Περισσότερες επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
ακάλυπτος

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΕ PDF

ακάλυπτος, -η, -ο, επίθ. [<αρχ. ἀκάλυπτος], ακάλυπτος. 1. το αρσ. ως ουσ. ο ακάλυπτος, ελεύθερος χώρος οικοπέδου στην εσωτερική πλευρά μιας οικοδομής, που μένει υποχρεωτικά άκτιστος: «το υπνοδωμάτιο βλέπει στον ακάλυπτο». 2. το θηλ. ως ουσ. η ακάλυπτη (ενν. επιταγή), που δεν καλύπτει, που δεν έχει κατατεθειμένο ο εκδότης της στη συγκεκριμένη τράπεζα από την οποία έχει πάρει το μπλοκ των επιταγών το αντίστοιχο χρηματικό ποσό που έχει αναγράψει, που δεν έχει αντίκρισμα: «έχω μια ακάλυπτη και πρέπει να βρω χίλια ευρώ μέχρι αύριο για να την καλύψω»·
- αφήνω ακάλυπτο (κάποιον), α. δεν καλύπτω, δεν προστατεύω, δεν υποστηρίζω κάποιον, όταν βρίσκεται σε κάποια δύσκολη θέση ή κατάσταση: «ο πρωθυπουργός άφησε ακάλυπτο τον υπουργό Δικαιοσύνης, όταν κατηγορήθηκε για παρέμβασή του στην απόφαση του δικαστηρίου || το κράτος άφησε ακάλυπτους τους σεισμοπαθείς». β. δεν καταθέτω κάποιο ποσό στο όνομα κάποιου, ιδίως για να καλύψει κάποιες οικονομικές υποχρεώσεις του: «μου είχε υποσχεθεί πως θα κατέθετε στο λογαριασμό μου πεντακόσιες χιλιάδες, αλλά με άφησε ακάλυπτο και βρέθηκα εκτεθειμένος»·
- δίνω ακάλυπτες επιταγές, βλ. λ. επιταγή·
- μένω ακάλυπτος, α. δεν καλύπτομαι, δεν προστατεύομαι, δεν υποστηρίζομαι από κάποιον, όταν βρίσκομαι σε δύσκολη θέση ή κατάσταση: «κάποια στιγμή έμεινα ακάλυπτος και με τραυμάτισε ο εχθρός στο πόδι || έμεινα ακάλυπτος από το διευθυντή μου, όταν κατηγορήθηκα για μεροληψία». β. υπολείπομαι κάποιου χρηματικού ποσού για να αντεπεξέλθω σε κάποια οικονομική μου υποχρέωση! «έπρεπε να πληρώσω στην τράπεζα πέντε χιλιάδες, αλλά είχα μόνο τρεις χιλιάδες, κι έτσι έμεινα ακάλυπτος για δυο χιλιάδες ευρώ»·      
- μοιράζω ακάλυπτες επιταγές, βλ. λ. επιταγή.

επιταγή

επιταγή, η, ουσ. [<μτγν. ἐπιταγή], η επιταγή·
- δίνω ακάλυπτες επιταγές, βλ. φρ. μοιράζω ακάλυπτες επιταγές·
- δίνω ανοιχτή επιταγή (σε κάποιον), βλ. φρ. δίνω λευκή επιταγή·
- δίνω λευκή επιταγή (σε κάποιον), αφήνω κάποιον να ενεργήσει ανεξέλεγκτα, κατά βούληση ακόμη και για υποθέσεις που με αφορούν: «όσον αφορά τα εθνικά θέματα η αντιπολίτευση δεν προτίθεται να δώσει στην κυβέρνηση λευκή επιταγή». Από το ότι, όταν δώσουμε σε κάποιον υπογεγραμμένη επιταγή χωρίς να σημειώσουμε το πόσο που θέλουμε να καλύπτει, τότε αυτός μπορεί να σημειώσει και να εισπράξει ένα οποιοδήποτε ποσό·
- μοιράζω ακάλυπτες επιταγές, δίνω υποσχέσεις σε κάποιους που δεν έχω σκοπό ή τη δυνατότητα να πραγματοποιήσω: «κάθε φορά που βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο η κυβέρνηση μοιράζει στον κοσμάκη ακάλυπτες επιταγές». Από το ότι, όταν η επιταγή δεν έχει αντίκρισμα στην τράπεζα, είναι άχρηστη.