πέρδικα, η, ουσ. [<μσν. πέρδικα <αρχ. πέρδιξ], η πέρδικα. 1. γυναίκα εξαιρετικής ομορφιάς και με καμαρωτό, με χαριτωμένο περπάτημα: «είδα μια γυναίκα στην αγορά, σκέτη πέρδικα η άτιμη!». 2. το ουίσκι the famous Grouse, επειδή το έμβλημά του είναι μια πέρδικα: «βάλε μου μια διπλή πέρδικα». Υποκορ. περδικούλα, η (βλ. λ.)·
- έπεσε σαν πέρδικα ή έπεσε σαν την πέρδικα, η γυναίκα για την οποία γίνεται λόγος, ξεγελάστηκε αμέσως, πίστεψε αμέσως στα λόγια κάποιου άντρα και δέχτηκε με ευκολία να συνάψει ερωτικό δεσμό μαζί του: «της είπε πως είναι γιος εφοπλιστή κι έπεσε αμέσως σαν πέρδικα». Από το ότι, όταν οι κυνηγοί θέλουν να ξετρυπώσουν την πέρδικα από τον κρυψώνα της, μιμούνται με μια ειδική σφυρίχτρα τη φωνή της και πετυχαίνουν το σκοπό τους·
- η κουρούνα, για να μάθει το περπάτημα της πέρδικας, ξέχασε το δικό της, βλ. λ. κουρούνα·
- καλώς τηνε την πέρδικα, που περπατεί λεβέντικα! α. θαυμαστική προσφώνηση σε όμορφη γυναίκα, που τη βλέπουμε να περνάει από μπροστά μας (Λαϊκό τραγούδι: ιδέστηνα την πέρδικα πώς περπατεί λεβέντικα, για ιδέστηνα πώς περπατεί με το γαρίφαλο στ’ αφτί). β. λέγεται και με ειρωνική διάθεση·
- καλώς τηνε την πέρδικα, τη χαμηλοβλεπούσα! α. θαυμαστική προσφώνηση σε όμορφη και σεμνή γυναίκα. β. λέγεται και με ειρωνική διάθεση·
- πάει σαν πέρδικα ή πάει σαν την πέρδικα, βλ. φρ. περπατάει σαν πέρδικα·
- περπατάει σαν πέρδικα ή περπατάει σαν την πέρδικα, (για γυναίκες) λέγεται για γυναίκα με όμορφο παράστημα, που περπατάει καμαρωτά και χαριτωμένα: «χαίρομαι να τη βλέπω να περνάει αυτή τη γυναίκα, γιατί περπατάει σαν πέρδικα». Από το ότι η πέρδικα έχει στητή κορμοστασιά και καμαρωτό περπάτημα·
- προχωράει σαν πέρδικα ή προχωράει σαν την πέρδικα, βλ. φρ. περπατάει σαν πέρδικα·
- την πέρδικα απ’ τη λαλιά της βρίσκουνε τη φωλιά της, πολλές φορές, πάνω στη φλυαρία μας λέμε και πράγματα που δεν έπρεπε να πούμε, κάτι, που συχνά, μας δημιουργεί προβλήματα: «όταν άρχισες να μιλάς δεν είχες σταματημό και ξεφούρνισες μπροστά στον ανταγωνιστή μας και τη δουλειά που έχουμε στα σκαριά, αλλά, την πέρδικα απ’ τη λαλιά της βρίσκουνε τη φωλιά της».