Περισσότερες επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
χειραψία

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΕ PDF

χειραψία, η, ουσ. [<μτγν. χειραψία], η χειραψία. Όταν χαιρετιούνται με χειραψία δυο ζευγάρια και διασταυρωθούν τα χέρια τους κατά την ώρα της χειραψίας τότε, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, όποια από τα άτομα δεν είναι δεσμευμένα θα αρραβωνιαστούν πολύ σύντομα.  
- διά χειραψίας, με χειραψία: «μόλις συναντήθηκαν, χαιρετήθηκαν διά χειραψίας».