Περισσότερες επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
μάγος

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΕ PDF

μάγος, ο, θηλ. μάγα, η, ουσ. [<αρχ. μάγος <ιραν. mag], ο μάγος. 1. ο ταχυδακτυλουργός: «ο ξανθός μάγος», γνωστός ταχυδακτυλουργός της νυχτερινής ζωής. 2. αυτός που είναι ικανός να μαγεύει, να ασκεί γοητεία ή να προκαλεί το μεγάλο θαυμασμό: «μάγος κιθαρίστας || ο μάγος της πενιάς», δηλ. αυτός που μαγεύει με την κιθάρα του, με την πενιά του· βλ. και λ. μάντης·
- μάγος είσαι! α. επιφωνηματική έκφραση σε κάποιον που μαντεύει ή προβλέπει σωστά πώς έγινε ή πώς θα γίνει μια υπόθεση ή πώς εξελίχθηκε ή πώς θα εξελιχθεί μια κατάσταση: «δηλαδή, κατά πώς δείχνουν τα πράγματα, θα πρέπει ο τάδε να ’βαλε χέρι στο ταμείο. -Μάγος είσαι! || με την υπεροπλία που έχουμε θα τους τσακίσουμε. -Μάγος είσαι!». β. επιφωνηματική ειρωνική έκφραση σε άτομο που υποτίθεται πως μαντεύει ή προβλέπει κάτι το οποίο είναι αυτονόητο, αυταπόδειχτο: «δηλαδή, αν πέσει κανείς απ’ τον έκτο όροφο μιας πολυκατοικίας, θα σκοτωθεί, έτσι δεν είναι; -Μάγος είσαι!»·
- μαθητευόμενος μάγος, αυτός που πειραματίζεται πάνω σε κάτι ανεύθυνα και χωρίς να έχει τις απαιτούμενες γνώσεις. Συνήθως αναφέρεται σε πολιτικούς: «για να πάει μπροστά η οικονομία του τόπου μας, χρειάζονται έμπειροι οικονομολόγοι κι όχι μαθητευόμενοι μάγοι»·
- ο μάγος της στρογγυλής θεάς, βλ. λ. θεά·
- οι τρεις Μάγοι με τα δώρα ή σαν τους τρεις Μάγους με τα δώρα, λέγεται για κάποιον, που πηγαίνει κάπου φορτωμένος με πλούσια δώρα: «ω, ήρθαν οι τρεις Μάγοι με τα δώρα! || κάθε φορά που έρχεται ο παππούς στο σπίτι, τα εγγόνια του κάνουν τρελές χαρές, γιατί είναι φορτωμένος σαν τους τρεις Μάγους με τα δώρα». Πρβλ.: εκ της Περσίας έρχονται τρεις Μάγοι με τα δώρα, άστρο λαμπρό τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα. Αναφορά στους τρεις Μάγους που σύμφωνα με την Κ. Διαθήκη προσκύνησαν το νεογέννητο Χριστό.

θεά

θεά, η, ουσ. [<αρχ. θεά, θηλ. του ουσ. θεός], η θεά· γυναίκα εξαιρετικής ομορφιάς: «συνόδευε στο χορό μια θεά, που όλοι έσκασαν απ’ τη ζήλεια τους». (Λαϊκό τραγούδι: λουλουδού μου, λουλουδού μου μ’ έχεις πάρει ποια το νου, εσύ είσαι η θεά κι όχι αυτή που τραγουδά
- η πορτοκαλί θεά, η μπάλα με την οποία παίζεται το μπάσκετ και, κατ’ επέκταση, το μπάσκετ: «η πορτοκαλί θεά, προσελκύει το ενδιαφέρον πολλών φιλάθλων». Από το ότι η μπάλα με την οποία παίζεται το άθλημα αυτό έχει συνήθως πορτοκαλί χρώμα·
- η στρογγυλή θεά, η μπάλα με την οποία παίζεται το ποδόσφαιρο και, κατ’ επέκταση, το ποδόσφαιρο: «η στρογγυλή θεά έχει τους περισσότερους φιλάθλους από κάθε άλλο άθλημα || στο όνομα της στρογγυλής θεάς γίνονται απαράδεκτα έκτροπα από διάφορους ανεγκέφαλους χουλιγκάνους»·
- ο μάγος της στρογγυλής θεάς, ο ποδοσφαιριστής που κατέχει απόλυτα τα μυστικά του ποδοσφαίρου: «ο Κούδας υπήρξε ένας από τους μάγους της στρογγυλής θεάς».