Σιντίπας
Συγγραφέας: Ανώνυμος
Με το όνομα του βασικού πρωταγωνιστή του είναι γνωστό το δημοφιλέστατο ανατολικό φιλοσοφικό-διδακτικό αφηγηματικό έργο Σιντίπας, ένα είδος πρώιμου μυθιστορήματος, το οποίο γνώρισε τεράστια διάδοση κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση. Πρωτομεταφράστηκε στα ελληνικά γύρω στον 11ο αιώνα και δεν έπαψε έκτοτε να αποτελεί ιδιαίτερα αγαπητό ανάγνωσμα/ακρόαμα, όπως μαρτυρούν οι ποικίλες χειρόγραφες μεταφράσεις, αποδόσεις και παραφράσεις του, αλλά και οι έντυπες τύχες του μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα.
Γιώργος Κεχαγιόγλου (επιμ.), Πεζογραφική ανθολογία. Αφηγηματικός γραπτός νεοελληνικός λόγος. Βιβλίο πρώτο: Από τα τέλη του Βυζαντίου ώς τη Γαλλική Επανάσταση, ΑΠΘ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), Θεσσαλονίκη 2001, σ. 107-123.
Εισαγωγή
Με το όνομα του βασικού πρωταγωνιστή του είναι γνωστό το ανατολικής προέλευσης φιλοσοφικό-διδακτικό αφηγηματικό έργο Σιντίπας (Sindbad), ένα είδος πρώιμου μυθιστορήματος, το οποίο γνώρισε τεράστια διάδοση κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση. Η λόγια απόδοσή του στα ελληνικά, με τον τίτλο Βίβλος Σιντίπα του φιλοσόφου, από τον Μιχαήλ Ανδρεόπουλο γύρω στον 11ο αιώνα, αποτελεί «το πληρέστερο από τα σωζόμενα κείμενα του Σιντίπα παγκοσμίως» (Κεχαγιόγλου 1999, 229) και, παράλληλα, «το αρχαιότερο κείμενο που διαθέτουμε» (Beck 1999, 94).
Κατά τον 13ο αιώνα, η απόδοση του Ανδρεόπουλου παραφράζεται σε απλοποιημένη, δημωδέστερη βυζαντινή, ενώ στον 15ο αιώνα χρονολογούνται οι πρώτες δημώδεις νεοελληνικές παραλλαγές του έργου, το οποίο αποτέλεσε έκτοτε ιδιαίτερα δημοφιλές ανάγνωσμα/ακρόαμα, όπως μαρτυρούν άλλωστε οι ποικίλες χειρόγραφες μεταφράσεις, αποδόσεις και παραφράσεις του, αλλά και οι έντυπες τύχες του μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα. Έτσι, η πρώτη, λανθάνουσα σήμερα, έντυπη έκδοση του Σιντίπα τυπώθηκε πριν το 1711/1712, ενώ την πρώτη σωζόμενη έκδοσή του (Μυθολογικόν Συντίπα [sic] του φιλοσόφου), του 1744, ακολούθησαν τριάντα τουλάχιστον επανεκδόσεις. Τέλος, στα 1923, ο Σιντίπας ή Οι πανουργίες και οι μηχανορραφίες των γυναικών κυκλοφορεί μεταφρασμένος στη δημοτική από τον Κώστα Τρικογλίδη.
Η δράση του έργου τοποθετείται σε κάποια περσική βασιλική αυλή και σε γενικές γραμμές έχει ως εξής: ο βασιλιάς εμπιστεύεται την εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση του γιου του στον φιλόσοφο Σιντίπα, ο οποίος, θέλοντας να αποτρέψει την πραγμάτωση μιας αρνητικής προφητείας, του επιβάλλει σιωπή επτά ημερών. Όταν ο νεαρός πρίγκιπας αρνείται να υποκύψει στις ερωτικές απαιτήσεις μιας παλλακίδας, εκείνη τον κατηγορεί για απόπειρα βιασμού και πετυχαίνει την καταδίκη του σε θάνατο. Δεδομένης της σιωπής του, την υπεράσπισή του αναλαμβάνουν οι εφτά σοφοί σύμβουλοι του βασιλιά, οι οποίοι προσπαθούν να τον μεταπείσουν μέσω περίτεχνα δομημένων αφηγήσεων, στις οποίες η παλλακίδα αντιπαραθέτει ανάλογες αφηγήσεις. Όταν η περίοδος της σιωπής τελειώνει, ο πρίγκιπας αναλαμβάνει ο ίδιος την υπεράσπισή του, αποδεικνύει την αθωότητά του και παράλληλα σώζει την παλλακίδα από σκληρή τιμωρία, αναδεικνύοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο την αξία της (φιλο)σοφίας.
Η συνεκτικότητα της διήγησης-πλαισίου, σε συνδυασμό με την καλά ενορχηστρωμένη παρουσίαση των ένθετων/εγκιβωτισμένων αφηγήσεων, καθιστούν τον Σιντίπα ένα από τα πολυπλοκότερα, από άποψη δομής, αφηγηματικά έργα της δημώδους νεοελληνικής γραμματείας. Παράλληλα, από άποψη περιεχομένου, δεν μπορεί κανείς παρά να επισημάνει τον εξαιρετικό πλούτο αυτής της συλλογής αφηγήσεων (οι οποίες συνδυάζουν περιπετειώδεις αφηγήσεις, παραδείγματα σοφίας και σκαμπρόζικα/σκανδαλώδη επεισόδια) και την ποικιλία των πρωταγωνιστών τους. Δεδομένων αυτών, δεν είναι τυχαίες οι ποικίλες αναλογίες, συσχετίσεις και (πιθανές) αλληλεπιδράσεις που εντοπίζει η έρευνα ανάμεσα στον Σιντίπα και σε έργα όπως ο Βαρλαάμ και Ιωάσαφ, ο Στεφανίτης και Ιχνηλάτης και οι περιώνυμες Χίλιες και μία νύχτες.
Αποσπάσματα
Σιντίπας, Διηγήσεις για την πανουργία των γυναικών
Το ακόλουθο απόσπασμα εντάσσεται στον ευρύτερο κύκλο διηγήσεων που αφορούν την πανουργία των γυναικών. Εδώ περιλαμβάνονται δύο διηγήσεις ερωτικού περιεχομένου.
| Μυθολογικόν Σιντίπα του φιλοσόφου... (α) [...] Ταύτα διηγούμενος του βασιλέως ο φιλόσοφος και σύμβουλος, περιπλέον τού είπεν: «Ω βασιλεύ, εγώ ήκουσα ότι αι πανουργίαι των γυ- ναικών είναι πολλαί και παντοδαπαί. Και διά τούτο πρώτον κακίας αίτιον είναι η γυνή. Αλλ’ άκουσον, παρακαλώ σε, ταύτην την διήγησην! |
|
| Διήγησις του δευτέρου φιλοσόφου »Ήτον μία γυναίκα, οπού είχεν αγαπητικόν και ηγάπα αυτόν ερωτι- κώς. Ούτος ήτον από τους στρατιώτας του βασιλέως. Και, στέλλοντας τον δούλον αυτού ο στρατιώτης εις εκείνην την γυναίκα, την ερώτησεν αν είναι καιρός αρμόδιος να υπάγει να κοιμηθεί ο αυθέντης του μετ’ αυτής. |
|
| Έτυχε δε και η ασελγής εκείνη και κακότροπος γυνή ηγάπησε και τον δούλον και ηνάγκαζεν αυτόν διά να πέσει μετ’ εκείνην. Γενομένου δε τού- του, άργησεν ο δούλος να γυρίσει προς τον αυθέντην του. Ο δε στρατιώ- της εκείνος διαβαίνοντας προς αναζήτησην του δούλου, τον είδεν η γυ- ναίκα και τον εγνώρισε. Θέλοντας δε να κρύψει τον δούλον, του λέγει: |
|
| “Έμβα εσύ εις το εσώτερον σπίτι, διά να μη σε εύρει ο αυθέντης σου!”. Ούτως έκαμε, και εσέβη ο δούλος μέσα εις το εσώτερον σπίτι, και δεν τον είδεν ο αυθέντης του. Και ο στρατιώτης εκείνος, εισεβαίνοντας εις το έξω σπίτι, ήλθε και εσμίχθη μετά της γυναικός εκείνης. »Ούτως ουν συνουσιαζομένου αυτού μετ’ εκείνης, και του δούλου κε- |
|
| κρυμμένου, εξαίφνης έφθασε και ο άνδρας της γυναικός. Η δε μοιχαλίς εκείνη γυνή, φοβηθείσα να εμβάσει τον μοιχόν εκείνον εις το εσώτερον σπίτι, διά να μην ιδεί τον δούλον του εκεί μέσα, ενόησε το πράγμα αλλε- οτρόπως. Λέγει λοιπόν προς τον στρατιώτην: “Ξεγύμνωσε το σπαθί σου και, μετ’ οργής και θυμού κρατών το σπαθί εις το χέρι σου γυμνόν, κα- |
|
| μώνου πως υβρίζεις εμένα! Και έβγαινε έξω του σπιτίου δίχως να λαλή- σεις τίποτας εις τον άνδρα μου!”. Ούτως έκαμεν ο μοιχός, καθώς του ερ- μήνευσε, και, βαστώντας το σπαθί ξέγυμνον εις το χέρι, εξέβαινεν έξω του σπιτίου, υβρίζοντας την γυναίκα. »Τότε, σιμώνοντας ο άνδρας της γυναικός, την ερώτα την αφορμήν |
|
| οπού “αυτός ο ξένος ήλθεν εις το σπίτι μας ξεσπαθωμένος”, και διατί ύβριζεν. »Η δε γυνή, με μεγάλην πανουργίαν αποκριθείσα προς αυτόν, είπε: “Τούτου του ξένου ο δούλος, φοβούμενος τον αυθέντην του, οπού μετά θυμού τον εδίωκε με το σπαθί εις το χέρι, έφυγεν εις το σπίτι μας να φυ- |
|
| λαχθεί, επειδή εφοβήθη να μη φονευθεί παρ’ αυτού. Και, διατί εδοκίμαζε να τον φονεύσει στανικώς μου, και εγώ τον εμπόδιζα να μην εισέβει μέσα εις το σπίτι μας, διά τούτο έστεκε ξεσπαθωμένος, ωσάν τον είδες, και ύβριζέ με μετ’ οργής”. »Ο δε ανήρ ερωτώντας: “Πού είναι ο δούλος;”, του αποκρίνεται η |
|
| γυνή ότι: ‘‘Είναι μέσα εις το εσώσπιτον ”. »Και ο άνδρας, εβγαίνοντας έξω να ιδεί, εκοίταξεν απάνω και κάτω, αλλά δεν είδεν αυτόν. Τότε στραφείς, βλέπει τον δούλον εκείνον, και λέ- γει του: “Βλέπεις τί καλόν σού έκαμεν η γυναίκα μου; Σύρε το λοιπόν εις καλήν ώραν, διότι ο αυθέντης σου εδιάβηκεν απ’ εδώ!”. Στραφείς δε εις |
|
| την γυναίκα του, της λέγει: “Εγώ υπολαμβάνω ότι μεγάλην καλοσύνην έκαμες τούτου του ξένου”. »Ιδού τοίνυν, ω βασιλεύ, πώς με την παρούσαν διήγησην αποδείχνω του κράτους σου ότι δεν πρέπει τινάς παντελώς να πιστεύει τους απατη- λούς λόγους και τες κλεψίες των γυναικών». |
|
| Τούτον τον λόγον πάλιν ακούσας ο βασιλεύς παρά του φιλοσόφου, όρισε να μη φονευθεί ο υιός του.[…] Διήγησις του τρίτου φιλοσόφου «Ένας άνθρωπος έπεμψε την γυναίκα του εις το παζάρι να αγοράσει ενού ασπρού ρύζι. Η δε γυνή επήγεν εις ένα εργαστήριον και έδωσε το |
|
| άσπρον, να πάρει το ρύζι. »Και ο εργαστηριάρης είπε της γυναικός: “Αν θέλεις να σου δώσω το ρύζι, ομού και εκ της ζαχάρεως, έμβα μέσα εις το εργαστήριον, να σου δώσω!”. »Και η γυνή είπε: “Δώσ’ μου πρώτον, και τότε θέλω έμβει μέσα! Διατί |
|
| ηξεύρω και εγώ τες πανουργίες και ατυχίες των ανδρών”. »Ο δε πουλητής εζυγίασε και έδωσεν αυτής το ρύζι, και εκ της ζαχά- ρεως. Και αυτή πιάνει και δένει εις το μανδίλι το ρύζι και την ζάχαρην. Έπειτα το άφησεν έξω εις το εργαστήριον. Και ο εργαστηριάρης είχε παιδί, και εφύλαγε. Και το παιδί πιάνει και λύει το μανδίλι και εβγάνει το |
|
| ρύζι και την ζάχαρην και, άντις διά το ρύζι, βάνει τόσον χώμα και δένει πάλιν το μανδίλιον. »Τότε η γυναίκα εβγήκεν από το εσώτερον εργαστήρι και από την εντροπήν της δεν είδε τί έχει μέσα το μανδίλι. Παίρνει γουν και υπάγει εις το σπίτι της και δίδει του ανδρός αυτής το μανδίλιον, αυτή δε επήγε |
|
| να φέρει το τσουκάλι. Και ο ανήρ αυτής έλυσε το μανδίλιον και βλέπει και είναι χώμα. Η γυνή δε παρευθύς εγνώρισε και απείκασε το πράγμα και, άντις τσουκάλι, ήφερε κόσκινον. Έπειτα του λέγει: “Εγώ επήγαινα εις το παζάρι να αγοράσω το ρύζι και, υπαγαίνοντας εις την στράταν, με εκλό- τσησεν ένα άλογον, και έχασα το άσπρον. Διά τούτο εδιάλεξα τούτο το |
|
| χώμα και το ήφερα εδώ, ίνα κοσκινίσω αυτό και το εύρω”. Ταύτα τα λό- για είπε του ανδρός αυτής, και εκείνος ο ταλαίπωρος επίστευσε. Και, κο- σκινίζοντας ατός του το χώμα, εκορνιάκτισε τα γένιά του. »Ταύτα τα κατορθώματα γνώρισε, ω βασιλεύ, ότι τα μηχανήματα και τα βουλεύματα των γυναικών κανείς δεν δύναται να τα νικήσει!». |
|
| Και ο βασιλεύς, ταύτα τα λόγια ακούσας, εκαταπράυνε τον θυμόν του και επρόσταξε πάλιν να μη θανατωθεί ο υιός του. […] |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Σιντίπας, Διήγησις περί του πραγματευτού
Ακολουθεί διήγηση, εκ μέρους του γιου του βασιλιά, η οποία αναφέρεται στην απόπειρα εξαπάτησης κάποιου πραγματευτή μυρωδικών από μια ομάδα πανούργων «μίμων», τους οποίους τελικά εξαπατά ο ίδιος ο πραγματευτής με τη βοήθεια μιας γριάς.
| Μυθολογικόν Σιντίπα του φιλοσόφου... (β) […] Παράδειγμα έτερον υιού του βασιλέως ματευτού! »Ο οποίος είχε συνήθειαν να πραγματεύεται ξύλα μυριστικά. Και |
|
| ήκουσε παρά τινών ανθρώπων ότι εις το οδείνα κάστρον πουλιώνται τα μυριστικά ξύλα ακριβά. Και παρευθύς ο πραγματευτής επήρε τα ξύλα οπού είχε, τα μυριστικά, και εδιάβη εις το κάστρον εκείνο. Και επήγεν εις ένα μέρος από έξω του κάστρου εκείνου και εξεφόρτωσε την πραγματεί- αν του, διά να μάθει την τιμήν της πραγματείας του. Και κατά τύχην επέ- |
|
| ρασεν μία κοπέλα ενός αρχόντου και ηρώτησεν αυτόν τί άνθρωπος είναι και τί είναι το φορτίον του. Και αυτός της λέγει: “Πραγματευτής άνθρω- πος είμαι, και το φορτίον μου είναι μυριστικά ξύλα, και τα ήφερα διά να τα πουλήσω”. »Και η δούλη εκείνη επήγε και είπεν όλα του αυθεντός της. Και αυτός |
|
| ήτον πολύξευρος άνθρωπος και ευθέως εμάζωξεν όσα μυριστικά ξύλα είχε, και έβαλεν αυτά εις την φωτίαν, και, γενομένης πολλής φλογός της φωτίας, παρευθύς εβγήκεν η ευωδία εκείθεν και εγρικήθη εις πολύν τό- πον. »Εκεί ήτον σιμά και ο πραγματευτής και εχόρτασεν από την ευωδίαν |
|
| εκείνην. Και είπε των ανθρώπων εκείνων οπού εστέκασιν εκεί: “Πολλής ευωδίας ξύλων μυριστικών εχόρτασα. Και, παρακαλώ σας, ιδέτε μήπως και τινάς άνθρωπος άναψε φωτίαν εις το φορτίον μου, και καίεται!”. »Και αυτοί είπον ότι: “Δεν άναψε φωτία εκεί, ουχί”. »Και τη επαύριον επήγεν ο πραγματευτής μέσα εις το κάστρον. Και |
|
| εκεί τον απάντησεν ο αυθέντης της δούλης εκείνης και ηρώτησεν αυτόν: “Τι είναι η πραγματεία σου;”. »Και ο πραγματευτής είπεν ότι: “Μυριστικά ξύλα είναι το φορτίον μου”. »Και ο εντόπιος άνθρωπος εκείνος είπε προς τον πραγματευτήν: “Ω |
|
| άνθρωπε, ποίος σε ηνάγκασε να φέρεις εδώ τοιαύτα ξύλα, και άφηκες άλλα είδη, οπού ήθελες κερδίσει; Διατί ημείς εδώ τα έχομεν αυτά τα ξύλα της φωτίας. Και ταύτα καίομεν εις φούρνον και κάμινον”. »Και ο πραγματευτής λέγει: “Και πώς είναι τούτο, οπού εγώ ήκουσα ότι ταύτα τα ξύλα είναι εδώ ακριβότερα παρά εις άλλες χώρες;”. |
|
| »Και αυτός είπε προς τον πραγματευτήν: “Εκείνοι, οπού σου είπαν ταύτα τα λόγια, μεγάλως σε εγέλασαν.” »Και ο πραγματευτής πολλά ελυπήθη και επικράνθη. »Και ο μίμος λέγει: “Φίλε, βλέπω σε ότι πολλά επικράνθης και λυπού- μαι σε πολλά διά την λύπην σου. Λοιπόν, εάν θέλεις, έλα, πούλησέ μου |
|
| όλην την πραγματείαν σου, και, είτι γυρέψεις, να σου δώσω έως ένα πι- νάκι γεμάτο!”. »Ο δε πραγματευτής εσυλλογίζετον μέσα εις τον λογισμόν του και έλεγεν ότι: “Κάλλια να δώσω όλην μου την πραγματείαν και να πάρω ένα πινάκι γεμάτο είτι του γυρεύσω, παρά να απομείνει απούλητη η πραγ- |
|
| ματεία μου”. Και, βουλευσάμενος τούτο εις τον νουν του ο πραγματευ- της, επούλησεν όλην του την πραγματείαν εκείνου του ανθρώπου του εντοπίου και εσυβάστη να πάρει, είτι ζητήσει, ένα πινάκι γεμάτο. Και ο εντόπιος επήρεν την πραγματείαν και την επήγεν εις το σπίτι του. Και άλλος τινάς άνθρωπος δεν ήξευρε παντελώς περί τούτου. |
|
| »Είτα εισέβη μέσα εις το κάστρον και επήγε και εκόνεψε εις μιας γραίας σπίτι, έως να μισέψει. Και ο πραγματευτής ηρώτησε την γραίαν: “Άρα πώς πουλιώνται εδώ τα ξύλα τα μυριστικά;”. »Και η γραία είπεν ότι: “Πουλιώνται ίσια με το χρυσάφι. Πλην λέγω σου και τούτο: προσέχου καλά από τους ανθρώπους του κάστρου τού- |
|
| του, διότι όλοι είναι πανούργοι και δόλιοι και πολυποίκιλοι εις τες πρά- ξες! Και δεν είναι δυνατόν, από όσοι ελθούν εδώ ξένοι, να μην γελασθούν, και να κινδυνεύσουν την ζωήν τους”. »Έπειτα εβγήκεν από το σπίτι της ο πραγματευτής, και επήγεν εις το παζάρι, να ιδεί τα πράγματα της πόλεως. Το λοιπόν, πηγαίνοντας, βλέ- |
|
| πει τρεις άνδρας, μαζί καθημένους επί το έργον. Και έστεκεν και εκοίτα- ζεν αυτούς συχνά. Εκείνοι δε πάλιν έβλεπαν αυτόν. Ένας δε από τους τρεις λέγει προς αυτόν: “Ω άνθρωπε, έλα, εσύ και εγώ να διαλεχθούμεν, και, όποιος νικήσει από τους δύο, να προστάξει τον νικώμενον να κάμει είτι θέλει εις εκείνον!”. |
|
| »Ο δε πραγματευτής, έστοντας να είναι απλός και απονήρευτος, λέγει προς αυτόν: “Ναι, στέργω και αγαπώ, και ας γένει εκείνο οπού όρισες!”. »Έπειτα εκάθισαν οι δύο και εδιαλέγονταν ένας προς τον άλλον. Και εκείνος ο μίμος και πανούργος άνδρας ενίκησε τον πραγματευτήν. Και λέγει προς αυτόν: “Ιδού οπού ενίκησά σε με τα λόγιά μου, και κατά την |
|
| συμφωνίαν, οπού εκάμαμεν, προστάζω σε να πίεις όλα τα νερά της θα- λάσσης”. Εις ταύτα γουν ο πραγματευτής έμεινεν εις απορίαν και εις φό- βον. Διότι δεν εδύνετον πλέον να αντιλογάται τον μίμον και κακόν άν- θρωπον. Και δεν ημπόρειε να φύγει από τα δίκτυά του. »Ήτον δε ο πραγματευτής διάστραβος, ήγουν αλλήθωρος εις τα ομ- |
|
| μάτια. Έτυχε δε και ο μίμος, ο ένας από τους τρεις μίμους, και ήτον στραβός από το ένα μάτι. Και εσηκώθη και αυτός και επίασε τον πραγ- ματευτήν και εκράτει αυτόν δυνατά και έλεγεν: “Εσύ έκλεψες το ένα μου ομμάτι. Το λοιπόν ας υπάγομεν εις τον κριτήν του τόπου, και ό,τι ορίσει εκείνος, θέλομεν κάμει, διατί έκλεψες το ομμάτι μου!”. |
|
| »Ήκουσεν η γραία εκείνη, οπού εδέχθη τον πραγματευτήν εις το σπί- τι της, ότι εις τον κριτήν τον σύρνει ο μίμος, και εδιάβη και εσυναπάντη- σεν αυτούς και είπε προς τον μίμον η γραία: “Παρακαλώ σε, άφες αυτόν σήμερον, και αύριον να σου τον δώσω!”. Όμως η γραία εγγυήθη αυτόν να τους τον δώσει το ταχύ. Ο δε μίμος έκαμε το θέλημα της γραίας και άφη- |
|
| σε τον πραγματευτήν. »Και λέγει του η γραία: “Δεν σου επαρήγγειλα εγώ πρότερον ότι να προσέχεσαι από τους ανθρώπους του κάστρου τούτου, διατί αυτοί είναι πολλά πονηροί και κακοί; Άτυχοι φαίνουνται εις τους ξένους ανθρώπους. Αμή άκουσέ μου τώρα καθώς θέλω σε συμβουλεύσει, επειδή έσφαλες εις |
|
| τα πρώτα! Γνώριζε τούτο, ότι αυτοί οι μίμοι και πονηροί έχουν ένα διδά- σκαλον, ο οποίος απερνά τους πάντας μίμους και πονηρούς ανθρώπους, και όλους εκείνους απερνά εις τες πονηρίες! Και, έστοντας να έχουσιν αυ- τόν οι μίμοι ως διδάσκαλον, κάθε εσπέραν όλοι οι μίμοι υπάγουν εις αυ- τον και λέγουν αυτώ τα όσα καθεένας έκαμε διά όλης της ημέρας. Το λοι- |
|
| πόν άφησε τώρα όσα και αν έχεις, και άκουσε ταύτης της ωφελίμης σου συμβουλής και άλλαξε το σχήμα και τα ρούχα σου και καμώσου και εσύ ότι είσαι ένας από τους μίμους! Έπειτα σύρε κρυφά και ανταμώσου μαζί με την συντροφίαν εκεινών και σύρε και εσύ μαζί προς τον διδάσκαλον! Πλην προσέχου να μην σε εγνωρίσουν! Και στάσου και εσύ εκεί σιμά, ως |
|
| ένας άνθρωπος από της χώρας ετούτης, και άκουε καλά τα όσα θέλουσιν ειπεί αυτώ οι πονηροί εκείνοι μίμοι, και τα όσα θέλει αποκριθεί εκεινών! Και σημείωσον αυτά εν τη διανοία σου και εις την ενθύμησήν σου, ίνα έχεις εις αντίθεσιν των εχθρών οπού σε πολεμούν! Και μετά πολλής δυ- νάμεως θέλεις νικήσει την πονηρίαν αυτών. Και μέγα κέρδος θέλει γένει |
|
| εις εσένα από του τοιούτου τρόπου”. »Ο δε πραγματευτής εκείνος έκαμε τα όσα εδιδάχθη παρά της γραί- ας, και άλλαξε το σχήμα του και επήγε και εστάθηκε κοντά εις τον διδά- σκαλον. Και πρώτον είδε οπού ήλθεν εις αυτόν εκείνος οπού αγόρασε τα μυριστικά ξύλα, και είπε πάντα του διδασκάλου: “Εγώ απήντησα σήμε- |
|
| ρον τινά πραγματευτήν, και επούλειε ξύλα μυριστικά, και έκαμα παζάρι διά όλον του το φορτίον να του δώσω έως ένα πινάκι γεμάτο, είτι θέλει να ζητήσει από τα είδη οπού ευρίσκονται εις ημάς”. »Και ο διδάσκαλος ηρώτησεν αυτόν: “Και τί πράγμα είναι εκείνο οπού εσυμφώνησες μετ’ αυτόν ότι να του δώσεις, φλωρία ή ασήμι ή μαργαρι- |
|
| τάρια;”. »Και ο μίμος λέγει: “Ουχί, κύριέ μου, είδη χωρίς όνομα, τα ποία έτι θέ- λει να ζητήσει· μόνον ένα πινάκι γεμάτο”. »Και είπε προς αυτόν ο διδάσκαλος: “Μεγάλως έσφαλες εις του λό- γου σου. Διότι, αν φανεί του πραγματευτού να ζητήσει από εσένα ψύλ- |
|
| λους όσους χωρεί το πινάκι, είτα το μεν ήμισυ πλήθος των ψύλλων να εί- ναι θηλυκοί, το δε έτερον αρσενικοί, και όχι μόνον να είναι οι ψύλλοι ξαν- θοί και υπόμαυροι, αλλά και ξανθοασπρομαυροκοκκινοειδείς, άρα δύνα- σαι να δώσεις τοιαύτην δόσην; Πώς θέλει γένει εις εσένα να ελευθερωθείς από την ταραχήν του ανθρώπου εκείνου;”. |
|
| »Και ο μίμος λέγει: “Ω, κύριέ μου, δεν είναι τόσον σοφισμένος ο πραγ- ματευτής εκείνος, ούτε ο νους του φθάνει. Αλλά, ως νομίζω, άσπρα ή φλωρία ή μαργαριτάρια θέλει ζητήσει από εμένα, και ουχί άλλο τίποτα”. »Ήλθεν ουν και ο μίμος οπού ενίκησεν αυτόν τον πραγματευτήν εις την διάλεξην και είπε και αυτός του διδασκάλου ότι: “Εγώ αυτόν τον |
|
| πραγματευτήν ενίκησα, διατί εβάλαμεν στοίχημα ότι, είτις νικήσει εις την διάλεξην του λόγου, να κάμει ο νικώμενος τα όσα τον ορίσει εκείνος οπού νικήσει. Λοιπόν εγώ ενίκησα αυτόν εις όλην την διάλεξην και όρισα αυτόν να πίει όλα τα νερά της θαλάσσης”. »Τότε ο διδάσκαλος είπε προς αυτόν: “Ούτε εσύ έκαμες τίποτες. Αμή, |
|
| αν τύχει και ειπεί εκείνος προς εσένα ότι: “Άπελθε πρώτον εσύ, κράτησε τους ποταμούς και τες βρύσες οπού τρέχουν εις την θάλασσαν, έπειτα εγώ θέλω πίει τα νερά της θαλάσσης, διατί εγώ έταξα να πίω μόνον τα νερά της θαλάσσης και ουχί και τους ποταμούς και τες βρύσες!”, και, εάν ο πραγματευτής θέλει σου αποκριθεί έτσι, έχεις εσύ τόσην δύναμην ότι |
|
| να ημπορέσεις να κόψεις τους ποταμούς και τες βρύσες οπού τρέχουν εις την θάλασσαν;”. »Ο δε μίμος είπεν: “Ήξευρε, κύριέ μου, ότι δεν είναι τόσον δυνατή η γνώσις του πραγματευτού! Διατί δεν δύναται να δώσει τοιαύτην απόκρι- σην”. |
|
| »Είτα ήλθε και ο στραβός μίμος και λέγει και αυτός προς τον διδά- σκαλον: “Σήμερον, κύριέ μου, είδα ένα πραγματευτήν εις το παζάρι οπού είχεν ομμάτια διάστραβα, και εκράτησα αυτόν πολλά δυνατά και είπα του ότι: “Εσύ μου έκλεψες το ένα μου ομμάτι. Το λοιπόν παντελώς δεν θέ- λω σε αφήσει, παρά να σου εβγάλω το ένα σου ομμάτι. Και, εάν θέλεις να |
|
| εξοδιάσεις όλον σου τον βίον, δεν θέλεις γλιτώσει, έως ού οπού να το ια- τρεύσεις”. »Και τότε είπεν ο διδάσκαλος και αυτουνού ότι: “Ουδέ εσύ δεν εκα- τόρθωσες τίποτες. Διατί, εάν σε ειπεί ο πραγματευτής ότι: “Ετούτο είναι σημάδι της προστάξεώς μας, ίνα εβγάλεις εσύ το ομμάτι οπού έχεις, και |
|
| εγώ το ένα μου ομμάτι, να τα βάλομεν εις το ζύγι, να τα ζυγιάσομεν, και, εάν είναι ίσια και τα δύο, τότε θέλει ευρεθεί η αλήθεια”, και, ει μεν ευρε- θεί ίσια το εδικόν του ομμάτι με το εδικόν σου, καλά, ει δε και δεν ευρε- θεί ίσια, τότε τί θέλεις πάθει εσύ, οπού εκατηγόρησες αυτόν ψεύματα και έβγαλες το ομμάτι του; Τότε αυτός θέλει σου ζητήσει τιμωρίαν και ζη- |
|
| μίαν και θέλει σε σύρει εις κρίσες και πειρασμούς. Τότε εσύ τί θέλεις κά- μει, εάν αυτός απιλογηθεί έτσι; Και τούτο πάλιν είναι χειρότερον, ότι, εάν γένει τούτο το πράγμα εις εσένα, εσύ μεν τελείως θέλεις αναμείνει τυ- φλός, αμή εκείνος θέλει έχει το ένα και θέλει έχει το φως να βλέπει”. »Και ο στραβός μίμος απεκρίθη προς ταύτα τα λόγια και είπε: “Κύριέ |
|
| μου, αλλά ο πραγματευτής δεν έχει τόσην πονηρίαν και τόσην γνώσην, διά να ηξεύρει να απιλογηθεί τέτοιας λογής”. »Το λοιπόν, έστοντας να ακούσει τα τοιαύτα λόγια ο πραγματευτής παρά του διδασκάλου των πονηρών μίμων, εφύλαγεν αυτά μέσα εις την καρδίαν του. Όμως, ξημερώνοντας η ημέρα, έρχεται ο πραγματευτής |
|
| προς τον άνθρωπον εκείνον, οπού αγόρασε τα μυριστικά ξύλα, και λέγει του: “Ω, φίλε, δώσ’ μοι είτι εσεβαστήκαμεν περί της πραγματείας οπού σου επούλησα!”. »Ο δε μίμος λέγει: “Ζήτησον είτι βούλεσαι, και εγώ έτοιμος είμαι και θέλω σου το δώσει!”. |
|
| »Και ο πραγματευτής λέγει ότι: “Θέλω να μου δώσεις εις τούτο το πι- νάκι τόσους ψύλλους όσους χωρεί, και να είναι ξανθοί και υπόμαυροι, και ου μόνον να είναι το ήμισυ μέρος αρσενικοί και το ήμισυ θηλυκοί, αλλά να είναι και <ξανθο>ασπρομαυροκοκκινοειδείς”. Και ανάγκαζεν αυτόν πολ- λά. Και, έστοντας να βιάζει αυτόν καταπολλά, έδωκεν αυτόν διπλήν και |
|
| τριπλήν την τιμήν από εκείνα οπού άξιζαν ταύτα τα ξύλα τα μυριστικά. »Τότες επήγε και ηύρε και τους άλλους δύο μίμους, τον ένα οπού τον εζήτα το ομμάτι, και τον άλλον οπού τον επρόσταξε να πίει όλην την θά- λασσαν. Όμως επίασεν αυτούς και εσπούδαζε και ανάγκαζε να κάμνουν όσα παρά του διδασκάλου αυτών έμαθε και ήκουσε. Και τοσούτον αυ- |
|
| τούς έσυρε βιαίως και κακώς, έως ού έλαβεν ο πραγματευτής από τού- των των μίμων όσα ηθέλησεν, έστοντας να τους νικήσει. Και τότες τους άφησεν ο πραγματευτής και εγύρισε πολλά κερδεμένος εις το σπίτι του. |
|
- Δεν βρέθηκαν εικόνες
- Δεν βρέθηκαν βίντεο
- Δεν βρέθηκαν αρχεία ήχου
Σύνδεσμοι
Λεξικά
- Λεξικά Νεοελληνικής
- Ηλεκτρονικά Λεξικά της Νεοελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό Εμ. Κριαρά
- Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), τόμοι Α-ΙΣΤ
- TLG
- Thesaurus Linguae Graecae (TLG)
- Liddell-Scott
- Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Liddell – Scott)
Μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες
- Μεσαιωνικές μελέτες του Εμ. Κριαρά
Σύνδεσμοι
Βιβλιογραφία
- Beck 1999
- Hans-Georg Beck, Ιστορία της βυζαντινής δημώδους λογοτεχνίας, μτφρ. Νίκη Eideneier, ΜΙΕΤ, Αθήνα 31999 (1989), σ. 92-96.
- Κεχαγιόγλου 1982
- Γιώργος Κεχαγιόγλου, «Ο βυζαντινός και μεταβυζαντινός Συντίπας: για μια νέα έκδοση», Graeco-Arabica 1 (1982), σ. 105-130.
- Κεχαγιόγλου 1999
- Γιώργος Κεχαγιόγλου (επιμ.), Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Τόμος Β΄2: 15ος αιώνας-1830, Σοκόλης, Αθήνα 1999, σ. 226-245.
- Κεχαγιόγλου 2003
- Γιώργος Κεχαγιόγλου (επιμ.), Πεζογραφική ανθολογία. Αφηγηματικός γραπτός νεοελληνικός λόγος, Τόμος 1: Από τα τέλη του Βυζαντίου ώς τη Γαλλική Επανάσταση, ΑΠΘ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), Θεσσαλονίκη 2003 (2001), σ. 107-123.
- Maltese 1993
- Enrico V. Maltese (επιμ.), Il Libro di Sindibad. Novelle persiane medievali dalla versione bizantina di Michele Andreopoulos, UTET, Τορίνο 1993.
- Marinescu 1992
- Marina Marinescu, Mythologikon Syntipas, Bertoldo, Genovefa. Zur Geschichte der Volksbücher und ihrer Leserschaft in Südosteuropa, R. G. Fischer, Φρανκφούρτη 1992.
- Perry 1959
- Ben Edwin Perry, «The Origin of the Book of Sindbad», Fabula, τ. 3, τχ. 1 (1959), σ. 1-94.
- Redondo 2013
- Jordi Redondo, «The Faithfull Dog: The place of the Book of Syntipas in Its Transmission», Revue des Études Byzantines 71 (2013), σ. 39-65.
- Runte κ.ά. 1984
- H. R. Runte & J. K. Wikeley & A. J. Farrell (επιμ.), The Seven Sages of Rome and the Book of Sindbad. An Analytical Bibliography, Garland, Νέα Υόρκη 1984.
Ετικετες Αναζητησης
Λογοτεχνικό Γένος
Κείμενα πεζού λόγουΕποχές - Περίοδοι
Δημώδης γραμματεία μετά την Άλωση (16ος-18ος αι.)Φύση Προσώπων
Άνθρωποι
Κατάλογος Έργων
- Αισώπου Μύθοι
- Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης
- Άνθη ευλαβείας
- Άνθος των χαρίτων
- Απόκοπος
- Αφήγησις Λιβίστρου και Ροδάμνης
- Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη
- Βαρλαάμ και Ιωάσαφ
- Βασιλεύς ο Ροδολίνος
- Βίοι αγίων
- Διγενής Ακρίτης
- Διήγησις Βελισαρίου
- Διήγησις εξαίρετος Βελθάνδρου του Ρωμαίου
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη του Ιμπερίου θαυμαστού και κόρης Μαργαρώνης
- Διήγησις εξαίρετος ερωτική και ξένη Φλωρίου του πανευτυχούς και κόρης Πλάτζια Φλώρης
- Διήγησις Ιεροθέου Αββατίου
- Διήγησις και οπτασία ωφέλιμος ορθοδόξου τινός Δημητρίου
- Διήγησις του Αχιλλέως
- Διήγησις του Πωρικολόγου
- Διήγησις του Ρεμπελιού των Ποπολάρων
- Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν
- Ερωτικόν ενύπνιον
- Ερωτόκριτος
- Ερωτοπαίγνια
- Ερωφίλη
- Η Βοσκοπούλα
- Η Θυσία του Αβραάμ
- Η Καινή Διαθήκη
- Η Κοσμογέννησις
- Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου
- Θησαυρός
- Θρήνος εις τα Πάθη και την Σταύρωσιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
- Θρήνος της Θεοτόκου
- Θρήνος της Κρήτης
- Θρήνος της Κωνσταντινούπολης
- Ιατροσόφια
- Ιστορία και όνειρο
- Ιστορία του Ταγιαπιέρα
- Κατζούρμπος
- Κλίνη Σολομώντος
- Λαϊκές αφηγήσεις
- Λεηλασία της Παροικιάς της Πάρου
- Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν
- Λόγος παρηγορητικός περί Δυστυχίας και Ευτυχίας
- Μεγάλον θανατικόν από πανόκλα
- Ο Βίος του Αισώπου
- Ο Έπαινος των γυναικών
- Ο Κρητικός Πόλεμος
- Ο Οψαρολόγος
- Ο Χρονογράφος
- Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων
- Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
- Πανουργίαι υψηλόταται του Μπερτόλδου
- Πανώρια
- Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεόν επιστροφή
- Περί ηρώων, στρατηγών, φιλοσόφων, αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων, οπού εβγήκασιν από το νησί της Κύπρου
- Περί της ξενιτείας
- Πόλεμος της Τρωάδος
- Πτωχοπρόδρομος
- Ριμάδα κόρης και νιου
- Ρίμες αγάπης (Κυπριακά ερωτικά)
- Σιντίπας
- Σπανέας
- Σπανός
- Στάθης
- Στεφανίτης και Ιχνηλάτης
- Στίχοι γραμματικού Μιχαήλ του Γλυκά ούς έγραψε καθ΄ ον κατεσχέθη καιρόν εκ προσαγγελίας χαιρεκάκου τινός
- Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου
- Το κατά Καλλίμαχον και Χρυσορρόην ερωτικόν διήγημα
- Το Χρονικόν του Μορέως
- Φορτουνάτος
- Φυσιολόγος
- Χρονικό του Γαλαξειδιού
- Χρονικό του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου Κυθήρων
- Χρονικό των Σερρών
- Χρονικόν