσσα και τη διδασκαλία της», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Μάρη Θεοδοσοπούλου, «Η απόδοση της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης στην απλή δημώδη γλώσσα του 16ου αιώνα από τον κερκυραίο ιερομόναχο Ιωαννίκιο Καρτάνο και ο διχασμός στους κόλπους της Ορθοδοξίας», στο «βιβλία + ιδέες», Το Βήμα.
* Τελευταία πρόσβαση στη δικτυογραφία: Δεκέμβριος 2017.
Ετικετες Αναζητησης
Λογοτεχνικό Γένος
Κείμενα πεζού λόγουΕποχές - Περίοδοι
Θρησκευτικός Ουμανισμός ή Εκκλησιαστικός Δημοτικισμός (16ος-17ος αι.) Δημώδης γραμματεία μετά την Άλωση (16ος-18ος αι.) Λογοτεχνία σε φραγκοκρατούμενα-βενετοκρατούμενα μέρη (15ος-17ος αι.)Θέματα
Διδαχή Θρησκευτική παράδοση Πίστη Χριστιανισμός Γνώση Έλληνες Φυσικά φαινόμενα (περιγραφή) Απάτη Δικαιοσύνη Δοκιμασία Επιβουλή Μίσος Οικογένεια Πόνος Συμφορά Φρόνηση Αγιότητα Θαυμαστά στοιχεία Ανδρεία/ηρωισμός Λαϊκή παράδοση Θάνατος Μαθητεία Πρόγνωση/προφητεία/διαίσθηση Πολιτική Αγάπη Ασθένεια ΑλήθειαΤύπος Λόγου
ΑφήγησηΦύση Προσώπων
Άνθρωποι
Κατάλογος Έργων
- Αισώπου Μύθοι
- Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης
- Άνθη ευλαβείας
- Άνθος των χαρίτων
- Απόκοπος
- Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης
- Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη
- Βαρλαάμ και Ιωάσαφ
- Βασιλεύς ο Ροδολίνος
- Βίοι αγίων
- Διγενής Ακρίτης
- Διήγησις Βελισαρίου
- Διήγησις εξαίρετος Βελθάνδρου του Ρωμαίου
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη του Ιμπερίου θαυμαστού και κόρης Μαργαρώνης
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη Φλωρίου του πανευτυχούς και κόρης Πλάτζια Φλώρης
- Διήγησις Ιεροθέου Αββατίου
- Διήγησις και οπτασία ωφέλιμος ορθοδόξου τινός Δημητρίου
- Διήγησις του Αχιλλέως
- Διήγησις του Πωρικολόγου
- Διήγησις του Ρεμπελιού των Ποπολάρων
- Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν
- Ερωτικόν ενύπνιον
- Ερωτόκριτος
- Ερωτοπαίγνια
- Ερωφίλη
- Η Βοσκοπούλα
- Η Θυσία του Αβραάμ
- Η Καινή Διαθήκη
- Η Κοσμογέννησις
- Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου
- Θησαυρός
- Θρήνος εις τα Πάθη και την Σταύρωσιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
- Θρήνος της Θεοτόκου
- Θρήνος της Κρήτης
- Θρήνος της Κωνσταντινούπολης
- Ιατροσόφια
- Ιστορία και όνειρο
- Ιστορία του Ταγιαπιέρα
- Κατζούρμπος
- Κλίνη Σολομώντος
- Λαϊκές αφηγήσεις
- Λεηλασία της Παροικιάς της Πάρου
- Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν
- Λόγος παρηγορητικός περί Δυστυχίας και Ευτυχίας
- Μεγάλον θανατικόν από πανόκλα
- Ο Βίος του Αισώπου
- Ο Έπαινος των γυναικών
- Ο Κρητικός Πόλεμος
- Ο Οψαρολόγος
- Ο Χρονογράφος
- Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων
- Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
- Πανουργίαι υψηλόταται του Μπερτόλδου
- Πανώρια
- Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεόν επιστροφή
- Περί ηρώων, στρατηγών, φιλοσόφων, αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων, οπού εβγήκασιν από το νησί της Κύπρου
- Περί της ξενιτείας
- Πόλεμος της Τρωάδος
- Πτωχοπρόδρομος
- Ριμάδα κόρης και νιου
- Ρίμες αγάπης (Κυπριακά ερωτικά)
- Σιντίπας
- Σπανέας
- Σπανός
- Στάθης
- Στεφανίτης και Ιχνηλάτης
- Στίχοι γραμματικού Μιχαήλ του Γλυκά ούς έγραψε καθ΄ ον κατεσχέθη καιρόν εκ προσαγγελίας χαιρεκάκου τινός
- Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου
- Το κατά Καλλίμαχον και Χρυσορρόην ερωτικόν διήγημα
- Το Χρονικόν του Μορέως
- Φορτουνάτος
- Φυσιολόγος
- Χρονικό του Γαλαξειδιού
- Χρονικό του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου Κυθήρων
- Χρονικό των Σερρών
- Χρονικόν