Περισσότερες επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
Κατοχή

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΕ PDF

Κατοχή, η, ουσ. [<αρχ. κατοχή <κατέχω], η περίοδος 1941-1944 κατά την οποία η Ελλάδα είχε καταληφθεί από τη Γερμανία (Ιταλία, Βουλγαρία): «η Κατοχή υπήρξε από τις πιο δύσκολες εποχές της νεοελληνικής μας ιστορίας»·
- έπεσε Κατοχή, λέγεται σε περίπτωση που βρίσκεται κανείς σε τέτοια φτώχεια, που δεν έχει ούτε να φάει: «απ’ τη μέρα που τον απέλυσαν απ’ τη δουλειά του, έπεσε Κατοχή στο σπίτι του». Αναφορά στην περίοδο της Κατοχής, κατά την οποία ο κόσμος πέθαινε από την πείνα.