καθώς
καθώς,
επίρρ. [αρχ.
καθώς]. 1. όπως: «τον συνάντησα, καθώς έβγαινε απ’ το γραφείο του ||
καθώς ακούω, αρραβώνιασες την κόρη σου, είν’ αλήθεια;». 2. ενώ, όσο,
ενόσω, την ώρα που: «καθώς ερχόμουν, έκανα διάφορες σκέψεις || καθώς σε
περίμενα, ξεφύλλιζα ένα περιοδικό || καθώς ντυνόταν η γυναίκα μου, εγώ έβλεπα
τηλεόραση». 3. μόλις: «καθώς τον είδα να ’ρχεται φορτωμένος, έτρεξα να
τον ξελαφρώσω». 4. επειδή: «καθώς είναι όμορφος, όλες οι γυναίκες
τρελαίνονται γι’ αυτόν || καθώς είναι όμορφη και πλούσια, είναι η πιο πολύφερνη
νύφη της γειτονιάς μας»·
- καθώς
και, λέγεται για κάτι που ακολουθεί επιπρόσθετα, όπως επίσης: «εγώ
προσωπικά καθώς και η οικογένειά μου σας είμαστε υποχρεωμένοι για τη βοήθεια που
μας προσφέρατε»· βλ. και φρ. σαν και, λ. σαν·
- καθώς
πρέπει, βλ. λ. καθωσπρέπει·
- καθώς
φαίνεται, είναι πολύ πιθανό, πιθανότατα: «ρωτούσε συνέχεια ποιοι θα ’ναι
στο πάρτι, γιατί, καθώς φαίνεται, σκοπεύει να ’ρθει κι αυτός».
καθωσπρέπει
καθωσπρέπει,
επίρρ. [από τη
φρ. καθώς πρέπει], σύμφωνα με τους καθιερωμένους κανόνες εμφάνισης και καλής
συμπεριφοράς, όπως αρμόζει: «ντύνεται πάντα καθώς πρέπει || συμπεριφέρεται
πάντα καθώς πρέπει»·
- άνθρωπος
καθωσπρέπει, βλ. λ. άνθρωπος·
- έγιναν
όλα καθωσπρέπει, όπως άξιζε, όπως έπρεπε να γίνουν, σύμφωνα με τους
καθιερωμένους κανόνες της καλής συμπεριφοράς: «δε θέλω να στενοχωριέσαι
καθόλου, γιατί θα γίνουν όλα καθωσπρέπει || έμεινε πολύ ευχαριστημένος, γιατί
έγιναν όλα καθωσέπρεπε»·
- είναι
καθωσπρέπει, α. (για πρόσωπα) κινείται και συμπεριφέρεται σύμφωνα με
τους καθιερωμένους κανόνες εμφάνισης και καλής συμπεριφοράς, είναι γενικά
αξιοπρεπής, άψογος: «μ’ αρέσει να κάνω παρέα μαζί του, γιατί σ’ όλα του είναι
καθωσπρέπει». (Λαϊκό τραγούδι: σαν πορτοφόλι μάθανε πως έχεις μες την τσέπη,
σε λεν πως είσαι τζέντελμαν, πως είσαι καθώς πρέπει). β. (για
αντικείμενα ή μηχανήματα)) που έχει εντυπωσιακή εμφάνιση, εντυπωσιακή απόδοση:
«αγόρασε ένα κομοδίνο, που είναι καθωσπρέπει || αγόρασε ένα αυτοκίνητο, που
είναι καθωσπρέπει». Πολλές φορές, και στις δυο περιπτώσεις, μετά το είναι ακολουθεί
το πολύ.