Βρέθηκε 1 αποτέλεσμα
αίτηση
αίτηση,
η, ουσ.
[<αρχ. αἴτησις], η αίτηση·
- αίτηση
χρειάζεται; έκφραση αγανάκτησης, παράπονου ή και ειρωνείας σε κάποιον που
συστηματικά αρνείται ή αποφεύγει να μας συναντήσει για να ακούσει αυτά που
έχουμε να του πούμε. Πολλές φορές, μετά το αίτηση, ακολουθεί το με
χαρτόσημο.