Περισσότερες επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
αντιλογία

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΕ PDF

αντιλογία, η, ουσ. [<αρχ. ἀντιλογία], η αντιλογία·
- είναι πνεύμα αντιλογίας, προβάλλει εκ συστήματος αντιρρήσεις ή εναντιώνεται σε αυτά που λένε, προτείνουν ή υποστηρίζουν οι άλλοι: «ήταν απίθανο να συμφωνήσει με τα λεγόμενά μου, γιατί είναι πνεύμα αντιλογίας || όταν η παρέα αποφασίζει να πάει κάπου, αυτός προτείνει πάντα κάτι διαφορετικό, γιατί είναι πνεύμα αντιλογίας».