Περισσότερες επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
πω

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΕ PDF

πω, πω! ή πω, πω, πω! επιφών. απορίας, έκπληξης, θαυμασμού ή φόβου: «πω, πω, τι είναι αυτά που μου λες! || πω, πω, πω μια γυναικάρα! || πω, πω θα τρακάρουμε!». (Τραγούδι: πω, πω, πω, πω τι λόγια μου ’κανες να πω, αφού πολύ, πολύ, πολύ σε αγαπώ)· βλ. και λ. πόπο!